Του Julian Coman / The Observer
Οι φόβοι για δημόσιες αναταραχές σε όλη την ήπειρο αυξάνονται, καθώς ο κόσμος λέει ότι δεν μπορεί πια να εμπιστευθεί τους ηγέτες του για να τον προστατέψουν κατά την κρίση της δημόσιας υγείας και της οικονομίας την οποία προκάλεσε ο Covid-19
Καθώς το δεύτερο κύμα της μόλυνσης του Covid-19 κατά τις τελευταίες εβδομάδες άρχισε να γεμίζει τα νοσοκομεία σ’ όλη την Ευρώπη, και οι χώρες προχωρούν διστακτικά σε διάφορους βαθμούς μερικού απαγορευτικού (lockdown), τα τηλεοπτικά προγράμματα άλλαξαν για να επιτραπεί στους ηγέτες να απευθυνθούν στους κουρασμένους λαούς.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός Κόντε ανάγγειλε την προηγούμενη Δευτέρα το κλείσιμο από τις 6 μ.μ. των εστιατορίων και μπαρ, και ζήτησε εθνική ενότητα.
«Εάν όλοι σεβαστούμε αυτούς τους νέους κανόνες κατά τη διάρκεια του Νοεμβρίου, θα καταφέρουμε να διατηρήσουμε υπό έλεγχο την επιδημιολογική καμπύλη», είπε ο Κόντε. «Με τον τρόπο αυτόν, θα καταφέρουμε να απαλύνουμε τους περιορισμούς και να προχωρήσουμε στους Χριστουγεννιάτικους εορτασμούς με μεγαλύτερη γαλήνη».
Σε ομιλία του από το Μέγαρο των Ηλυσίων στο Παρίσι, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουήλ Μακρόν την περασμένη Πέμπτη έδωσε εντολή για ένα νέο εθνικό απαγορευτικό, που θα κρατήσει τουλάχιστον ως την 1η Δεκεμβρίου, και προειδοποίησε τη Γαλλία ότι το νέο κύμα μολύνσεων από κορωνοϊό πιθανόν θα είναι «πιο θανάσιμο από το πρώτο».
Στο Βέλγιο, όπου ο κορωνοϊός μεταδίδεται γρηγορότερα από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, ο νέος πρωθυπουργός Alexander De Croo είπε ότι ελπίζει πως «Μια ομάδα 11 εκατομμυρίων Βέλγων» θα συνεργαστεί για να ακολουθήσει τους πιο σφιχτούς κανονισμούς.
Στο ύφος και στο πνεύμα, τα μηνύματα αντηχούσαν εκείνα που διακηρύχθηκαν τον Μάρτιο, όταν το σοκ και ο φόβος οδήγησε τους πληθυσμούς να συσπειρωθούν υπό τους ηγέτες τους και να συναινέσουν σε περιορισμούς άγνωστους για μη πολεμική περίοδο.
Οκτώ μήνες αργότερα, αυτού του είδους η εμπιστοσύνη και καλή θέληση σπανίζουν.
Η Ευρώπη ξανά είναι το κέντρο της πανδημίας του κορωνοϊού, και τα νέα κρούσματα σε αυτήν, κατά την περασμένη εβδομάδα, ήταν σχεδόν τα μισά παγκοσμίως.
Καθώς η απελπιστικά αναγκαία οικονομική βοήθεια δεν υλοποιείται, και τα συστήματα παρακολούθησης και εντοπισμού αποτυγχάνουν να τα βγάλουν πέρα με το κύμα, υπάρχει δημόσια αγανάκτηση και, σε μερικές περιπτώσεις, ανοικτή εξέγερση.
Στη Φλωρεντία, οι διαδηλωτές της περασμένης Παρασκευής πέταξαν μολότωφ κατά της αστυνομίας, κατά το πιο πρόσφατο ξέσπασμα κοινωνικής αναταραχής το οποίο ακολούθησε μετά τους νέους κανονισμούς του Conte.
Ο Pino Esposito, ένας ναπολιτάνος κουρέας, είναι ένας από αυτούς που έχασε την πίστη του στις άνωθεν διαταγές.
Στην πόλη του, ο Esposito ηγείται μιας ομάδας ιδιοκτητών μικρών επιχειρήσεων, σε μια εκστρατεία ενάντια στους νέους περιορισμούς.
«Διαμαρτυρόμαστε, γιατί όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, και η δική μας, βρέθηκαν απροετοίμαστες για το δεύτερο κύμα», είπε ό Esposito. «Από το Μάρτιο, λένε ότι τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο το δεύτερο κύμα θα έρθει και ότι θα είναι σοβαρότερο».
«Ωστόσο δεν έγινε καμιά προετοιμασία για τα σχολεία μας, το σύστημα υγείας, τις δουλειές ή την παροχή απολαβών. Και δεν έχουμε πρόσβαση στην οικονομική βοήθεια που μας υποσχέθηκαν. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις πρέπει να την έχουν εάν πρέπει να παραμείνουν κλειστές, και το προσωπικό χρειάζεται επειγόντως το επίδομα ανεργίας», είπε.
Σε όλη την ήπειρο, υπάρχουν παρόμοιες ενδείξεις για κόσμο που αντιμετωπίζει δύσκολα οικονομικά προβλήματα και ψυχική εξάντληση.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κατά τον τελευταίο μήνα ανέφερε γενικευμένη απάθεια και μειωμένη ύπαρξη κινήτρων για την συμμόρφωση με τις οδηγίες για τη δημόσια υγεία.
Το συναισθηματικό κόστος του κορωνοϊού χειροτέρευσε λόγω του αυξανόμενου σκεπτικισμού όσον αφορά την ικανότητα των κυβερνήσεων να υπερνικήσουν μια κρίση που καταστρέφει τις ζωές των ανθρώπων και απειλεί την υγεία τους.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ είπε ότι η μερική οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης κατά το καλοκαίρι και τις αρχές φθινοπώρου ήταν «άνιση, αβέβαιη και ημιτελής».
Καθώς το δεύτερο κύμα ξεσπά, «υπάρχει κίνδυνος η ανάκαμψη να εξαφανιστεί», είπε η Λαγκάρντ.
Από το Μιλάνο στο Μάντσεστερ και από τη Μασσαλία στη Μαδρίτη, η προοπτική αυτή έδωσε ώθηση σε κύμα εξεγέρσεων. Μετά τον μετριασμό του ανοιξιάτικου απαγορευτικού, το επακόλουθο πλέγμα κανονισμών και απαγορεύσεων χτύπησε μερικούς εργαζόμενους και περιοχές πολύ σκληρότερα από ό,τι άλλες.
Η Μαδρίτη διαδήλωσε κατά της απαγόρευσης κυκλοφορίας από τις 10 μ.μ., κι αυτό οδήγησε την ισπανική κυβέρνηση να επιβάλει καθεστώς έκτακτης ανάγκης στην πρωτεύουσα.
Οι δήμαρχοι εννέα πόλεων, μεταξύ άλλων, της Βαρκελώνης, της Λισαβώνας, της Πράγας και του Μιλάνου, παρέκαμψαν τις εθνικές κυβερνήσεις τους, απευθύνθηκαν κατ’ ευθείαν στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και απαίτησαν την πρόσβαση στα 750 δισεκατομμύρια ευρώ του ταμείου ανασυγκρότησης της Ε.Ε.
Στη Γερμανία, όπου ένα μερικό απαγορευτικό άρχισε τη Δευτέρα, χιλιάδες εργαζόμενων και εργοδοτών στον καλλιτεχνικό τομέα και τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις διαδήλωσαν την προηγούμενη εβδομάδα στο Βερολίνο και απαίτησαν μεγαλύτερη οικονομική υποστήριξη.
Οι ελεύθεροι επαγγελματίες σ’ όλη την Ευρώπη αγνοήθηκαν από την κρατική βοήθεια προς όσους δεν μπορούσαν να εργαστούν.
Στην Ιταλία, το σημείο καμπής φαίνεται να είναι ανησυχητικά κοντά.
Άγριες διαδηλώσεις ξέσπασαν στη Νάπολι, μετά την επιβολή τοπικής απαγόρευσης κυκλοφορίας στις 24 Οκτωβρίου. Τις διαμαρτυρίες ακολούθησαν αναταραχές στο Μιλάνο και το Τορίνο, όπου πολυτελή καταστήματα λεηλατήθηκαν.
«Νομίζω ότι αυτά είναι μόνο η αρχή», είπε ο Ιταλός δημοσιογράφος Ρομπέρτο Σαβιάνο. «Στο πρώτο απαγορευτικό, οι Ιταλοί ενώθηκαν υπό την ιδέα ότι αυτή ήταν μια εντελώς καινούργια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μια κατάσταση που κάθε κυβέρνηση θα έβρισκε δυσκολία να την αντιμετωπίσει. Τώρα, νιώθουν εξαπατημένοι»
«Τους είπαν ότι τα πράγματα θα πάνε καλά, ότι κερδίζουμε. Αλλά οι αποταμιεύσεις τους τελείωσαν, βλέπουν τα προβλήματα σε ένα σύστημα ελέγχου που δεν δουλεύει, και υπάρχει σύγχυση και διαφωνία μεταξύ των γιατρών. Ο κόσμος άρχισε να χάνει την πίστη του στην δυνατότητα των θεσμών να τον σώσουν», είπε.
Μια δημοσκόπηση μετά τις ταραχές του προηγούμενου μήνα έδειξε ότι πάνω από τρία τέταρτα των Ιταλών πιστεύουν ότι θα υπάρξει περισσότερη βία στους δρόμους στο χειμώνα αυτόν.
«Θα υπάρξουν αναταραχές και σε όλη την Ευρώπη», είπε ο Σαβιάνο. «Θα συμβούν με διαφορετικό τρόπο και με διαφορετικά αίτια, αλλά θα γίνουν γιατί το κέντρο δεν βαστά άλλο».
«Είμαστε σε έναν κόσμο μακριά από τη διάθεση του Μαρτίου, όπου ίσχυε το “Πρέπει να ακολουθήσουμε τους κανόνες και να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας ειδάλλως θα χαθούμε”. Τώρα μερικοί άνθρωποι σκέφτονται: Λοιπόν, θα χρεοκοπήσω εάν δεν μπορέσω να επιβιώσω οικονομικά», είπε.
Ο Κριστόφ Γκιλουί, γεωγράφος του οποίου τα βιβλία καταγράφουν τις αυξανόμενες κοινωνικές διαιρέσεις μεταξύ της επαρχιακής και μητροπολιτικής Γαλλίας, είναι παρομοίως απαισιόδοξος σχετικά με τη διατήρηση της διάθεσης για ενότητα.
Στη διάρκεια του καλοκαιριού, οι τοπικοί άρχοντες στη Μασσαλία παραπονέθηκαν έντονα ότι η νυκτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας και οι κανόνες για τη μάσκα επιβλήθηκαν από το Παρίσι χωρίς τη δέουσα διαβούλευση.
Η κίνηση του Μακρόν, να επιβάλει ένα νέο απαγορευτικό, ήδη προκάλεσε νέες διαιρέσεις, καθώς εκείνοι που είχαν τα κατάλληλα μέσα, προστατεύουν τους εαυτούς τους από τα χειρότερα που έρχονται, είπε ο Guilluy.
Την περασμένη Πέμπτη, δημιουργήθηκε τεράστιο μποτιλιάρισμα καθώς οι Παριζιάνοι επιχείρησαν να διαφύγουν από την πρωτεύουσα και να πάνε στα εξοχικά τους πριν από την απαγόρευση κυκλοφορίας στις 9 μ.μ.
«Υπάρχει κίνδυνος ότι οι Παριζιάνοι που κατέφυγαν στις εξοχικές τους κατοικίες θα μολύνουν τους κατοίκους των επαρχιακών και αγροτικών περιοχών. Μάλλον θα έτυχαν πολύ κακής υποδοχής», είπε ο Γκιλουί.
«Οι ανισότητες μεταξύ των τάξεων και των περιοχών έχουν επιδεινωθεί από την πανδημία. Πράγματι, οι κοινωνικές και πολιτισμικές εντάσεις σπάνια ήταν τόσο οξείες στη Γαλλία, αλλά οι πολιτικοί προσπαθούν να τις κρύψουν με έκκληση σε μια αίσθηση δημοκρατικής ενότητας», είπε.
Οι πολιτικές αντιμαχίες και φιλοδοξίες που προϋπήρχαν της πανδημίας επίσης καθιστούν πολύπλοκη την αντίδραση στο δεύτερο κύμα.
Στο Βέλγιο –όπου τα γεμάτα νοσοκομεία στη Λιέγη ζήτησαν ιατρικό προσωπικό μολυσμένο με κορωνοϊό προκειμένου να συνεχίσουν τη δουλειά τους– η συντονισμένη δράση παρακωλύθηκε από διενέξεις μεταξύ πολιτικών του φλαμανδόφωνου βορρά και του γαλλόφωνου νότου.
Η χώρα τώρα έχει μπει σε απαγορευτικό μέχρι τα μέσα του επόμενου μήνα, αλλά ο ηγέτης της φλαμανδικής κυβέρνησης Jan Jambon προηγουμένως ισχυρίστηκε ότι σκληρή δράση ήταν απαραίτητη μόνο στη Βαλλωνία.
Μέχρι να μεταβάλει κατά 180 μοίρες την άποψή του την περασμένη εβδομάδα, 600.000 Βέλγοι πιστεύεται ότι κόλλησαν κορωνοϊό.
«Από το Μάιο έως τον Ιούνιο και έως πολύ πρόσφατα, παρατηρούσαμε μια αυξανόμενη πόλωση απόψεων στο δημόσιο διάλογο», είπε ο Dave Sinardet, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Saint-Louis των Βρυξελλών.
«Οι ιολόγοι θα πίεζαν για σκληρότερα μέτρα, αλλά υπάρχει ένα ενισχυόμενο λόμπυ υπέρ της διατήρησης της οικονομίας σε λειτουργία η. Έτσι, το Σεπτέμβριο, όταν ο ρυθμός μόλυνσης αυξανόταν απότομα, υπήρχε ακόμη ένα μειωμένο επίπεδο απαγορεύσεων. Ασκείται μεγάλη κριτική σε όσους έδωσαν αυτή τη συμβουλή», είπε.
Η ολοφάνερη αποτυχία του συστήματος παρακολούθησης και εντοπισμού επιτείνει μια αίσθηση διάψευσης των προσδοκιών για τη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού.
«Υπάρχει αγανάκτηση, και μια αίσθηση ότι οι επιχειρήσεις όπως καφέ και εστιατόρια έκαναν πολλά αλλά η κυβέρνηση δεν έκανε αρκετά», είπε ο Sinardet.
Ο βρετανός πρωθυπουργός Boris Johnson προσέθεσε το Ηνωμένο Βασίλειο στον κατάλογο των ευρωπαϊκών χωρών που έβαλαν λουκέτο για δεύτερη φορά.
«Ο Νοέμβριος θα είναι ο μήνας της αλήθειας», είπε ο Γερμανός υπουργός οικονομίας Olaf Scholz.
Οι δείκτες λένε ότι ο αγώνας μπορεί να έχει διάφορα αποτελέσματα. Ο ρυθμός και η ένταση του κύματος των μολύνσεων αιφνιδίασε τις κυβερνήσεις και τις άφησε να φαίνονται απροετοίμαστες.
Η δημόσια αποδοχή ενός νέου απαγορευτικού ίσως χρειαστεί καλύτερη υποστήριξη και αλληλεγγύη, τις οποίες οι κυβερνήσεις ετοιμάζονται να προσφέρουν.
Το οικονομικό κόστος πιθανόν θα είναι τεράστιο, αλλά το κόστος της αδράνειας θα μπορούσε να είναι πολύ πιο υψηλό.
Σε στήλη της ιταλικής εφημερίδας La Stampa την προηγούμενη εβδομάδα, ο πρώην δήμαρχος της Βενετίας Massimo Cacciari, που διδάσκει φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Vita-Salute San Raffaele του Μιλάνου, έγραψε: «Στην κρίση της δημόσιας υγείας προστέθηκε η κοινωνική κρίση. Δημιουργεί διαφορές στο εισόδημα και στις συνθήκες ζωής, που είναι τελείως ασύμβατες με ό,τι εννοούμε με τη λέξη “δημοκρατία”. Το καταλαβαίνουμε αυτό; Ως τώρα, δεν το νομίζω. Αλλά δεν πρέπει να χάσουμε λεπτό».
Το διακύβευμα ήταν δραματικά μεγάλο πριν από το πρώτο απαγορευτικό τον Μάρτιο. Τώρα ίσως είναι ακόμη μεγαλύτερο.
Διαδικτυακή πηγή: taipeitimes.com (5-11-2020)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.