Σύντομα προλεγόμενα
Η αναγκαιότητα που ώθησε στο ακόλουθο κείμενο γεννήθηκε από δύο κριτήρια. Το πρώτο, ήταν η συμβολή της εισαγωγής στη μαρξιστική θεωρία της αντίληψης για την πολιτική ηγεμονία και πως αυτή διαμόρφωσε νέους όρους στο «πώς κάνουμε πολιτική». Το δεύτερο, ήταν η δυνατότητα που έδωσε η σύλληψη της ηγεμονίας στη κατανόηση της διάρθρωσης των σύγχρονων σχέσεων εξουσίας εντός της καπιταλιστικής οικονομίας και της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Η γκραμσιανή ηγεμονία αποτελεί ένα εργαλείο ανάλυσης του διπόλου εξουσία – ταξική κυριαρχία, καθώς επίσης και της ίδιας της συγκρότησης των σύγχρονων κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων, που πλέον είναι πιο πολύπλοκη από ό,τι στην εποχή του Μάρξ ή και της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Ο Αντόνιο Γκράμσι μέσω των επεξεργασιών του για την ηγεμονία και τους μηχανισμούς αυτής έδωσε το έναυσμα για τη χάραξη μιας νέας τακτικής και στρατηγικής για την εργατική τάξη στη πορεία της για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και την εγκαθίδρυση του νέου εργατικού κράτους, θεμελιωμένου στην εργατική δημοκρατία. Παράλληλα κατάφερε να αρθρώσει ένα συνολικά αντιπαραθετικό πρόγραμμα στους τοτινούς εκφραστές οικονομικίστικων και ντετερμινιστικών αντιλήψεων στους κόλπους του κομμουνιστικού κινήματος. Ανάγνωσε την αναγκαιότητα παρέμβασης του προλεταριάτου σε κάθε πεδίο του εποικοδομήματος, όπως η πολιτική, η ιδεολογία, ο πολιτισμός ως το μόνο τρόπο για να διαμορφωθούν οι υλικές συνθήκες για τη πολιτική ηγεμονία του προλεταριάτου στη κοινωνία. Μολοταύτα, δεν έπαψε να αντιλαμβάνεται πώς η βάση, δηλαδή η οικονομία, ο τρόπος παραγωγής και οι παραγωγικές σχέσεις, είναι αυτή που «δίνει» μια ορισμένη μορφή στο επικοδόμημα και τις επιμέρους δομές του.
Ακριβώς επειδή η αιχμηρή σκέψη του Γκράμσι πραγματοποίησε ποιοτικά άλματα στη κλασική μαρξιστική πολιτική θεωρία, πολλοί θέλησαν να την «οικειοποιηθούν». Το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα διακηρύσσει πως ο ιταλός μαρξιστής είναι ένας γνήσιος «θεωρητικός» του. Μάλλον κάτι τέτοιο απέχει πολύ από την πραγματικότητα, αφού ο Γκράμσι από το 1917 που ήρθε σε επαφή με το λενινιστικό έργο και μέχρι και στα ίδια τα «Τετράδια Φυλακής» δεν απομακρύνθηκε διόλου από τη μαρξιστική – λενινιστική σκέψη και το πυρήνα της, που είναι η επαναστατική ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος ως η μόνη ρεαλιστική πρόταση για την κοινωνική απελευθέρωση.
Βιογραφικές σημειώσεις για τον Αντόνιο Γκράμσι
Ο Αντόνιο Γκράμσι (Antonio Gramsci) γεννήθηκε στην κωμόπολη Άλες της Σαρδηνίας το 1891, όπου έζησε μέχρι την ενηλικίωσή του. Λαϊκής καταγωγής, αφού οι γονείς του υπήρξαν μετανάστες στη νότια Ιταλία, ο πατέρας του εργαζόταν ως χαμηλόμισθος δημόσιος υπάλληλος και η μητέρα του ανεπάγγελτη λόγω της ανάγκης να φροντίσει τα επτά παιδιά της οικογένειας. Από νεαρή ηλικία αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με την υγεία του που τον ακολούθησαν σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Το πηγαίο ενδιαφέρον του για το διάβασμα, ειδικά την ιστορία και το πολιτισμό εκδηλώθηκε πολύ νωρίς. Καταπιανόταν διαρκώς με βιβλία και περιοδίκα, ήθελε να σπουδάσει, η οικονομική, όμως, κατάσταση της οικογένειάς του τον ανάγκασε να δουλέψει. Για χρόνια είχε διακόψει το σχολείο, κατάφερε, παρόλα αυτά, να πάρει το απολυτήριο και μια υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Τορίνο. Σπουδάζει στη σχολή Φιλολογίας και καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών του μελετά Γλωσσολογία με σκοπό τη κατανόηση της σαρδηνικής διαλέκτου. Η ενασχόλησή του, επίσης, με την ιταλική λογοτεχνία, τη νομική και το δίκαιο και τη φιλοσοφία τον συγκροτεί , ώστε να έχει ολόπλευρη αντίληψη της ιταλικής ιστορίας και κουλτούρας.
Σε αυτή τη περίοδο της ζωής του είναι που μυείται στις σοσιαλιστικές ιδέες , με πρώτη επιρροή έναν από τους αδερφούς του, ο οποίος σχετιζόταν με το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Στο Τορίνο ο Γκράμσι αντιλαμβάνεται τη βιομηχανική κοινωνία, τη ζωή και τον αγώνα των εργατών. Στα 1913 ο Γκράμσι γίνεται μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ιταλίας, το οποίο είχε ιδιαίτερη τοποθέτηση σε σχέση με τα υπόλοιπα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα απέναντι στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού αρνήθηκε τη στήριξη των επιλογών των αστικών τάξεων . Ένα χρόνο αργότερα παίρνει το πτυχίο του και το 1915, όντας πια καθοδηγητικό στέλεχος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, συνεργάζεται με τη σοσιαλιστική εφημερίδα του Τορίνο «Il Grido del Popolo» (η Φωνή του Λαού) και ,επίσης, είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του κεντρικού οργάνου του Σ.Κ.Ι., το έντυπο «Avanti» (Εμπρός).
Η τομή για τη σκέψη του Γκράμσι, όπως είχε διαμορφωθεί μέχρι τότε, ήρθε από τη νίκη της Οκτωβριανής επανάστασης και των επαναστατημένων μπολσεβίκων. Τότε ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του Λένιν και η αντίληψή του για τα όρια της πάλης αναδιαμορφώνεται. Η εξουσία των Σοβιέτ γίνεται κινητήριος μοχλός για μια «αλλαγή πορείας» στη πολιτική σκέψη του Αντόνιο Γκράμσι, καθώς η Ρώσικη Επανάσταση επηρεάζει πολλούς πολιτικούς κύκλους και της Ιταλίας. Ακολουθεί η έκδοση μαζί με άλλους συντρόφους του από το Τορίνο, όπως ο Τολιάτι, της εβδομαδιαίας εφημερίδας «L’ Ordine Nuovo», η οποία επηρεάζει σημαντικά το τοπικό εργατικό κίνημα.
Παράλληλα, περί τα 1920, ξεσπά η μεγάλη απεργία των τορινέζων εργατών, οι οποίοι υπερασπίζονται τις εργοστασιακές τους επιτροπές. Ο Γκράμσι είναι εκεί και καθοδηγεί την απεργία, η πολιτική του συγκρότηση αναβαθμίζεται, η σκέψη του γίνεται πιο μεστή. Μέσα από αυτά καταφέρνει και επιτυγχάνει τη ρήξη με το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ήταν απόρροια μιας μακρόχρονης εσωτερικής αντιπαράθεσης στο Σ.Κ.Ι. της «αριστερής πτέρυγας» με τα ρεφορμιστικά - συνδιαχειριστικά στοιχεία, τα οποία πλέον είχαν γίνει η ταυτότητα του Σ.Κ.Ι.. Κατά συνέπεια, ο Γκράμσι ιδρύει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας το 1921 με το συνέδριο του Λιβόρνο. Το Κομμουνιστικό Κόμμα κυριαρχείται από τον Αμαντέο Μπορντίγκα, πρόσωπο με το οποίο θα έρθει σε σύγκρουση ο Γκράμσι στη πορεία.
Ένα χρόνο μετά, ταξιδεύει στη Μόσχα, όντας αντιπρόσωπος του Κ.Κ.Ι. στην Εκτελεστική Επιτροπή της Διεθνούς Ένωσης. Συμμετέχει στο 4ο Συνέδριό της. Στα δύο χρόνια παραμονής του στη Μόσχα, ο Γκράμσι θα κερδίσει πολιτικές εμπειρίες και θα «γεμίσει» το θεωρητικο-πολιτικό του οπλοστάσιο. Διαμόρφωσε, λοιπόν, ένα συνολικό πολιτικό σχέδιο πάλης για το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας που στεκόταν αντιπαραθετικά στις αντιλήψεις που προωθούσε ο Μπορντίγκα. Πυρήνας της λογικής αυτού του προγράμματος-σχεδίου ήταν η αναγκαιότητα μιας περιόδου προετοιμασίας για το προλεταριάτο, ώστε να κατακτήσει την πολιτική ηγεμονία και το περίφημο δίπολο του πολέμου ελιγμών - πολέμου θέσεων.
Το 1924 στις εκλογές που διεξήχθησαν εκλέχθηκε βουλευτής και επέστεψε στην Ιταλία. Ταυτόχρονα, αναλαμβάνει Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος και για τα επόμενα δύο χρόνια το Κ.Κ. καταφέρνει και υιοθετεί μαζική πολιτική φυσιογνωμία, έρχεται σε ανάδραση με τις λαϊκές μάζες και έχει νίκες τόσο κινηματικές, όσο και πολιτικές.
Η περίοδος, αυτή, όμως, είναι και η περίοδος ανάδυσης και εγκαθίδρυσης του φασισμού ως κυρίαρχη πολιτική. Αυτό ωθεί τον Γκράμσι να δουλέψει πάνω σε νέα ζητήματα τακτικής και στρατηγικής. Ψηλαφεί τις τακτικές επιλογές που οφείλει να κάνει το Κ.Κ. απέναντι στο φασιστικό καθεστώς και επεξεργάζεται ένα ιδεολογικό πλέγμα που να εγκολπώνει όσο το δυνατόν ευρύτερες λαϊκές μάζες. Το συνέδριο της Λυόν το 1926 αποκρυσταλλώνει όλη αυτή την δουλειά.
Η άνοδος του φασισμού στην εξουσία φέρει το πέρασμα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας και άλλων δημοκρατικών οργανώσεων στη παρανομία. Διατάζουν τη σύλληψη όλων των ηγετών τέτοιων οργανώσεων και ειδικά για τον Αντόνιο Γκράμσι κηρύσσουν πως: «πρέπει να εμποδίσουμε αυτόν τον εγκέφαλο να λειτουργεί» ! Οι φασιστικές αρχές συλλαμβάνουν τον ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος, περνά από δίκη μαζί με άλλους συντρόφους του και καταδικάζεται σε είκοσι χρόνια φυλάκιση. Παρότι ζητούσε εξαρχής χαρτί και μολύβι, μόλις το 1929 προμηθεύεται υλικά για να γράψει.
Ο αγώνας του Γκράμσι δεν σταματά στη φυλακή, αρχίζει να συγγράφει τα «Τετράδια της Φυλακής», ένα έργο που ήθελε να αποτελέσει την επεξεργασία μιας στρατηγικής για το εργατικό κίνημα και τη χάραξη ενός δρόμου επίλυσης των ιδιαίτερων αγκυλώσεων του ιταλικού κοινωνικού σχηματισμού. Γράφει και διαβάζει παράλληλα, όσο δύναται, αφού τα χρόνια προβλήματα υγείας του έχουν οξυνθεί λόγω των άθλιων συνθηκών κράτησής του. Σταματά το γράψιμο στα 1935, όταν πια έχει καταβληθεί από τη κατάσταση της υγείας του. Ο Αντόνιο Γκράμσι πέθανε στις 27 Απριλίου του 1937, στη Ρώμη, μόλις είχε αποφυλακισθεί.
Τα γραπτά του, ένας μεγάλος όγκος από άρθρα, δοκίμια, μελέτες, αποσπασματικές σημειώσεις, εκδόθηκαν για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε τίτλους: «Ιστορικός Υλισμός», «Σοσιαλισμός και Κουλτούρα», «Οι διανοούμενοι», «Για τον Μακιαβέλι, για τη πολιτική και για το σύγχρονο κράτος», «Τετράδια της Φυλακής», «Η οργάνωση της κουλτούρας», «Παρελθόν και Παρόν», «Τα εργοστασιακά συμβούλια και το κράτος της εργατικής τάξης» .
Αναφορικά στα «Τετράδια της
Φυλακής», το 1975 υπήρξε η πρώτη ολοκληρωμένη τους έκδοση, την οποία
επιμελήθηκε ο Βαλεντίνο Τζερατάνα (Valentino Gerratana) . Η έκδοση αυτή
φρόντισε για μια λεπτομερειακή ανάγνωση, μελέτη και αξιολόγηση των
γραπτών του Αντόνιο Γκράμσι. Κριτήριο αυτής της κατάταξης ήταν η χρονική
ακολουθία συγγραφής των τετραδίων. Η κατάταξη της έκδοσης Τζερατάνα, η
οποία ονομάζεται πλέον «κριτική έκδοση», περιλαμβάνει τέσσερις τόμους,
εκ των οποίων οι τρείς πρώτοι περιέχουν τις σημειώσεις κατά χρονολογική
σειρά συγγραφής και όχι κατά θεματικές ενότητες ( 1ος: Τετράδια 1-5,
2ος: Τετράδια 6-11, 3ος: Τετράδια 12-29) . Ο τέταρτος τόμος είναι
επιμελημένος από τον Τζερατάνα και παρέχει υποστηρικτικό υλικό για τον
αναγνώστη («Apparato critico»). Το έργο του Γκράμσι έχει δεχτεί μέχρι
σήμερα 33 μεταφράσεις σε γλώσσες πέραν της ιταλικής, πολλαπλές
αναγνώσεις και πλούσιες –μερικές φορές και αντικρουόμενες- αναλύσεις και
ερμηνείες. Αυτό αναδεικνύει τη συμβολή του Αντόνιο Γκράμσι στη
μαρξιστική σκέψη, στη πολιτική θεωρία, στην ιστορία των κοινωνικών
αγώνων και, ειδικά, του κομμουνιστικού κινήματος.
«Η πρόκληση της νεωτερικότητας
είναι να ζείς δίχως ψευδαισθήσεις,
μα και δίχως απογοήτευση.»
Antonio Gramsci
1. ΤΟ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ
1.1.ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ
Η γέννηση της θεωρητικής έννοιας της ηγεμονίας δεν συμπίπτει με τις επεξεργασίες του Gramsci , αλλά, όπως αναδεικνύεται και μέσα από το έργο του ιδίου[1], η ηγεμονία εμφανίζεται στον θεωρητικό της «επιστήμης της πολιτικής» Νίκολο Μακιαβέλι. Ο Μακιαβέλι στήριξε την δική του έκφραση της ηγεμονίας στον απόλυτο ηγέτη, τον «ηγεμόνα», στον οποίο αποκρυσταλλώνεται η ορθολογικότητα που είχε ανάγκη εκείνη την εποχή η πολιτική. Ο Ηγεμόνας αντιπροσώπευε τη «συλλογική θέληση» [2] η οποία κινούνταν προς ένα ορισμένο πολιτικό σκοπό. Ο μακιαβελικός ηγεμόνας δεν ήταν υπεράνθρωπος, δεν ήταν κάποιος πέρα και έξω από τις μάζες, μα η συμπύκνωση μιας πολιτικής ιδεολογίας που κατάφερνε να ενοποιήσει έναν πολυδιασπασμένο τότε λαό για να τον οδηγήσει σε μια ενιαία συλλογική θέληση. Μέλημα του Μακιαβέλι ήταν η ανάδειξη ενός ηγέτη που, εκφράζοντας αυτή τη συλλογική βούληση, θα επιτύγχανε την ίδρυση ενός νέου κράτους.
Η ηγεμονία, όμως, αξιοποιείται και από μαρξιστές θεωρητικούς, πρίν από τον Γκράμσι, όπως ο Bλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν που την «δίδαξε» στη συνέχεια και στον Στάλιν, μα και από εκπροσώπους της ρώσικης σοσιαλδημοκρατικής παράδοσης, όπως ο Πλεχάνωφ[3]. Η «ηγεμονία» ως θεωρητικό εργαλείο εμφανίζεται διαρκώς στις συνεδριάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς και γίνεται όπλο την περίοδο της ιδεολογικής μάχης με το τροτσκιστικό ρεύμα, το 1924-1926. Πιο συγκεκριμένα, οι Στάλιν και Μπουχάριν αντιλαμβάνονται τη λογική της «διαρκούς επανάστασης» του Λέον Τρότσκυ, ως αδυναμία – άρνηση της ηγεμονίας του προλεταριάτου σε μια διαδικασία σύναψης συμμαχιών. [4] Στην Ε.Σ.Σ.Δ. η έννοια της ηγεμονίας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαπάλη για το πρόγραμμα του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα», αφού όρθωσε τείχη στις αντίπαλες πολιτικές λογικές.[5]
Αναφορικά με τη λενινιστική προσέγγιση της ηγεμονίας, βρίσκουμε δύο εννοιολογήσεις. Η πρώτη δίνει το περιεχόμενο της διεύθυνσης από το προλεταριάτο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης το 1905. Επειδή, όμως, ο Λένιν καταφέρνει και μετασχηματίζει το θεωρητικό του οπλοστάσιο βάσει της βιωμένης εμπειρίας, μετά τη κατάκτηση της εξουσίας το 1917, θέτει μια διευκρίνιση στο αν η ηγεμονία του προλεταριάτου υπάρχει στην πάλη για τη κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας ή στην άσκηση αυτής. Στο έργο του «Δύο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας» σε μια κριτική στους μενσεβίκους αναφέρει:
«Από προλεταριακή άποψη η ηγεμονία στον αγώνα ανήκει σ΄εκείνον που μάχεται με μεγαλύτερη ενεργητικότητα, σ΄εκείνον που τα λόγια του ανταποκρίνονται στις πράξεις του και που είναι, επομένως, ο ιδεολογικός αρχηγός της δημοκρατίας και κριτικάρει κάθε αναποφασιστικότητα.»[6]
Στο ίδιο έργο είναι που αναπτύσσεται η έννοια της ηγεμονίας για το Λένιν και στο 10ο Συνέδριο της Ε.Σ.Σ.Δ. τονίζει τη διαλεκτική σχέση που ενώνει την ηγεμονία με την δικτατορία του προλεταριάτου.
Η γκραμσιανή διαμόρφωση του εννοιολογικού περιεχομένου της ηγεμονίας, ξεκινά ήδη από τα 1924 στη αρθρογραφία του Ordine Nuovo και στις επεξεργασίες του Γκράμσι για το κράτος. Τότε είναι που η έννοια δέχεται θεωρητική επεξεργασία και συμβάλλει στην ανάπτυξη του προγράμματος που συνέταξε ο Γκράμσι αντιπαραθετικά στον Μπορντίγκα, τότε κυρίαρχος στους κόλπους του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας, και τη πολιτική του γραμμή. Αποκορύφωμα αυτής της θεωρητικής επεξεργασίας ήταν το συνέδριο της Λυών το 1926, όπου η ηγεμονία σχηματοποιείται θεωρητικά και εκεί βρίσκουμε και τα θεμέλια της έρευνας των «Τετραδίων της Φυλακής».[7] Φυσικά, για μια τέτοια θεωρητική επεξεργασία, είναι ανάγκη να έχουν προϋπάρξει και συγκεκριμένες υλικές βάσεις ως πρακτική εμπειρία του Γκράμσι. Αυτές βρίσκονται αδιαμφισβήτητα στη μεγάλη απεργία των τορινέζων εργατών για την υπεράσπιση των εργοστασιακών τους επιτροπών και του ελέγχου της παραγωγής τους στα 1920, όπως επίσης και στη κατάληψη των εργοστασίων την ίδια χρονιά.[8]
Στη σκέψη του ιταλού μαρξιστή, το περιεχόμενο της ηγεμονίας δέχεται πολλές αναδιαμορφώσεις. Mέχρι και το 1926 η ηγεμονία αναπτύσσεται στη σκέψη του Γκράμσι μόνο γύρω από το προλεταριάτο, περιγράφοντας μια «εναλλακτική» στρατηγική του σε αντιπαράθεση με τις στρατηγικές της αστικής τάξης . Νοείται, λοιπόν, ως «ηγεμονία του προλεταριάτου» και μόνον. Kατά το 1929, όπως αποτυπώνεται στο Τετράδιο 1 [9] του Γκράμσι, η ηγεμονία πέρνα στο στρατόπεδο της αστικής τάξης και εισάγεται υπό τη σκέπη της θεωρητικής σύλληψης του «μηχανισμού/μηχανισμών ηγεμονίας» που αναφέρεται σε μια πλευρά της διαδικασίας ταξικής συγκρότησης. Ο ώριμος Γκράμσι , κατά τα 1930-1932 αντιλαμβάνεται και αξιοποιεί –ως εργαλείο- την ηγεμονία με τον πλέον ολιστικό τρόπο, δηλαδή, ως πλευρά ενός ιστορικού προτσές για το προλεταριάτο, μα και για την αστική τάξη, όπως επίσης και ως οργανικό στοιχείο της ταξικής συγκρότησης, αλλά και του ίδιου του κράτους!
Οι αιτίες που οδήγησαν τον Ιταλό μαρξιστή σε αυτές τις επαναδιαπραγματεύσεις της «ηγεμονίας», δεν είναι άλλες από αυτές που γέννησε η πολιτική αναγκαιότητα της συγκεκριμένης περιόδου που έζησε, έγραψε και έπραξε ο Γκράμσι. Η αναγκαιότητα, που «επέβαλλε» στον Γκράμσι να αναλύσει και να ερμηνεύσει τους μηχανισμούς ταξικής κυριαρχίας στο εσωτερικό των κοινωνικών σχηματισμών με αναπτυγμένο καπιταλισμό, προκειμένου να εγκύψει πάνω στις ιδιαίτερες συνθήκες που διαμόρφωσε ο φασισμός στην Ιταλία και να χαράξει μια νέα νικηφόρα στρατηγική για την εργατική τάξη.
1.2. Η ΓΚΡΑΜΣΙΑΝΗ ΗΓΕΜΟΝΙΑ
«Συνήθως αισθάνομαι την ανάγκη να τοποθετηθώ από μιαν άποψη διαλογική ή διαλεκτική, αλλιώς δε νιώθω καμία διανοητική διέγερση. Όπως σου το είπα μια μέρα, δεν μ΄αρέσει να κάνω πετροπόλεμο στο σκοτάδι, θέλω να νιώθω ένα συνομιλητή ή ένα συγκεκριμένο αντίπαλο».
(Από τα Τετράδια της Φυλακής)
Η εισαγωγή της «ηγεμονίας» από τον Αντόνιο Γκράμσι εκπλήρωσε απαιτήσεις που δημιούργησε η ανάπτυξη του καπιταλισμού στις χώρες της Δύσης, σε συνάρτηση με την πολυπλοκότητα των σχέσεων εξουσίας και κυριαρχίας στο πλαίσιο του νεωτερικού κράτους. Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, ο Γκράμσι προσπάθησε να διερευνήσει το νέο τοπίο που διαμορφωνόταν, τόσο στις φιλελεύθερες δημοκρατίες, όσο και στα δικτατορικά καθεστώτα που αναδύονταν εκείνη την εποχή. Συνειδητοποίησε, το πώς και το πού διεξάγεται η ταξική πάλη και κατά συνέπεια, πώς και γιατί αρθρώνονται οι συγκεκριμένες σχέσεις εξουσίας και ο αντίστοιχος συσχετισμός δυνάμεων.
Αφού παραπάνω αναφέραμε ,συνοπτικά, τις «διαδρομές» στο χρόνο που ακολούθησε η έννοια της ηγεμονίας στη σκέψη του Γκράμσι, θα την παρουσιάσουμε με σύνολη τη νοηματοδότησή της από τον ιταλό μαρξιστή.
Ο Γκράμσι έδωσε σημασία στο συσχετισμό δυνάμεων, όπως αυτός διαμορφώνεται σε έναν κοινωνικό σχηματισμό. Η ηγεμονία του προλεταριάτου είναι μια διαδικασία που καθορίζεται από τη κατάσταση στο συσχετισμό δυνάμεων, δυνάμεων οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών, στρατιωτικών. Υπάρχει ο συσχετισμός δυνάμεων που εδράζεται στη βάση, είναι, λοιπόν, οικονομικός. Ο βαθμός ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, άρα η πραγματικότητα νοούμενη υλιστικά, δεν επιδέχεται αμφισημίες ή πολλαπλές αναγνώσεις. Η παράμετρος αυτή βοηθά στη κατανόηση της ύπαρξης ή μη των όρων για έναν ενδεχόμενο μετασχηματισμό της κοινωνίας. Ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων , είναι η έκφραση του βαθμού ενιαιότητας στη συνείδηση και οργάνωσης που έχουν πραγματώσει οι κοινωνικές τάξεις. ‘Ως μεγαλύτερος βαθμός, θεωρείται, πως είναι η «στιγμή» εκείνη κατά την οποία η συγκεκριμένη κοινωνική τάξη αντιλαμβάνεται πως τα υλικά συμφέροντά της στη παρούσα και μέλλουσα ανάπτυξή τους υπερβαίνουν τα όρια μιας συνεταιριστικής - συντεχνιακής αλληλεγγύης και δύνανται να γίνουν συμφέροντα και άλλων τάξεων που τελούν επί κυριαρχία. Σε αυτή τη φάση, μια ιδεολογία θα επιβληθεί στις υπόλοιπες ( και θα τις ενοποιήσει), θα αναπτυχθεί σε όλο το κοινωνικό εύρος και θα προσδιορίσει την ενιαιότητα των οικονομικών, πολιτικών, πνευματικών και ηθικών σκοπών της τάξης. Μέσα από αυτό δημιουργείται η ηγεμονία μιας κοινωνικής τάξης επί μίας σωρείας άλλων υποτελών. [10]
Για την θεωρητική επεξεργασία της έννοιας της ηγεμονίας και των μηχανισμών αυτής, ο Γκράμσι προχώρησε στην μελέτη της μαρξικής σύλληψης περί βάσης και εποικοδομήματος[11], όπου τη βάση αποτελεί η οικονομία, οι παραγωγικές δυνάμεις και σχέσεις και το εποικοδόμημα το σύνολο του πλέγματος της πολιτικής, της ιδεολογίας, των αξιών, των ηθών, του πολιτισμού που περικλείει τη κοινωνία. Η ταξική πάλη διενεργείται σε κάθε πεδίο της κοινωνικής ζωής και ,κατά συνέπεια, η κυρίαρχη τάξη έχει επιτύχει κάθε τέτοιο πεδίο να είναι εμποτισμένο από την «δική της» κοσμοαντίληψη και να αναπαράγει τα συμφέροντά της και την κυριαρχία της. Ο Γκράμσι προσπάθησε να εξηγήσει την μακροημέρευση και τη σταθεροποίηση του καπιταλιστικού συστήματος και τη δυνατότητά του να παράγει συναινέσεις. Μέσα από αυτήν την αναζήτηση, έκρινε απαραίτητο να προχωρήσει πέρα από το πεδίο της βάσης και να φτάσει στο εποικοδόμημα και τις λειτουργίες του.
Εκεί «βρήκε» το πώς οι
καπιταλιστές δημιούργησαν ένα κόσμο δικό τους, που, όμως, μοιάζει με
κόσμο σύνολης της κοινωνίας! Η αστική τάξη, η τάξη των καπιταλιστών, δεν
είναι απλά μια οικονομικά ισχυρή τάξη, που επιβάλλεται στο προλεταριάτο
μέσω της οικονομικής βίας και των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους.
Η αστική τάξη είναι μια ηγεμονική τάξη που επιτυγχάνει να παρουσιάζει
το ταξικό της συμφέρον ως καθολικό, ως συλλογική βούληση, ως «κοινό
νού».[12]
Ο Geoffrey Nowell-Smith, σημειώνει μάλιστα πως «η κοινή λογική είναι ο
τρόπος μέσω του οποίου η υποτελής τάξη διάγει την υποτέλειά της». [13] Άρα, η κυρίαρχη τάξη «άρχει με και μέσω της ‘οικειοθελούς’ συνεργασίας και έμπρακτης συναίνεσης των μαζών».[14] Δι’ αυτού εξηγείται και το γιατί ο Γκράμσι αντιλαμβάνεται τον «κοινό νού» ως κάτι εύκαμπτο και μεταβλητό.
Η ηγεμονία, φυσικά, δεν μπορεί να νοηθεί έξω από τους μηχανισμούς της. Οι μηχανισμοί ηγεμονίας είναι το όχημα μέσω του οποίου πραγματώνεται η ηγεμονία και δεν υφίσταται απλά σαν μια ιδεοληψία εντός της κοινωνίας. Επιπλέον, οι μηχανισμοί ηγεμονίας ενισχύουν την «δραστηριότητα» της ηγεμονίας πέρα από το πολιτισμικό και πολιτιστικό πεδίο. Επί της ουσίας, ο μηχανισμός ηγεμονίας οδηγεί πλέον την έννοια στη πιο πλέρια μορφή ανάπτυξής της, σε αυτήν της κατάληψης της εξουσίας και της οικοδόμησης του εργατικού κράτους. Προπλάσματα ηγεμονίας μιας πολιτικής, ιδεολογικής και πολιτιστικής πρότασης μπορούν να ενοποιηθούν, να συνολικοποιηθούν και να σχηματοποιηθούν μόνο διαμέσου ενός μηχανισμού ηγεμονίας, ο οποίος συγκροτείται σε αναφορά με μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη, δηλαδή με τον τρόπο έκφρασης αυτής της τάξης στα ποικίλα πεδία του εποικοδομήματος.
Η ηγεμονία, φυσικά, δεν μπορεί να νοηθεί έξω από τους μηχανισμούς της. Οι μηχανισμοί ηγεμονίας είναι το όχημα μέσω του οποίου πραγματώνεται η ηγεμονία και δεν υφίσταται απλά σαν μια ιδεοληψία εντός της κοινωνίας. Επιπλέον, οι μηχανισμοί ηγεμονίας ενισχύουν την «δραστηριότητα» της ηγεμονίας πέρα από το πολιτισμικό και πολιτιστικό πεδίο. Επί της ουσίας, ο μηχανισμός ηγεμονίας οδηγεί πλέον την έννοια στη πιο πλέρια μορφή ανάπτυξής της, σε αυτήν της κατάληψης της εξουσίας και της οικοδόμησης του εργατικού κράτους. Προπλάσματα ηγεμονίας μιας πολιτικής, ιδεολογικής και πολιτιστικής πρότασης μπορούν να ενοποιηθούν, να συνολικοποιηθούν και να σχηματοποιηθούν μόνο διαμέσου ενός μηχανισμού ηγεμονίας, ο οποίος συγκροτείται σε αναφορά με μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη, δηλαδή με τον τρόπο έκφρασης αυτής της τάξης στα ποικίλα πεδία του εποικοδομήματος.
Η ηγεμονία, καθορίζεται από την
κίνηση της ταξικής πάλης και αφού η ταξική πάλη ενυπάρχει σε κάθε πεδίο
της κοινωνικής ζωής, την βρίσκουμε πρώτα και καθοριστικά στην βάση. Ο
μηχανισμός ηγεμονίας αναπτύσσεται πρωταρχικά στην παραγωγή, άλλωστε οι
παραγωγικές σχέσεις είναι κοινωνικές σχέσεις. Συνεπώς, η διάρθρωση της
καπιταλιστικής παραγωγής και της σχέσης των εργατών - στελεχών –
καπιταλιστών σε αυτή αναδεικνύει τον ηγεμονικό μηχανισμό της αστικής
τάξης.
Οι ηγεμονικοί μηχανισμοί εντός ενός κοινωνικού σχηματισμού είναι οι μηχανισμοί της κυρίαρχης τάξης. Εδώ τοποθετείται το ιδιαίτερο, μαρξικής προέλευσης, δίπολο εξουσία – κυριαρχία στην γκραμσιανή σκέψη. Η αστική τάξη, η τάξη των καπιταλιστών, των ιδιοκτητών των παραγωγικών μέσων, είναι η οικονομικά, πολιτικά, ιδεολογικά, πολιτιστικά κυρίαρχη τάξη. Ως κυρίαρχη τάξη στην παραγωγή, αναπτύσσει τους ηγεμονικούς μηχανισμούς της σε όλο το εύρος της κοινωνίας. Η καπιταλιστική παραγωγή δημιουργεί συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες και δομές εμποτισμένες με τη δυνατότητα αναπαραγωγής της. Παρόλ’ αυτά, είναι αναγκαία συνθήκη η ενεργοποίηση των μηχανισμών ηγεμονίας της αστικής τάξης, προκειμένου να θωρακιστεί αυτή η δυνατότητα, δεδομένου ότι ο προσδιοριστικός παράγοντας της ταξικής πάλης εμφανίζει την αντιπαραθετική δυνατότητα ανατροπής του υπάρχοντος τρόπου παραγωγής.
Η αναγνώριση πως η αστική τάξη είναι κυρίαρχη δεν οδηγεί ευθύγραμμα στην παραδοχή πως η ίδια ασκεί εξουσία. Το νεωτερικό κράτος (πολλώ δε μάλλον το σύγχρονο μετανεωτερικό κράτος) καλείται να υλοποιήσει τις εξουσιαστικές σχέσεις και πρακτικές στο πλαίσιο μιας ταξικής κοινωνίας με κυρίαρχο την αστική τάξη. Ο συσχετισμός δυνάμεων υπέρ μιας συγκεκριμένης τάξης είναι μια σύνθεση της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας αυτής, η ανώτερη βαθμίδα αυτού του συσχετισμού δύναμης είναι όταν η κυρίαρχη τάξη, το κράτος και η «κοινωνία των πολιτών» βρίσκονται σε μια συνολική σχέση μεταξύ τους, άρα στη φάση αυτή η ταξική ηγεμονία υπάρχει σε κάθε πεδίο του εποικοδομήματος. Αυτό δημιουργεί την πλήρη ενοποίηση των οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών, ηθικών σκοπών της κυρίαρχης τάξης, που πραγματοποιείται μόνο μέσω του κράτους, το οποίο «νοείται ως οργανισμός που προσιδιάζει σε μια ομάδα, προορισμένη να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για τη μέγιστη ταξική επέκταση».[15]
Οι ηγεμονικοί μηχανισμοί εντός ενός κοινωνικού σχηματισμού είναι οι μηχανισμοί της κυρίαρχης τάξης. Εδώ τοποθετείται το ιδιαίτερο, μαρξικής προέλευσης, δίπολο εξουσία – κυριαρχία στην γκραμσιανή σκέψη. Η αστική τάξη, η τάξη των καπιταλιστών, των ιδιοκτητών των παραγωγικών μέσων, είναι η οικονομικά, πολιτικά, ιδεολογικά, πολιτιστικά κυρίαρχη τάξη. Ως κυρίαρχη τάξη στην παραγωγή, αναπτύσσει τους ηγεμονικούς μηχανισμούς της σε όλο το εύρος της κοινωνίας. Η καπιταλιστική παραγωγή δημιουργεί συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες και δομές εμποτισμένες με τη δυνατότητα αναπαραγωγής της. Παρόλ’ αυτά, είναι αναγκαία συνθήκη η ενεργοποίηση των μηχανισμών ηγεμονίας της αστικής τάξης, προκειμένου να θωρακιστεί αυτή η δυνατότητα, δεδομένου ότι ο προσδιοριστικός παράγοντας της ταξικής πάλης εμφανίζει την αντιπαραθετική δυνατότητα ανατροπής του υπάρχοντος τρόπου παραγωγής.
Η αναγνώριση πως η αστική τάξη είναι κυρίαρχη δεν οδηγεί ευθύγραμμα στην παραδοχή πως η ίδια ασκεί εξουσία. Το νεωτερικό κράτος (πολλώ δε μάλλον το σύγχρονο μετανεωτερικό κράτος) καλείται να υλοποιήσει τις εξουσιαστικές σχέσεις και πρακτικές στο πλαίσιο μιας ταξικής κοινωνίας με κυρίαρχο την αστική τάξη. Ο συσχετισμός δυνάμεων υπέρ μιας συγκεκριμένης τάξης είναι μια σύνθεση της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας αυτής, η ανώτερη βαθμίδα αυτού του συσχετισμού δύναμης είναι όταν η κυρίαρχη τάξη, το κράτος και η «κοινωνία των πολιτών» βρίσκονται σε μια συνολική σχέση μεταξύ τους, άρα στη φάση αυτή η ταξική ηγεμονία υπάρχει σε κάθε πεδίο του εποικοδομήματος. Αυτό δημιουργεί την πλήρη ενοποίηση των οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών, ηθικών σκοπών της κυρίαρχης τάξης, που πραγματοποιείται μόνο μέσω του κράτους, το οποίο «νοείται ως οργανισμός που προσιδιάζει σε μια ομάδα, προορισμένη να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για τη μέγιστη ταξική επέκταση».[15]
Δεν είναι οι καπιταλιστές που
κυβερνούν, που εξουσιάζουν, μα το ίδιο το κράτος, το αστικό κράτος,
θεμελιωμένο στη φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αν και η
κυριαρχία της αστικής τάξης θεμελιώνεται στις σχέσεις παραγωγής, το
κύριο πεδίο ανάπτυξης των ηγεμονικών μηχανισμών του κεφαλαίου εδράζεται
στο σύνολο του πλέγματος της ζωής της κοινωνίας, σε όλες τις δομές,
σχέσεις, πρακτικές, θεσμούς που βρίσκονται στον επονομαζόμενο «ιδιωτικό
χώρο» της κοινωνίας των πολιτών, τον χώρο δηλαδή ανάμεσα στο κράτος και
την οικονομική βάση. Το αστικό κράτος, λοιπόν, είναι αποτέλεσμα -
δημιούργημα της κυριαρχίας της αστικής τάξης και ο φορέας που
ενεργοποιεί τη λειτουργία των μηχανισμών ηγεμονίας σε θεσμούς, δομές,
πρακτικές, όπως η εκπαίδευση, ο Τύπος, η τέχνη και οι πολιτιστικοί
οργανισμοί , τα σωματεία και οι συνδικαλιστικοί φορείς, τα
ινστιτούτα/ιδρύματα ερευνών κ.τ.λ.
Όλα αυτά περιγράφουν τις μη κατασταλτικές λειτουργίες του κράτους, τον «παιδευτικό και διαπλαστικό του ρόλο»[16],
ο οποίος αναλαμβάνει τον βαρυσήμαντο σκοπό να δημιουργήσει έναν
ολοκληρωμένο πολιτισμό και στάση ζωής για όλη τη κοινωνία, ακόμα και για
το προλεταριάτο, εναρμονισμένο με τα συμφέροντα, τις επιδιώξεις και τις
αξίες της καπιταλιστικής τάξης, με τρόπο, ώστε να νοείται από τις
υποτελείς τάξεις, ως «δικός τους». Μέσω αυτού διασφαλίζεται η συναίνεση
των καταπιεσμένων τάξεων στην αστική, αφού εξαλείφεται κάθε
αντιπαραθετική προς το κεφάλαιο πρόταση και παράλληλα αναπαράγεται ο
καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και η κυριαρχία της αστικής τάξης. Την
ανωτέρω αντίληψη ο Αντόνιο Γκράμσι τη σχηματοποίησε ως εξής με ένα σχήμα
μεθοδολογικής διχοτόμησης των εποικοδομημάτων:
Ολοκληρωμένο Κράτος = Ηγεμονία θωρακισμένη με καταναγκασμό
Ολοκληρωμένο Κράτος = Ηγεμονία θωρακισμένη με καταναγκασμό
Κράτος/πολιτική κοινωνία Κοινωνία πολιτών
Δικτατορία /Ηγεμονία
Μηχανισμός καταναγκασμού (στρατός, αστυνομία, διοίκηση, γραφειοκρατία…) /Μηχανισμοί ηγεμονίας (οικονομικοί, πολιτικοί, πολιτιστικοί…)
Κυβέρνηση /Ολοκληρωμένο Κράτος
Κράτος ως εξουσιαστικός μηχανισμός /Κράτος ως οργανωτής της συναίνεσης
Κυριαρχία /Διεύθυνση
2. Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ Α. ΓΚΡΑΜΣΙ ΜΕΣΩ ΤΗΣ «ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ» ΣΤΗ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ
Ο Αντόνιο Γκράμσι δημιούργησε ένα ισχυρό αναλυτικό εργαλείο για τους μαρξιστές της ύστερης νεωτερικότητας και για τους σύγχρονούς μας. Η «ηγεμονία» και οι «μηχανισμοί ηγεμονίας» συνέβαλαν και συμβάλλουν στην ερμηνεία των σχέσεων εξουσίας εντός αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών, της νομιμοποίησης της ταξικής κυριαρχίας και της διατήρησης της κοινωνικής συναίνεσης, του διπόλου εξουσία-κυριαρχία. Μα, η μεγαλύτερη συνεισφορά του ιταλού μαρξιστή, εκτιμάμε, είναι η μεθοδολογία που ανέπτυξε για την τακτική του προλεταριάτου σε τέτοιες συνθήκες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και του ιδιαίτερου ρόλου του κράτους.
Η ηγεμονία δεν αποτελεί όπλο μόνο στα χέρια της αστικής τάξης, αλλά και της εργατικής. Η ηγεμονία εντός ενός κοινωνικού σχηματισμού μιας τάξης αναδεικνύει την υπεροχή της έναντι των λοιπών υποτελών. Υπεροχή, η οποία εκφράζεται πρώτα και κύρια στο οικονομικό πεδίο, στο πεδίο της παραγωγής και των παραγωγικών σχέσεων. Κατ’ επέκταση και κατ’ ανάγκη εκφράζεται σε κάθε πεδίο του εποικοδομήματος και κυρίως στη πολιτική και την ιδεολογία (κυρίαρχη ιδεολογία).
Η ηγεμονία στο εποικοδόμημα
είναι όρος επιβίωσης και αναπαραγωγής της κυρίαρχης τάξης, αφού στο
πλαίσιο μιας ταξικής και εκμεταλλευτικής κοινωνίας, η ταξική πάλη θα δρα
πάντα ως παράγοντας ανατροπής της υφιστάμενης κοινωνικής στρωμάτωσης,
είτε για να φέρει μια νέα, είτε για να την καταργήσει εξ’ ολοκλήρου. Για
αυτό εισάγεται και ο διαχωρισμός ανάμεσα στην ηγεμονία και την
κυριαρχία. Υπάρχει κυριαρχία χωρίς την κατάκτηση της πολιτικής
ηγεμονίας, όπως στην περίπτωση φασιστικών και δικτατορικών καθεστώτων
και σε αναλύσεις -όπως αυτή της Κρίστιν Μπύσι Γκλύκσμαν- υπάρχει η
δυνατότητα ηγεμονίας χωρίς την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας. Σε αυτή
τη περίπτωση, «η ηγεμονική κατάκτηση των συμμάχων είναι αναγκαία για την
εγκαθίδρυση της ηγεμονίας της εργατικής τάξης».
Εκτιμάμε, πως παρόλο που υπάρχει
διαχωρισμός ανάμεσα σε ηγεμονία-κυριαρχία-εξουσία, οι έννοιες αυτές
συνδέονται με μια διαλεκτική ενότητα μεταξύ τους. Δεν ταυτίζονται, αφού
θεμελιακά η ηγεμονία αποκρυσταλλώνεται σε έναν συγκεκριμένο τύπο
εξουσίας ο οποίος διασφαλίζει το δημοκρατικό της χαρακτήρα. Ο Γκράμσι
συγκεκριμένα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, έχει κάνει σαφές πως η κυριαρχία
(της αστικής τάξης εν προκειμένω) μετασχηματίζεται σε εξουσία την οποία
ασκεί το κράτος –και όχι απευθείας οι καπιταλιστές- υπακούοντας και
προωθώντας τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Παράλληλα, το κράτος
προκειμένου να επιτυγχάνει κοινωνική συναίνεση, αφού οφείλει να
αφουγκράζεται το σύνολο των κοινωνικών τάξεων που βρίσκονται στους
κόλπους του και να υλοποιεί – εν μέρει και επιδερμικά- αποφάσεις που
είναι θετικά διακείμενες στις υποτελείς τάξεις, αξιοποιεί τους
μηχανισμούς ηγεμονίας της κυρίαρχης τάξης και τα αποτελέσματά τους στα
διάφορα πεδία του εποικοδομήματος.
Η φύση της ενότητας ηγεμονίας και εξουσίας αναδεικνύεται σαφώς στις αναλύσεις του Γκράμσι για τη δυνατότητα – αναγκαιότητα της εργατικής τάξης να κατακτήσει την ηγεμονία προτού καταλάβει την πολιτική εξουσία. Το προλεταριάτο πρέπει να διεξάγει ταξική πάλη σε κάθε χώρο ανάπτυξης της ταξικής συνείδησης και αυτός δεν είναι μόνο η διαδικασία παραγωγής, αλλά και το σχολείο, η πολιτιστική λέσχη, η τοπική εφημερίδα, το συνδικάτο κ.τ.λ. Η εργατική τάξη στη πορεία της μετάλλαξής της από τάξη καθ’ εαυτή σε τάξη δι’ εαυτή δύναται να διαμορφώνει αντιπαραθετικό πρόταγμα σε κάθε έκφραση (πολιτική-πολιτισμική-ιδεολογική) της αστικής τάξης.
Η φύση της ενότητας ηγεμονίας και εξουσίας αναδεικνύεται σαφώς στις αναλύσεις του Γκράμσι για τη δυνατότητα – αναγκαιότητα της εργατικής τάξης να κατακτήσει την ηγεμονία προτού καταλάβει την πολιτική εξουσία. Το προλεταριάτο πρέπει να διεξάγει ταξική πάλη σε κάθε χώρο ανάπτυξης της ταξικής συνείδησης και αυτός δεν είναι μόνο η διαδικασία παραγωγής, αλλά και το σχολείο, η πολιτιστική λέσχη, η τοπική εφημερίδα, το συνδικάτο κ.τ.λ. Η εργατική τάξη στη πορεία της μετάλλαξής της από τάξη καθ’ εαυτή σε τάξη δι’ εαυτή δύναται να διαμορφώνει αντιπαραθετικό πρόταγμα σε κάθε έκφραση (πολιτική-πολιτισμική-ιδεολογική) της αστικής τάξης.
Εδώ ακριβώς ορθώνεται η συμβολή
του Αντόνιο Γκράμσι στη στρατηγική του προλεταριάτου και άρα στη
μαρξιστική πολιτική θεωρία. Η ηγεμονία στη γκραμσιανή σκέψη συγκροτήθηκε
για να δηλώσει την εναλλακτική στρατηγική της εργατικής τάξης, τον
«διευθυντικό» της ρόλο στην εργατική δημοκρατία (δικτατορία του
προλεταριάτου). Το βάρος που δίνει η γκραμσιανή ανάλυση στην ηγεμονία
της εργατικής τάξης δεν αφαιρεί σε καμία περίπτωση ούτε ελάχιστο της
αναγκαιότητας για επαναστατική ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος
και εγκαθίδρυση εργατικού κράτους ως το όχημα που θα οδηγήσει στο
οριστικό τσάκισμα του κρατικό μηχανισμού και στην αταξική κοινωνία. Ο
Γκράμσι δεν απομακρύνθηκε ποτέ από τον λενινισμό και τον επαναστατικό
μαρξισμό, δεν έπαψε ποτέ να δουλεύει για τη προοπτική της κοινωνικής
απελευθέρωσης, η οποία μόνο με την ανατροπή του υφιστάμενου
εκμεταλλευτικού και ταξικού συστήματος θα πραγματωνόταν. Η θεωρητική
επεξεργασία της ηγεμονίας έγινε με σκοπό τη χάραξη ενός νέου δρόμου για
την εργατική τάξη που θα οδηγούσε στο επαναστατικό εγχείρημα.
Αυτό το σημείο είναι ίσως που αποδεικνύει «ποιό στρατόπεδο επέλεξε» ο Αντόνιο Γκράμσι για να συμβάλει στη τακτική και τη στρατηγική του προλεταριάτου. Ο δρόμος της επανάστασης και της εγκαθίδρυσης ενός νέου εργατικού κράτους και όχι ένα πρόγραμμα μεταρρυθμιστικών αλλαγών στο πλαίσιο του καπιταλισμού είναι αυτός που χαρακτήρισε τη πορεία του αγωνιστή, πολιτικού, θεωρητικού Γκράμσι. Επεξεργασίες στους κόλπους του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος ερμηνεύουν την θεωρητική ενασχόλησή του σαν μια προσπάθεια φυγής από τη δομή προς τις υπερδομές και ως συνέπεια αυτού σαν μια υποτίμηση του οικονομικού έναντι του πολιτικού-ιδεολογικού. Ο Γκράμσι έχει απαντήσει ήδη σε αυτό «… αν η ηγεμονία είναι ηθική πολιτική πρέπει να είναι επίσης και οικονομική, πρέπει αναγκαστικά να στηρίζεται στην αποφασιστική λειτουργία που ασκείται από την ηγετική ομάδα στον αποφασιστικό πυρήνα της οικονομικής δραστηριότητας.»[17] Επίσης ο ίδιος ο ρόλος που αξίωσε για το προλεταριάτο μέσα από την ηγεμονία αναδεικνύει την πίστη του πως η εργατική τάξη είναι ο φορέας της επαναστατικής ανατροπής και της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Αυτό το σημείο είναι ίσως που αποδεικνύει «ποιό στρατόπεδο επέλεξε» ο Αντόνιο Γκράμσι για να συμβάλει στη τακτική και τη στρατηγική του προλεταριάτου. Ο δρόμος της επανάστασης και της εγκαθίδρυσης ενός νέου εργατικού κράτους και όχι ένα πρόγραμμα μεταρρυθμιστικών αλλαγών στο πλαίσιο του καπιταλισμού είναι αυτός που χαρακτήρισε τη πορεία του αγωνιστή, πολιτικού, θεωρητικού Γκράμσι. Επεξεργασίες στους κόλπους του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος ερμηνεύουν την θεωρητική ενασχόλησή του σαν μια προσπάθεια φυγής από τη δομή προς τις υπερδομές και ως συνέπεια αυτού σαν μια υποτίμηση του οικονομικού έναντι του πολιτικού-ιδεολογικού. Ο Γκράμσι έχει απαντήσει ήδη σε αυτό «… αν η ηγεμονία είναι ηθική πολιτική πρέπει να είναι επίσης και οικονομική, πρέπει αναγκαστικά να στηρίζεται στην αποφασιστική λειτουργία που ασκείται από την ηγετική ομάδα στον αποφασιστικό πυρήνα της οικονομικής δραστηριότητας.»[17] Επίσης ο ίδιος ο ρόλος που αξίωσε για το προλεταριάτο μέσα από την ηγεμονία αναδεικνύει την πίστη του πως η εργατική τάξη είναι ο φορέας της επαναστατικής ανατροπής και της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Ο Νίκος Πουλατζάς, μαρξιστής
θεωρητικός, γνήσιος εκφραστής του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος, αναφέρει:
«απαράδεκτη η επέκταση της έννοιας της ηγεμονίας στη στρατηγική της
εργατικής τάξης… διαστρέβλωση του επιστημονικού περιεχομένου της έννοιας
της ηγεμονίας , στο μέτρο που η ηγεμονία δεν εκλαμβάνεται πια σαν ένας
τύπος ταξικής κυριαρχίας».[18]
Ο τρόπος που αντιμετωπίζει ο Πουλαντζάς την προσπάθεια του Γκράμσι για
τη χάραξη μιας νέας στρατηγικής για το προλεταριάτο εκδηλώνει ένα από τα
διάφορα χάσματα στις δύο αυτές αντιλήψεις. Ο Γκράμσι δεν ήθελε απλά να
ερμηνεύσει τον καπιταλισμό, την αστική τάξη και το κράτος. Προχώρησε σε
αυτό για να εξοπλίσει την εργατική τάξη για τη νικηφόρα έκβαση της
ταξικής πάλης. Για τον Γκράμσι η ηγεμονία δεν ανήκει μόνο στην αστική
τάξη, μα ήταν δυνατότητα και όφειλε να είναι επιδίωξη και της εργατικής.
Η ηγεμονία της εργατικής τάξης στη σκέψη του Γκράμσι είναι τελικά η
άρθρωση, ανάπτυξη και πραγμάτωση μιας συνολικά αντιπαραθετικής πρότασης
για την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη, για την ίδια τη κοινωνική ζωή.
λίγα επιλεγόμενα
Η προσπάθεια ανάδειξης του πυρήνα της γκραμσιανής προσέγγισης της «ηγεμονίας» είναι μια διαδικασία γεμάτη δυσκολίες, αφού τόσο το εύρος του εννοιολογικού πεδίου της ηγεμονίας, όσο και η σύνθετη σκέψη του Γκράμσι αφήνει πάντα κάτι ανολοκλήρωτο και κάτι άλλο ανείπωτο. Οι αλλαγές που δέχτηκε η ηγεμονία στις επεξεργασίες του Αντόνιο Γκράμσι, αλλά και το πώς συνδέεται με όλα τα υπόλοιπα θεωρητικά του σχήματα όπως η κοινωνία πολιτών-πολιτική κοινωνία, οι οργανικοί διανοούμενοι, ο πόλεμος ελιγμών-πόλεμος θέσεων, επιτάσσουν μια συνολική και βαθιά ενασχόληση με το έργο του, προκειμένου να κατανοήσουμε αυτό το αναλυτικό εργαλείο.
Η ηγεμονία της αστικής τάξης είναι καθοριστικός παράγοντας για την ενοποίηση των καπιταλιστικών κρατών, ενοποίηση που πια δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και πολιτική, μέσα από το ρόλο των υπερεθνικών και παγκόσμιων οργανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο ΟΗΕ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας κ.τ.λ. Καθορίζει επίσης και το βαθμό κοινωνικής συναίνεσης που επιτυγχάνεται στα αναπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη και είναι δείκτης της ταξικής πάλης σε αυτά.
Η σύγχρονη οικονομική κρίση είναι πλέον απόλυτα σαφές πως είναι και βαθιά πολιτική. Εκφράζεται, στις δυτικές κυρίως κοινωνίες, ως κρίση των πολιτικών συστημάτων, των κομμάτων και των θεσμών αντιπροσώπευσης συνολικά. Ίσως η κοινωνική συναίνεση να διαρρηγνύεται γιατί οι μηχανισμοί ηγεμονίας της κυρίαρχης τάξης εξασθενούν. Ίσως η ίδια η ηγεμονία της αστικής τάξης να κλονίζεται υπό τις ασφυκτικές πιέσεις της ταξικής πάλης. Ιστορικό στοίχημα της εργατικής τάξης είναι να μετατρέψει τους όρους διασάλευσης της καθεστηκυίας τάξης σε πραγμάτωση μιας ολόπλευρης εργατικής ηγεμονίας, στην ιδεολογία και την παραγωγή, στην οικονομία και τη πολιτική.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Γκράμσι Αντόνιο, Για τον Μακιαβέλι για την Πολιτική και για το Σύγχρονο Κράτος, Αθήνα –
λίγα επιλεγόμενα
Η προσπάθεια ανάδειξης του πυρήνα της γκραμσιανής προσέγγισης της «ηγεμονίας» είναι μια διαδικασία γεμάτη δυσκολίες, αφού τόσο το εύρος του εννοιολογικού πεδίου της ηγεμονίας, όσο και η σύνθετη σκέψη του Γκράμσι αφήνει πάντα κάτι ανολοκλήρωτο και κάτι άλλο ανείπωτο. Οι αλλαγές που δέχτηκε η ηγεμονία στις επεξεργασίες του Αντόνιο Γκράμσι, αλλά και το πώς συνδέεται με όλα τα υπόλοιπα θεωρητικά του σχήματα όπως η κοινωνία πολιτών-πολιτική κοινωνία, οι οργανικοί διανοούμενοι, ο πόλεμος ελιγμών-πόλεμος θέσεων, επιτάσσουν μια συνολική και βαθιά ενασχόληση με το έργο του, προκειμένου να κατανοήσουμε αυτό το αναλυτικό εργαλείο.
Η ηγεμονία της αστικής τάξης είναι καθοριστικός παράγοντας για την ενοποίηση των καπιταλιστικών κρατών, ενοποίηση που πια δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και πολιτική, μέσα από το ρόλο των υπερεθνικών και παγκόσμιων οργανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο ΟΗΕ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας κ.τ.λ. Καθορίζει επίσης και το βαθμό κοινωνικής συναίνεσης που επιτυγχάνεται στα αναπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη και είναι δείκτης της ταξικής πάλης σε αυτά.
Η σύγχρονη οικονομική κρίση είναι πλέον απόλυτα σαφές πως είναι και βαθιά πολιτική. Εκφράζεται, στις δυτικές κυρίως κοινωνίες, ως κρίση των πολιτικών συστημάτων, των κομμάτων και των θεσμών αντιπροσώπευσης συνολικά. Ίσως η κοινωνική συναίνεση να διαρρηγνύεται γιατί οι μηχανισμοί ηγεμονίας της κυρίαρχης τάξης εξασθενούν. Ίσως η ίδια η ηγεμονία της αστικής τάξης να κλονίζεται υπό τις ασφυκτικές πιέσεις της ταξικής πάλης. Ιστορικό στοίχημα της εργατικής τάξης είναι να μετατρέψει τους όρους διασάλευσης της καθεστηκυίας τάξης σε πραγμάτωση μιας ολόπλευρης εργατικής ηγεμονίας, στην ιδεολογία και την παραγωγή, στην οικονομία και τη πολιτική.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Γκράμσι Αντόνιο, Για τον Μακιαβέλι για την Πολιτική και για το Σύγχρονο Κράτος, Αθήνα –
Λένιν Βλαντιμίρ, Δύο Τακτικές της Σοσιαλδημοκρατίας, Αθήνα 1987
Μπύσι-Γκλύκσμαν Κριστίν, Ο Γκράμσι και το Κράτος, Αθήνα 1984
Πουλατζάς Νίκος, Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις, τομ.β’, Αθήνα 1975
Σεραφετινίδου Μελίνα, Εισαγωγή στην Πολιτική Κοινωνιολογία, Αθήνα 2006
Χρύσης Αλέξανδρος, Ηγεμονία και πολιτική συμμαχιών:σκέψεις και σχόλια στο φώς της γκραμσιανής διάκρισης πολιτικής κοινωνίας και κοινωνίας πολιτών, Θέσεις, τ.40, 1992
Σημειώσεις:
[1] βλ. Αντόνιο Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλι, για τη πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, Εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα - . Τμήμα των «Τετραδίων της Φυλακής», η μετάφραση στα ελληνικά αποτελεί εκλογή από τον τόμο της έκδοσης Einaudi με τίτλο “Note sul Machiavelli sulla politica e sullo Stato modernο (6η έκδ.)
[2] Αντόνιο Γκράμσι, στο ίδιο έργο, σ.σ. 7-8
[3] Αλέξανδρος Χρύσης, (1992) Ηγεμονία και πολιτική συμμαχιών:σκέψεις και σχόλια στο φώς της γκραμσιανής διάκρισης πολιτικής κοινωνίας και κοινωνίας πολιτών. Θέσεις, τεύχος 40
[4] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, Ο Γκράμσι και το κράτος - για μια υλιστική θεωρία της φιλοσοφίας, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1984, σ.σ. 219-220
[5] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σελ.220
[6] Β.Ι. Λένιν, Δυό Τακτικές της Σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1987
[7] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σ.222
[8] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σ.211
[9] Κρίστιν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σ.61
[10] Αντόνιο Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλι, για τη πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, Εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα - , σ.σ.84-87
[11] Ή όπως το σχήμα αυτό μετονομάστηκε, αλλά και επανανοηματοδοτήθηκε, από μεταμαρξιστές θεωρητικούς του ευρωκομμουνιστικού ή ανανεωτικού (μαρξισμού) ρεύματος, όπως ο Luis Althusser και ο Νίκος Πουλατζάς, ως δομή και υπερδομή/υπερδομές. Βλέπε σχετικά έργα: Ν.Πουλατζάς Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις. Τόμοι α-β. Εκδ.Θεμέλιο, Αθήνα 1975. ,
[12] Η έκφραση «κοινός νούς» συναντάται πολύ συχνά στο λόγο του Γκράμσι. Μέσω αυτής εννοιολογεί τον τρόπο κατανόησης της πραγματικότητας, ο οποίος δεν είναι συνειδητός από τις μάζες, μα -αν μπορούσαμε να πούμε- φενάκη, ιδεοπλασίες που έχει δημιουργήσει η αστική τάξη.
[13] Αναφέρεται στον Alvarado & Boyd-Barrett, από Daniel Chandler, Ο Γκράμσι και η ηγεμονία, στο Μαρξιστική Θεωρία Επικοινωνιακών Μέσων
[14] Μελίνα Σεραφετινίδου, Εισαγωγή στην Πολιτική Κοινωνιολογία, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2006, σελ.131
[15] Αντόνιο Γκράμσι, ο.π. Για τη λέξη «ομάδα», να σημειώσουμε πως ο Γκράμσι εννοεί «τάξη», απλά λόγω της αμείλικτης λογοκρισίας που υφίσταντο τα γραπτά του τη περίοδο του φασισμού, επέλεξε να αντικαταστήσει πολλές λέξεις που γίνονταν αντιληπτές από το καθεστώς ως «μαρξιστικές», με άλλες λιγότερο φορτισμένες, ώστε να διασωθεί το έργο του.
[16] Μελίνα Σεραφετινίδου, ο.π., σελ.133
[17] Αλέξανδρος Χρύσης, ο.π.
[18] : Ν.Πουλατζάς Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις. Τόμος β’, Εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1975,
σ.σ.34-35
Μπύσι-Γκλύκσμαν Κριστίν, Ο Γκράμσι και το Κράτος, Αθήνα 1984
Πουλατζάς Νίκος, Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις, τομ.β’, Αθήνα 1975
Σεραφετινίδου Μελίνα, Εισαγωγή στην Πολιτική Κοινωνιολογία, Αθήνα 2006
Χρύσης Αλέξανδρος, Ηγεμονία και πολιτική συμμαχιών:σκέψεις και σχόλια στο φώς της γκραμσιανής διάκρισης πολιτικής κοινωνίας και κοινωνίας πολιτών, Θέσεις, τ.40, 1992
Σημειώσεις:
[1] βλ. Αντόνιο Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλι, για τη πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, Εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα - . Τμήμα των «Τετραδίων της Φυλακής», η μετάφραση στα ελληνικά αποτελεί εκλογή από τον τόμο της έκδοσης Einaudi με τίτλο “Note sul Machiavelli sulla politica e sullo Stato modernο (6η έκδ.)
[2] Αντόνιο Γκράμσι, στο ίδιο έργο, σ.σ. 7-8
[3] Αλέξανδρος Χρύσης, (1992) Ηγεμονία και πολιτική συμμαχιών:σκέψεις και σχόλια στο φώς της γκραμσιανής διάκρισης πολιτικής κοινωνίας και κοινωνίας πολιτών. Θέσεις, τεύχος 40
[4] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, Ο Γκράμσι και το κράτος - για μια υλιστική θεωρία της φιλοσοφίας, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1984, σ.σ. 219-220
[5] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σελ.220
[6] Β.Ι. Λένιν, Δυό Τακτικές της Σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση, Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1987
[7] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σ.222
[8] Κριστίν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σ.211
[9] Κρίστιν Μπύσι-Γκλύκσμαν, ο.π., σ.61
[10] Αντόνιο Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλι, για τη πολιτική και για το σύγχρονο κράτος, Εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα - , σ.σ.84-87
[11] Ή όπως το σχήμα αυτό μετονομάστηκε, αλλά και επανανοηματοδοτήθηκε, από μεταμαρξιστές θεωρητικούς του ευρωκομμουνιστικού ή ανανεωτικού (μαρξισμού) ρεύματος, όπως ο Luis Althusser και ο Νίκος Πουλατζάς, ως δομή και υπερδομή/υπερδομές. Βλέπε σχετικά έργα: Ν.Πουλατζάς Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις. Τόμοι α-β. Εκδ.Θεμέλιο, Αθήνα 1975. ,
[12] Η έκφραση «κοινός νούς» συναντάται πολύ συχνά στο λόγο του Γκράμσι. Μέσω αυτής εννοιολογεί τον τρόπο κατανόησης της πραγματικότητας, ο οποίος δεν είναι συνειδητός από τις μάζες, μα -αν μπορούσαμε να πούμε- φενάκη, ιδεοπλασίες που έχει δημιουργήσει η αστική τάξη.
[13] Αναφέρεται στον Alvarado & Boyd-Barrett, από Daniel Chandler, Ο Γκράμσι και η ηγεμονία, στο Μαρξιστική Θεωρία Επικοινωνιακών Μέσων
[14] Μελίνα Σεραφετινίδου, Εισαγωγή στην Πολιτική Κοινωνιολογία, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2006, σελ.131
[15] Αντόνιο Γκράμσι, ο.π. Για τη λέξη «ομάδα», να σημειώσουμε πως ο Γκράμσι εννοεί «τάξη», απλά λόγω της αμείλικτης λογοκρισίας που υφίσταντο τα γραπτά του τη περίοδο του φασισμού, επέλεξε να αντικαταστήσει πολλές λέξεις που γίνονταν αντιληπτές από το καθεστώς ως «μαρξιστικές», με άλλες λιγότερο φορτισμένες, ώστε να διασωθεί το έργο του.
[16] Μελίνα Σεραφετινίδου, ο.π., σελ.133
[17] Αλέξανδρος Χρύσης, ο.π.
[18] : Ν.Πουλατζάς Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις. Τόμος β’, Εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1975,
σ.σ.34-35
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.