Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 6 Αυγούστου 2024

Ο Χρήστος Γιανναράς, η Μεταπολίτευση και ο «Μάης του ’68» στην Ορθόδοξη θεολογία και ηθική



από Μύρων Ζαχαράκης

Για ακόμη μια φορά, οι τοποθετήσεις του Χρήστου Γιανναρά, στην πρόσφατη συνέντευξή του, έφεραν ποικίλες αντιδράσεις. Ορισμένοι επέκριναν αυστηρά τους προβληματισμούς του για την Τεχνητή Νοημοσύνη και τις δηλώσεις του εναντίον του ευρωπαϊκού κόσμου, ενώ άλλοι εγκωμίασαν τη σταθερή προσήλωσή του στον γνήσιο ανθρώπινο έρωτα και την ανησυχία του για την παρακμή του σύγχρονου κόσμου. Κοινός παράγοντας και των δύο, ήταν ότι οι σκέψεις του, είτε για να απαξιωθούν είτε για να εγκωμιασθούν συνδέονταν με «συντηρητικές» θέσεις. Και εδώ είναι που προκύπτει το ερώτημα:

 πώς ο Χρήστος Γιανναράς κατέληξε, από ριζοσπάστης και ανατρεπτικός θεολόγος να κατηγορείται για «οπισθοδρομική» συμπεριφορά;

Μήπως οφείλεται σε αλλαγή απόψεων ή πρόκειται για ευρύτερη ιδεολογική μετατόπιση του κοινωνικού περιβάλλοντος το οποίο τον ερμηνεύει;

Ήδη από νωρίς, ο Χρήστος Γιανναράς επεδίωξε να διατυπώσει αυτό που ο ίδιος θεωρεί ως την αυθεντική ηθική της Ορθόδοξης Εκκλησίας, καθώς και να την αντιδιαστείλει από την εγωκεντρική, νομικίστικη ηθική που μέχρι σήμερα έχει επικρατήσει στις χριστιανικές χώρες. Η κεντρική διαφορά της ορθόδοξης εκκλησιαστικής ηθικής από οποιαδήποτε άλλη είναι, σύμφωνα με εκείνον, ότι για την Εκκλησία η ηθική ταυτίζεται με την οντολογία: αυτό που πρέπει να είναι ο άνθρωπος ταυτίζεται ουσιαστικά με αυτό που πραγματικά είναι. Αυτό φανερώνεται σ’ ένα από τα πρώτα και σημαντικότερα έργα του Χρήστου Γιανναρά, την Ελευθερία του ήθους, έργο που επεδίωξε ν’ ανανεώσει τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό στον ελλαδικό χώρο. Το βιβλίο εκείνο, που έχει χαρακτηριστεί ως «ο Μάης του '68 στην Ορθόδοξη Θεολογία και ηθική» και που όταν δημοσιεύτηκε σημείωσε θυελλώδεις αντιδράσεις (κυρίως από τις εν Ελλάδι θρησκευτικές οργανώσεις), προσπαθεί να τεκμηριώσει τη θέση ότι, για την Ορθοδοξία, η αρετή επιδιώκει την αλήθεια και όχι η αλήθεια την αρετή. Αυτός είναι και ο λόγος που έχει δύο συγκεκριμένους υπότιτλους στην αρχή τα αποφθέγματα «διά τήν ἀλήθειάν ἐστιν ἡ ἀρετή, ἀλλ᾿ οὐ διά τήν ἀρετήν ἡ ἀλήθεια» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής) και «Ὅταν ὑπεραναβῇς τὴν ὁδὸν τῆς δικαιοσύνης, τότε προσκολληθήσῃ τῇ ἐλευθερίᾳ ἐν παντὶ πράγματι» (Όσιος Ισαάκ ο Σύρος).

Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

Ένας μεγάλος Ορθόδοξος θεολόγος περί οικολογίας, σεξουαλικότητας και ανθρώπινου πρόσωπου




Παρακολουθούμε αυτό το διάστημα, στις οθόνες των τηλεοράσεών μας, τις έντονες συζητήσεις ιερέων και ιεραρχών της Ελλαδικής Εκκλησίας, με κύρια αφορμή το ζήτημα του γάμου και το αν αυτός θα μπορούσε να περιλαμβάνει άτομα του ίδιου φύλου ή όχι. Με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, η Ορθοδοξία είναι ξανά στο επίκεντρο τον συζητήσεων. Παρόλα αυτά, δεκαετίες τώρα, ο πολύς κόσμος έχει μάλλον σοβαρή άγνοια για τη θεολογική της παράδοση και η μόνη πληροφόρησή του γι’ αυτή γίνεται από τις τηλεπερσόνες και τις «κίτρινες» σκανδαλοθηρικές διαδόσεις στην ευρύτερη ποπ κουλτούρα. Αν ισχύει πως η καλύτερη πυξίδα του μέλλοντος είναι το παρελθόν, τότε για την κατανόηση της Ορθόδοξης θεολογικής παράδοσης, που εμφανώς επηρεάζει τις συζητήσεις σήμερα, λίγες είναι οι αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης.

Μία από αυτές είναι αναμφισβήτητα τα έργα του Βρετανού Μητροπολίτη Διοκλείας, Καλλίστου Ware (1934-2022). Ο μητροπολίτης Κάλλιστος ήταν αναμφισβήτητα σημαντική μορφή για την Ορθόδοξη θεολογία και γι’ αυτό η εκδημία του έγινε κάτι παραπάνω από αισθητή σε πιστούς απ’ όλον τον κόσμο. Υπήρξε εμβριθής θεολόγος και πολυγραφότατος συγγραφέας, που είχε εμβαθύνει στην πατερική, και γενικότερα την εκκλησιαστική γραμματεία. Γνώριζε την ελληνική γλώσσα, υπήρξε φίλος και στενός συνεργάτης του Philip Sherrard, αλλά και, μ’ έμμεσο τρόπο, «μαθητής» του π. Γεωργίου Florovsky, του μεγαλύτερου ίσως θεολόγου του περασμένου αιώνα, τον οποίο αποκαλούσε «μέντορά» του.

Το συγγραφικό έργο του π. Καλλίστου καταπιάνεται με μερικά σύγχρονα ζητήματα, ή ακριβέστερα, με παραδοσιακά μεν ζητήματα της Χριστιανοσύνης, που διατηρούν όμως και την επικαιρότητά τους. Τέτοια είναι το σώμα, η σεξουαλικότητα και τα πάθη, το ανθρώπινο πρόσωπο, καθώς και η σχέση των ανθρώπων με τα ζώα[1]. Συζητώντας περί του σώματος, ο π. Κάλλιστος αναφέρει πως παρόλο που οι Χριστιανοί λογίζονται από πολλούς σαν «μισητές» του, η πραγματικότητα είναι ασφαλώς πιο περίπλοκη. Στην πραγματικότητα, θα ήταν ορθότερο να μιλήσουμε όχι για μίσος αλλά για μια αμφιθυμία των πιστών απέναντι στο ανθρώπινο σώμα. Αυτό ισχύει ειδικότερα για την ελληνική Χριστιανοσύνη, στην οποία το σώμα θεωρείται, σε γενικές γραμμές, κάτι το εγγενώς αγαθό, όμως παράλληλα προκύπτουν και τάσεις αρνητικές αντιμετώπισής του. Ενδεικτικά, για τον Ωριγένη, ο άνθρωπος πλάστηκε αρχικά «νοητός», δηλαδή το σώμα δεν αποτελούσε μέρος του αρχικού θεϊκού σχεδίου για τον άνθρωπο. Αυτή είναι η γνωστή διδασκαλία περί προΰπαρξης της ψυχής, διδασκαλία που καταδικάστηκε ευθαρσώς στην Ε’ Οικουμενική Σύνοδο (553 μ.Χ.).

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2019

Το καπιταλιστικό πνεύμα και ο «νέος τύπος ανθρώπου»

Σήμερα σχεδόν ολόκληρος ο κόσμος ανήκει στο οικονομικό μοντέλο του δυτικού Καπιταλισμού, όπου πρωταρχικός στόχος είναι η κεφαλαιοκρατική συσσώρευση. Σήμερα ο χρόνος ισοδυναμεί με χρήμα και κυριαρχεί ένας ανθρώπινος τύπος: ο Αστός. Με ποιον τρόπο όμως οδηγηθήκαμε στην εξάπλωση και την κυριαρχία του συγκεκριμένου τύπου; Ο Αστός (Der Bourgeois, 1913), το κλασικό πια σύγγραμμα του Werner Sombart, αναζητά ιστορικά τα θεμέλια του χαρακτήρα του σημερινού «καπιταλιστικού» ανθρώπου. Ο συγγραφέας είναι επηρεασμένος από τον Max Weber, με τον οποίο άλλοτε συμφωνεί και άλλοτε διαφωνεί.
Εξετάζοντας το καπιταλιστικό πνεύμα, αυτό το βιβλίο του Sombart διαιρείται σε δύο ενότητες: στην πρώτη ενότητα παρουσιάζονται οι πρώτες ιστορικές ενδείξεις, ενώ στη δεύτερη απαριθμούνται οι κύριες αιτίες του. Σύμφωνα με τον Γερμανό κοινωνιολόγο, πριν από τον Καπιταλισμό οι άνθρωποι ζούσαν αρμονικά με το φυσικό κόσμο και χρησιμοποιούσαν το χρήμα με σκοπό την κάλυψη των αναγκών τους, ισοσκελίζοντας διαρκώς τα έσοδα με τις δαπάνες τους («οικονομία της δαπάνης»). Στην προκαπιταλιστική οικονομία υπήρχαν δύο κυρίως στρώματα: οι κύριοι και ο λαός και οι δύο πάντως ξόδευαν το χρήμα για να καλύψουν τα έξοδά τους, είτε αυτές ήταν αναγκαίες για την επιβίωση είτε από πολυτέλεια αντίστοιχα. Είτε από ανάγκη είτε από πλεονεξία, ο προκαπιταλιστικός άνθρωπος δε συσσωρεύει το χρήμα, αλλά το ξοδεύει. Ολόκληρος ο Μεσαίωνας διεπόταν από την περίφημη αποφθεγματική φράση του Θωμά Ακινάτη: «Το χρήμα υπάρχει για να το ξοδεύουμε». Αυτή η κατάσταση μετεβλήθη ριζικά μετά την είσοδο των γερμανικών, σλαβικών και κελτικών λαών στο ιστορικό προσκήνιο. Οι πρώτες ενδείξεις της νέας κερδοθηρίας μπορούν να εντοπιστούν ήδη στις ληστρικές επιδρομές, την αλχημεία, τις επινοήσεις, ακόμη και με το ίδιο το χρήμα. Το 17o αιώνα μάλιστα παρατηρούνται τα πρώτα δείγματα των χρηματιστηριακών επιχειρήσεων: στην Αγγλία γίνονται αγοραπωλησίες χρεογράφων, ενώ στην Ολλανδία από το 1634 ως το 1637 ανθεί μια συνήθεια που είναι γνωστή ως «τουλιπομανία» και παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τις μετοχές στο σύγχρονο χρηματιστήριο. Ωστόσο, καμία από αυτές τις πρώιμες μορφές κερδοσκοπίας δεν οδηγούσε αναγκαστικά στον καπιταλισμό, αν δε συνδύαζε δύο χαρακτηριστικά: το επιχειρηματικό πνεύμα και το αστικό.
Σύμφωνα με τον Sombart, ο αστός, ο καπιταλιστής επιχειρηματίας, συγκεντρώνει στο πρόσωπό του ορισμένες ιδιότητες: είναι οργανωτής, κατακτητής και συνάμα διαπραγματευτής, συνδυάζοντας ηγετικά χαρακτηριστικά με πλούτο ιδεών με τέτοιο τρόπο που μοιάζει στο Faust του ομώνυμου έργου του Goethe. Ως βασικότερα πρότυπα κάθε μεταγενέστερης επιχείρησης θεωρούνται οι πολεμικές εκστρατείες, η γαιοκτησία, το κράτος, αλλά και η εκκλησία. Ως πρώτες μορφές καπιταλιστικών επιχειρήσεων, ο Sombart αναφέρει την πειρατεία, τη φεουδαρχία, τη γραφειοκρατία και κυρίως την κερδοσκοπία, το εμπόριο και τη χειροτεχνία. Από αυτές, ιδιαίτερη σημασία έχουν οι τρεις τελευταίες (κερδοσκοπία, εμπόριο, χειροτεχνία), διότι οι εκπρόσωποί τους υπήρξαν οι πρώτοι που αντικατέστησαν τη βία με την πειθώ ως μέθοδο διαπραγμάτευσης.

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

Το καπιταλιστικό πνεύμα και ο «νέος τύπος ανθρώπου» - Μύρων Ζαχαράκης

Σήμερα σχεδόν ολόκληρος ο κόσμος ανήκει στο οικονομικό μοντέλο του δυτικού Καπιταλισμού, όπου πρωταρχικός στόχος είναι η κεφαλαιοκρατική συσσώρευση. Σήμερα ο χρόνος ισοδυναμεί με χρήμα και κυριαρχεί ένας ανθρώπινος τύπος: ο Αστός. Με ποιον τρόπο όμως οδηγηθήκαμε στην εξάπλωση και την κυριαρχία του συγκεκριμένου τύπου; Ο Αστός (Der Bourgeois, 1913), το κλασικό πια σύγγραμμα του Werner Sombart, αναζητά ιστορικά τα θεμέλια του χαρακτήρα του σημερινού «καπιταλιστικού» ανθρώπου. Ο συγγραφέας είναι επηρεασμένος από τον Max Weber, με τον οποίο άλλοτε συμφωνεί και άλλοτε διαφωνεί.
Εξετάζοντας το καπιταλιστικό πνεύμα, αυτό το βιβλίο του Sombart διαιρείται σε δύο ενότητες: στην πρώτη ενότητα παρουσιάζονται οι πρώτες ιστορικές ενδείξεις, ενώ στη δεύτερη απαριθμούνται οι κύριες αιτίες του. Σύμφωνα με τον Γερμανό κοινωνιολόγο, πριν από τον Καπιταλισμό οι άνθρωποι ζούσαν αρμονικά με το φυσικό κόσμο και χρησιμοποιούσαν το χρήμα με σκοπό την κάλυψη των αναγκών τους, ισοσκελίζοντας διαρκώς τα έσοδα με τις δαπάνες τους («οικονομία της δαπάνης»). Στην προκαπιταλιστική οικονομία υπήρχαν δύο κυρίως στρώματα: οι κύριοι και ο λαός και οι δύο πάντως ξόδευαν το χρήμα για να καλύψουν τα έξοδά τους, είτε αυτές ήταν αναγκαίες για την επιβίωση είτε από πολυτέλεια αντίστοιχα. Είτε από ανάγκη είτε από πλεονεξία, ο προκαπιταλιστικός άνθρωπος δε συσσωρεύει το χρήμα, αλλά το ξοδεύει. Ολόκληρος ο Μεσαίωνας διεπόταν από την περίφημη αποφθεγματική φράση του Θωμά Ακινάτη:
 «Το χρήμα υπάρχει για να το ξοδεύουμε». Αυτή η κατάσταση μετεβλήθη ριζικά μετά την είσοδο των γερμανικών, σλαβικών και κελτικών λαών στο ιστορικό προσκήνιο. Οι πρώτες ενδείξεις της νέας κερδοθηρίας μπορούν να εντοπιστούν ήδη στις ληστρικές επιδρομές, την αλχημεία, τις επινοήσεις, ακόμη και με το ίδιο το χρήμα. Το 17o αιώνα μάλιστα παρατηρούνται τα πρώτα δείγματα των χρηματιστηριακών επιχειρήσεων: 
στην Αγγλία γίνονται αγοραπωλησίες χρεογράφων, ενώ στην Ολλανδία από το 1634 ως το 1637 ανθεί μια συνήθεια που είναι γνωστή ως «τουλιπομανία» και παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τις μετοχές στο σύγχρονο χρηματιστήριο. Ωστόσο, καμία από αυτές τις πρώιμες μορφές κερδοσκοπίας δεν οδηγούσε αναγκαστικά στον καπιταλισμό, αν δε συνδύαζε δύο χαρακτηριστικά: το επιχειρηματικό πνεύμα και το αστικό.