Μπιτσάνης Ηλίας
Γενικός πανσεληνιασμός αλλά σαν την πανσέληνο και τον ουρανό των μικρών μας χρόνων τον Αύγουστο, δεν έχει.
Τότε κοιμόμαστε στις σταφίδες σκεπασμένοι με τις παντανίες για να μην μας πιάνει το κρύο. Κάτι οι κλέφτες, κάτι ο κίνδυνος να γυρίσει τη νύχτα ο καιρός και οι μεγάλοι παραφύλαγαν… μισοκοιμισμένοι. Οι μικρότεροι ψάχναμε τη μικρή και τη μεγάλη άρκτο, ονοματίζαμε τα αστέρια, τα ζωγραφίζαμε το πρωί στο χαρτί. Και καθώς γύριζε το φεγγάρι οι μεγάλοι έψαχναν τους οιωνοσκόπους και τα μερομήνια για να δουν τι θα φέρει.
Οι νύχτες δεν ήταν καθόλου ανέφελες, ο Αύγουστος ήταν ο μήνας των καταιγίδων και το μόνο που δεν κυνηγούσαμε ήταν η… πανσέληνος. Και τόφερνε ξαφνικά, εκεί που δεν το περίμενες. Δεν υπήρχαν… ίντερνετ και μετεωρολογικές υπηρεσίες, εκεί που είχε ήλιο το έβλεπες και μαύριζε, μέχρι να πεις κίμινο ξεκίναγαν τα μπουμπουνητά και φούσκωναν τα ποτάμια. Στα οποία πολλές φορές έφτανε η σταφίδα, ο κόπος και το εισόδημα μιας ολόκληρης χρονιάς.
Εκείνες τις εποχές ο Αύγουστος δεν ήταν «ανέμελος» μήνας αλλά ο μήνας της ετήσιας αγωνίας. Δεν ήταν του καύσωνα αλλά της καταιγίδας. Δεν κοιτάζαμε τον ουρανό να δούμε αν «ανατέλλει» το φεγγάρι αλλά αν θα μαζέψει σύννεφα και καταστροφή. Και δώσου κουκούλωμα και ξεκουκούλωμα η σταφίδα στο αλώνι, και δώστου ντάνιασμα, σκέπασμα και αντιστρόφως οι καλαμωτές με τα σύκα.
Όσοι ήμασταν επισκέπτες στο χωριό και δεν εξαρτιόμασταν από σταφίδες και σύκα μένουμε με τις μνήμες και τις εικόνες. Πολλοί όμως από εκείνους που όμως από τη συγκομιδή τους, έχουν και τραυματικές μνήμες για τις χρονιές που χάνονταν. Που μνήμες από πανσέληνο;
[Απλωμα της σταφίδας στη Μάδενα το 1940]