Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΟΦΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024

Ρώτησα έναν φίλο που έχει ξεπεράσει τα 70 τι είδους αλλαγές αισθάνεται στον εαυτό του.


Ρώτησα έναν φίλο που έχει ξεπεράσει τα 70 
τι είδους αλλαγές αισθάνεται στον εαυτό του. 



Μου απάντησε ως εξής:

1 Αγάπησα τους γονείς μου, τα αδέλφια μου, την σύζυγό μου, 
τα παιδιά μου, τους φίλους μου. 
Τώρα άρχισα να αγαπώ και τον εαυτό μου.

2 Συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι «Άτλας». 
Ο κόσμος δεν στηρίζεται στους ώμους μου.

3 Έχω σταματήσει να διαπραγματεύομαι με μικροπωλητές. 
Μερικά ευρώ δεν θα με φτωχύνουν, 
αλλά μπορεί να βοηθήσουν τον φτωχό συνάνθρωπο 
να ανταπεξέλθει σε μια δυσκολία.

4 Αφήνω στον σερβιτόρο μεγάλο φιλοδώρημα.
Η γενναιοδωρία μου ας φέρει ένα χαμόγελο στο πρόσωπό του. 
Άλλωστε δουλεύει πολύ πιο σκληρά για να ζήσει από ό,τι εγώ.

5 Σταμάτησα να λέω στους ηλικιωμένους 
ότι έχουν ήδη διηγηθεί αυτήν την ιστορία πολλές φορές. 
Τους βοηθά να περιφέρονται στη ζώνη των αναμνήσεων 
και να ξαναζούν τα νιάτα τους.

6 Έχω πάψει να διορθώνω τους ανθρώπους 
ακόμη και όταν ξέρω ότι κάνουν λάθος. 
Η ευθύνη να τους κάνω όλους τέλειους δεν είναι δική μου. 
Η ειρήνη μου είναι πιο πολύτιμη από την τελειότητα.

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

Η ιστορία του ανθρώπου που δεν άξιζε µήτε µια πεντάρα



Από τον Δημήτρη Β. Προύσαλη*


Λένε οι ιστορίες των παλιών πως μια φορά ήταν στην ανατολή ένας τόπος μακρινός. Εκεί ζούσε ένας βασιλιάς. Όλοι ήξεραν την παραξενιά που τον ξεχώριζε απ’ τους άλλους που όρισαν τη μοίρα κείνου του βασιλείου. Άλλος είχε μανία με τους παράδες, άλλος μανία με τη δύναμη, άλλος ήθελε να έχει δική του τη γη μέχρι εκεί που ’φτανε η άκρη του ματιού του.

Ε, το λοιπόν τούτος είχε μια πετριά του λόγου του αλλιώτικη: Λένε πως ήθελε να μαθαίνει όλα τα ανάποδα και παράξενα, κι όλο έβαζε σκοτούρα δίχως τελειωμό στη δωδεκάδα των συμβούλων και βασάνιζε τους σοφούς του παλατιού. Μια μέρα φώναξε τους ανθρώπους που κουβαλούσαν γνώση περισσή και λέει: «Θέλω να μου βρείτε τον πιο τιποτένιο άνθρωπο που ζει κι ανασαίνει σε τούτο τον τόπο, αυτόν που ακόμα και μια πεντάρα τον ξεπερνάει σε αξία!» Οι σοφοί του τα χρειάστηκαν!

Μα τι να κάνουν;

Την επομένη κιόλας ημέρα ξεχύθηκαν σ’ όλες τις άκρες του βασιλείου ντελάληδες. Στάθηκαν σ’ όλα τα παζάρια, τις γειτονιές και τις πλατείες κι όπου κόσμος μαζεύονταν. Έβαλαν φωνή μεγάλη:

 «Ακούσατε, ακούσατε! Ο βασιλιάς θέλει να βρεθεί ο πιο τιποτένιος άνθρωπος σ’ όλο τον τόπο, κείνος που μήτε μια πεντάρα δεν αξίζει! Όποιος βρει τούτο το παράξενο και δύσκολο, θα πάρει δώρο που σαν αυτό άλλο δεν έχει ματαδοθεί!»