Τετάρτη 2 Αυγούστου 2023

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ - Η ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΤΟΥ ΣΤΑΣΗ



Με αφορμή την επέτειο θανάτου μιας από τις πιο πολυσυζητημένες και μυστήριες προσωπικότητες της νεότερης Ελλάδας δημοσιεύουμε ένα ενδιαφέρον ιστορικό άρθρο, που καταδεικνύει πως εύκολα μπορούν να ταυτιστούν ακροδεξιά και κομμουνισμός. 

Ο Δραγούμης, βέβαια, είναι μια προσωπικότητα, που μέχρι και σήμερα διεκδικούν εθνικοσοσιαλιστές, μαρξιστές, αναρχικοί, φιλελεύθεροι, βασιλόφρονες, κοινοτιστές, μασώνοι. Και αυτό, μάλλον, συμβαίνει γιατί κι ο ίδιος ο Δραγούμης χάραξε μια ιδιόμορφη πορεία, κατά την οποία εύκολα μεταπηδούσε από την μια αντίληψη στην άλλη, άλλοτε γόνιμα και άλλοτε ανούσια.
Για αυτό και δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να τον χρησιμοποιούν σημερινοί πολιτικοί χώροι ως σύμβολο.

<<Μπεναρόγια, Δραγούμης και Νεότουρκοι>>


Κομβικό σημείο στις πολιτικές εξελίξεις στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπήρξε το κίνημα του 1908 των Τούρκων στρατιωτικών της Επιτροπής «Ένωση και Πρόοδος» που εμφορούνταν από εθνικιστικές απόψεις. Η Θεσσαλονίκη υπήρξε η κοιτίδα του τουρκικού εθνικιστικού κινήματος και η «αντίπαλος πόλη» της Κωνσταντινούπολης όπου έδρευε ο σουλτάνος και ήταν η έδρα του ισλαμικού χαλιφάτου. Οι δύο ανταγωνιστικές τάσεις, εθνικισμός και Ισλαμισμός, θα συγκρουστούν με τελικό νικητή τους εθνικιστές.

Η Φεντερασιόν


Στην πρώτη επέτειο του νεοτουρκικού πραξικοπήματος ιδρύθηκε η Φεντερασιόν (στα ελληνικά: «Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» και στα ισπανοεβραϊκά «Ασοσιασιόν Ομπραδέρα ντε Σαλόνικα’») ως μια (κυρίως εβραϊκή) εργατική οργάνωση. Ιδρυτής και ηγέτης της ήταν ο σοσιαλιστής Αβραάμ Μπεναρόγια, που καταγόταν από τους Εβραίους της Βουλγαρίας. Ο Μπεναρόγια και ο κύκλος του είχαν υποστηρίξει τους Νεότουρκους.[ Γιώργος Λεονταρίτης, Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, εκδ. Εξάντας, Αθήνα, 1978, σελ. 35.] Η υποστήριξη δεν ήταν μόνο θεωρητική αλλά και ένοπλη.

Ο ίδιος ο Μπεναρόγια πήρε μέρος στην επιτυχημένη εκστρατεία των Νεότουρκων κατά των Οθωμανών της Κωνσταντινούπολης. Η ένοπλη πορεία των Νεότουρκων από τη Θεσσαλονίκη προς την Κωνσταντινούπολη μπορεί δομικά και ιδεολογικά να παραλληλιστεί με τη φασιστική πορεία προς τη Ρώμη (Marcia su Roma) που οργάνωσε ο Μουσολίνι το 1922 εναντίον του βασιλιά Βίκτωρος Εμμανουήλ Γ΄ (Vittorio Emanuele III.) Σε άρθρο του 1931 αναφέρει ότι ο ίδιος ήταν ένας από τους εθελοντές «Ισραηλίτες» που βρέθηκαν στο στρατό των Νεότουρκων και πήραν μέρος στη στρατιωτική εκστρατεία κατά του σουλτάνου.[ Αβραάμ Μπεναρόγια, Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, εισαγωγή Georges Haupt, Αθήνα, εκδ. Κομμούνα, 1986, σελ. 45, Christian Gonsa, «Αυτοβιογραφικά κείμενα Ελλήνων κομμουνιστών. Η ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», περ. «Μνήμων», τεύχ. 17, 1995, σελ. 112.]

Όταν εντάχθηκε η Θεσσαλονίκη στην Ελλάδα μετά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, η Φεντερασιόν υιοθέτησε το σύνθημα περί αυτόνομης Μακεδονίας, ενώ δεν αναγνώρισε ως τελεσίδικη την προσάρτηση της Θεσσαλονίκης στο ελληνικό κράτος. Τις απόψεις περί Αυτονομίας τις υποστήριζε σε όλα τα διεθνή συνέδρια και συναντήσεις που λάμβανε μέρος. Το ίδιο έκανε σε κείμενό της προς το Διεθνές Σοσιαλιστικό Γραφείο (Β’ Διεθνής) κατά την παραμονή της υπογραφής της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, προσπαθώντας να αποτρέψει την οριστική εκχώρηση της Θεσσαλονίκης και της Κεντρικής Μακεδονίας στην Ελλάδα. Οι διώξεις κατά της Φεντερασιόν από την ελληνική διοίκηση οφείλονταν εκείνη την εποχή σ’ αυτές τις πολιτικές παρεμβάσεις, καθώς και στην υποστήριξη των κινητοποιήσεων των καπνεργατών της Μακεδονίας.[ Γιώργος Λεονταρίτης, ό.π., σελ.42.]

Κατά την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Μπεναρόγια και η Φεντερασιόν υιοθέτησαν αντιπολεμική στάση που ήταν αντίστοιχη με αυτή του μοναρχικού Λαϊκού Κόμματος. Ακριβώς γι’ αυτό εμποδίστηκε από τις ελληνικές αρχές να λάβει μέρος στη Συνδιάσκεψη των Bαλκάνιων σοσιαλιστών στη Σόφια τον Μάρτιο του 1915. Στο τηλεγράφημά της προς τη Συνδιάσκεψη, η Φεντερασιόν εξέφρασε τις αντιπολεμικές της απόψεις και διακήρυξε τη θέση της για τη δημιουργία μιας Βαλκανικής Δημοκρατικής Ομοσπονδίας. Την οργάνωση εκπροσώπησε στη 2η Βαλκανική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη (Αύγουστος του 1915-Βουκουρέστι) ο Αριστοτέλης Σίδερης.

Στις εκλογές της 31ης Μαΐου 1915 η Φεντερασιόν συνεργάστηκε με το φιλομοναρχικό κόμμα του Δημητρίου Γούναρη. Με το ψηφοδέλτιο του κόμματος αυτού εκλέχτηκε ο Αβραάμ Μπεναρόγια και άλλο ένα μέλος της Φεντερασιόν. Στις εκλογές αυτές οι αντιβενιζελικοί στην περιοχή της Μακεδονίας εξασφάλισαν σχεδόν το σύνολο των εδρών (69 από 74) με τις ψήφους των Τούρκων, των Σεφαραδιτών Εβραίων και των ποικιλόμορφων σλαβόφωνων. Αντιθέτως, οι Έλληνες της Μακεδονίας ψήφισαν κατά τη συντριπτική τους πλειονότητα τους βενιζελικούς.[ Γιώργος Μαυρογορδάτος, ό.π., σελ. 197.]

Από τη συνεργασία με τον Γούναρη στην ένταξη στο ΣΕΚΕ


Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Φεντερασιόν κλήθηκε ως ελληνική οργάνωση στη Διασυμμαχική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη[ Η Διασυμμαχική Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη αφορούσε τα σοσιαλιστικά κόμματα των συμμαχικών κρατών, που χαρακτηρίζονταν για τις αντιπολεμικές και ντεφετιστικές τους απόψεις.] στη Στοκχόλμη. Η θέση της οργάνωσης ήταν ενάντια σε κάθε προσάρτηση και κάθε αποζημίωση. Αυτό προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις, εφόσον στρεφόταν κατευθείαν ενάντια στις ελληνικές μεταπολεμικές διεκδικήσεις. Η Φεντερασιόν τελικά διά του Αλβέρτου Κουριέλ ξεκαθάρισε πως η θέση αυτή δεν αφορούσε τους ελληνικούς πληθυσμούς της ηττημένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά τη Γερμανία. Όμως, τελικά, η Φεντερασιόν δεν εκπροσωπήθηκε στις εργασίες της Συνδιάσκεψης και έτσι δεν μπόρεσε να εκθέσει τις απόψεις της επί του βαλκανικού ζητήματος διαχωρίζοντας το Ελληνικό Ζήτημα της Ανατολής από το γερμανικό πρόβλημα.[ Γιώργος Λεονταρίτης, ό.π., σελ. 103.]

Το 1918 η Φεντερασιόν συνέβαλε αποφασιστικά στη δημιουργία του ΣΕΚΕ (μετέπειτα ΚΚΕ) και αυτοδιαλύθηκε εντασσόμενη σ’ αυτό. Η επίσημη ένταξη στο ΣΕΚΕ έγινε στις 9 Δεκεμβρίου 1918.[ Γιώργος Λεονταρίτης, Το ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, εκδ. Εξάντας, Αθήνα, 1978, σελ. 276.] Προσπάθησε να διαχύσει στον νέο φορέα τις απόψεις της για τον πόλεμο και την προσάρτηση εδαφών».[ Ελευθέριος Σταυρίδης, Τα παρασκήνια του ΚΚΕ, Αθήνα, 1953, σελ. 56.] Ο G. Haupt, ο οποίος προλογίζει την αυτοβιογραφία του Αβραάμ Μπεναρόγια, ερμηνεύει την απόλυτα διεθνιστική θέση των Εβραίων σοσιαλιστών, από την «ειδική τους κατάσταση και απομόνωση».[ Αβραάμ Μπεναρόγια, Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, Αθήνα, εκδ. Κομμούνα, 1986, σελ. 157, 34.] Οι απόψεις αυτές, συνδυασμένες με μια εργατικίστικη πολιτική που αγνοούσε το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο, οδήγησαν σε συμμαχία το ΣΕΚΕ με τους αντιβενιζελικούς μοναρχικούς.

Το αποτέλεσμα ήταν η απώλεια του ελέγχου των συνδικάτων από τους βενιζελικούς και οι μεγάλες απεργίες, που υπονόμευαν την πολεμική προσπάθεια στο μικρασιατικό μέτωπο. Τελικά, το 1919-1920 το βασιλο-κομμουνιστικό μέτωπο θα καταφέρει να αποσπάσει τη νεοδημιουργημένη ΓΣΕΕ από τον έλεγχο των βενιζελικών και να τη θέσει υπό τον έλεγχο του ΣΕΚΕ.[ Γεώργιος Μαυρογορδάτος, ό.π., σελ. 253.]

Οι απόψεις της Φεντερασιόν με κύριο εκφραστή τον Αβραάμ Μπεναρόγια ισχυροποιήθηκαν λόγω των αντίστοιχων θέσεων της Κομιντέρν. Ακριβώς σ’ αυτό το σημείο και γι’ αυτούς τους λόγους προέκυψε η μεγάλη ρήξη του Μπεναρόγια με σημαντικούς Έλληνες σοσιαλιστές, οι οποίοι έβλεπαν με μεγάλη επιφύλαξη τη Φεντερασιόν και τις θέσεις της. Για παράδειγμα, κατά τις εργασίες της Σοσιαλιστικής Συνδιάσκεψης του Λονδίνου (Φεβρουάριος 1918) ο σοσιαλιστής Πλάτων Δρακούλης δήλωσε ότι η Φεντερασιόν δεν εκπροσωπούσε το ελληνικό εργατικό κίνημα και την κατηγόρησε ευθέως ως γερμανόφιλη.[ Γιώργος Λεονταρίτης, ό.π., σελ. 187.] Παρόμοια άποψη είχε και ο Νίκος Γιαννιός, ο οποίος τον Αύγουστο του 1918 σε άρθρο του στην εφημερίδα «Σοσιαλισμός», σημείωνε εμμέσως τον ύποπτο ρόλο της Φεντερασιόν και τόνιζε την ανάγκη να εξασφαλιστεί ελληνική πλειοψηφία στα όργανα του ΣΕΚΕ.

Η παράλληλη πορεία του Ίωνα Δραγούμη


Είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι σε παράλληλη πορεία με τον Μπεναρόγια βρέθηκε ο διπλωματικός υπάλληλος Ίων Δραγούμης, ο οποίος το 1908 είχε ιδρύσει μαζί με τον Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη την Οργάνωση της Κωνσταντινουπόλεως με σκοπό τη συνεννόηση όλων των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για ισοπολιτεία. Ο Δραγούμης έζησε την εποχή της άνθισης των οθωμανικών ελληνικών κοινοτήτων εξαιτίας του Τανζιμάτ και της εμφάνισης των βαλκανικών εθνικιστικών ανταγωνισμών. Ανταγωνισμοί που κορυφώθηκαν με την εμφάνιση της Εξαρχίας και την προσπάθεια του βουλγαρικού εθνικισμού να κυριαρχήσει βιαίως τόσο στην Ανατολική Ρωμυλία (Βόρεια Θράκη) όσο και στην οθωμανική Μακεδονία. Η προσπάθεια για αποφυγή των δυσάρεστων εξελίξεων οδήγησε στην επεξεργασία κάποιων σχεδίων ελληνο-τουρκικής συνεννόησης που τελικά θα κωδικοποιηθούν με την ιδέα για τη δημιουργία μιας ελληνοοθωμανικής ομοσπονδίας.[ Ίων Δραγούμης, Όσοι Ζωντανοί, β’ έκδ., εκδ. Φιλόμυθος, Αθήνα, 1993, σελ. 188-206.]

Ο Δραγούμης υπήρξε φορέας μιας πολύ συγκεκριμένης πολιτικής πρότασης, που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές συμπεριφορές του μοναρχισμού στην Ελλάδα και διατυπώθηκε την εποχή που κατέρρεαν οριστικά οι αυτοκρατορίες και τη θέση τους καταλάμβαναν τα έθνη-κράτη. Στο διάλογό του με τον Γ. Σκληρό δηλώνει ευθαρσώς: «Εγώ δε γνώρισα τον Χέγκελ, ούτε έμαθα τι πάει να πει διαλεχτική και μεταφυσική μέθοδος».[ Ίων Δραγούμης, «Το Έθνος, οι Τάξεις και ο Ένας», περ. «Νουμάς», τεύχος 271, 25 Νοεμβρίου 1907.] Οπότε δεν μπορεί να κριθεί ούτε ως ένας ονειροπόλος ιδεαλιστής, γιατί ο ίδιος πάλι εκτός από μαχόμενος διπλωμάτης είναι, αλλά και δηλώνει, πολιτικός: «Είμαι, κ. Σκληρέ, πολιτικός. Εμείς οι πολιτικοί πηγαίνουμε σύμφωνα με τις περιστάσεις – δηλαδή βλέποντας και κάνοντας…».[ Ίων Δραγούμης , «Το Έθνος, οι Τάξεις και ο Ένας», ό.π. ]

Ήταν προσανατολισμένος στο ζήτημα της οθωμανικής Μακεδονίας και της απόκρουσης της βουλγαρικής εθνικιστικής παρέμβασης. Έτσι ανέλαβε μαζί με τον Σουλιώτη να συγκροτήσουν την ελληνική οργάνωση στην περιοχή, ενώ οργάνωσε το 1909 το Β’ Πολιτικό Τμήμα Ανατολικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών.[ Χρονογραφία του Ίωνος Δραγούμη, στο Επιτάφια στήλη στον Ίωνα Δραγούμη-Εκατό χρόνια από τη γέννησή του, Τετράδια Ευθύνης-7, [1978;], σελ. 147.]
Η αποκλειστική προσήλωση των Δραγούμη και Σουλιώτη στην αποτροπή της βουλγαρικής επιρροής τούς οδήγησε στην παραγνώριση των μεγάλων αλλαγών που επέφερε η άνοδος των Τούρκων εθνικιστών στην οθωμανική εξουσία.

Ακριβώς γι’ αυτό υποστήριξαν και μετά το 1908 την ακεραιότητα της Αυτοκρατορίας και αντιτάχθηκαν πλήρως στη συμμετοχή της Ελλάδας στη βαλκανική συμμαχία. Ο ίδιος παρασύρθηκε από τις πλαστές επικλήσεις των συνθημάτων του γαλλικού Διαφωτισμού και επένδυσε στη νεοτουρκική πολιτική πρόταση. Ακριβώς γι’ αυτό αντιτάχθηκε στη νέα πολιτική της πανβαλκανικής αντι-νεοτουρκικής συμμαχίας που εγκαινίασε ο Βενιζέλος –ο οποίος ως προερχόμενος από την πρόσφατα απελευθερωμένη Κρήτη κατανοούσε καλύτερα τις πραγματικές αντιθέσεις και τις μεγάλες γεωπολιτικές ανατροπές που άρχισαν να συμβαίνουν.

Αντιδρώντας στην βαλκανική συμμαχία


Έτσι, οι Δραγούμης και Σουλιώτης θεώρησαν ως «κοντόφθαλμο» τον Ελ. Βενιζέλο και ένοχο γιατί με την πολιτική του, η Ελλάδα μαζί με τους υπόλοιπους Βαλκάνιους διαμέλισαν το ευρωπαϊκό σκέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο.[ Ίων Δραγούμης, Το ανθολόγιο του Νουμά, εισαγωγή Στ. Μπεκατώρος, εκδ., Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα, 2002, σελ. 192-193, Τ. Κωστόπουλος, «Τα γεννητούρια της εθνικοφροσύνης», εφημ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 16-18 Φεβρουαρίου 2018, σελ. 31.] Η ρήξη του με τον Βενιζέλο θα είναι απόλυτη μετά το τέλος του πολέμου με τη δημοσίευση του κειμένου του «Τιμή και Ανάθεμα» στο περιοδικό «Νουμάς» τον Δεκέμβριο του 1912. Στο κείμενό του αυτό ο Δραγούμης αντιτάσσεται στην πολιτική των «προσθηκών» και της διαδοχικής επέκτασης των ορίων του ελληνικού κράτους εις βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Την πολιτική αυτή τη θεωρεί «ελλαδική», που ερχόταν σε αντίθεση με το δικό του όραμα για την επικράτηση των Ελλήνων στην Ανατολή, όπως συνέβη στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Επαναλαμβάνει την αυταπάτη ότι και μετά την επικράτηση των Νεότουρκων θα ήταν δυνατές η επιβίωση και η επικράτηση του ελληνισμού στην Ανατολή.

Μετά το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων και την ενσωμάτωση των Νέων Χωρών στην Ελλάδα, ο Δραγούμης πολιτεύθηκε, σε συνεργασία πάντα με το φιλομοναρχικό στρατόπεδο. Το 1915 εκλέχθηκε ανεξάρτητος βουλευτής Φλωρίνης. Ο Μαυρογορδάτος γράφει γι’ αυτό το γεγονός: «Ο Ίων Δραγούμης, που έκτοτε δοξάζεται ως προφήτης του (υπερ)εθνικισμού, όφειλε την είσοδό του στη Βουλή των Ελλήνων, τόσο τον Αύγουστο (σε επαναληπτική εκλογή) όσο και τον Δεκέμβριο, στην ψήφο μουσουλμάνων και σλαβοφώνων, δηλαδή Τούρκων και Βουλγάρων».[ Γεώργιος Μαυρογορδάτος, ό.π., σελ. 197-198.]

Κατά την περίοδο μετά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ελλάδα θα έπρεπε να λάβει αποφάσεις για το στρατόπεδο που θα επέλεγε, ο Δραγούμης αντιτάχθηκε στην ένταξη στο συμμαχικό στρατόπεδο γιατί «…είναι πιθανόν να εμπλέξει ημάς εις αντίθεσιν και προς την Τουρκίαν, τουθ’ όπερ πρέπει παντί σθένει να αποφευχθεί…».[ Φύλλα Ημερολογίου, τόμ. Ε’, εκδ. Ερμής, Αθήνα, 1986, σελ. 197.] Την ίδια στιγμή, ο Βενιζέλος υποστήριζε: «Η Ελλάς πρέπει να συμμετάσχει του αγώνος της ελευθέρας Ευρώπης κατά του βάρβαρου και ανελεύθερου μιλιταρισμού».[ Γιώργος Μαυρογορδάτος, 1915, Ο εθνικός διχασμός, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2015, σελ. 37.]

Ακόμα και το 1916 η αυταπάτη περί της επιβίωσης και της επικράτησης των Ελλήνων στην Ανατολή παραμένει και ενώ η γενοκτονική πολιτική των Νεότουρκων κατά των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων βρισκόταν ήδη σε πλήρη εφαρμογή. Απόδειξη της αδυναμίας κατανόησης των νέων δεδομένων αποτελεί το βιβλίο «Αυτοκρατορία» του Αθ. Σουλιώτη-Νικολαΐδη, που εκδόθηκε το 1916, όπου ο συγγραφέας απορρίπτει την πολιτική ενσωμάτωσης νέων εδαφών. Στο βιβλίο προτάσσει ως κύριο στόχο την ενδυνάμωση του ανατολικού ελληνισμού θεωρώντας ότι θα κυριαρχήσει διά της οικονομίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.[ Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε το 1916 και επανεκδόθηκε το 1993 από τις εκδ. Ροές.]

Ο Δραγούμης ταυτίστηκε απόλυτα και υποστήριξε χωρίς καμιά επιφύλαξη τη φιλογερμανική πολιτική του βασιλιά Κωνσταντίνου, που οδήγησε στο Διχασμό. Βέβαια, ο ίδιος ερμηνεύει την υποστήριξη αυτή ως εξής: «Ένα μόνο πράγμα προσπάθησα, να μην κομματιαστεί το έθνος στα δύο, γιατί πίστεψα ότι ο βασιλιάς δεν μπορεί να είναι προδότης, ούτε τόσο μικρός άνθρωπος ώστε να ακολουθεί τα πείσματά του ή τις συμβουλές των αντιθέτων του Βενιζέλου, μόνο και μόνο γιατί ήταν αντίθετοί του».[ Φύλλα Ημερολογίου, τόμ. Ε’, ό.π., σελ. 150-151.]

Μετά την απόφαση της μοναρχικής παράταξης για συμπόρευση με το γερμανικό στρατόπεδο, την έναρξη του μεγάλου Εθνικού Διχασμού και την αποπομπή του Βενιζέλου, η Ελλάδα διχάζεται σε δύο κράτη: το μοναρχικό φιλογερμανικό της Αθήνας και το φιλελεύθερο φιλοσυμμαχικό της Θεσσαλονίκης. Μετά την επέμβαση των συμμάχων στην Αθήνα και τις συγκρούσεις με τους παρακρατικούς «Επίστρατους», επικρατεί ο Βενιζέλος στην πολιτική ζωή της Ελλάδας. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος εκθρονίστηκε και ο Δραγούμης εξορίστηκε στην Κορσική το 1917. Στην εξορία πληροφορήθηκε την απόβαση των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919 και γράφει:

«Ρωτώ, μπορούσε ο ελληνισμός ν’ ακολουθήσει δύο δρόμους; Ή τη διατήρηση της Τουρκίας και την καλυτέρεψη της ζωής των Ελλήνων εκεί ή την πολιτική της προσθήκης κομματιών της Τουρκίας στην Ελλάδα (ή την αυτονόμηση των ελληνικών περιφερειών της Τουρκίας);». Κινούμενος με αυτό το σχήμα, αντιτάχθηκε έντονα στην πολιτική του Βενιζέλου για την ενσωμάτωση της Δυτικής Μικράς Ασίας στην Ελλάδα και τον κατήγγειλε ότι «είναι στήριγμα της κεφαλαιοκρατίας και της αστικής τάξης».[ Φύλλα Ημερολογίου, τόμ. Στ’, ό.π., σελ. 34.]

* Πηγή του παραπάνω κειμένου είναι το βιβλίο του Βλάσση Αγτζίδη: «Μικρασιατική Καταστροφή. Από τη Λούξεμπουργκ και τον Γληνό στην ήττα και στο τραύμα», εκδ. Historical Quest, Αθήνα, 2019.


ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/100080841267330/posts/pfbid02wNRDePmAGvF8NSzcFT14vRQGFNX8jTxcAsUmNJPXNdY76tSfoTsCdX7gAveJEYE2l/
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.