ΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΟΥ ΚΑΡΓΑΚΟΥ
Kατά τὴ νεότητά μου, ὅπως πολλὰ παιδιὰ τῆς γενιᾶς μου, εἶχα ἕνα μεγάλο θαυμασμὸ γιὰ τὸν Τσὲ Γκεβάρα. Ἤμουν στρατιώτης, ὅταν πληροφορήθηκα τὸ σκοτωμὸ του. Καὶ παρὰ τὴν αὐστηρὴ ἐπίβλεψη, ἔγραψα γι’ αὐτὸν ἕνα πολύστιχο ποίημα, κατὰ τὸν τρόπο τοῦ Νίκου Καββαδία, ποὺ ὅταν τὸ δημοσίευσα ἀργότερα, πολλοὶ μοῦ εἶπαν ὅτι ἦταν ἀδύνατον νὰ γραφτεῖ, ἄν δὲν εἶχα ἐπισκεφθεῖ τοὺς χώρους στοὺς ὁποίους εἶχε στὰ ἔσχατὰ του ὁ Γκεβάρα κινηθεῖ.
Ἀργότερα ὁ θαυμασμὸς γιὰ τὸν Γκεβἀρα μαράθηκε, ὅταν εἶδα νὰ γίνεται μπλουζάκι κάθε καφενόβιου ἐπαναστάτη ἤ ὅταν εἶδα τὴν εἰκόνα τοῦ Τσὲ νὰ κοσμεῖ τὸ στῆθος κάθε «τζέ». Τζὲς στὴν παλιὰ ἀργκὸ λεγόταν συνήθως ὁ φθηνὸς νεαρὸς.
Πρόσφατα, ὅμως, ὁ θαυμασμὸς γιὰ τὸν Νοτιαμερικανὸ ἐπαναστάτη ἐπανῆλθε ἀπὸ ἕνα τυχαῖο περιστατικό. Ἔφθασε στὰ χέρια μου ἕνα σπουδαῖο βιβλίο γραμμένο στὰ ρουμανικὰ ἀπὸ τὴν κ. Μόνικα Σαβουλέσκου-Βουδούρη καὶ ἔξοχα μεταφρασμένο ἀπὸ τὶς Κυρίες Εὐγενία Τσελέντη καὶ Συλβάνα Δεπούντη. Τὸ βιβλίο ἐπιγράφεται «Οἱ κόρες Νίκα», ἔχει ἕναν κοσμοπολιτικὸ χαρακτήρα καὶ ἔχει γραφτεῖ μὲ ἕνα μεταμοντέρνο στὺλ, χωρὶς, ὅμως νὰ χάνονται τὰ στοιχεῖα τῆς παλαιᾶς καλῆς γραφῆς. Ὁ μῦθος πλέκεται γύρω ἀπὸ τὴν πορεία, διακλαδώσεις καὶ διασπορὰ μιᾶς ἠπειρωτικῆς οἰκογενείας, τῆς οἰκογενείας Νίκα. Εἶναι γεμάτο ἀγάπη γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἀναπτύσσεται σὲ πολλὰ χρονικὰ ἐπίπεδα καὶ σὲ πολλούς τόπους.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς χὠρους αὐτοὺς εἶναι καὶ τὸ βολιβιανὸ χωριὸ Λὰ Ἰγκέρα, ὅπου μετέφεραν τὸν Τσὲ λαβωμένο στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, μαζί μὲ δύο σκοτωμένους συντρόφους του. Τοὺς ἔρριξαν σὲ μιὰ αἴθουσα ἑνὸς σχολείου. Σ’ ἕναν πίνακα ἦταν γραμμένη μιὰ φράση στὰ Ἱσπανικά. Ὁ Τσὲ τὴ διάβασε προσεκτικὰ καὶ διαπίστωσε ἕνα ὀρθογραφικὸ ἤ φραστικὸ λάθος. Ζήτησε τότε νὰ μιλήσει μὲ τὴ δασκάλα. Ὅταν ἐκείνη, μαζεμένη καὶ φοβισμένη, προσῆλθε, ὅ Τσὲ τῆς ἔδειξε τὸ λάθος καὶ τῆς εἶπε: «Πρέπει νὰ μάθετε τὰ παιδιὰ νὰ γράφουν σωστὰ». Ἦταν ἡ τελευταία του ὑποθήκη. Λίγο μετὰ τὸν σκότωσαν.
Δὲν ξέρω κατὰ πόσο ἀληθεύει τὸ γεγονὸς αὐτὸ, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶχα διαβάσει ὅ,τι εἶχε γράψει αὐτὸς ὁ ρομαντικὸς ἐπαναστάτης, νομίζω πὼς τὸ περιστατικὸ εἶναι ἀληθινό. Δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι ἐπαναστάτης, ἄν δὲν ἔχεις ἔγνοια γιὰ τὴ γλῶσσα σου, γιὰ τὴν ὀρθὴ γραφὴ καὶ ἐκφορὰ της. «Πρέπει νὰ μάθετε τὰ παιδιὰ νὰ γράφουν σωστὰ». Γιατὶ ἡ σωστὴ γραφὴ ὀργανώνει τὴ σκέψη. Ἡ ἐσφαλμένη γραφὴ παραλύει τὴ σκέψη.
Ὅταν βλέπω τὴν κακοποίηση τῆς Ἑλληνικῆς, τὴν ὑποκατάστασὴ της ἀπὸ τὴν Ἀγγλική, τὴν ἐξαφάνιση τῆς ἑλληνικῆς ἐπιγραφῆς, τὴν ἐξορία τῶν ἑλληνικῶν ὀνομάτων, εἰλικρινὰ θὰ ’θελα μιὰ ἀνάσταση τοῦ Τσὲ ποὺ νὰ γίνει ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα. Γιατὶ εἶμαι βέβαιος, ὅταν θὰ ἔβλεπε, μετὰ τὴν ἀνάσταση, τὰ γλωσσικὰ μας χάλια, θὰ κήρυσσε μιὰ νέα ἑλληνικὴ ἐπανάσταση γιὰ τὴν ἐπανάκτηση τῆς ἐθνικῆς μας γλώσσας, γιὰ τὴν ἀνάκτηση τῆς χαμένης τιμῆς τῆς πιὸ μακραίωνης καὶ τῆς πιὸ ἔνδοξης γλώσσας τοῦ πλανήτη. Δυστυχῶς, στὴ σύγχρονη Ἑλλάδα ἡ ἀνατροπὴ ξεκίνησε ἀπὸ τὴ γλωσσικὴ καταστροφή. Καὶ, ὄντας ἄγλωσσοι, γίνονται καὶ ἄγνωμοι. Ὁ Τσὲ πιὰ δὲν τοὺς ἐμπνέει.
ΠΗΓΗ:http://www.sarantoskargakos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.