από Μάριος Νοβακόπουλος
Το βιβλίο του Σαράντου Καργάκου, Μεσόγειος, Η υγρή μοίρα της Ελλάδος και της Ευρώπης, είναι μία σύντομη αλλά εξαιρετικά πυκνή μελέτη, η οποία εισάγει τον αναγνώστη στον γοητευτικό όσο και ταραγμένο κόσμο της Μεσογείου, από την εξάπλωση των αρχαίων πολιτισμών ως τις συγκρούσεις των αρχών του 21ου αιώνα. Το έργο γράφτηκε το 2006 και εκδόθηκε το 2007, σε μία εποχή δηλαδή όπου η ευρύτερη περιφέρεια συνταρασσόταν από διαδοχικές εκρήξεις βίας. Είχε προηγηθεί η επίθεση στους Διδύμους Πύργους της Νέας Υόρκης την 11η Σεπτεμβρίου 2001, οι αμερικανικές εισβολές σε Αφγανιστάν (2001) και Ιράκ (2003), η δεύτερη Παλαιστινιακή Ιντιφάντα (2000-2005) με αποκορύφωμα την ισραηλινή επιχείρηση στην Γάζα (2004), οι πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις σε Μαδρίτη (2004) και Λονδίνο (2005) και ο πόλεμος του Λιβάνου μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ (2006).
Μέσα σε αυτό το οξυμένο περιβάλλον, το οποίο αναπτυσσόταν αμέσως μετά τους τρομερούς πολέμους της Γιουγκοσλαβίας και τη γενικότερη αναταραχή στο πρώην Ανατολικό μπλοκ, η ανησυχία του συγγραφέα αλλά και η κατακεραύνωση της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων είναι εμφανής. Το έργο ξεκινά με τους δυσοίωνους βιβλικούς όρους Αρμαγεδδών, Βεελζεβούλ και Λεβιάθαν. Ο Αρμαγεδδών, το γνωστό τοπωνύμιο της Χαναάν όπου τοποθετείται η τελική σύγκρουση με τις αντίθεες δυνάμεις κατά τις έσχατες ημέρες, αποτελεί σαφή παραπομπή στην απειλή ενός γενικευμένου, παγκοσμίου πολέμου. Η ανατολική θεότητα Βεελζεβούλ και ο θαλάσσιος δράκων Λεβιάθαν, του οποίου το όνομα έλαβε ο Thomas Hobbes για το γνωστό πολιτικό του σύγγραμμα, γίνονται σύμβολα του απολυταρχικού κράτους, με σαφείς αιχμές στην προϊούσα αμερικανική παγκοσμιοποίηση. Ο Λεβιάθαν, άλλωστε, ως δαιμονικός άρχων των υδάτων, υπενθυμίζει τον ρόλο της ναυτικής ισχύος. Η κατανόηση των (κυριολεκτικώς) φλεγόντων εξελίξεων της Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής προϋποθέτει την πολύ καλή γνώση του μείζονος χώρου «της Μεσογείου ως γεωπολιτικής ενότητας».
Οι διεθνείς εξελίξεις ύστερα από την έκδοση του βιβλίου υπήρξαν αντίστοιχα κρίσιμες και δικαιώνουν απολύτως και την ανησυχία και το ερευνητικό ενδιαφέρον. Τα προηγούμενα έτη είδαν την αιματηρή αναταραχή της Αραβικής «Άνοιξης», συνεχιζόμενους εμφυλίους πολέμους σε Συρία, Λιβύη και Υεμένη, έξαρση της ισλαμιστικής τρομοκρατίας υπό το Ισλαμικό Κράτος, την επέκταση της επιρροής του Ιράν ύστερα από την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Ιράκ, την χαώδη εκκένωση του Αφγανιστάν, την παρασκηνιακή διαπάλη για τις θαλάσσιες ζώνες, τους αγωγούς και τους υδρογονάνθρακες στη Μεσόγειο, το μεταναστευτικό πρόβλημα και τον τρέχοντα τραγικό πόλεμο στην Λωρίδα της Γάζας. Αν συμπεριληφθεί στο περιμεσογειακό σχήμα και ο Εύξεινος Πόντος, τότε προστίθεται και η μεγάλη πυριτιδαποθήκη του πλανήτη, ο κοσμοϊστορικής σημασίας ουκρανικός πόλεμος.
Όνομα και φυσικά χαρακτηριστικά
Η λέξη Μεσόγειος, όσο και εάν μοιάζει παράδοξο, δεν είναι ελληνικής προέλευσης. Εισήλθε στην ελληνική γλώσσα μεταφρασμένη από τα γαλλικά, στο βιβλίο «Γεωγραφία παλαιά και νέα» του επισκόπου Αθηνών Μελετίου (1807). Ο Ηρόδοτος ο Αλικαρνασσεύς, πατέρας της ιστορίας αλλά και της γεωγραφίας, δεν την ονόμαζε ως σύνολο, παρά μόνο τα τμήματά της. Για τον γεωγράφο της ρωμαϊκής εποχής, Στράβωνα, ήταν η «ἐντὸς» και η «καθ’ ἡμᾶς θάλασσα». «Ἐντὸς» (μέσα, δηλαδή, από τις στήλες του Ηρακλέους) την χαρακτήριζε και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης. Τους όρους αυτούς μετέφρασαν οι Ρωμαίοι ως mare nostrum και mare internum. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. o Ρωμαίος γεωγράφος Γάιος Ιούλιος Σολίνος έκανε πρώτος την χρήση του όρου mare mediterraneum, Μεσόγειος θάλασσα.