Πόσο πιο όμορφα και πιο δίκαια θα ήταν τα πράγματα, αν πρώτα η κοινωνία, απέδιδε τον οφειλόμενο σεβασμό και την ανάλογη τιμή στον μαχόμενο εκπαιδευτικό της τάξης;
Του Γιώργου Ηλ. Τσιτσιμπή
Δύο ρόλοι που φαίνονται να κινούνται σε παράλληλες, μη τεμνόμενες πορείες. Συνυπάρχουν στους ίδιους χώρους αλλά με διακριτή πορεία ο κάθε ένας. Έλκουν την προέλευσή τους από την ίδια δεξαμενή όμοιων προσοντούχων εκπαιδευτικών σχολών και στην πορεία οι μεν παραμένουν στις αίθουσες διδασκαλίας, οι δε αρχίζουν την πορεία «στελέχους», ψάχνοντας εναγωνίως θέση διευθυντή, ξεχνώντας πολλές φορές τις βασικές τους σπουδές και αποφεύγοντας την επαναφορά τους στην «τάξη» των δασκάλων, εκτός ελαχίστων φυσικά.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τίτλους που να αποδεικνύουν την όλο και περισσότερη κατάρτιση, το όλο και πιο πλούσιο βιογραφικό. Και εκεί που εντυπωσιάζεσαι από την αύξηση του επιστημονικού ενδιαφέροντος και θα περίμενες μια αναγέννηση της εκπαίδευσης, έστω και μόνο από την βελτίωση του επιπέδου των εκπαιδευτικών, διαπιστώνεις το ψευδεπίγραφο. Ξύνοντας, κάτω από το αληθοφανές αναδεικνύεται το προφανές. Η πλειονότητα, ευτυχώς όχι όλοι, αυξάνει τα προσόντα όχι από ενδιαφέρον στο διδακτικό αντικείμενο, αλλά είτε για να φέρει πιο κοντά την πρόσληψη (βλέπε αναπληρωτές και κυρίως τους της ειδικής αγωγής), είτε για να διεκδικήσει μια θέση στην ιεραρχία. Αντί ο στόχος να είναι οι επιμορφώσεις ουσίας που θα συμβάλλουν στην παιδαγωγική βελτίωση, ασχολούνται με «χαρτιά» αύξησης των προσόντων. Όποιος έχει χρήματα αυξάνει τα «προσόντα», γενικά, άκριτα, μαζικά, κυνικά. Και μάλιστα όλοι οι τίτλοι με την ίδια αξία. Μια πραγματικότητα που την εκτρέφουν οι έχοντες την πολιτική ευθύνη διαχρονικά και κανείς δεν λέει να σταματήσει.