Του Κώστα Σαμάντη από την Ρήξη φ. 150
Ο Αντόν Τσέχωφ είναι μία από τις σημαντικότερες αναφορές στην παγκόσμια θεατρική δραματουργία. Για αυτό εξάλλου τα έργα του επανέρχονται, ξανά και ξανά, στις θεατρικές σκηνές της υφηλίου. Τα έργα του αποτελούν ηθογραφία της αριστοκρατικής κυρίως τάξης στην προεπαναστατική Ρωσία. Η εμβριθής ματιά του διεισδύει στα πάθη και στις αντιφάσεις που την διαπερνούν κατορθώνοντας έτσι να ξεπεράσει το απλό και περιγραφικό επίπεδο και να εισέλθει σε ένα άλλο, αυτό της υπόγειας κριτικής. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να πούμε ότι το έργο του είναι προφητικό, μιας και ουσιαστικά προαναγγέλλει τον άνεμο της αλλαγής που έμελλε να σαρώσει την τσαρική Ρωσία τις σημαδιακές χρονιές του 1905 και του 1917. Άνθρωπος ανοιχτών οριζόντων όσο και προοδευτικός, δεν δίστασε να διαφωνήσει με το πνευματικό κατεστημένο της χώρας του. Η παραίτησή του το 1902, από την Ακαδημία των Τεχνών για τη μη αποδοχή εκ μέρους της του Μαξίμ Γκόργκι στους κόλπους της, ήταν μια τέτοια έκφραση διαφωνίας. Λίγο πριν τον θάνατό του, το 1904, θα γράψει το τελευταίο του έργο, τον γνωστό πλέον «Βυσσινόκηπο».
Στο συγκεκριμένο έργο καταγράφεται η αριστοκρατική τάξη της εποχής του, η οποία έχει χάσει πλέον κάθε επαφή με την πραγματικότητα. Η εδώ και καιρό κατάργηση της δουλοπαροικίας έχει ήδη βάλει τα θεμέλια για την αποδόμηση του συστήματος πάνω στο οποίο εδραζόταν η ύπαρξή της. Η ίδια παραμένει προσκολλημένη στην παρασιτική φύση της και προσπαθεί να διατηρήσει τα, οικονομικής κυρίως φύσεως, προνόμιά της, ακόμη και όταν έχει πλέον μπει σε μια διαδικασία παρακμής και πτώσης.
Η απεγνωσμένη προσπάθεια να διατηρήσει το επίπεδο πολυτελούς διαβίωσης που είχε μέχρι πρότινος, σε συνδυασμό με την ανικανότητά της να συμμετάσχει στην παραγωγική διαδικασία, την έχει οδηγήσει να βυθίζεται ολοένα και περισσότερο σε τεράστια χρέη. Κεντρικός άξονας του Βυσσινόκηπου είναι ο Λοπάχιν, γιος δουλοπάροικου, ελεύθερος όμως ο ίδιος, ο οποίος έχει αντιληφθεί προς τα πού φυσάει ο άνεμος. Με σκληρή δουλειά και εκμεταλλευόμενος την αλλαγή του σκηνικού, έχει κατορθώσει, σιγά-σιγά και με επιμονή, να αρθρώσει μια στέρεα επαγγελματική φυσιογνωμία. Οι συναισθηματικοί δεσμοί που τον συνδέουν με την οικογένεια, που έχει στην ιδιοκτησία της τον Βυσσινόκηπο, τον οδηγεί στο να τους προτείνει τρόπους διατήρησης της ιδιοκτησίας τους, του εμβληματικού κτήματος. Φευ! Η αριστοκρατική οικογένεια αδυνατεί να συνειδητοποιήσει την ανάγκη προσαρμογής που επιβάλλουν οι καιροί και ο Βυσσινόκηπος θα βγει αναπόφευκτα σε πλειστηριασμό. Ο Λοπάχιν θα πλειοδοτήσει, θα τον πάρει στα χέρια του και θα τον τεμαχίσει κυριολεκτικά. Στη θέση του θα αναγερθούν κατοικίες, στο πλαίσιο του οικονομικού μοντέλου που αναδύεται γύρω του. Ως άνθρωπος που αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα του εκσυγχρονισμού και της προσαρμογής, είναι αυτός που θα προχωρήσει.
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης είναι πλέον ένας καταξιωμένος θεατρικός σκηνοθέτης. Η επιλογή που έκανε με τον Βυσσινόκηπο δεν είναι μια απλή προσφυγή στο κλασικό ρεπερτόριο. Στο ανέβασμά του εμπεριέχεται το κωμικό στοιχείο που, κατά δήλωση του ίδιου του Τσέχωφ, διατρέχει τα έργα του. Έτσι η πρότασή του διαφοροποιείται από τις δραματικές παραστάσεις που έχουν ανέβει τα τελευταία χρόνια και οι οποίες έχουν χαρακτηρίσει, τον Τσέχωφ, δραματικό συγγραφέα. Με τον τρόπο αυτό το έργο αποκτά μια δροσερή, ανάλαφρη, αλλά ουδόλως επιπόλαια χροιά. Η δραματικότητα της περίπτωσης ελλοχεύει, δεν είναι όμως κυρίαρχη. Ουσιαστικό επίσης είναι ότι, όπως ο σκηνοθέτης έχει αναφέρει, το συγκεκριμένο έργο μπορεί κάλλιστα να εναρμονιστεί με όσα συμβαίνουν στη χώρα μας τον καιρό των μνημονίων, από το 2010 δηλαδή και μετά. Από τη μια υπάρχει η άρνηση της ουσιαστικής συνειδητοποίησης ότι, το παρασιτικό οικονομικό μοντέλο των προηγούμενων δεκαετιών, έχει πλέον παρέλθει οριστικά και, από την άλλη, το ότι το ξεπέρασμα αυτού του παρασιτισμού επιβάλλει ένα νέο οικονομικό μοντέλο, προσαρμοσμένο στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της περιόδου. Για αυτό ίσως θα έπρεπε η σύνδεση με το σήμερα να ήταν πιο εμφανής στην πρόταση την οποία κατέθεσε. Η παράσταση, πέρα από κάποια έξυπνα, διακριτικά όμως, σκηνοθετικά ευρήματα, παραμένει στο πλαίσιο ενός «κανονιστικού» ανεβάσματος.
Η σκηνοθετική διεύθυνση του έμψυχου υλικού αποδίδει τα μάλα. Ανάμεσα στους ηθοποιούς ξεχωρίζει η Θέμις Μπαζάκα σε έναν τελείως διαφορετικό ρόλο από αυτόν που την έχουμε συνηθίσει, στον ρόλο της ανέμελης κτηματία Λιουμπόφ. Κυρίως όμως αυτός ο οποίος παραδίδει μαθήματα είναι ο Δημήτρης Λιγνάδης στον ρόλο του Λοπάχιν. Το παίξιμό του ξεχειλίζει όχι μόνο από την πλήρη κατανόηση του ρόλου του, αλλά πολύ περισσότερο από τη βαθιά θεατρική παιδεία που κουβαλά. Ο Λιγνάδης δεν είναι απλώς ένας πολύ καλός ηθοποιός και σκηνοθέτης. Πολύ περισσότερο είναι ένας βαθύς γνώστης της θεατρικής παιδείας όσο λίγοι στη χώρα μας. Αρκετά καλοί και οι υπόλοιποι ηθοποιοί στους επιμέρους ρόλους τους.
Η σκηνοθετική διευθέτηση του χώρου εκμεταλλεύεται πλήρως τις δυνατότητες που προσφέρονται, καταλήγοντας σε μία δίχως ψεγάδια θεατρική παράσταση. Καλοί και ουσιαστικοί, συμβάλλοντας στην επιτυχία της παράστασης, οι φωτισμοί, αλλά και η μουσική. Όπως όμως προαναφέραμε, το κερασάκι που θα την απογείωνε είναι η εμφανής σύνδεσή του με τα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Είναι αυτό που θα τη χαρακτήριζε ως σημείο αναφοράς της περιόδου.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Μετάφραση: Μαρίσσα Τριανταφυλλίδη
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή
Κοστούμια: Μαρία Κοντοδήμα
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έλενα Σκουλά, Μανώλης Δούνιας
Βοηθός Σκηνογράφου: Γιώργος Θεοδοσίου
Παίζουν: Θέμις Μπαζάκα, Δημήτρης Λιγνάδης, Κόρα Καρβούνη, Αθηνά Μαξίμου, Γιάννης Κότσιφας, Σίσσυ Τουμάση, Γιώργος Μπινιάρης, Γιάννης Στόλας, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Γιάννης Γιαννούλης, Τάσος Δημητρόπουλος, Γεωργιάννα Νταλάρα.
ΠΗΓΗ: http://ardin-rixi.gr/archives/211219
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.