Πίνακας του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη
Από το Χρονικό 1940-1944 των Α. και Κ. Κύρου:
Το παρακάτω περιστατικό έγινε στις 29 Οκτωβρίου 1941:
Πενήντα ή εξήντα ανάπηροι, με τα πόδια ή τα χέρια κομμένα, άλλοι με τα καροτσάκια των και άλλοι με τις πατερίτσες των, ενεφανίσθησαν εμπρός εις το Μνημείον του Αγνώστου Στρατιώτου. Οι καραμπινιέροι, οι οποίοι εφρουρούσαν ακόμη εκεί, απεπειράθησαν εις την αρχήν να τους εμποδίσουν. Αλλ’ ήτο τόσον επιτακτική και περιφρονητική η χειρονομία, με την οποίαν οι επικεφαλής ανάπηροι τους διέταξαν -ναι, τους διέταξαν!- να παραμερίσουν, ώστε υπεχώρησαν και τους άφησαν να περάσουν.
Οι ανάπηροι εσχημάτισαν ημικύκλιον γύρω από το Μνημείον και τρεις επροχώρησαν διά να καταθέσουν ένα απέριττον δάφνινον στέφανον. Ο ένας εκ των τριών αναπήρων, που μόλις κατώρθωνε να βαδίση με τα «ξυλοπόδαρά» του, εστάθη εις προσοχήν και είπε:
«Νεκροί ήρωες, αδέλφια μας,
Έχουμε πολλά να σας πούμε. Αλλά καταλαβαίνετε ότι, με τις σημερινές συνθήκες, αυτά που θέλουμε να σας πούμε δεν μπορούμε να τα πούμε δυνατά. Εσείς, όμως, δεν έχετε ανάγκη από φωνές και λόγια για να μας καταλάβετε… Ακούστε τι έχουμε να σας πούμε:…»
Εδώ εσώπασε διά δύο λεπτά. Και μία νεκρική σιγή επεκράτησε κατά την συνταρακτικήν αυτήν σκηνήν.
«Τώρα, σας είπαμε ό,τι θέλαμε να μάθετε. Είμαστε βέβαιοι, ότι μας νοιώσατε».
Ποτέ άλλοτε δεν ελέχθησαν ωραιότερα λόγια ενώπιον του Εθνικού Μνημείου, από εκείνα που δεν ήκουσαν αυτιά θνητών το πρωινό της 29ης Οκτωβρίου 1941…
από το βιβλίο «ΧΡΟΝΙΚΟΝ 1940-1944, ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΤΙΣ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΙΟΔΟΣΙΑ»
«από τις προσωπικές σημειώσεις των δημοσιογράφων Αχιλλέως και Κύρου Αδ. Κύρου»
”25η Μαρτίου 1942″ από τον Γ. Καφταντζή
Ο Γιώργος Καφταντζής διηγείται τι συνέβη στη δοξολογία που έγινε στην Αγία Σοφία της Θεσσαλονίκης στις 25 Μαρτίου του 1942:
Η 25 Μαρτίου 1942 ήταν μια παγωμένη μέρα με δυνατό βαρδάρη. Αποβραδίς πολλά συνεργεία του ΕΑΜΝ έγραψαν συνθήματα στους τοίχους και κατέθεσαν λουλούδια στα ηρώα της Θεσσαλονίκης. Και την άλλη μέρα το πρωί οι φοιτητές συγκεντρώθηκαν στην Αγια Σοφιά, που οι πληγές της απ’ το βομβαρδισμό των Ιταλών ήταν ανοιχτές ακόμα. Στη δοξολογία χοροστατούσε ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γεννάδιος, μα δεν είπε λέξη ως το τέλος για τη μεγαλύτερη εθνική γιορτή του σύγχρονου ελληνισμού. Μόλις όμως ειπώθηκε το “δι’ ευχών” της απολύσεως, ένας φοιτητής φώναξε δυνατά μέσα απ’ το πλήθος: “Ζήτω η Ελλάδα!” Η συγκλονιστική εντύπωση της κραυγής εκείνης κάτω απ’ τους αυστηρούς θόλους της αρχαίας εκκλησίας ήταν σαν αστραπόβροντο σε αίθριο ουρανό. Αμέσως μια δεύτερη φοιτητική φωνή ακούστηκε το ίδιο καθάρια και ζεστή: “Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα!” και τότε όλο το εκκλησίασμα σαν ηλεκτρισμένο επανέλαβε ένα μυριόστομο “Ζήτω!” που έκανε να ταραχτεί παράξενα η εκκλησία. Πολλοί κλαίγανε, άλλοι δάγκαναν τα χείλια να μη δακρύσουν, μερικοί σφίγγανε τις γροθιές.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΦΤΑΝΤΖΗΣ “ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ” Εκδόσεις ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ
από τα Τετράδια Ημερολογίου του Γιώργου Θεοτοκά:
22 Νοεμβρίου 1941
Το θέαμα ανθρώπων που πέφτουν στο δρόμο από την πείνα έχει γίνει κάτι απλό, καθημερινό. Μερικοί στέκουνται, προσπαθούν να βοηθήσουν με κάτι φαγώσιμα ή με λίγα χρήματα, ξέροντας πόσο ασήμαντη είναι η βοήθειά τους. Οι περισσότεροι κάνουν πως δε βλέπουν. Με τι εκπληκτική ευκολία γίναμε αναίσθητοι!
Σε ορισμένες στιγμές νιώθω τόση ντροπή, σα να ήμουνα εγώ ο υπεύθυνος για ό,τι συμβαίνει.
4 Δεκεμβρίου 1941
Χειμώνας δυνατός και πρόωρος.
Η πείνα έχει απλώσει τη φοβερή σκιά της παντού.
Η Αθήνα γίνεται ένας τόπος φρίκης.
Στην οδό Κηφισίας, στην οδό Σταδίου, στην οδό Πανεπιστημίου άνθρωποι πέφτουν αναίσθητοι από την πείνα.
Το κάρο που κουβαλά τους πεθαμένους.
1943
Γενικά το πλήθος έδειξε συμπόνια και συμπάθεια στους Ιταλούς και προσπάθησε να τους βοηθήσεις, δίνοντάς τους ρούχα πολιτικά και, σε πολλές περιπτώσεις, κρύβοντάς τους όπως έκρυβε στα 1941 τους Άγγλους για να μην τους πιάσουν οι Γερμανοί. Είναι παράξενος λαός οι συμπατριώτες μου, με αντιδράσεις απροσδόκητες και, όπως είδαμε τόσες φορές τα τελευταία χρόνια, μ’ ένα βάθος ανθρωπισμού εξαιρετικού. Ενώ, δυο χρόνια τώρα, όλος ο πληθυσμός βυσσοδομούσε εναντίον των Ιταλών και απειλούσε πως, όταν θα φεύγουν θα τους κάνει και θα τους δείξει, ξαφνικά, μόλις τους είδε πεσμένους, τους λυπήθηκε. Κανέναν δεν πείραξε και ίσια – ίσια τους βοηθεί με κάθε τρόπο, θαρρείς πως μόλις καταθέσανε τα όπλα και διαλύθηκε ανάμεσα σ’ αυτούς και σ’ εμάς η ατμόσφαιρα του πολέμου, ξαναήρθε αυτόματα στην επιφάνεια κάποια κρυμμένη αλληλεγγύη προς τους «ανθρώπους που μας μοιάζουν».
Ίσως πάλι, κατά πρώτο λόγο, είναι η απλή αλληλεγγύη ανθρώπου προς άνθρωπο, προς τον εχθρό που, πέφτοντας, ξαφνικά ξαναγίνεται «άνθρωπος».
Χαίρουμαι γι’ αυτό που σημειώνω. Είναι κάτι πολύτιμο. Φανερώνει πως η ηθική ζωή αυτού του λαού έχει ορισμένες γερές βάσεις, πως τα βαθύτερα ένστικτά του είναι καλά.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ «ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ»
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
http://teleytaiaexodos.blogspot.gr/2017/10/1940-1944.html
ΠΗΓΗ:http://protagorasnews.blogspot.gr/2017/10/1940-1944.html
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.