Στο πρώτο μέρος του σημειώματος αναλύσαμε πώς το ΠΑΣΟΚ ανήλθε ταχύτατα στην εξουσία και πώς στη συνέχεια μεταλλάχθηκε με αποτέλεσμα τη νομοτελειακή εκλογική και πολιτική του καταρράκωση. Συνεπώς, η εξέταση του μέλλοντός του υπό το πρίσμα των πολιτικών εξελίξεων, του κοινωνικοπολιτικού τοπίου, οφείλει να εκκινήσει από το κατά πόσο η αναίρεση των αιτιών της πτώσης του και η αναβίωση των λόγων της ανόδου του είναι εφικτές. Το μεγάλο ερώτημα που γεννάται είναι αν η νέα ηγεσία του Ν. Ανδρουλάκη είναι ικανή να κάνει ξανά το ΠΑΣΟΚ μεγάλο. Τώρα, αρκετές βδομάδες μετά την ανάληψη καθηκόντων του, μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα.
Το ΠΑΣΟΚ αποψιλώθηκε εκλογικά την τριετία 2009-2012 και έτι περαιτέρω έως το 2015, οπότε έπιασε εκλογικό ιστορικό χαμηλό. Ο βασικός λόγος ήταν η μνημονιακή πολιτική του που ήταν αντίθετη με την ιστορία και το πολιτικό –κυβερνητικό του πρόγραμμα. Ταυτόχρονα, συνιστούσε την πρώτη τα τελευταία 40 χρόνια κυριολεκτικά μετωπική επίθεση κυβέρνησης προς την εκλογική της βάση. Ποτέ άλλοτε μέχρι τότε κυβέρνηση δεν έλαβε τόσο επιθετικά, οριζόντια κοινωνικοοικονομικά μέτρα εναντίον της μεγάλης πλειοψηφίας της μικρομεσαίας τάξης, που συνιστούσε και το εκλογικό της ακροατήριο.
Μεγάλη μερίδα του λαϊκών στρωμάτων οδηγήθηκε ταχύτατα σε καθεστώς επιβαλλόμενης φτώχιας. Η φοροαφαίμαξη και η επιδρομή στην ακίνητη περιουσία, βασικό μέσο αποταμίευσης της μεταπολεμικής Ελλάδας, ήταν τα βασικά μέσα της μνημονιακής επίθεσης. Την ίδια ώρα έγινε κατανοητό ότι η χώρα απώλεσε και τυπικά την εθνική της κυριαρχία, το αυτεξούσιό της, και εισήλθε στη σφαίρα μιας “δικτατορίας έξωθεν υπαγορεύσεων”. Η αίσθηση του αχρείαστου και αποφεύξιμου της μνημονιακής επιλογής, όσο κι αν κατηγορήθηκε η όντως αμαρτωλή κυβέρνηση Καραμανλή, εμπεδώθηκε σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας.