Η 29η Μαΐου είναι ημέρα μνήμης και οδύνης για τον Ελληνισμό. Αυτή τη μέρα του 1453 η υπερχιλιόχρονη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, πλήρως εξελληνισμένη στην τελική της φάση, πέρασε οριστικά στο παρελθόν. Πριν την Άλωση, είχε βεβαίως προηγηθεί μια μακρά πορεία παρακμής και αποσύνθεσης, ώστε η πτώση της Πόλης να είναι απλώς η τελευταία πράξη. Πώς όμως το μακροβιότερο κρατικό μόρφωμα στη Δυτική Ιστορία έφτασε στο τέρμα του και ποιά τα βαθύτερα αίτια της παρακμής του; Τι διδάγματα θα μπορούσε να αντλήσει ο σύγχρονος παρατηρητής;
Το Βυζάντιο για αιώνες υπήρξε ένα ισχυρό κρατικό μόρφωμα, το οποίο από πολλές απόψεις διέθετε αρκετά σύγχρονα στοιχεία: ένα αδιαμφισβήτητο κέντρο εξουσίας, ενιαία νομοθεσία σε όλη την επικράτειά του, αναλογικό φορολογικό σύστημα, αξιόλογο σύστημα κρατικής πρόνοιας, ισχυρό νόμισμα, κ.λπ. Ακόμη και ο στρατός μέσα από τον θεσμό των Θεμάτων είχε αποκτήσει στοιχεία «στρατεύσιμης λαϊκής δύναμης».
Αυτό ίσχυσε κυρίως στην περίοδο του Βασιλείου Β’ του Βουλγαροκτόνου, ο οποίος στήριξε τους μικροϊδιοκτήτες γης και στηρίχθηκε σε αυτούς. Πεθαίνοντας ο Βασιλείος ο Β’ (1025), άφησε το κράτος στο απόγειο της δύναμής του: όχι μόνο όλοι οι εχθροί της αυτοκρατορίας είχαν εξουδετερωθεί, αλλά, παρά τους μακροχρόνιους πολέμους, τα κρατικά ταμεία ήταν γεμάτα και ο στρατός ήταν ισχυρότερος από ποτέ.
Παρ’ όλα αυτά, μόλις 46 χρόνια μετά –χρονικό διάστημα ιστορικά ελάχιστο– ο βυζαντινός στρατός θα υφίστατο μια ταπεινωτική ήττα στο Ματζικέρτ (1071), η οποία θα άνοιγε διάπλατα την πόρτα του μικρασιατικού οροπεδίου στα τουρκικά φύλα. Μόλις δέκα χρόνια μετά, είχε χαθεί ο έλεγχος στο μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας, καθώς σημαντικές πόλεις είχαν περιέλθει στα χέρια Τούρκων φυλάρχων. Πού οφείλεται άραγε αυτή η ραγδαία μεταστροφή των δεδομένων;
Τα αίτια της βυζαντινής παρακμής
Τα βιβλία της Ιστορίας αναφέρουν ότι η βασική αιτία της βυζαντινής παρακμής υπήρξε η σύγκρουση ανάμεσα στην αυλική αριστοκρατία της Πόλης και στην ανερχόμενη στρατιωτική αριστοκρατία. Στο πλαίσιο αυτής της σύγκρουσης κορυφώθηκε η ευνοιοκρατία, η κατασπατάληση του δημόσιου χρήματος, επιδιώχθηκε συστηματικά η εξασθένηση του στρατού και έγιναν εμφύλιες συγκρούσεις.
Οι σφετεριστές της εξουσίας μάλιστα δεν δίστασαν να εντάξουν στο πολιτικό παίγνιο ακόμη και τους Τούρκους φυλάρχους, στους οποίους προσέφεραν ολόκληρες πόλεις ως αντάλλαγμα, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη στρατιωτική τους αρωγή. Φτάσαμε έτσι στο απρόσμενο αποτέλεσμα το κραταιό Βυζάντιο, το οποίο παλαιότερα είχε αντιμετωπίσει για λογαριασμό της Ευρώπης υπερδυνάμεις όπως οι Άραβες, να χάσει τη Μικρά Ασία, τη ραχοκοκαλιά της πολιτικής και της οικονομικής του δύναμης, από έναν εχθρό που στρατιωτικά θα είχε άνετα συντριβεί σε κάθε άλλη εποχή.
Κατά μια άποψη, λοιπόν, η ταχεία παρακμή οφείλεται στην αδυναμία των βυζαντινών ελίτ να καταλήξουν σε μια βιώσιμη και λειτουργική πολιτική διευθέτηση, η οποία θα αποτελούσε το προστάδιο για την είσοδο στη σύγχρονη εποχή. Σε μια βαθύτερη ανάγνωση όμως, αυτό που επέτεινε και επιτάχυνε την κάθοδο ήταν η μυωπική, ιδιοτελής και τελικά ξεδιάντροπη πρακτική των συγκρουόμενων βυζαντινών αξιωματούχων να υπονομεύουν το κράτος και να συνεργάζονται με τους Τούρκους, να τους δίνουν τίτλους και δύναμη, και τελικά να τους εκχωρούν εδάφη και πληθυσμούς.
Προσπάθεια ανασύνταξης και λατινοκρατία
Μια σοβαρή προσπάθεια ανασύνταξης έγινε στα χρόνια των Κομνηνών, αλλά με την ήττα στο Μυριοκέφαλο (1176) σφραγίστηκε σχεδόν οριστικά η τύχη της Μικράς Ασίας και μαζί της και η τύχη της αυτοκρατορίας. Παρ’ όλα αυτά η νοοτροπία δεν άλλαξε. Μετριότητες ενός παραπαίοντος και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος εξακολούθησαν να διεκδικούν την εξουσία, χωρίς ηθικές αναστολές και χωρίς να διαθέτουν κάποιο όραμα.
Έτσι φτάσαμε στο ναδίρ της πολιτικής με τη δυναστεία των Αγγέλων. Ένας εξ αυτών δεν δίστασε να φέρει τους σταυροφόρους έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης, προκειμένου να τον στηρίξουν πολιτικά. Ως αντάλλαγμα τους πρόσφερε αδρά αμοιβή, προεξοφλημένη από κρατικούς φόρους! Και βέβαια όταν δεν μπόρεσε να τους πληρώσει, το αποτέλεσμα ήταν η πρώτη Άλωση το 1204.
Θα ακολουθούσε ο διαμελισμός του ελλαδικού χώρου και η διανομή του ανάμεσα σε Δυτικούς Δούκες, Βαρώνους και πολεμιστές ιππότες. Στην πορεία θα αποδεικνυόταν ότι οι Δυτικοί δεν είχαν ακόμη την οργάνωση για να δημιουργήσουν σταθερές κτήσεις. Έτσι η Κωνσταντινούπολη ανακτήθηκε από τους Βυζαντινούς το 1261. Η Λατινοκρατία είχε βεβαίως και ένα ενδιαφέρον αποτέλεσμα: επιτάχυνε την ανάδυση του νέου Ελληνισμού, ο οποίος αυτοπροσδιορίστηκε μέσα από την αντιπαράθεση με τους Δυτικούς.
1453: Αυλαία μιας μακράς πορείας
Στην πορεία προς την Άλωση του 1453 υπήρξαν πάντως και αρκετοί αυτοκράτορες που είχαν τον ιδεαλισμό, αλλά και το ηθικό ανάστημα να αντιταχθούν στην παρακμή. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τουλάχιστον οι μεγάλοι Κομνηνοί και σίγουρα ο πρώτος και ο τελευταίος Παλαιολόγος (ο Μιχαήλ Η’ και ο Κωνσταντίνος ΙΑ’). Ξεχωριστή θέση κατέχει και ο Ιωάννης Γ’ Δούκας Βατάτζης, ο οποίος προετοίμασε την ανακατάληψη της Πόλης από τους σταυροφόρους. Δεν ήταν δυνατόν, όμως, τόσοι λίγοι να αλλάξουν αυτό που όριζαν όλοι οι άλλοι.
Έτσι φτάσαμε στις παραμονές του τέλους, με την Κωνσταντινούπολη καθημαγμένη και με την εναπομένουσα άρχουσα τάξη να έχει χωριστεί σε δύο παρατάξεις που προσπαθούσαν να επιλέξουν επικυρίαρχο: τη Δύση ή τους Οθωμανούς. Στόχος ήταν να εξασφαλίσουν εκ των προτέρων την προνομιακή θέση του διαμεσολαβητή της ξένης εξουσίας, η οποία θα εγκαθιδρύετο σύντομα.
Κάποιοι βεβαίως θα ανακάλυπταν με φρίκη, όπως ο Μέγας Δουξ Λουκάς Νοταράς, ότι οι συμφωνίες με τον κατακτητή δεν είναι και τόσο εύκολο πράγμα… Ευτυχώς πάντως που για την αυλαία βρέθηκε ένας άνθρωπος με υψηλό αίσθημα χρέους, όπως ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος, ο οποίος με τη θυσία του τίμησε την ιστορία της άλλοτε κραταιάς αυτοκρατορίας.
Όλα αυτά βεβαίως θα έλεγε κανείς ότι είναι πράγματα μιας άλλης εποχής. Με κάποιο τρόπο όμως οι εποχές επαναλαμβάνονται, γιατί οι άνθρωποι δεν αλλάζουν. Για παράδειγμα θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι διαχρονικά οι ελληνικές ελίτ, εκτός από ορισμένες φωτεινές εξαιρέσεις, επέδειξαν την τάση να χρησιμοποιούν το κράτος όχι ως εργαλείο οικοδόμησης μιας ισχυρής και ευημερούσας χώρας, αλλά ως μέσο ικανοποίησης προσωπικών επιδιώξεων.
Στην προσπάθειά τους αυτή δεν δίστασαν ακόμη και να συγκρουστούν και να προκαλέσουν εθνικούς διχασμούς. Και όταν βέβαια τα θαλάσσωναν, όπως διαπιστώνουμε και στην εποχή μας, επιφύλασσαν για τον εαυτό τους τον ρόλο του διαμεσολαβητή των σχέσεων υποτέλειας με τον ξένο παράγοντα που σε τέτοιες περιπτώσεις αναπόφευκτα επιβάλλονται…
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.