φορούσε ένδυμα των ημερών του γάμου της.
Πίσω της είδε να κυλούν εικόνες κήπων,
σκηνές απ’ τον ναό σαν πάτησε στο πόδι τον γαμπρό,
τον Χρόνο εραστή της,
που άλλαξε επαγγέλματα και πρόσωπα,
εξοχές του χωριού που έμεινε νεοφερμένη
από τα μέρη του Ακρίτα Βορρά.
Δεν τον έβλεπε, είχε την παλιά της ορμή,
κοίταζε έναν ταχύ, επιτακτικό προορισμό
στο βάθος πίσω του.
Στο βλέμμα είχε τα παιδιά της,
του αδελφού τον παλιό τάφο,
αλλ’ όχι τη στενή πορεία των ημερών της.
Κοιτούσε γύρω σαν όλα αίφνης να τα είχε αποκτήσει
και να τα είχε βαρεθεί.
Ήταν ο ανεψιός κάποιου που αγάπησε.
Της κάνει χώρο να περάσει.
«Είδα την ευτυχία», του λέει, σαν ν’ απαντά
σε μια αυτονόητη ερώτηση – συχνή παλιά,
τώρα όμως ξεχασμένη.
«Πολλές φορές την είδα αστραπιαία να χάνεται
σε άλλον δρόμο απ’ τον δικό μου.
Γλυκό ρίγος σαγήνης –απατηλό–
η φευγαλέα εικόνα ήταν
το είδωλό μου στους καθρέφτες του κόσμου».
ΠΗΓΗ: https://neoplanodion.gr/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.