από Δημήτρης Γ. Ιωάννου
Ο υπαρξισμός είναι ένα κίνημα που μεσουράνησε στην δυτική Ευρώπη το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, αν και ο ιδρυτής του, ο φιλόσοφος Σέρεν Κίρκεγκωρ έζησε και δημιούργησε τον 19ο. Προέχει να μάθουμε σε τι το φιλοσοφικό αυτό ρεύμα είναι σύμφωνο με τον χριστιανισμό και σε τι διαφοροποιείται. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι αρκετοί από τους στοχαστές του ήταν χριστιανοί, και μάλιστα ο λουθηρανός Κίρκεγκωρ, που έγραψε όμως πολλά και για το αδύνατο της πίστης.
Ο Κίρκεγκωρ ήταν κατά της ιδρυματικής εκκλησίας, που άλλωστε πίστευε ότι είχε προδώσει τον ρόλο της, και ήταν υπέρμαχος της υποκειμενικότητας-το ξεχωριστό άτομο σχετίζεται και συνδιαλέγεται με τον Θεό του μεμονωμένα. Θα είχε ενδιαφέρον να μελετήσουμε λίγο την θρησκευτική σκέψη του Κίρκεγκωρ.
Ο Θεός γίνεται γενικά για τον υπαρξισμό η απόλυτη Υπόσταση- «υπόσταση» είναι το υποκείμενο, το άτομο, αυτό που δεν μπορεί να αναχθεί στο καθολικό, αλλά αποτελεί την μοναδικότητα. Όλοι οι υπαρξιστές φιλόσοφοι μίλησαν για αυτή την απόλυτη Υπόσταση, τον Θεό, ορισμένοι την αποδέχθηκαν, ορισμένοι την απέρριψαν. Για μερικούς, αυτή η «απόλυτη Υπόσταση» δεν είχε και τόσο μεγάλη σημασία, όπως για τον γερμανό φιλόσοφο Χάιντεγκερ, ο οποίος πίστευε ότι το λεγόμενο «dasein» μεριμνά πρωτίστως για το Είναι. Για τον Χάιντεγκερ το Είναι είναι μια βαθύτερη πραγματικότητα ακόμη και από τον ίδιο τον Θεό, αφού, αν ο Θεός υπάρχει, τότε υπάγεται και Αυτός στο Είναι.
Για τον Κίρκεγκωρ όμως δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Ο Θεός είναι η απόλυτη πραγματικότητα, έναντι της οποίας οφείλει να προσδιοριστεί κάθε ανθρώπινη υποκειμενικότητα. Ο Θεός είναι η «Απόλυτη Υπόσταση»- και όχι το απόλυτο πρόσωπο. Δεν πρέπει να συγχέουμε τον υπαρξισμό με τον περσοναλισμό- η έννοια του «προσώπου» χαρακτηρίζει επακριβώς τον περσοναλισμό, ενώ αντιθέτως για τους υπαρξιστές αυτή είναι προβληματική. Αυτό ισχύει π.χ. για τον Χάιντεγκερ, για τον οποίο το «Dasein» διαφοροποιείται έναντι του προσώπου, καθώς είναι ερριμμένο στον κόσμο και μεριμνά για το Είναι.
Θα ήταν λάθος να ονομάσουμε και το υποκείμενο του Κίρκεγκωρ «πρόσωπο»- καθώς η πραγματικότητα της υπέρβασης, του παράδοξου και του απόλυτου πάθους είναι αυτά που το χαρακτηρίζουν. Ο Κίρκεγκωρ πάντως ξεκινά το φιλοσοφικό του εγχείρημα διαφοροποιούμενος από τον Χέγκελ, για τον οποίο αξία έχει το καθολικό, το γενικό, το απόλυτο Πνεύμα, που είναι κάτι το αντικειμενικό και το οποίο θα κατισχύσει στην Ιστορία. Έναντι του Χέγκελ αυτοπροσδιορίζεται ο Κίρκεγκωρ ως ο φιλόσοφος της ατομικότητας, του υποκειμενικού, αυτού που δεν μπορεί να ενταχθεί στο Γενικό, αυτό το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται στην αντικειμενική εγελιανή Ιστορία. Σημασία για τον Δανό φιλόσοφο έχει το μερικό, το μη αναγώγιμο σε ευρύτερες έννοιες, μαζί και το μοναχικό. Για τον Κίρκεγκωρ η υποκειμενικότητα είναι μοναχική, αποτραβιέται κανείς στον δικό του κόσμο, εφόσον η Γλώσσα αδυνατεί από ένα σημείο και πέρα να εκφράσει την μεμονωμένη υπόσταση, και ο άνθρωπος δεν γίνεται πια κατανοητός. Είναι μέσα σε αυτή την μοναχικότητα που συναντά ο άνθρωπος τον Θεό του.
Ο Κίρκεγκωρ ήταν κατά της ιδρυματικής εκκλησίας, που άλλωστε πίστευε ότι είχε προδώσει τον ρόλο της, και ήταν υπέρμαχος της υποκειμενικότητας-το ξεχωριστό άτομο σχετίζεται και συνδιαλέγεται με τον Θεό του μεμονωμένα. Θα είχε ενδιαφέρον να μελετήσουμε λίγο την θρησκευτική σκέψη του Κίρκεγκωρ.
Ο Θεός γίνεται γενικά για τον υπαρξισμό η απόλυτη Υπόσταση- «υπόσταση» είναι το υποκείμενο, το άτομο, αυτό που δεν μπορεί να αναχθεί στο καθολικό, αλλά αποτελεί την μοναδικότητα. Όλοι οι υπαρξιστές φιλόσοφοι μίλησαν για αυτή την απόλυτη Υπόσταση, τον Θεό, ορισμένοι την αποδέχθηκαν, ορισμένοι την απέρριψαν. Για μερικούς, αυτή η «απόλυτη Υπόσταση» δεν είχε και τόσο μεγάλη σημασία, όπως για τον γερμανό φιλόσοφο Χάιντεγκερ, ο οποίος πίστευε ότι το λεγόμενο «dasein» μεριμνά πρωτίστως για το Είναι. Για τον Χάιντεγκερ το Είναι είναι μια βαθύτερη πραγματικότητα ακόμη και από τον ίδιο τον Θεό, αφού, αν ο Θεός υπάρχει, τότε υπάγεται και Αυτός στο Είναι.
Για τον Κίρκεγκωρ όμως δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Ο Θεός είναι η απόλυτη πραγματικότητα, έναντι της οποίας οφείλει να προσδιοριστεί κάθε ανθρώπινη υποκειμενικότητα. Ο Θεός είναι η «Απόλυτη Υπόσταση»- και όχι το απόλυτο πρόσωπο. Δεν πρέπει να συγχέουμε τον υπαρξισμό με τον περσοναλισμό- η έννοια του «προσώπου» χαρακτηρίζει επακριβώς τον περσοναλισμό, ενώ αντιθέτως για τους υπαρξιστές αυτή είναι προβληματική. Αυτό ισχύει π.χ. για τον Χάιντεγκερ, για τον οποίο το «Dasein» διαφοροποιείται έναντι του προσώπου, καθώς είναι ερριμμένο στον κόσμο και μεριμνά για το Είναι.
Θα ήταν λάθος να ονομάσουμε και το υποκείμενο του Κίρκεγκωρ «πρόσωπο»- καθώς η πραγματικότητα της υπέρβασης, του παράδοξου και του απόλυτου πάθους είναι αυτά που το χαρακτηρίζουν. Ο Κίρκεγκωρ πάντως ξεκινά το φιλοσοφικό του εγχείρημα διαφοροποιούμενος από τον Χέγκελ, για τον οποίο αξία έχει το καθολικό, το γενικό, το απόλυτο Πνεύμα, που είναι κάτι το αντικειμενικό και το οποίο θα κατισχύσει στην Ιστορία. Έναντι του Χέγκελ αυτοπροσδιορίζεται ο Κίρκεγκωρ ως ο φιλόσοφος της ατομικότητας, του υποκειμενικού, αυτού που δεν μπορεί να ενταχθεί στο Γενικό, αυτό το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται στην αντικειμενική εγελιανή Ιστορία. Σημασία για τον Δανό φιλόσοφο έχει το μερικό, το μη αναγώγιμο σε ευρύτερες έννοιες, μαζί και το μοναχικό. Για τον Κίρκεγκωρ η υποκειμενικότητα είναι μοναχική, αποτραβιέται κανείς στον δικό του κόσμο, εφόσον η Γλώσσα αδυνατεί από ένα σημείο και πέρα να εκφράσει την μεμονωμένη υπόσταση, και ο άνθρωπος δεν γίνεται πια κατανοητός. Είναι μέσα σε αυτή την μοναχικότητα που συναντά ο άνθρωπος τον Θεό του.