Θησαυρόςανεξάντλητος
Ξ Α Ν Α , λοιπόν, όπως κάθε χρόνο, κάθε βράδυ στην εκκλησιά, με ανοικτό το Εγκόλπιο της Μεγάλης Εβδομάδας στις σελίδες όσων ψάλλονται: Ένα θησαυροφυλάκιο ανεξάντλητο. Με πλούτη αμύθητα κι ανυπολόγιστης αξίας πολύτιμους λίθους. Όσα πολλά κι αν παίρνεις απ’ αυτό, περισσότερα ανακαλύπτεις ότι έχει διαθέσιμα. Για να «κλέβει», να «υπεξαιρεί» και να τα «ιδιοποιείται» - και πολύ καλά κάνει - ο καθένας κι όλος ο κόσμος.
Θησαυρός γλώσσας, συν τοις άλλοις.
Ακούς με λίγη προσοχή τα Ευαγγέλια, ακροάζεσαι τα μελωδούμενα κι εντοπίζεις πλήθος ρήσεις και λέξεις της Μεγ. Βδομάδας που χρησιμοποιούνται, μετά από τόσους αιώνες, στον προφορικό και στον γραπτό λόγο, στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις.
Α Π Ε Ρ Α Ν Τ Η ομορφιά της Γλώσσας,
κορμός της μυσταγωγίας.
Πώς παρελαύνουν, κορδωτές καμαρωτές, πλήθος δοτικές. Συγκεντημένες με τις πιο όμορφες μετοχές. Και τα εξαίσια απαρέμφατα. Ένα αριστούργημα τέχνης, ονόματι «Μεγάλη Εβδομάδα και Ελληνική Γλώσσα»; Απ’ το οποίο διαρκώς τσιμπολογάμε, αιώνες τώρα, για ν’ αρδεύουμε την καθ’ ημέραν καθομιλουμένη. Από το «δεύρο έξω», το Σάββατο του Λαζάρου, ως το «βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων» του Θωμά, την Κυριακή της Λαμπρής.
Μ Ι Κ Ρ Ο δείγμα συλλογής:
Εκτός νυμφώνος…
Μωραί παρθένοι...
Κύμβαλα αλαλάζοντα...
Πριν αλέκτωρ φωνήσει...
Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι...
Πρόβατον επί σφαγήν...
Εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης...
Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι...
Μνήσθητί μου Κύριε...
Επί ξύλου κρεμάμενος...
Άρον – άρον...
Το φιλί του Ιούδα...
Τα τριάκοντα αργύρια...
Η κουστωδία...
Το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής...
Τι χρείαν έχομεν μαρτύρων...
Ούκ οίδα τον άνθρωπον...
Καθάπερ ο Ιούδας...
Ήγγικεν η ώρα…
Η εν πολλαίς αμαρτίαις...
Αντί του μάννα χολήν...
Αποσυνάγωγος…
Ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί...
Προς το θεαθήναι...
Διϋλίζοντες τον κώνωπα την δε κάμηλον καταπίνοντες...
Υποπόδιον των ποδών…
Κρανίου τόπος…
Εκ δεξιών και εξ ευωνύμων…
Όφεις γεννήματα εχιδνών...
Ένιψεν τας χείρας του…
Έσχισε τα ιμάτιά του…
Π Ι Τ Σ Ι Ρ Ι Κ Α Σ άκουγε την ώρα της Σταύρωσης που έψαλλαν, «λόγχη εκεντήθη ο Υιός της Παρθένου». Ακροαζόταν στο Ευαγγέλιο και για τον «κεντυρίωνα». Και νόμιζε, από το «κεντ», ότι ήταν ο λογχοφόρος που κέντησε την πλευρά του Εσταυρωμένου. Χρειάστηκε να μεγαλώσει, να μάθει να διαβάζει τη Σύνοψη, για να προσέξει ότι το «ντυ» του «κεντυρίωνα» ήταν με ύψιλον κι όχι με το ήτα του «εκεντήθη». Κι ότι κεντυρίων είναι λατινιστί centurio ο εκατόνταρχος αξιωματικός της ρωμαϊκής κουστωδίας κι η λέξη σχετίζεται ακόμα και με τα… «σεντ» cent (εκατοστά) του νυν νομίσματος. Την δε Μεγάλη Παρασκευή, στα Εγκώμια, το «έαρ» του «ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατον μου τέκνον», δεν έχει σχέση με τα… αίαρκκοντισιον ούτε με τις… αίαργουεις, αλλ’ ότι, έαρ είναι η αρχαία ελληνική λέξη για την άνοιξη. Γι’ αυτό κι η Ανάσταση είναι πάντα και εαρινό ανεξάντλητο θησαυροφυλάκιο με πολύ πιο πολύτιμους από τους γλωσσικούς, βέβαια, θησαυρούς.
Κ α λ ή ν Ανάστασιν.
ΛΑΖΑΡΟΣ Α. ΜΑΥΡΟΣ
ΠΗΓΗ:
Λάζαρος Μαύρος
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.