του ΓΙΑΝΝΗ Α. ΤΑΧΟΠΟΥΛΟΥ
Ὄχι σπάνια, στὴν ἀπολυτοποίηση τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τὴν πλήρη ἀγνόηση τῆς φύσης καὶ τῆς βιολογίας ποὺ ὑποστηρίζουν ὅσοι συντάσσονται μὲ τὸ woke κίνημα, ἀντιπαρατίθεται μιὰ ἀντιwoke βιολογικοποίηση τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ καὶ τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας. Ἂν οἱ πρῶτοι, γιὰ παράδειγμα, συγχέουν τὴ σεξουαλικὴ προτίμηση μὲ τὸ φύλο καὶ ἔτσι ἀνακαλύπτουν ἀναρίθμητα φύλα, οἱ δεύτεροι ἐπινοοῦν διάφορες ἀντικειμενικὲς καὶ βασισμένες στὴ βιολογία κοινωνικὲς σταθερές. Ἤδη εἶχε γίνει τὶς προηγούμενες δεκαετίες ἀναφορὰ σὲ «γονίδιο τῆς ἀπιστίας», σὲ «γονίδια τῆς ὑπερβολικῆς τηλεθέασης» καὶ ἄλλα τέτοια (βλ. τὴν κριτικὴ τῆς S. McΚinnon, Νεοφιλελεύθερη γενετική, ἤδη ἀπὸ τὸ 2005 σὲ τέτοιες ἀντιλήψεις).
Τέτοιες «βιολογικίστικες» ἀντιλήψεις δὲν ἐξηγοῦν, φυσικά, γιατὶ ὑπάρχουν διαφορετικὰ κριτήρια ὀμορφιᾶς σὲ διαφορετικοὺς ἀνθρώπους τῆς ἴδιας ἐποχῆς (και ὄχι μόνο αὐτὰ ποὺ ὁρίζουν δογματικὰ ὁρισμένοι βάσει τῆς γονιμότητας), ἢ γιατὶ παντρεύονται καὶ συζοῦν ἁρμονικὰ ἄνθρωποι ποὺ διαφέρουν σὲ ὀμορφιὰ ἐπειδὴ ἔχουν π.χ. ἴδια ἐνδιαφέροντα καὶ κώδικα ἐπικοινωνίας ἀγνοώντας τὴν ἐξωτερικὴ σχετικὴ ἀσχήμια ἢ καὶ φτώχεια τοῦ συντρόφου (κανονικά, θὰ ἔπρεπε τέτοιοι «ἄσχημοι/ες» νὰ εἶχαν ἐκλείψει πρὸ πολλοῦ στὰ πλαίσια μιᾶς ἄτυπης εὐγονικῆς), ἢ ὅτι στὶς ἀπαρχὲς τοῦ ἀνθρώπινου γένους τροφοσυλλέκτες ἦταν τόσο οἱ ἄντρες ὅσο καὶ οἱ γυναῖκες (ἄρα δὲν ὑπῆρχε κάποιος λόγος γιὰ γονιδιακὴ προτίμηση τοῦ πλούσιου ἀρσενικοῦ ποὺ θὰ ἀνέτρεφε τὰ μικρὰ τοῦ θηλυκοῦ) κ.ο.κ. Ὅπως γράφει ἠ ΜακΚίννον,
«οἱ ἐξελικτικοὶ ψυχολόγοι δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγήσουν… σὲ πολιτισμοὺς ὅπου ἡ ἐξωσυζυγικὴ σεξουαλικὴ σχέση ἐπιτρέπεται ἀνοικτὰ καὶ ἡ ἔκφραση τῆς ζηλοτυπίας δὲν ἐνθαρρύνεται, γιατί ὁρισμένα ἄτομα ἐκφράζουν παρ’ ὅλα αὐτὰ ζήλια; Καί, ἀντίστροφα, σὲ κοινωνίες ὅπου ἡ ἐξωσυζυγικὴ σεξουαλικὴ σχέση παρεμποδίζεται καὶ ἡ ἔκφραση ζηλοτυπίας κυρώνεται ἀνοιχτά, γιατί ὁρισμένα ἄτομα δὲν ἐκφράζουν καθόλου ζήλια;».