Του Γεωργίου Παπασίμου
Η αποκάλυψη των «δραστηριοτήτων» του βουλευτή Γρεβενών της ΝΔ Δ. Πάτση, ο οποίος πέραν του γεγονότος ότι ως βουλευτής ελάμβανε τεράστια ποσά από το Δημόσιο και συμμετείχε σε πάμπολλες αλλοδαπές εταιρείες, παραβιάζοντας προκλητικά και κυνικά τις συνταγματικές διατάξεις, αγόρασε με δανεισμό της Πειραιώς «κόκκινα» δάνεια της ίδιας Τράπεζας αξίας 60 εκ. ευρώ έναντι 4 εκ. ευρώ. Το γεγονός αυτό, πέραν του ότι μεγεθύνει την ηθική απαξία, φέρνει και με έντονο τρόπο στο προσκήνιο δύο κρίσιμα θέματα, που αποτελούν τον πυρήνα του παρασιτισμού, της κλεπτοκρατίας και της ατιμωρησίας των πάσης φύσεως χρυσοκανθάρων στην Ελλάδα.
Κατά πρώτον, το περίφημο «πόθεν έσχες» των μελών του κοινοβουλίου, το οποίο όπως είναι γνωστό, αφενός αφορά μόνο το «έσχες» και όχι το «πόθεν», και αφετέρου, έστω κα με αυτόν ελλειμματικό τρόπο καταδεικνύει τον δηλωθέντα εμφανή πλούτο του πολιτικού προσωπικού της χώρας, που βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με την οικονομική κατάσταση της Ελλάδος και των εισοδημάτων της πλειοψηφίας των ασθενών και των μεσαίων στρωμάτων.
Ο προσωπικός πλούτος της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτικών έρχεται και σε πλήρη αντίθεση με την οικονομική κατάσταση των κομμάτων τους, στα οποία ανήκουν, τα οποία, ενώ λαμβάνουν μεγάλα ποσά, ως κρατική ενίσχυση, είναι χρεωκοπημένα, έχοντας λάβει, μάλιστα, και τεράστια δάνεια, με ενέχυρο την μελλοντική κρατική επιχορήγηση (!!!). Εμφανίζεται, έτσι, κατ’ αντιστοιχία, και στο πολιτικό σύστημα, η άθλια διαχρονική εικόνα της μεταπρατικής οικονομικής ολιγαρχίας στην Ελλάδα, όπου ενώ ευδοκιμούν ατομικά οι βιομήχανοι, μεγαλέμποροι κλπ από την μια μεριά εμφανίζονται ρημαγμένες και καταχρεωμένες οι επιχειρήσεις τους από την άλλη.
Αντί το πολιτικό προσωπικό, που άσκησε εξουσία, να αποτελέσει τον φραγμό και την επιβολή ενός ισχυρού εθνικού πλαισίου ανάπτυξης, με βάση τα ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδος, μετατράπηκε σε τμήμα της «παρασιτικής» οικονομικής ολιγαρχίας, αποκτώντας συμφέροντα, ως επιμέρους ειδικό στρώμα στο Κράτος, μέσω των προνομίων και της ατιμωρησίας, τα οποία ενσωματώνουν σχεδόν τους πάντες, που συμμετέχουν στο πολιτικό εποικοδόμημα, με αποτέλεσμα την δόμηση ενός ιδιότυπου κλεπτοκρατικού συστήματος.
Έτσι, η πλειοψηφία του πολιτικού προσωπικού ανεξαρτήτως ιδεολογικών επικλήσεων και τυχόν «επιδεικτικών» αντισυστημικών συμπεριφορών έχει ειδικά συμφέροντα αναπαραγωγής του εντός του υπάρχοντος νόθου πολιτικού εποικοδομήματος και της σχέσης του με το Κράτος, με συνέπεια να υπάρχει πλήρης απόσταση από τα πραγματικά συμφέροντα του «χειμαζόμενου» Λαού και των λαϊκών τάξεων.
Κατά δεύτερον, το εθνικό πλέον έγκλημα της διαχείρισης των κόκκινων δανείων που αποτελεί ένα εκ των μεγαλύτερων προβλημάτων που δημιούργησε το στρεβλό πολιτικό και οικονομικό σύστημα της χώρας κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Από την «άνοιξη» της πιστωτικής ευφορίας μετά την είσοδο της χώρας στο ευρώ, με πρωταγωνιστές το αρπακτικό – τοκογλυφικό τραπεζικό σύστημα, σε συνδυασμό με την έλλειψη επενδυτικής παιδείας του ελληνικού λαού, που οδήγησε σε μεγάλη υπερχρέωσή του, εισήλθαμε στον «βαρύ χειμώνα», μετά την ουσιαστική πτώχευση της χώρας το 2010, χωρίς καμία ουσιαστική και ριζική αντιμετώπιση του τεράστιου προβλήματος.
Έχει, δε, το θέμα αυτό λάβει εθνικές εγκληματικές διαστάσεις γιατί σε αντίστοιχες περιπτώσεις, που αντιμετώπισαν άλλες χώρες, από τις Η.Π.Α. έως την Ισλανδία και τον ευρωπαϊκό Νότο, εκείνη την περίοδο της μεγάλης καπιταλιστικής κρίσης των τοξικών ομολόγων του 2008 καμία δεν επέτρεψε το πρόβλημα των κόκκινων δανείων να μετατραπεί σε οικονομική και κοινωνική «γάγγραινα», που αφενός επιτρέπει απροκάλυπτα την κλεπτοκρατία και την παραγωγή διαφόρων χρυσοκανθάρων και αφετέρου απειλεί με δραματικό τρόπο τον κοινωνικό ιστό της χώρας στη δύσκολη για τα εθνικά θέματα περίοδο.
Και αν το εξαρτημένο πολιτικό προσωπικό εξουσίας της Ελλάδος δεν τολμούσε να πράξει αυτό που έκανε η κυβέρνηση της Ισλανδίας, η οποία πτώχευσε το 2010 επίσης, εφαρμόζοντας την ορθολογική, κοινωνική και δίκαιη λύση με σπουδαία αποτελέσματα, αυτή του κουρέματος όλων των ληφθέντων έως τότε δανείων από τους πολίτες (κόκκινων και πράσινων), σε ποσοστό 30% έως 70%, με βάση την πτώση των τιμών των ακινήτων και της οικονομίας λόγω της πτώχευσης, σε συνδυασμό με την ατομική αγοραστική δύναμη των δανειοληπτών, θα μπορούσαν τουλάχιστον να εφαρμόσουν αυτό που η Κύπρος νομοθέτησε, δηλαδή την λεγόμενη «ρήτρα προτεραιότητας» του δανειολήπτη έναντι των funds στα οποία οι τράπεζες σκόπευαν να πωλήσουν τα δάνεια, παρέχοντας, έτσι, τη δυνατότητα σε κάθε δανειολήπτη, προσφέροντας αυτός ένα ευρώ παραπάνω από την τιμή με την οποία θα μεταβιβάζονταν στα funds, να αναλάβει ο ίδιος την αποπληρωμή του δανείου.
Τίποτα από αυτά δεν έγινε στη χώρα μας. Αντίθετα, διαπράχθηκαν «διαρκή οικονομικά εγκλήματα», αφενός, με τις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών με χρήματα των φορολογούμενων, που συσσωρεύθηκαν στο ήδη τεράστιο δημόσιο χρέος, χωρίς κανένα, μάλιστα, αποτέλεσμα, αφού τα χρήματα αυτά έχουν «κάνει φτερά», οι δε τράπεζες συνεχίζουν να παραμένουν έως σήμερα οικονομικά «παράσιτα» και, αφετέρου, με την συντελεσθείσα μαζική πώληση των κόκκινων δανείων «αντί πινακίου φακής», σε ξένα και ντόπια funds και τους μαζικούς ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς ακόμα και της πρώτης κατοικίας.
Από το 2015 άνοιξε ο δρόμος της «δευτερογενούς αγοράς κόκκινων δανείων», στην οποία σήμερα λειτουργούν νόμιμα 26 «παίκτες». Υπολογίζεται ότι 17 funds έχουν κάνει τις μεγαλύτερες αγορές κόκκινων δανείων στην Ελλάδα: Davidson Kempner (αγορές 15,1 δισ. ευρώ), Intrum (13,5 δισ.), doValue (11,4 δισ.), Bain Capital (3,5 δισ.), B2Holding (3 δισ.), PIMCO (2,7 δισ.), Hoist (2,4 δισ.), Carval-Intrum (2 δισ.), Ellington Solutions (1,6 δισ.), Aldridge (1,3 δισ.), Apollo (1,2 δισ.), Fortress (1,1 δισ.), Elliot-Centerbridge (900 εκατ.), Astir NPL Finance (700 εκατ.), APS (400 εκατ.), Cross Ocean Partners (300 εκατ.) και Carval (100 εκατ.). Με τον τρόπο αυτό οι μεγαλύτεροι και πιο δραστήριοι «παίκτες» διαχειρίζονται 250.000 ακίνητα και συνολικά περιουσιακά στοιχεία ύψους έως και 134 δισεκατομμυρίων ευρώ (πηγή Εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς).
Το φαινόμενο αυτό είναι δεν απλώς ένα οικονομικό ζήτημα, αλλά αγγίζει έναν από τους πιο βασικούς πυλώνες της ελληνικής κοινωνίας, που είναι η ιδιοκατοίκηση, η οποία ανερχόταν σε ποσοστό 70% περίπου, συνιστώντας μια σοβαρή παράμετρο που αφορά την εσωτερική συνοχή και τη συγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας και του δημοκρατικού πολιτεύματος στη χώρα.
Η Ελλάδα, από τη συγκρότησή της ως νεότερο Κράτος, μετά την Επανάσταση του 1821, λόγω ιδιαιτεροτήτων συγκροτήθηκε σε μεγάλο βαθμό με βάση την μικρο-ιδιοκτητική μορφή παραγωγής, αποτελώντας αυτή βασική κοινωνική δομή στην οποία θεμελιώθηκε η παραγωγή του πρωτογενούς τομέα, η βιοτεχνία και το εμπόριο, το ελεύθερο επάγγελμα και η αυταπασχόληση.
Ο χαρακτήρας αυτός, προσδιορίστηκε από τον μεγάλο ιστορικό Νίκο Σβορώνο, ο οποίος εύστοχα αναφέρει, ότι μια από τις κεντρικές κατευθυντήριες γραμμές της εξέλιξης του Νέου Ελληνισμού, είναι η απουσία των καθαρών γραμμών στην διάρθρωση των κοινωνικών και πολιτικών δομών. Βασικός πυρήνας αυτής της ρευστότητας των κοινωνικών και πολιτικών δομών έιναι αναμφισβήτητα η διάσπαρτη, μικροιδιοκτησία, η οποία έχει μεν κάποιες αρνητικές συνέπειες σε ό,τι αφορά την ορθολογική ανάπτυξη, πλην όμως, αποτελεί βάση της δημοκρατικής και κοινωνικής συνείδησης και της αυτονομίας των πολιτών απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας.
Η βίαιη διάλυση αυτών των κοινωνικών χαρακτηριστικών υπήρξε βασική πρόνοια, των δανειστών μέσω των μνημονιακών προγραμμάτων, που υλοποιήθηκαν και υλοποιούνται αδιάλειπτα ως σήμερα από το μοιραίο για τα συμφέροντα της χώρας πολιτικό προσωπικό εξουσίας. Στόχος, δε, των μαζικών πλειστηριασμών είναι η σάρωση της μικροιδιοκτησίας, διογκώνοντας έτσι την προλεταριοποίηση των διευρυμένων μικροαστικών στρωμάτων, με τελικό στόχο την πλήρη κυριαρχία του διεθνούς πολυεθνικού χρηματιστικού κεφαλαίου, που έχει πλέον και την πλειοψηφία του εγχώριου τραπεζικού συστήματος μετά την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση του. Το πρόβλημα, δε, αυτό προβλέπεται να μετατραπεί σε ανεξέλεγκτο τυφώνα λόγω και της εκτόξευσης των ενοικίων εξαιτίας της επέλασης κερδοσκοπικών κεφαλαίων με στόχο την ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα.
Υπάρχει, άραγε, λύση γι’ αυτόν τον κατήφορο;
Ναι, και αυτή βρίσκεται στην συγκρότηση ενός νέου πολιτικού υποκειμένου από τα σπλάχνα της κοινωνικής οργής και από πολιτικό προσωπικό, που δεν θα είναι ενταγμένο, με τον έναν ή άλλο τρόπο, στα «πελατειακά» και κρατικά υπάρχοντα δίκτυα, που σχηματίσθηκαν κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης και αφορούν το σύνολο του σημερινού πολιτικού προσωπικού και εποικοδομήματος. Πολιτικό προσωπικό, που θα αποποιηθεί τα ιδιαίτερα προνόμια του ατομικού πλούτου και της ατιμωρησίας, που θα έχει την εμπειρία της παραγωγικής διαδικασίας, τη γνώση, την προοδευτική και πατριωτική συνείδηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.