Παρασκευή 7 Αυγούστου 2015

Η ολική ανασύσταση μιας αποικίας

Του Νικήτα Χιωτίνη*

Το νεοελληνικό κράτος δημιουργήθηκε και καταστατικώς οργανώθηκε ως αποικία. Με αυτό ως δεδομένο πορεύτηκε στην Ιστορία, από τα μέσα του 19ου αιώνα και εξής. Όταν μάλιστα λέμε δεδομένο, δεν εννοούμε μόνο την πολιτική του οργάνωση, αλλά και το εξ αυτής εμπεδωμένο συλλογικό φαντασιακό. Ζούσαμε, ζούμε και μάλλον θα εξακολουθούμε να ζούμε με αυτό το φαντασιακό.
Η αλήθεια είναι πως έγιναν σοβαρές προσπάθειες να ξεφύγουμε από τη μοίρα της αποικίας. Ενίοτε με τρόπο αιματηρό. Βαλκανικοί πόλεμοι, ανεπιτυχής προσπάθεια εφαρμογής της Συνθήκης των Σεβρών, που θα μας έδινε τη δυνατότητα σχετικής χωρικής ολοκλήρωσης, υπερασπιστήκαμε τα εδάφη μας με απαράμιλλο θάρρος στους μεγάλους πολέμους και πίστη στην έννοια της πατρίδας, «με υψίστη περιφρόνηση προς τον θάνατο», όπως είχε παραδεχτεί ο ίδιος ο Χίτλερ. Αλλά όχι μόνο αυτό. Προσπαθώντας να δημιουργήσουμε μια νεοελληνική πολιτισμική πρόταση, ξεπερνώντας την «μετακένωση» του Κοραή, αφομοιώσαμε τον νεοκλασικισμό των δυτικών διανοητών, αντιμετωπίζοντας τον ισοπεδωτισμό της νεωτερικότητας και με τη γενιά του ’30, αλλά και των μετέπειτα χρόνων, αρθρώσαμε και ορθώσαμε την ιδιοπροσωπία μας και τον οικουμενικό ρόλο του ελληνισμού.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, το όνειρο δείχνει να τελειώνει. Από τη δεκαετία του ’80 κυρίως, ίσως και από πριν, ο παραγωγικός ιστός της χώρας διαλύθηκε, δολίως και μεθοδικώς. Αυτή η μεθοδική διάλυση προϋπέθετε αλλά και ταυτόχρονα είχε ως επακόλουθο τη διάλυση των παραδοσιακών αξιών και τού εν πολλοίς ήδη δημιουργηθέντος νεοελληνικού πολιτισμού. Η προβολή των διακοποδανείων για τις Μπαχάμες και εκείνος ο Κροίσος με το Λόττο αντικατέστησαν την επιθυμία για παραγωγική εργασία και για δημιουργία πολιτισμού. Ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης αντικατεστάθησαν από τη Γιουροβίζιον. Το νέο life style, εκφρασμένο κατά τον καλύτερο τρόπο από τα διάφορα «Κλικ» περιοδικά, ανήχθη σε σχεδόν οντολογικό επίπεδο για τις νέες γενιές.
Η σημερινή κατάληξη, ως άριστα προετοιμασμένη, ήταν αναμενόμενη. Μάλιστα βρήκε και πρόθυμους εκτελεστές, που είτε ως «χρήσιμοι ηλίθιοι» είτε ως δωσίλογοι –είδος μη σπανίζον στη χώρα μας από αρχαιοτάτων χρόνων–, συνέδραμαν στην «αυτοεκπλήρωση της προφητείας» . Κατά σειρά: 
1. Κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος με μίζες και κλοπές, με συνακόλουθη αύξηση του εξωτερικού δανεισμού. Προκάλυμμα προς τούτο οι άφθονες δήθεν προσφορές προς «τον λαό» – «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα» –, που στην πραγματικότητα όμως αποτελούσαν τα δάνεια με τα οποία θα επιφορτώνονταν οι επόμενες γενεές.
2. Πρόθυμη ένταξη στο ισχυρό νόμισμα των προηγμένων κρατών της Βόρειας κυρίως Ευρώπης, ενέργεια που ένας πρωτοετής Οικονομικών θα θεωρούσε βλακώδη, αν δεν ήταν ζαλισμένος από τα ψέματα των πονηρών πολιτευτών – δες Σημίτη: «Η οικονομία μας είναι ισχυρή» και Παπαντωνίου: «Το χρηματιστήριο ανθεί και δείχνει την ισχύ της οικονομίας μας».
3. Άνευ ουδεμιάς συζητήσεως αποδοχή δανείων και εμπλοκή του ΔΝΤ στη «διάσωσή μας», αναγγελθείσα μάλιστα θεατρικώς από το ακριτικό Καστελόριζο, κάτι σαν κήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας.
4. Αποδοχή όλων των όρων των δανειστών, τόσο από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις, μέχρι το «νισάφι πια» του Σαμαρά –που παρέδωσε πρόωρα και με ανακούφιση τη χώρα– όσο και από τη σημερινή, παρά τις (μάλλον) έντιμες και φιλότιμες προσπάθειές της.
Ας σταθούμε λίγο εδώ. Η σημερινή κυβέρνηση προσπάθησε και θεωρώ πως εξακολουθεί να προσπαθεί. Ίσως μάλιστα να αποδειχθεί χρήσιμη αυτή η προσπάθειά της, παρ’ όλη την απίστευτη πολεμική που δέχεται, για προφανείς λόγους, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό της χώρας. Προσπαθούν όχι μόνο να τη ρίξουν, αλλά και να την εξευτελίσουν, και αυτό λέει πολλά. Ενδεχομένως από απειρία, ενδεχομένως από υπέρμετρη φιλοδοξία, ενδεχομένως από υπερεκτίμηση των δυνάμεών της και των δυνάμεων της χώρας, η σημερινή κυβέρνηση συνετέλεσε ώστε η Γερμανία «να χάσει μέσα σε μια νύχτα όλο το πολιτικό κεφάλαιο που μια καλύτερη Γερμανία είχε συσσωρεύσει σε μισό αιώνα, ανερυθρίαστα αυτοπαρουσιαζόμενη ως η δύναμη που επιβάλλει την πειθαρχία στην Ευρώπη διεκδικώντας ανοικτά την ηγεμονία της…», όπως είπε ο Χάμπερμας.
Δεν έχουμε «πρώτη φορά Αριστερά», όπως ειρωνικά διακινείται, άλλωστε ο όρος «Αριστερά» δεν έχει πλέον το νόημα που νομίζουμε, ίσως να μην έχει πλέον κανένα νόημα. Ωστόσο έχουμε για πρώτη φορά πρωθυπουργό που έθεσε ευθέως το Ευρωκοινοβούλιο ενώπιον των ευθυνών του και το κάλεσε να διεκδικήσει τις θεσμοποιημένες αρμοδιότητές του. Ακόμα, για πρώτη φορά υπουργός Οικονομικών έθεσε ζήτημα κυκλοφορίας χρήματος εκτός τραπεζικού ελέγχου και «προστασίας». Τέλος, για πρώτη φορά τέθηκε σοβαρά ζήτημα διπλωματικού ανοίγματος της χώρας –ασχέτως αν η συνθήκη της Γιάλτας είναι περισσότερο ιεροποιημένη απ’ όσο η σημερινή κυβέρνηση αιθεροβατώντας νόμιζε, ιδιαιτέρως όσον αφορά στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης.
Είναι λοιπόν πλέον προφανέστατο ότι το ζήτημα δεν είναι αν θα ξεπληρώσουμε τα χρέη μας ή όχι. Οι απαιτήσεις των «δανειστών» ολοένα και αυξάνονται –το είχε επισημάνει αυτό και ο Σαμαράς– και θα βλάψουν και τις τελευταίες παραγωγικές μας δυνατότητες. Ο σημερινός πρωθυπουργός δείχνει να το αντιλαμβάνεται αυτό, δείχνει να αντιλαμβάνεται ακόμα πως το ζήτημα δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι πανευρωπαϊκό. Αν και σε μεγάλο βαθμό πέτυχε την κατανόηση των πραγματικών διαστάσεων του ζητήματος από τη διεθνή κοινότητα, δεν φαίνεται, επί του παρόντος, να προχωράει παραπέρα. Η Ευρώπη, που παλεύει μεταξύ του αιτήματος πολιτικής, οικονομικής και κατά συνέπεια κοινωνικής και εδαφικής συνοχής από τη μια, τραπεζικής και ολιγαρχικής φεουδαρχίας από την άλλη, ίσως κάποια στιγμή αντιδράσει αποτελεσματικά διαλέγοντας τον πρώτο δρόμο. Η Γαλλία άλλωστε και η Ιταλία δείχνουν να έχουν κατανοήσει πως θα είναι τα αμέσως επόμενα θύματα, αν δεν ανακόψουν τη γερμανική προσπάθεια καθυπόταξης ολοκλήρου της Γηραιάς Ηπείρου.
Η σύγχρονη Ελλάς βρίσκεται σήμερα στο μάτι ενός διεθνούς και ανελέητου γεωπολιτικού γίγνεσθαι. Πάντα άλλωστε βρισκόταν σε αυτό. Είναι προφανές ότι μόνη της δεν μπορεί να διαδραματίσει ρόλο. Αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό τόσο από τα πολιτικά κόμματα που ομφαλοσκοπούν όσο και από εμάς τους μάλλον ευκόλως αγόμενους και φερόμενους ψηφοφόρους τους.
Ζητάω πολλά; Τουλάχιστον ας μην αναστήσουμε φαντάσματα του παρελθόντος, αυτά δηλαδή που μας οδήγησαν μέχρις εδώ. Ας απαιτήσουμε πληροφόρηση και γνώση περί των πραγματικών ζητημάτων και ας επιλέξουμε πολιτικό προσωπικό ικανό να τα διαχειριστεί.
* O Νικήτας Χιωτίνης είναι δρ Αρχιτέκτων / Msc Φιλοσοφίας Πολιτισμού, καθηγητής ΤΕΙ

ΠΗΓΗ:http://www.tomtb.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.