Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΙΜΟΝ ΒΕΙΛ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΙΜΟΝ ΒΕΙΛ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 1 Μαΐου 2019

Simone Weil: μερικές σκόρπιες σκέψεις πάνω στο πορτραίτο της «αγίας» των φιλοσόφων

 Μιχάλης Θεοδοσιάδης

Στο άρθρο αυτό θα συζητηθεί συνοπτικά η προσφορά του έργου της Simone Weil, και πιο συγκεκριμένα, πώς θα μπορούσε να απαντήσει πάνω σε μια σειρά από επίκαιρα ζητήματα, όπως η παγκοσμιοποίηση και η απώλεια της κοινής μνήμης, η μετανάστευση και η εκρίζωση, ο θεσμός της πολιτικής αντιπροσώπευσης και τέλος, η ίδια η ύπαρξη των πολιτικών κομμάτων. Πέρα από τα αδιέξοδα του οικονομικού (και πολιτικού) φιλελευθερισμού, της σοσιαλδημοκρατίας (και της εξάρτησης από το «θεραπευτικό» κράτος (κατά τα λόγια του Christopher Lasch), η σκέψη της Γαλλίδας φιλοσόφου συμβάλλει σε μια προσπάθεια αναστοχασμού. Μπορεί η φιλοσοφία της Weil να απαντήσει στα ψευδή διλήμματα που θέτουν τα δύο κυρίαρχα ρεύματα, όπως ο εθνορομαντισμός της αναδυόμενης λαϊκιστικής δεξιάς και ο φιλελεύθερος τεχνοκρατικός κοσμοπολιτισμός;
Προσωπογραφία
Μια από τις βασικές επιρροές της Weil – κυρίως κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής της, είναι ο μοντέρνος Πλατωνισμός καθώς και ο Χριστιανισμός. Σε ό,τι έχει να κάνει με τις Χριστιανικές αναφορές της φιλοσόφου, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το εξής: σε κανένα σημείο του έργου της δεν εξιδανικεύεται η ανάγκη οργάνωσης μιας κοινωνίας πάνω σε κανόνες που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν ή να αναιρεθούν, λόγω της θεϊκής τους προέλευσης. Άλλωστε για την ίδια «[η] πλήρης και απεριόριστη ελευθερία έκφρασης για κάθε είδους γνώμη, χωρίς τον παραμικρό περιορισμό ή δέσμευση, αποτελεί ύψιστη ανάγκη για την καλλιέργεια υψηλής νοημοσύνης»1. Η στροφή της προς τον Χριστιανικό μυστικισμό (κυρίως κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού στην Πορτογαλία το 1935, και το 1937 στην Basilica of Santa Maria degli Angeli όπου ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης συνήθιζε να συχνάζει μερικούς αιώνες πριν) αποτελεί μια θετική εξέλιξη στο έργο της, που συνδυάζει έναν συναισθηματισμό, όμοιο με αυτόν που συναντά κανείς στα ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη, και την ισχύ των υπερβατικών αρχετύπων, με βάση τα οποία επιχειρούμε να φωτίσουμε πτυχές σε αιώνια ερωτήματα που δεν μπορούν να απαντηθούν μέσω του στυγνού νεωτερικού υλισμού. Αυτόν ακριβώς τον στόχο εξυπηρετούν και οι Πλατωνικές επιρροές της Weil· καταπιάνονται με τον ανθρώπινο ψυχισμό και τη συνείδηση του πόνου. Η συγγραφέας – που, εκτός των άλλων, είχε συμμετάσχει εθελοντικά στο αγώνα των αναρχικών (και πιο συγκεκριμένα στη Φάλαγγα του Ντουρούτι) εναντίον του Φρανκικού καθεστώτος κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου – θα απέρριπτε κάθε είδους τεχνοκρατία ή εξουσία βασισμένη σε μία μόνο «αλάνθαστη» οικονομική ή πολιτική θεωρία. Για την ίδια η αλήθεια που πρέπει να αναζητήσουμε είναι ολιστική, αλλά πάνω απ’ όλα ηθική, βασισμένη στην υποχρέωση. Για παράδειγμα, όπως όλοι είμαστε υποχρεωμένοι να μην αποσκοπούμε στην εξασφάλιση της δικής μας υπεραφθονίας, στερώντας έτσι αναγκαίους πόρους από άλλους ανθρώπους, προκαλώντας πείνα και εξαθλίωση, το ίδιο ισχύει και για το σύνολο όλων των υποχρεώσεων μας που αντιστοιχεί στην κάλυψη ζωτικής σημασίας ψυχικών αναγκών.

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

Ξεριζωμός


SIMONE WEIL 

Σιμόν Βειλ

"Υπάρχει μια κοινωνική κατηγορία, η οποία εξαρτάται ολοκληρωτικά και αέναα από το χρήμα. Είναι οι μισθωτοί, κυρίως από τότε που η πληρωμή με το κομμάτι υποχρεώνει τον κάθε εργάτη να έχει διαρκώς στραμμένη την προσοχή του στον υπολογισμό και της τελευταίας δεκάρας. Σε αυτή την κοινωνική κατηγορία η αρρώστια του ξεριζωμού είναι στη μεγαλύτερη ένταση. (…)

Η κύρια κοινωνική δυσκολία της εποχής προέρχεται από το ότι, κατά μια έννοια, είναι και αυτοί μετανάστες. Αν και παραμένουν γεωγραφικά στον ίδιο τόπο, είναι ηθικά ξεριζωμένοι, εξόριστοι και σαν από επιείκεια επαναπατρισμένοι για να γίνουν το λίπασμα της δουλειάς. Η ανεργία, εννοείται, είναι ένας ξεριζωμός στο τετράγωνο. Δε νιώθουν σπίτι τους ούτε στο εργοστάσιο, ούτε στην κατοικία τους, ούτε στο κόμμα ή το συνδικάτο που υποτίθεται πως έγιναν γι’ αυτούς, ούτε στους τόπους αναψυχής, ούτε και στην πνευματική παιδεία, σε περίπτωση που προσπαθήσουν να την αφομοιώσουν."

Σιμόν Βέιλ, Ο ξεριζωμός του εργάτη (1943)
από το βιβλίο της "Ανάγκη για ρίζες",
που κυκλοφόρησε πέντε χρόνια μετά το θάνατό της.

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

Σιμόνη Βέιλ: Eβραία, αρχαιοελληνίστρια και χριστιανή

Αποτέλεσμα εικόνας για Σιμόνη Βέιλ
Γράφει ο Σωτήρης Γουνελάς*
Επιμέλεια: Σταμάτης Μαυροειδής

Ε
μείς οι ορθόδοξοι έχουμε ένα μεγάλο μειονέκτημα που τo θεωρούμε πλεονέκτημα. Πιστεύουμε ότι είμαστε μόνοι κάτοχοι της Αλήθειας, οπότε δεν μπορεί κανένας μη ορθόδοξος να μας φωτίσει, ή να μας συνδράμει σε αυτό το ζήτημα και όχι μόνο σε αυτό. Η περίπτωσή όμως της Βέιλ μας υποχρεώνει να αμφισβητήσουμε αυτό το κυρίαρχο «δόγμα», γιατί προωθεί, ως προς ορισμένες όψεις τουλάχιστον, τόσο πολύ την χριστιανική αλήθεια, που η περίπτωσή της καταντά ανεξήγητη, αν συλλογιστεί κανείς ότι έχει εβραϊκή καταγωγή και δεν είναι βαφτισμένη. Ίσως θα μπορούσαμε να πλησιάσουμε μια εξήγηση λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα λεγόμενά της σχετικά με την πρώτη φορά που ένιωσε την ανάγκη να γονατίσει σε ναό στην Ασίζη, εκεί όπου στο παρελθόν εκκλησιαζόταν ο άγιος Φραγκίσκος, και προπαντός τη δήλωσή της στη Σολέσμ ότι ο Χριστός «κατέβηκε και την πήρε». Το τελευταίο αυτό σημαίνει ότι η Βέιλ κατέθεσε τον εαυτό της στο Χριστό, γι’ αυτό άλλωστε μπορούσε εν μέσω εικοστού αιώνα να πει: «Δεν είναι δική μου δουλειά να σκέφτομαι τον εαυτό μου. Η δουλειά μου είναι να σκέφτομαι το Θεό. Είναι δουλειά του Θεού να σκέφτεται για μένα».

Η Βέιλ, όσο καταπλήσσει με τη νοητική της ικανότητα και δεινότητα, άλλο τόσο συναρπάζει η αποκλειστικότητα να ενδιαφέρεται έμπρακτα για τους «αδυνάτους» όλου του κόσμου
Πριν προχωρήσουμε θα ήθελα να δώσω μια γενική αίσθηση της περίπτωσής της τονίζοντας ότι η Βέιλ είναι «πολυπεριεκτική» και απαιτεί μεγάλη παιδεία και σταθερή πίστη. Και τούτο γιατί ένα πλήθος αναφορών αλλά και ενστάσεων που προβάλλει απέναντι στη χριστιανική παράδοση-σημειωτέον ότι αναφέρεται προπαντός σε Καθολικισμό και Προτεσταντισμό – αντλούνται από θεμελιακά κείμενα των αρχαίων ελλήνων, των εβραίων και των ινδών. Που σημαίνει ότι πρέπει κανείς να έχει οικείωση με τις κεντρικές τουλάχιστον σημασίες αυτών των αρχαίων παραδόσεων, έτσι ώστε να μπορεί να κρίνει τα λεγόμενά της. Γιατί η Βέιλ, όσο καταπλήσσει με τη νοητική της ικανότητα και δεινότητα, άλλο τόσο συναρπάζει η αποκλειστικότητα να ενδιαφέρεται έμπρακτα για τους «αδυνάτους» όλου του κόσμου. Από την άλλη, πρέπει να μη μας διαφύγει η τάση της για μια συχνά αφ’ υψηλού θεώρηση των πάντων και μάλιστα των χριστιανικών πραγμάτων. Το ζήτημα γίνεται δυσκολότερο από τη στιγμή που στα γραπτά της διακρίνεται μια τρομερή διάθεση εξομοίωσης με τον πάσχοντα Χριστό αλλά και με τον πάσχοντα συνάνθρωπο.