Τούτη την περίοδο που ο Λόγος του επικεφαλής της Εκκλησίας των Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών, ολοένα και περισσότερο απομακρύνεται από το ευαγγελικό «αγαπάτε αλλήλους» και συμπορεύεται με τις πιο ακραίες φωνές ενός «εθνοφυλετισμού» - που ήδη από τον 19ο αιώνα έχει καταδικάσει η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου - εμείς ας θυμηθούμε έναν διαφορετικό και σπάνιο είδος κληρικού της Ελλαδικής Εκκλησίας, εκείνο του παπά Γιώργη Πυρουνάκη.
Λόγω της φύσης του ένθετου που υπηρετούμε και μέσα από αυτές τις ιστορικές σελίδες, δεν θα σταθούμε αναλυτικά στις Θέσεις και την ανειρήνευτη Στάση του, απέναντι στην ιεραρχία της Εκκλησίας, όσο επίκαιρες κι αν είναι ιδιαίτερα σήμερα: για το σταμάτημα του βυζαντινού κατάλοιπου της «συναλληλίας» δηλαδή τον πλήρη χωρισμό εκκλησίας και κράτους, την αντίθεσή του στην έννοια της «εθνικής εκκλησίας» και την απορρέουσα απ« αυτήν ταύτιση ελληνισμού και χριστιανισμού, μέσω του ιδεολογήματος περί »ελληνοχριστιανικού πολιτισμού«, την αντίθεση του με την ανάρτηση τις τελευταίες δεκαετίες στους ναούς της βυζαντινής σημαίας, τον συνεχή αγώνα του εναντίον της εξουσιαστικής ιεραρχικής δομής της εκκλησίας, την πρόταση του για εκλογή των Κληρικών και των Επισκόπων και όχι των »Δεσποτάδων« - όπως τόνιζε την ουσιαστική διαφορά του νοήματος των λέξεων - από λαϊκό - κληρικές τοπικές συνελεύσεις, τους γάμους των κληρικών όλων των βαθμίδων, την αντικατάσταση των χρυσοποίκιλτων αμφίων και της επιδεικτικής πολυτέλειας με απλά λευκά ράσα όπως στις απαρχές του χριστιανισμού, την καθιέρωση της γιορτής του »Εργάτη Χριστού«, την θέση του για την απόδοση των Ευαγγελίων στη Δημοτική, την αντίθεσή του με τις παρεκκλησιαστικές Οργανώσεις και το ρεύμα των »νεορθόδοξων«, που του στοίχισαν συνεχείς εκκλησιαστικές διώξεις και μεταθέσεις, μέχρι την τιμωρία του »μικρού αφορισμού της ακοινωνησίας« για δύο χρόνια, γιατί τόλμησε να αποδεχθεί την συμμετοχή του στο Δ.Σ. του Οργανισμού Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας του Υπουργείου Παιδείας. «για να βοηθήσει - όπως έγραφε - την Εκκλησία να απεμπλακεί απ» ότι την καθηλώνει, τον πλουτισμό και το έλλειμμα συνοδοικότητας...» μια που θεωρούσε την εκκλησιαστική περιουσία ως αμάρτημα...
Θα σταθούμε όμως «στο μεγαλύτερο απ» όλα τα πάθη του, την λατρεία για την Παιδεία" - όπως ανέφερε την μέρα του θανάτου του ο Στέφανος Ληναίος - και την άπειρη αγάπη του προς τους νέους και ιδιαίτερα του εργαζόμενους, όπως προσθέτουμε εμείς.
Στους νέους άλλωστε αφιέρωσε όχι μόνο ένα του βιβλίο μέσα στη Δικτατορία και μεγάλο μέρος των γραπτών του, αλλά και την ζωή του όλη, από τα φοιτητικά του χρόνια και στη συνέχεια ως Καθηγητής της Μέσης Εκπαίδευσης και πριν και μετά την χειροτονία ως κληρικού, μέχρι την παύση του «ως επικινδυνότερου των κομμουνιστών» από την Χούντα στα 1968.
Μια που το λειτούργημα του εκπαιδευτικού ο Πυρουνάκης, ποτέ δεν το είδε να εξαντλείται μέσα στην σχολική αίθουσα, αντίθετα ως ενεργός πολίτης και ευαίσθητος δέκτης των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων, πάντα το προσλάμβανε μέσα στην κοινωνική δράση και προσφορά, στενά συναρτημένο με τα πολιτιστικά δρώμενα καθώς και την ζωή των νέων στη φύση.
Άλλωστε κιόλας από φοιτητής - μπήκε στη Θεολογική του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1928 - πρωτοστατεί στην ίδρυση στα 1929 στον Πειραιά του «Συνδέσμου Ελλήνων Νέων» «για να μπορούν οι νέοι να πουν τον λόγο τους...», ενώ την επόμενη χρονιά ως εισηγητής στο «Α Πανελλήνιο Συνέδριο Προστασίας της Μητρότητας και Παιδικών Ηλικιών» ανέπτυξε το θέμα «το εργαζόμενο παιδί» χαρακτηρίζοντας τους εργαζόμενους νέους διαμάντια μέσα στη λάσπη, που πρέπει να τα βοηθήσουμε να δείξουν όλη τη λάμψη τους»! Την επόμενη χρονιά συμμετείχε ενεργά στις φοιτητικές κινητοποιήσεις για την Κύπρο όπου χτυπιέται άγρια από την αστυνομία και τραυματίζετε στο κεφάλι. Τον Οκτώβριο του 1932 με πρωτοβουλία του ιδρύεται στον Πειραιά το Σωματείο «Φιλική Εταιρεία Νέων». Σωματείο σκάνδαλο για την εποχή γιατί σ' αυτό συμμετέχουν αδιακρίτως φύλου φοιτητές και φοιτήτριες, γεγονός που προκάλεσε καταγγελίες συντηρητικών κύκλων που έφτασαν μέχρι τα δικαστήρια.
Εντωμεταξύ διορίζετε καθηγητής στη «Δημόσια Σιβιτανίδειο Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων», όπου διδάσκει Θρησκευτικά. Ελληνικά και Ηθική Αγωγή. Παράλληλα πραγματοποιεί το άλλο του πάθος, την επαφή με τη φύση, δημιουργώντας τις πρώτες, μικτές μάλιστα, κατασκηνώσεις για εργαζόμενα παιδιά στο Πέραμα. Στην κατασκήνωση τον βρίσκει και η επιβολή της Δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, αμέσως συγκεντρώνει τα παιδιά τα ενημερώνει για τις εξελίξεις, τονίζοντας τους ότι η ομιλία του της προηγούμενης μέρας που αφορούσε την έννοια της Δημοκρατίας παραμένει επίκαιρη, ιδιαίτερα στις συνθήκες της νέας κατάστασης!
Όπως ήταν φυσικό αυτή του η στάση, που προφανώς δεν εξαντλείτε σε μια απλή προτροπή υπέρ της Δημοκρατίας, οδηγεί σε... «συστάσεις» από την ασφάλεια, οι οποίες γρήγορα μετατρέπονται σε απειλές ακόμη και από τον ίδιο τον Δικτάτορα που τον καλεί και του φωνάζει «Πως τολμήσατε να παραβείτε τους νόμους του κράτους μου;», «Ξεχνάτε ότι μπορώ αυτή η στιγμή να διατάξω την εκτόπισή σας ή την φυλάκισή σας;» «Που είναι το πνεύμα της 4ης Αυγούστου στα όσα δημιουργείτε και κάνετε;» «δεν το σκεφτήκατε καλά διότι υπάρχει και η Ανάφη». Παρ' όλη την αδιάλλακτη στάση του Πυρουνάκη και την άρνησή του να ενταχθεί στην ΕΟΝ μετά δύο χρόνια η κόρη του Δικτάτορα, τον καλεί να αναλάβει ιδιαίτερο ρόλο σ« αυτήν. Η άρνηση του και πάλι είχε ως συνέπεια το καθεστώς να διαλύσει την »Φιλική Εταιρεία" και να παύσει τις κατασκηνώσεις του.
Στο διάστημα πάντως αυτό ο Πυρουνάκης κατόρθωσε να δημιουργήσει το πρώτο Νυκτερινό Γυμνάσιο στην Ελλάδα στον Πειραιά που στεγάστηκε στη Ράλλειο Σχολή, καθώς και να ιδρύσει έξι μικτά Νυκτερινά Δημοτικά Σχολεία, για εργαζόμενα παιδιά, στις υποβαθμισμένες δυτικές συνοικίες του Πειραιά, δύο επαγγελματικές Σχολές και Λαϊκό Πανεπιστήμιο.
Στον πόλεμο του "40 επιστρατεύεται στη Σιβιτανιδείου που υπηρετούσε. Μετά την κατάρρευση έρχεται σε ανοικτή σύγκρουση με τον διευθυντή της Σχολής που ήθελε να υψώσει την γερμανική σημαία και αποχωρεί από την Σχολή μαζί με τους μαθητές. Σε νέα πρόταση του Διευθυντή να αποφασίσει ο Σύλλογος των διδασκόντων αν θα υψώσουν την Γερμανική ή την Ιταλική σημαία υ αντιδρά επίσης έντονα. Ταυτόχρονα αντιδρά έντονα και στην όλη αντιπαιδαγωγική συμπεριφορά των καθηγητών στα καψόνια εναντίον των μαθητών καθώς και στις προσπάθειες στρατικοποίησης της Σχολής, όπως και στην μαύρη αγορά των τροφίμων του οικοτροφείου της Σχολής. Λόγω αυτών των καταστάσεων ζητά και πετυχαίνει, την απόσπασή του στην Παπαστράτειο Σχολή όπου υπηρέτησε όλη την κατοχική περίοδο.
Κατά την διάρκεια της κατοχής, η δράση αυτού του ακούραστου παιδαγωγού, παράλληλα με τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα, συνεχίστηκε αμείωτη. Ανασυστήνει την «Φιλική Εταιρεία Νέων» και δημιουργεί με την αρωγή εθελοντών ένα μεγάλο δίκτυο κοινωνικής αλληλεγγύης: με έξι σπίτια που φιλοξένησαν 500 εγκαταλειμμένα παιδιά, δύο αναρρωτήρια για παραμορφωμένα από την πείνα παιδιά, έξι «Φιλικές Εστίες» που δεν πρόσφεραν μόνο φαγητό αλλά πλαισιώνονταν με συζητήσεις ηθικής στήριξης από ομάδες εθελοντών και τρεις κατασκηνώσεις για όλο το καλοκαίρι, στο Πέραμα, την Εκάλη και την Πεντέλη οι οποίες φιλοξένησαν πάνω από 5500 νέους, καθώς και ανθρώπους της τέχνης και του πολιτισμού. Οι αντιδράσεις στο έργο του υπήρξαν έντονες κυρίως από συντηρητικές πλευρές αλλά όχι μόνο. Οι καταγγελίες εναντίον του στην Κυβέρνηση των δοσίλογων πλήθος, άλλες τον θεωρούν κομμουνιστή, άλλες το ακριβώς αντίθετο, άλλες διεφθαρμένο και φτάνουν μέχρι την γερμανική Κομαντατούρα που τον ανακρίνει.
Με την απελευθέρωση επιστρέφει στην Σιβιτανίδειο, αλλά αδυνατώντας να συμβιβαστεί με το όλο αυταρχικό κλίμα που επικρατεί εκεί, τελικά υποβάλλει το 1945 την παραίτησή του από την δημόσια εκπαίδευση αν και δεν είχε κανένα άλλο έσοδο για να ζήσει την οικογένεια που εντωμεταξύ είχε δημιουργήσει.
Στη διάρκεια του εμφυλίου, συνεχίζει την προσφορά του προς τους νέους παρά την αντίθεση στο έργο του και των δυό μερίδων του ελληνισμού και τους κινδύνους ακόμη και για την ζωή του. Στα 1949 χειροτονείτε κληρικός και διαλέγει να τοποθετηθεί στην Ελευσίνα, ένα χώρο που μαστίζεται από μεγάλη ανεργία. Το γεγονός δεν τον μετατρέπει «σε παπά του επιτραχηλίου» όπως έλεγε αντίθετα του επιτρέπει διεύρυνση του έργου του, με νέες κατασκηνώσεις από το 1950 στην Μάνδρα και στη συνέχεια στο όρος «Πατέρας». Διαπιστώνοντας πως ότι καλό πετύχαινε το καλοκαίρι «χάλαγε τον χειμώνα» δημιουργεί με εθελοντές το «Κέντρο Αγάπης Ελευσίνας, όπου διοργανώνει σειρά εκδηλώσεων καλλιτεχνικού περιεχομένου και ενισχύει με κάθε μέσο τους εργαζόμενους και άνεργους νέους της περιοχής, ενώ παράλληλα συνεχίζει το εκπαιδευτικό του λειτούργημα ως καθηγητής στην Σχολή Μωραΐτη καθώς και την έμπρακτη σχέση του με τον κόσμο του θεάτρου και των τεχνών. Συμμετέχει ενεργά στο Κίνημα Ειρήνης και όχι μόνο αυτό αλλά τολμά κόντρα στην όλη λογική του κράτους της εθνικοφροσύνης να επισκέπτεται πολιτικούς κρατούμενους, ενώ στο περιοδικό που εκδίδει »Προβλήματα« ως όργανο της »Κίνησης για την Νεότητα« που εντωμεταξύ έχει δημιουργήσει, γράφουν άνθρωποι της τέχνης, δημοσιεύει ποιήματα αριστερών ποιητών, υπερασπίζεται τον »ένθεο« Καζαντζάκη. Όπως είναι φυσικό όλη αυτή δράση δεν αφήνει αδιάφορη την Αστυνομία, η παρακολούθηση γίνεται συστηματικότερη, ο φάκελός του αυξάνει, οι χαρακτηρισμοί του ως »αναρχικού «κομμουνιστή» εθνικώς επικίνδυνου πλέον των κομμουνιστών" δίνουν και παίρνουν. Εκείνος πάντως συνεχίζει ήρεμος κι ανυποχώρητος το πολυσχιδές του έργο. Χωρίς ίχνος μνησικακίας για όσους τον καταδιώκουν και είναι πολλοί. Συμπαραστέκεται στο ανερχόμενο νέο φοιτητικό κίνημα, στις διαδηλώσεις για το κυπριακό, τον αγώνα για το 15% για την Παιδεία, ενώ το 1964 χαιρετίζει τις εργασίες του Δ Πανσπουδαστικού Συνεδρίου που ιδρύει την ΕΦΕΕ, - γεγονός που τον οδηγεί για μια ακόμη φορά σε απολογία από την εκκλησιαστική ηγεσία - τάσσεται υπέρ της Δημόσιας Δωρεάν Παιδείας σε όλες τις βαθμίδες, προτείνει μάλιστα από τότε, την κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων για την είσοδο στα ΑΕΙ.
Τελικά όλη αυτή η δράση οδηγεί την ιεραρχία στο να του αφαιρέσει την ίδια χρονιά τον "οφίκιο" του πρωτοπρεσβυτέρου και να τον "εξορίσει" στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Εκεί τον βρίσκει η Δικτατορία της 21ης Απριλίου. Μια νέα περίοδος ανειρήνευτης δράσης αρχίζει για τον παπά-Πυρουνάκη. Δράσης που οδηγεί στην παύση του το 1968 από καθηγητή, την δημόσια σύλληψη του μέσα στην Μπουάτ του Κώστα Χαντζή ακόμη και τις βίαιες ανακρίσεις του στο ΕΑΤ/ΕΣΑ.
Τίποτα όμως δεν τον κάμπτει όπως σ« όλη του την ζωή, παραμένει όρθιος, ανειρήνευτος με το «σύνθημα »Ξύπνα παπά -Ξύπνα Λαέ.. Νέοι Προχωρείτε Ασταμάτητα... Ελευθερία - Ειρήνη - Δικαιοσύνη" στέκει μπροστάρης σε κάθε αντιδικτατορική κίνηση. Παρών στην κηδεία του Παπανδρέου αλλά και του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, με ενεργή συμπαράσταση στο δημιουργούμενο Αντιδικτατορικό Φοιτητικό Κίνημα αλλά και τους πολιτικούς κρατούμενους στους γονείς του δολοφονημένου από τον χουντικό Ντερτιλή τον Νοέμβρη του '73 Διομήδη Κομνηνό, του οποίου και κάνει το τρισάγιο στον τάφο στο νεκροταφείο του Ζωγράφου.
Παράλληλα όλη την διάρκεια της χούντας εκεί στον Αγ. Στέφανο, κάθε πρώτη Κυριακή του μήνα πραγματοποιεί μια δεύτερη λειτουργία για τους ανθρώπου της «Τέχνης και του Λόγου» που εμπλουτίζονταν με λογοτεχνικά μνημόσυνα ανθρώπων της Τέχνης όπως του Κωνσταντίνου Καβάφη. Και ήταν εντυπωσιακό να βλέπεις να προσέρχονται εκεί νέοι φοιτητές που δεν διακρίνονταν για την πίστη τους ή το... πρωινό ξύπνημα, όπως και τους ασφαλίτες που καταγράφανε επιμελώς όσους προσέρχονταν... στη θεία λειτουργία!
Εκεί στο μικρό κελί του - όπως ονομάτιζε το γραφειάκι του, μετά την λειτουργία δίπλα στο τζάκι με λίγο κονιάκ, ελεύθερες και κριτικές συζητήσεις μα και τραγούδι - και είχε μια υπέροχα γλυκιά φωνή - διασταυρώθηκαν οι ελπίδες κι αγωνίες μας, μ" αυτόν τον βαθιά πολιτικοποιημένο και κοινωνικοποιημένο παπά και δάσκαλο μιάς ελευθερίας χωρίς όρια, όπως οριζόντια και κάθετα, ήταν χαραγμένο στο Σταυρό στο στήθος του.
Με την μεταπολίτευση επέστρεψε στα εκπαιδευτικά του καθήκοντα από τα οποία συνταξιοδοτήθηκε το 1975 αλλά και στην ενορία του στην Ελευσίνα και στις συνήθεις διώξεις αυτή την φορά τουλάχιστον μόνο από την Ιεραρχία και κυρίως τον τοπικό Δεσπότη. Το 1980 η Σύνοδος της Εκκλησίας τον παραπέμπει σε δίκη με σωρεία κατηγοριών αλλά η έντονη κοινωνική κατακραυγή και η αυθόρμητη προσέλευση ως υπερασπιστών του δεκάδων ανθρώπων της Διανόησης, είχε σαν αποτέλεσμα την απαλλαγή του. Θα ακολουθήσει βέβαια ο περιορισμός των καθηκόντων του στο συνοικισμό της Ελευσίνας και ο «μικρός αφορισμός» που αναφέραμε στην αρχή ο ποίος πάρθηκε με ομοφωνία απ" όλη την ιεραρχία, χωρίς ούτε μία εξαίρεση που όμως κι αυτός αποσύρθηκε γρήγορα από την κατακραυγή που ξεσήκωσε, μια που δίπλα του είχε πια διαμορφωθεί ένα μεγάλο δίχτυ προστασίας κι αγάπης μέσα στο οποίο και έσβησε η ζωή του στα 1988.
Αφήνοντας επίκαιρη παρακαταθήκη σε όλους μας:
«Μείνετε νέοι, για να φέρετε τις αλλαγές. Και να ξέρετε πως μόνο οι άνθρωποι που μένουν νέοι μέσα στο πέρασμα του χρόνου, αυτοί είναι σωστοί άνθρωποι»!
ΠΗΓΗ: http://www.avgi.gr/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.