- Αρχική σελίδα
- ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
- 1940
- ΕΡΤFLIX
- ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΟ ΧΘΕΣ
- ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΝ
- ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ
- ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟ
- ΘΕΑΤΡ/ΜΟΥΣ/ΒΙΒΛΙΟ
- ΘΕΑΤΡΟ
- ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ
- ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΚΑΪ
- ΑΡΧΕΙΟ ΕΡΤ
- ΜΟΥΣΙΚΗ
- ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
- Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥ
- ΤΥΠΟΣ
- ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ
- ΟΛΑ ΔΩΡΕΑΝ
- ΒΙΝΤΕΟ
- forfree
- ΟΟΔΕ
- ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΗΧΟΣ
- ΔΩΡΕΑΝ ΒΟΗΘΕΙΑ
- ΦΤΙΑΧΝΩ ΜΟΝΟΣ
- ΣΥΝΤΑΓΕΣ
- ΙΑΤΡΟΙ
- ΕΚΠ/ΚΕΣ ΙΣΤΟΣ/ΔΕΣ
- Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΣ
- ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ
- ΓΟΡΔΙΟΣ
- SOTER
- ΤΑΙΝΙΑ
- ΣΙΝΕ
- ΤΑΙΝΙΕΣ ΣΗΜΕΡΑ
- ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
- Ε.Σ.Α
- skaki
- ΤΕΧΝΗ
- ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
- ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ
- gazzetta.gr
- ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
- ΑΝΤΙΦΩΝΟ
- ΔΡΟΜΟΣ
- ΛΥΓΕΡΟΣ
- ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ...
- ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
- γράμματα σπουδάματα...
- 1ο ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΩΝ
- ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ & ΓΛΩΣΣΑ
- ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ
- ΜΥΡΙΟΒΙΒΛΟΣ
- ΑΡΔΗΝ
- ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΥΠΕΠΘ
- ΕΙΔΗΣΕΙΣ
- ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ
- ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΜΕΛΙΤΣΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΑΡΑΜΕΛΙΤΣΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Τετάρτη 9 Αυγούστου 2023
Σάββατο 22 Αυγούστου 2020
Μάριος Χάκκας, «Ὁ μπιντὲς»
Εἴχαμε φαγωθεῖ μέσα μας χωρὶς νὰ τὸ πάρουμε εἴδηση. Ἐκείνη ἡ λοῦξ τουαλέτα μὲ τὸν ἱππόκαμπο στὰ πλακάκια οἰκόσημο, μία πάπια καὶ γύρω παπάκια, κύκνους καὶ παραδείσια ψάρια, νιπτῆρα, λεκάνη, μπανιέρα, μπιντές, παραμπιντές, ὅλα ἀπαστράπτοντα, εἴχανε παίξει τὸ ρόλο τους ὕπουλα, σκάψανε μέσα βαθιά μας τερμίτες, ὅπως τὸ σαράκι τὸ ξύλο, καὶ τώρα νιώθαμε κούφιοι. (...)
Μὲ εἴχανε βάλει στὸ ζυγό εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια μὲ τὴ θέληση μου (αὐτὸ εἶναι τὸ χειρότερο), γιὰ νὰ καταλήξω ἐδῶ μπροστὰ σὲ μία σειρὰ ἄχρηστα πράγματα, κατὰ τὴ γνώμη μου, ἤ ποὺ κι ἄν εἶναι χρήσιμα, π’ ἀνάθεμά τα, δὲν ἀξίζουν ὅσο αὐτὴ ἡ ὑπόθεση ποὺ λέγεται ζωὴ καὶ νιάτα. Τὰ καλύτερα χρόνια τὰ σπατάλησα σὰν τὸ μερμήγκι κουβαλώντας καὶ σιάχνοντας αὐτὸ τὸ κολόσπιτο, οἰκοδομῶντας τελικὰ αὐτὸν τὸν μπιντέ, εἴκοσι χρόνια μοῦ κατάπιε ἡ καταβόθρα του, κι ἐγὼ τώρα ἔχω μείνει στυμμένο λεμόνι, σταφιδιασμένο πρόσωπο, γιὰ ἕνα μπιντέ.
Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2019
Πού πήγαν οι ανήσυχες ψυχές της γενιάς μου;
από
Στέλιος Κούκος
Τα λόγια που ακολουθούν θα μπορούσαν να είναι ένα παράπονο, μια κραυγή, ένα ουρλιαχτό… «Είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου αφανισμένα απ’ την τρέλα…» γράφει ο Αμερικανός ποιητής Άλεν Γκίνσμπεργκ στο δικό του συγκλονιστικό «Ουρλιαχτό». Θα μπορούσε να είναι ένα προσκλητήριο φίλων, γνωστών ή έστω φιγούρων από το παρελθόν που πραγματικά έμοιαζαν να είναι διαφορετικοί. Στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στις παρέες. Ξεχώριζαν. Ευαίσθητοι, ιδιαίτερα καλλιεργημένοι και διαβασμένοι, με ποικίλες και ειδικές γνώσεις που σε εξέπλητταν. Θα μπορούσε όμως το κείμενο να εμπίπτει στον νόμο περί προσωπικών δεδομένων. Αλλά δεν θα δώσουμε και ονόματα. Αυτό μας έλειπε. Άλλωστε τους περισσότερους τους έχω χάσει από χρόνια, αλλά και λίγο πολύ όλοι κείμεθα εν τω πονηρώ…
Πραγματικά αναρωτιέμαι πού χάθηκε ο φίλος με την ξεχωριστή παιδεία που, όταν ερχόταν στο πανεπιστήμιο με την πουκαμίσα έξω από το παντελόνι και με τις σακούλες στα χέρια, ξέραμε ότι είχε ρημάξει τα βιβλιοπωλεία της Θεσσαλονίκης. Μας το είχε εξομολογηθεί ο ίδιος.Οι παλιότερες πληροφορίες μου για αυτόν ήταν ότι δούλευε σε κάποια τοπική αυτοδιοίκηση. Περίμενα να διαβάσω κάποτε κάποιο βιβλίο του, ένα άρθρο… Μαζί με τον κλεπτο-εθισμένο για τη μόρφωσή του φίλο ήταν και κάποιος άλλος φοιτητής του ίδιου πνευματικού βεληνεκούς, με πιο καλλιτεχνικές ευαισθησίες. Όπως μας είχε πει τότε, με τα βιβλία της ποίησης έριχνες πιο εύκολα κορίτσια, γι’ αυτό ξέραμε όταν είχε μαζί του ανάλογα βιβλία σε τι αποσκοπούσε. Μετά το πτυχίο αποτραβήχτηκε σε κάποιο χωριό.
Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018
Χόρχε Λουί Μπόρχες, «Εγκώμιο της σκιάς»
Η Παγκόσμια Ημέρα των Ηλικιωμένων, γνωστή και ως «Παγκόσμια Ημέρα για την Τρίτη Ηλικία» εορτάζεται κάθε χρόνο την 1η Οκτωβρίου |
«Τα γερατειά (όπως τ’ αποκαλούν οι άλλοι)
μπορεί και να ’ναι ο καιρός της ευτυχίας μας.
Το ζώο έχει πια πεθάνει ή πεθαίνει όπου να ’ναι.
Απομένει μονάχα ο άνθρωπος κι η ψυχή του.
Ζω ανάμεσα σε θαμπές και διάφανες μορφές
που ακόμα δεν έχουν γίνει απόλυτο σκοτάδι.
Το Μπουένος Άιρες
που παλιά μοιραζόταν σε φτωχογειτονιές
προς τη μεριά του απέραντου κάμπου,
έγινε πάλι το νεκροταφείο Ρεκολέτα, η πλατεία Ρετίρο,
τα δρομάκια της παλιάς πόλης
και τα ετοιμόρροπα παλιά σπίτια
μια περιοχή που ακόμα λέμε Νότο.
Κυριακή 22 Απριλίου 2018
Η ευτυχία του να γερνάς (αλώβητος;)
“Στην ηλικία μου, αν ξυπνήσεις και δεν πονάς πουθενά, έχεις πεθάνει.”
Αρόν Βιγκούσιν
“Όπως τα ζώα δεν συνειδητοποιούν ότι θα πεθάνουν, έτσι και οι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν ότι γερνάνε.”
Philip Roth
“Είμαι ευτυχής που βρίσκομαι εδώ. Για να είμαστε ειλικρινείς, στα 98 είμαι ευτυχής να βρίσκομαι οπουδήποτε.”
George Burns, 1896-1996, Αμερικανός κωμικός (έπαιζε μέχρι 100 χρονών)
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Οι μέρες περνούν, οι μήνες-εποχές-γιορτές περνούν, τα χρόνια περνάνε, γίνονται είκοσι, γίνονται -άντα, γίνονται -ήντα, γίνονται -όντα, ίσως και -ήντα ξανά.
Δεν το καταλαβαίνεις γιατί ξυπνάς κάθε πρωί και κοιτιέσαι στον καθρέφτη. Και δεν έχεις αλλάξει πολύ απ’ την προηγούμενη μέρα. Νομίζεις ότι συνεχίζεις να είσαι ο ίδιος.
Αν όμως έβλεπες τον εαυτό σου μια φορά κάθε ένα χρόνο, κι ακόμα περισσότερο, αν έβλεπες τον εαυτό σου μια φορά κάθε δεκαετία, τότε θα καταλάβαινες ότι δεν είσαι καθόλου ο ίδιος.
Το σκέφτεσαι κάποιες φορές σαν βρεις, καθώς ξεκαθαρίζεις τα πράγματα σου, κάποιες παλιές φωτογραφίες. Και κοιτάς εκείνον τον κατά δέκα χρόνια νεώτερο, που σίγουρα σου μοιάζει, που σίγουρα είναι εσύ, αλλά…
Η ελλιπής απόδειξη της φωτογραφίας ίσως και να βοηθάει στην αυταπάτη: “Δεν άλλαξα πολύ”. Και την αφήνεις γρήγορα στην άκρη.
Όμως δέκα χρόνια είναι πολλά κι αφήνουν σημάδια, που δεν θες να προσέξεις.
Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017
10 πράγματα που πρέπει να κάνεις πριν γεράσεις
Ο Γιώργος Ζορμπάς (που μάθαμε ως Αλέξη απ’ το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη) έγραφε σ’ ένα γράμμα που είχε στείλει στον συγγραφέα και φίλο του:
“Τίποτα δεν φοβάμαι. Έχω παλέψει με θεριά. Έχω πολεμήσει και με τ’ αληθινά θεριά, τους ανθρώπους. Τα ‘βαλα και με τα μεγάλα θεριά, τη θάλασσα και τη γη. Και το μεγαλύτερο θεριό, τη γυναίκα, την αγάπησα.
Θεούς και διαβόλους δεν φοβάμαι. Για τον θάνατο ούτε που με νοιάζει.
Τίποτα δεν φοβάμαι. Μόνο ένα: Τα γεράματα.
Φοβάμαι μην έρθει η στιγμή που δεν θα μπορώ ούτε να κατουρήσω. Που θα περιμένω την νύφη μου να με ταΐσει. Που δεν θα μπορώ να σταθώ όρθιος.
Μόνο αυτό φοβάμαι. Που θα ‘μαι γέρος κι ανήμπορος.”
Ο Ζορμπάς έζησε μέχρι τα 76, άλκιμος κι ανυπόταχτος. Πέθανε όρθιος στην Κατοχή. Τελευταία ανάσα την πήρε μπρος στο παράθυρο, αναθυμούμενος πόσες ωραίες πράσινες πέτρες βρήκε, πόσες γυναίκες αγκάλιασε, πόσα παιδιά έκανε. Τυχερός άνθρωπος.
~~
Βγαίνω απ’ το σπίτι και βλέπω ένα διπλωμένο σώμα στο παρτέρι μπρος στην πολυκατοικία. Μου παίρνει λίγα δευτερόλεπτα για να καταλάβω ότι είναι ένας γέρος. Πήγε να κάτσει στο πεζούλι, έπεσε πίσω κι έμεινε εκεί, ανήμπορος να κινήσει.
“Βόηθα με”, μου λέει σαν στέκομαι μπρος του.
Τον πιάνω απ’ το χέρι να τον σηκώσω, αλλά αυτός δεν βάζει καθόλου δύναμη, δεν έχει δύναμη να βάλει. Για ν’ αποφύγω την εξάρθρωση του ώμου του και τα χειρότερα, πάω από πίσω να τον σπρώξω.
Σαν με βλέπει να φεύγω τρομάζει.
“Μη φεύγεις!” κάνει με τρόμο. “Βόηθα με να σηκωθώ”.
“Δεν φεύγω, μη φοβάστε”, του λέω.
Κυριακή 15 Μαΐου 2016
Για τους 50αρηδες και βάλε… ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ!!
Σύμφωνα με τις στατιστικές, αυτοί από εμάς που ήμασταν παιδιά τις δεκαετίες του 40, 50, 60 και 70, πιθανόν δεν θα έπρεπε να είχαμε επιζήσει.
Οι κούνιες μας ήταν βαμμένες με γυαλιστερή λαδομπογιά με βάση το μόλυβδο. Τα πατώματα είχαν μωσαϊκό που σου περόνιαζε τα κόκκαλα κι οι κρεβατοκάμαρες ξύλινα πατώματα που τα γυάλιζαν με παρκετίνη, με κάτι βαρειές παρκετέζες και κάθε τόσο αγκίθες καρφωνόντουσαν στις ξυπόλητες πατούσες μας.
Οι παιδικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Κάθε τόσο κι ένας φίλος ή συμμαθητής πάθαινε ιλαρά, κοκύτη, μαγουλάδες, ανεμοβλογιά.
Δεν είχαμε καπάκια ασφαλείας στα μπουκάλια με τα φάρμακα, ούτε καπάκια στις πρίζες του δωματίου, εκείνες τις σκούρες τις φτιαγμένες από βακελίτη.
Ζεσταινόμασταν με σóμπες με ξύλα ή με… κάρβουνο, ή με θερμάστρες πετρελαίου. Που να βρεθεί καλοριφέρ τότε.
Τηλέφωνο είχε ή σε κανένα θάλαμο του ΟΤΕ με κερματοδέκτη με εκείνες τις μάρκες τις χαραγμένες, ή στο περίπτερο της γειτονιάς, που είχε κρεμασμένα με μανταλάκια τα περιοδικά μας ο Μικρός Ηρωας κι ο Μικρός Σερίφης, κι ακόμα το Ρομάντζο, το Πάνθεον, το Ντομινό, η Βεντέττα, το Πρώτο, το Εμπρός.
Ακόμα ζητάω τη σοκολάτα ΙΟΝ αμυγδάλου του ταλήρου, ή τις πρώτες γκοφρέτες ΜΕΛΟ με τα χαρτάκια με τις φορεσιές και τις σημαίες των χωρών του κόσμου, ακόμα θυμάμαι το Γλυφιτζούρι κοκοράκι, το μαλλί της γριάς στα πρόχειρα λούνα παρκ, το φρεσκοψημένο ποπ κορν , τις καραμέλες γάλακτος τις τυλιγμένες στο χρυσό χαρτί, τις κατακόκκινες καραμέλες τσάρλεστον ,το πεστίλι πέτσα βερίκοκο , το αυθεντικό παστέλι, και το κάτασπρο μαντολάτο. Ακόμα θυμάμαι τη γεύση απ το καλαμπόκι και τα κάστανα και συγκινούμαι όταν βλέπω καστανάδες, λίγους πια και καλαμποκάδες σε κάνα πανηγύρι.
Χάθηκαν τα αυθεντικά σουβλάκια με τα ντονέρ και την ξεροψημένη πίτα και το κοκινοπίπερο.
Τα αστικά λεωφορεία Σκανια Βάμπις, Σκόντα, Βόλβο κι αργότερα Βritish Leyland και ΗΙΝΟ, είχαν τη μηχανή μέσα και ήταν συνήθως καλυμμένη με μπλέ δερμάτινα καπιτονέ καλύμματα. Βόγκαγαν κάθε φορά που ο οδηγός άλλαζε ταχύτητα. Καμμιά φορά είχε και μια θέση μπροστά δεξιά δίπλα στη μηχανή που ηταν η καλύτερη για τα παιδικά μας όνειρα. Υπήρχε και εισπράκτορας στριμωγμένος δίπλα στην πίσω πόρτα με το κλασσικό γκρί καπέλο με το γείσο, ένα πρωτόγονο μικρόφωνο κι έλεγε τις στάσεις ή φώναζε τέρμα τα μία και είκοσι. Θυμάστε εκείνες τις κερματοθήκες που έβαζε τα κέρματα και που τώρα τελευταία ξανάγιναν της μόδας;
Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015
Για τους 50αρηδες και βάλε…
Σύμφωνα με τις στατιστικές, αυτοί από εμάς που ήμασταν παιδιά τις δεκαετίες του 40, 50, 60 και 70, πιθανόν δεν θα έπρεπε να είχαμε επιζήσει.
Οι κούνιες μας ήταν βαμμένες με γυαλιστερή λαδομπογιά με βάση το μόλυβδο. Τα πατώματα είχαν μωσαϊκό που σου περόνιαζε τα κόκκαλα κι οι κρεβατοκάμαρες ξύλινα πατώματα που τα γυάλιζαν με παρκετίνη, με κάτι βαρειές παρκετέζες και κάθε τόσο αγκίθες καρφωνόντουσαν στις ξυπόλητες πατούσες μας.
Οι παιδικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Κάθε τόσο κι ένας φίλος ή συμμαθητής πάθαινε ιλαρά, κοκύτη, μαγουλάδες, ανεμοβλογιά.
Δεν είχαμε καπάκια ασφαλείας στα μπουκάλια με τα φάρμακα, ούτε καπάκια στις πρίζες του δωματίου, εκείνες τις σκούρες τις φτιαγμένες από βακελίτη.
Ζεσταινόμασταν με σóμπες με ξύλα ή με… κάρβουνο, ή με θερμάστρες πετρελαίου. Που να βρεθεί καλοριφέρ τότε.
Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014
Ιδιότροπος γέρος.
Posted by Μέλια στο Οκτωβρίου 20, 2014
Όταν ένας γέρος άντρας πέθανε στη γηριατρική πτέρυγα ενός γηροκομείου σε μια πόλη της Αυστραλίας, θεωρήθηκε πως δεν είχε αφήσει τίποτα αξίας.
Αργότερα, όταν οι νοσοκόμες έψαχναν ανάμεσα στα λιγοστά υπάρχοντά του, βρήκαν αυτό το ποίημα. Η ποιότητά του και το περιεχόμενό του εντυπωσίασαν τόσο πολύ το προσωπικό, πουφτιάχτηκαν αντίγραφα του και μοιράστηκε σε κάθε νοσοκόμα του νοσοκομείου.
Μια νοσοκόμα πήρε το δικό της αντίγραφο στη Μελβούρνη. Η μοναδική κληρονομία του γέρου άντρα στους μεταγενέστερους έχει εμφανιστεί από τότε σε χριστουγεννιάτικες εκδόσεις περιοδικών σε όλη τη χώρα και περιοδικά Ψυχικής Υγείας. Έχει επίσης γίνει μια παρουσίαση διαφανειών βασισμένη σε αυτό το απλό, αλλά εύγλωττο, ποίημα.
Και αυτός ο γέρος άντρας, χωρίς τίποτα να έχει μείνει να δώσει στον κόσμο, είναι τώρα ο συγγραφέας αυτού του «ανώνυμου» ποιήματος που τριγυρίζει σε ολόκληρο το διαδίκτυο.
Τι βλέπετε νοσοκόμες; …….. Τι βλέπετε;
Τι σκέφτεστε …….. όταν με κοιτάτε;
Ένας ιδιότροπος γέρος, …….. όχι πολύ σοφός,
Αβέβαιος από συνήθεια …….. με μακρινή ματιά;
Που λερώνεται με το φαγητό του …….. και δεν δίνει καμία απάντηση.
Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014
Εξοχο κείμενο από τον Mario de Andrade
Αισθάνομαι όπως αυτό το παιδάκι που κέρδισε μια σακούλα καραμέλες: τις πρώτες τις καταβρόχθισε με λαιμαργία αλλά όταν παρατήρησε ότι του απέμεναν λίγες, άρχισε να τις γεύεται με βαθιά απόλαυση.
Δεν έχω πια χρόνο για ατέρμονες συγκεντρώσεις όπου συζητούνται, καταστατικά, νόρμες, διαδικασίες και εσωτερικοί κανονισμοί, γνωρίζοντας ότι δε θα καταλήξει κανείς πουθενά.
Δεν έχω πια χρόνο για να ανέχομαι παράλογους ανθρώπους που παρά τη χρονολογική τους ηλικία, δεν έχουν μεγαλώσει.
Δεν έχω πια χρόνο για να λογομαχώ με μετριότητες.
Δε θέλω να βρίσκομαι σε συγκεντρώσεις όπου παρελαύνουν παραφουσκωμένοι εγωισμοί.
Δεν ανέχομαι τους χειριστικούς και τους καιροσκόπους.
Με ενοχλεί η ζήλια και όσοι προσπαθούν να υποτιμήσουν τους ικανότερους για να οικειοποιηθούν τη θέση τους, το ταλέντο τους και τα επιτεύγματα τους.
Μισώ, να είμαι μάρτυρας των ελαττωμάτων που γεννά η μάχη για ένα μεγαλοπρεπές αξίωμα. Οι άνθρωποι δεν συζητούν πια για το περιεχόμενο… μετά βίας για την επικεφαλίδα.
Ο χρόνος μου είναι λίγος για να συζητώ για τους τίτλους, τις επικεφαλίδες. Θέλω την ουσία, η ψυχή μου βιάζεται…Μου μένουν λίγες καραμέλες στη σακούλα…
Θέλω να ζήσω δίπλα σε πρόσωπα με ανθρώπινη υπόσταση.
Που μπορούν να γελούν με τα λάθη τους.
Που δεν επαίρονται για το θρίαμβό τους.
Που δε θεωρούν τον εαυτό τους εκλεκτό, πριν από την ώρα τους.
Που δεν αποφεύγουν τις ευθύνες τους.
Που υπερασπίζονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια
Και που το μόνο που επιθυμούν είναι να βαδίζουν μαζί με την αλήθεια και την ειλικρίνεια.
Το ουσιώδες είναι αυτό που αξίζει τον κόπο στη ζωή.
Θέλω να περιτριγυρίζομαι από πρόσωπα που ξέρουν να αγγίζουν την καρδιά των ανθρώπων…
Άνθρωποι τους οποίους τα σκληρά χτυπήματα της ζωής τους δίδαξαν πως μεγαλώνει κανείς με απαλά αγγίγματα στην ψυχή.
Ναι, βιάζομαι, αλλά μόνο για να ζήσω με την ένταση που μόνο η ωριμότητα μπορεί να σου χαρίσει.
Σκοπεύω να μην πάει χαμένη καμιά από τις καραμέλες που μου απομένουν…Είμαι σίγουρος ότι ορισμένες θα είναι πιο νόστιμες απ’όσες έχω ήδη φάει.
Σκοπός μου είναι να φτάσω ως το τέλος ικανοποιημένος και σε ειρήνη με τη συνείδησή μου και τους αγαπημένους μου…
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)