Γράφει ο Γιώργος Λυκοκάπης –
Ο Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε να προκαλέσει μεγάλο εκνευρισμό στην Κίνα τον Δεκέμβριο του 2016, μόλις λίγες μέρες πριν ορκιστεί Πρόεδρος. Η τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με την πρόεδρο της Ταϊβάν ήταν για το Πεκίνο «μία μικροπρεπής ενέργεια«. Ο Τραμπ ήταν ο πρώτος εκλεγμένος Πρόεδρος που είχε επαφή με ηγέτη της Ταϊβάν, τη νήσο όπου κατέφυγαν οι ηττημένες εθνικιστικές δυνάμεις του κινεζικού εμφυλίου.
Οι ΗΠΑ δεν έχουν αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Ταϊβάν, αν και της προμηθεύουν οπλισμό. Δεν συζητείται αυτό το ενδεχόμενο, ειδικά μετά την σινοαμερικανική προσέγγιση που ξεκίνησε ο Ρίτσαρντ Νίξον. Ο αρχιτέκτονας της ιστορικής προσέγγισης Ουάσιγκτον-Πεκίνου ήταν ο γκουρού της αμερικανικής διπλωματίας, ο Χένρι Κίσσινγκερ. Για τον πρώην υπουργό Εξωτερικών, ο μεγάλος εχθρός των ΗΠΑ ήταν η ΕΣΣΔ, όχι η Κίνα του Μάο. Αυτή ήταν η θέση όλων των αμερικανικών κυβερνήσεων που ακολούθησαν μετά την παραίτηση του Νίξον.
Οι σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας δεν χάλασαν ούτε μετά την σφαγή των Κινέζων φοιτητών στην πλατεία της Τιεν-Αν-Μεν το 1989. Ο διάδοχος του Μάο, ο Ντεγκ Χσιάο Πινγκ, ήταν πρόθυμος για φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, αλλά όχι στο πολιτικό σύστημα. Το κινέζικο καθεστώς δεν είχε την τύχη των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης. Αντιθέτως, εξελίχθηκε σε μία οικονομική υπερδύναμη, ικανή να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ.
Ο Πρόεδρος Τραμπ προσπάθησε να αντιστρέψει την στρατηγική του Κίσσινγκερ. Απειράθηκε στην αρχή της θητείας του να προσεταιριστεί την Ρωσία του Πούτιν, στοχοποιώντας προεκλογικά την Κίνα. Η εμπλοκή συνεργατών του στο Russiagate και η αυξανόμενη σύμπραξη Μόσχας-Πεκίνου οδήγησαν την φιλόδοξη στρατηγική του μεγιστάνα σε αποτυχία. Ως Πρόεδρος αποφάσισε εν τέλει να συνεχίσει την αντιρωσική πολιτική των προκατόχων του. Παρόλα αυτά προτεραιότητά του παραμένει η αντιμετώπιση της αυξανόμενης ισχύος της Κίνας, όπως έδειξαν οι τελευταίες εξελίξεις.
Ο Τραμπ «απασφάλισε» έναντι του Πεκίνου
Στις 17 Μαρτίου ο Τραμπ επικύρωσε νομοσχέδιο που προβλέπει στενότερους δεσμούς μεταξύ των ΗΠΑ και της Ταϊβάν. Το Πεκίνο ανέδρασε οργισμένα, μιας και βλέπει ένα ρήγμα στην θεμελιώδη αρχή των σινοαμερικανικών σχέσεων: στην αρχή της «ενιαίας Κίνας», όπως εκφράστηκε το 1979 από τον Πρόεδρο Κάρτερ και όλους τους διαδόχους του. Οι Κινέζοι βλέπουν με ανησυχία πως ο Τραμπ δεν μένει πιστός σ’ αυτή την παράδοση. Οι φόβοι τους επιβεβαιώθηκαν πέντε μέρες αργότερα, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε την έναρξη οικονομικού πολέμου εναντίον τους.
Ο μεγιστάνας αγνόησε τις εκκλήσεις μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και ψήφισε την Πέμπτη την επιβολή δασμών ύψους 60 δισ έναντι εισαγόμενων κινεζικών προϊόντων. Είναι αλήθεια πως το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ έναντι της Κίνας είναι θηριώδες, έχει φτάσει τα 500 δισ δολάρια. Το βαθύτερο κίνητρο για την απόφαση του Τραμπ να ξεκινήσει οικονομικό πόλεμο εναντίον της Κίνας δεν αφορά τους οικονομικούς δείκτες. Η αμερικανική κυβέρνηση κατηγορεί την Κίνα για «κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας» και για πρακτικές «εξαναγκαστικής μεταφοράς τεχνολογίας«.
Αναφέρεται κυρίως στην πάγια πρακτική του Πεκίνου να απαιτεί από τις αμερικανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κίνα, να δημιουργούν κοινοπραξία με εγχώριες επιχειρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο η Κίνα «υποκλέπτει» την τεχνογνωσία των ΗΠΑ αλλά και των υπόλοιπων χωρών που δραστηριοποιούνται στην ασιατική χώρα. Γι’ αυτό ο Τραμπ επικαλέστηκε λόγους εθνικής ασφάλειας στην απόφαση του να αποτρέψει την εξαγορά του αμερικανικού κολοσσού Qualcomm από μία εταιρεία της Σιγκαπούρης που έχει στενές διασυνδέσεις με την κινεζική Huawei.
Υπολογίσιμος αντίπαλος
Η αμερικανική κυβέρνηση αποφάσισε να εξαιρέσει προσωρινά τις χώρες της ΕΕ από την επιβολή δασμών. Η Ουάσιγκτον θέλει να αποφύγει να ανοίξει πολλά μέτωπα. Θέλει να εστιάσει στο μέτωπο με το Πεκίνο. Επιδιώκει, άλλωστε, να εκμεταλλευτεί τις αυξανόμενες ενστάσεις που έχουν πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για τις οικονομικές πρακτικές της Κίνας. Πολλοί στην Γερμανία συζητούν ότι πίσω από την εξαγορά μεριδίου της Daimler από κινεζική εταιρεία κρύβεται σχέδιο της κινεζικής κυβέρνησης για «υποκλοπή» γερμανικής τεχνογνωσίας.
Ο Τραμπ δεν θεωρεί την ΕΕ υπολογίσιμο αντίπαλο. Πράγματι, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος μίας αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ. Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τον Πρόεδρο της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, η σκέψη του οποίου εντάχθηκε στην χάρτα του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Μόνο ο Μάο Τσε Τουνγκ τιμήθηκε με αυτό τον τρόπο, ενώ ήταν ακόμα εν ζωή.
Ο «σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά» του Σι Τζινπίνγκ περιλαμβάνει μία δυναμική εκστρατεία κατά της διαφθοράς, υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και διεύρυνση της εξουσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο κινεζικός εθνικισμός έχει υποσκελίσει τον επαναστατικό σοσιαλισμό και ο Κομφούκιος τον Μαρξ. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν ημερομηνία λήξης, όχι ο Σι Tζινπίνγκ. Η κινεζική Εθνοσυνέλευση κατάργησε το όριο των δύο προεδρικών θητειών, επιτρέποντας στον Σι Τζινπίνγκ να παραμείνει Πρόεδρος ακόμα και μετά το 2023.
Ο καλύτερος μαθητής της παγκοσμιοποίησης
Είναι φανερό πως η Κίνα δεν επιθυμεί έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ. Το Πεκίνο, έναντι των δασμών-μαμούθ του Τραμπ, ανακοίνωσε δασμούς μόλις τριών δισ σε 128 αμερικανικά προϊόντα. Οι δασμοί αυτοί περιλαμβάνουν κυρίως γεωργικά προϊόντα. Δεν έχουν την ίδια βαρύτητα με τους δασμούς που επέβαλε η Ουάσιγκτον, οι οποίοι αφορούν κινεζικά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας.
Η στάση του Πεκίνου είναι για την ώρα συγκρατημένη. Ο Κινέζος Πρόεδρος εκφώνησε ομιλία στην κινεζική Εθνοσυνέλευση με πολλές προειδοποιητικές βολές έναντι της Ταϊβάν. Μίλησε υπέρ της ενότητας της Κίνας, χωρίς όμως εθνικιστικές ακρότητες. Μοιάζει ειρωνικό, αλλά είναι η κομμουνιστική Κίνα που εμφανίζεται ως θιασώτης του ελεύθερου εμπορίου και της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Οι ΗΠΑ, η «μητρόπολη» του καπιταλισμού, στρέφονται στον προστατευτισμό.
Η Κίνα είναι αυταρχικό καθεστώς που έχει σημαντικές εδαφικές διενέξεις με όλους τους γείτονες της, ακόμα και με το κομμουνιστικό Βιετνάμ. Είναι ο μεγαλύτερος υποστηρικτής του καθεστώτος της Βορείου Κορέας. Επομένως οι ισχυρισμοί του Τραμπ περί «κινεζικής απειλής» δεν είναι είναι εντελώς αβάσιμοι. Η «αχίλλειος πτέρνα» των ΗΠΑ είναι η μεγάλη οικονομική εξάρτηση που έχουν από την Κίνα.
«Η παγίδα του Θουκυδίδη»
Το Πεκίνο είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής της Ουάσιγκτον, κατέχοντας το μεγαλύτερο ποσοστό του αμερικανού χρέους! Σημαντικό μέρος του οικονομικού πλεονάσματος της Κίνας πηγαίνει σε αμερικανικά ομόλογα, χρηματοδοτώντας ουσιαστικά το έλλειμμα των ΗΠΑ. Η αντιπαράθεση Κίνας-ΗΠΑ θα φτάσει στα άκρα μόνο εάν ο Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ αποφασίσει να σταματήσει την αγορά αμερικανικού χρέους.
Σε αυτό το ενδεχόμενο Ουάσιγκτον και Πεκίνο θα πέσουν στην «παγίδα του Θουκυδίδη», όπως έχει υποστηρίξει ο ιστορικός Γκράχαμ Άλισον. Η αυξανόμενη ισχύς μίας ανερχόμενης δύναμης, της Αθήνας, είχε προκαλέσει την αντίδραση της Σπάρτης, της τότε καθεστηκυίας δύναμης. Ο Άλισον υποστηρίζει πως οι ΗΠΑ, η υπερδύναμη του παγκόσμιου κατεστημένου, θα αναγκαστούν να αντιδράσουν με πόλεμο στην αυξανόμενη ισχύ της Κίνας.
Ευτυχώς για την παγκόσμια ειρήνη ο Πρόεδρος Τζινπίνγκ μοιάζει να αντιδρά με σύνεση και ψυχραιμία. Για την ιστορία, ο στρατηγός Χέρμπερτ Μακ Μάστερ, που απομακρύνθηκε από Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, ήταν φανατικός αναγνώστης του αρχαίου Έλληνα ιστορικού. Το ίδιο και ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Τζέϊμς Μάτις, ο οποίος παραμένει στο πόστο του.
ΠΗΓΗ: https://slpress.gr
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.