Η τουρκική επιθετικότητα, το Διεθνές Σύστημα και η Ελλάδα
Του Κωνσταντίνου Γρίβα* από το Άρδην τ. 116
Θα επικεντρωθώ στο κβαντικό άλμα που έχει κάνει τις τελευταίες μέρες η μορφή του διεθνούς συστήματος. Κρατώ μία επιφύλαξη, μήπως και τυχόν υπάρξουν διορθωτικές ενέργειες από πλευράς των Ηνωμένων Πολιτειών, που δεν το θεωρώ πιθανό, αλλά κρατώντας αυτή την επιφύλαξη. Αυτό που συνέβη τις τελευταίες ώρες είναι η ληξιαρχική πράξη θανάτου σε αυτό που θεωρούσαμε ως διεθνές σύστημα ελεγχόμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Για την ακρίβεια, ακόμα και άνθρωποι σαν και εμένα, αλλά και άλλοι συνάδελφοι, που θεωρούσαμε δεδομένο ότι βρισκόμαστε σε έναν ξεκάθαρα πολυπολικό κόσμο, και όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ένας από τους ισχυρούς παίκτες στο διεθνές σύστημα, είχαμε κάνει λάθος. Από ό,τι φαίνεται περνάμε από ένα ολιγαρχικό πολυπολικό σύστημα σε ένα πολύ πιο πληθωριστικό. Σε ένα σύστημα στην πραγματικότητα μικρομεσαίων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων και των Αμερικανών, των Ρώσων, των Κινέζων. Κανένας εξ αυτών δεν έχει τη δυνατότητα –δεν μιλάμε πλέον για προθέσεις– να ελέγξει αποφασιστικά τα δρώμενα στον πλανήτη γενικώς και στη γειτονιά μας ειδικότερα. Έχουμε δηλαδή μία αποδιοργάνωση του διεθνούς συστήματος, όπως το γνωρίζαμε. Μέσα σε αυτό το νέο σύστημα που δημιουργείται, η Τουρκία, που το κάνει ήδη εδώ και πολλά χρόνια και το κάνει με επιτυχία, θέλει να εξελιχθεί σε έναν από τους πρωτεύοντες πόλους ισχύος του πλανήτη.
Πριν από αρκετά χρόνια, σε ένα συνέδριο στην Ευρωβουλή, ένας Τούρκος συνάδελφος, διεθνολόγος, μου είχε πει ότι θέλουν να εξελιχθούν στην πέμπτη δύναμη του πλανήτη. Μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Ρωσία, την Κίνα και την Ινδία. Το νούμερο πέντε να είναι η Τουρκία. Για να το επιτύχουν αυτό οι Τούρκοι «υποχρεούνται» να ελέγξουν ολοκληρωτικά και απόλυτα τον κρισιμότατης σημασίας χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου.
Και αυτό γιατί ο χώρος αυτός, η Ανατολική Μεσόγειος γενικότερα και το Αιγαίο ειδικότερα, με βάση μία σειρά από αλλαγές που διαμορφώνονται στο διεθνές σύστημα, που είναι πάρα πολλές και δεν έχει νόημα να τις αναφέρουμε όλες, αναβαθμίζεται.
Ας τις παραθέσουμε απλώς: από την τήξη των αρκτικών πάγων και το άνοιγμα του Αρκτικού Κύκλου στη ναυσιπλοΐα μέχρι την περιβόητη BRI (Belt Road Initiative), που είναι ο νέος Δρόμος του Μεταξιού της Κίνας, διαμορφώνεται ένας νέος πλανήτης μέσα στον πλανήτη. Ένα υποσύστημα κέντρο του οποίου είναι το Αιγαίο και ευρύτερα η Ανατολική Μεσόγειος, αυτό φαίνεται και γεωγραφικά. Παραφράζοντας λοιπόν τον Χάλφορντ Μακίντερ, όποιος ελέγξει αυτή την περιοχή βάζει σοβαρή υποψηφιότητα να γίνει ένας από τους κυρίαρχους του πλανήτη.
Άρα, λοιπόν, είναι δεδομένο ότι μία Τουρκία που έχει τεράστιες αυτοκρατορικές βλέψεις, βλέπει ότι το διεθνές σύστημα αποσαθρώνεται και προκύπτει ένα παράθυρο ευκαιρίας, ωσότου αναδιατυπωθεί η νέα παγκόσμια αρχιτεκτονική. Είναι δεδομένο ότι θα επιχειρήσει (και ήδη το κάνει) να ακρωτηριάσει γεωπολιτικά την Ελλάδα και να εξαφανίσει γεωπολιτικά την Κυπριακή Δημοκρατία.
Όλα τα υπόλοιπα, δηλαδή περί στοχοθετήσεων και τακτικισμών των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι απλώς δικαιολογίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επαναδιατυπώνουν τη στρατηγική τους. Θέλουν να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση της Κίνας, κατανοούν ότι δεν μπορούν να τα βάλουν με τους πάντες και θέλουν να αφήσουν τοποτηρητές στον πλανήτη και να αποσυρθούν από όπου δεν έχουν άμεσο συμφέρον. Ωστόσο, πυρήνας αυτού που λέγαμε μονοπολικός κόσμος, δηλαδή της αντίληψης περί απόλυτης κυριαρχίας των Ηνωμένων Πολιτειών, ήταν το γόητρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Μία φαντασιακή κατασκευή, για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του συρμού, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να ελέγξουν όλο τον πλανήτη. Αυτό δεν αποτελεί προϊόν παρθενογένεσης, η Τουρκία ξεκίνησε να αποδομεί αυτή την αντίληψη εδώ και αρκετό καιρό, με σημαντικότερη ενέργεια την επιδεικτική έλευση των s-400 στην Τουρκία. Μπορούσε να γίνει πολύ πιο διακριτικά, αλλά δεν το προτίμησαν. Ήταν η πράξη διακήρυξης της ανεξαρτησίας της Τουρκίας από τη δυτική αρχιτεκτονική. Μία πράξη που έμεινε ατιμώρητη.
Έχουμε μία Τουρκία που επιδεικτικά δηλώνει ότι κάνει ό,τι θέλει και αγνοεί τις εντολές τόσο από τους Αμερικανούς και φυσικά από τους Ευρωπαίους, που δεν έχουν στρατηγική για την περιοχή.
Έχουμε λοιπόν έναν αποσαθρωμένο κόσμο, όπως θα έλεγε και ο Κίσινγκερ, μέσα στον οποίο έχουμε και μία τρομακτικά φιλόδοξη Τουρκία. Βέβαια, η φιλοδοξία αυτή αποτελεί σε μεγάλο βαθμό προϊόν των δομικών της αδυναμιών. Είναι μία φυγή προς τα εμπρός. Προσπαθεί, δηλαδή, για ένα αυτοκρατορικό μέλλον να καθυποτάξει τα αντιφατικά στοιχεία της ταυτότητάς της σε έναν ενιαίο σκοπό, προκειμένου να μην αναπτυχθούν κεντρόφυγες τάσεις. Αλλά μέχρι στιγμής το καταφέρνει: Ο Ερντογάν και το AKP συγκεντρώνουν την τουρκική πλειοψηφία γύρω τους.
Ανεξαρτήτως του τι θα συμβεί στη Συρία. Δεν είμαι τόσο σίγουρος ότι θα τα καταφέρουν στρατιωτικά. Ανεξαρτήτως όμως αποτελέσματος, έχουν ήδη καταφέρει να προβάλλουν τον εαυτό τους ως αυτόφωτο και αυτόνομο πόλο ισχύος πρώτης γραμμής στο διεθνές Σύστημα και να ταπεινώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παρεμπιπτόντως δεν μπορούμε να τα ρίχνουμε όλα στο ιδιόρρυθμο πρόσωπο του προέδρου Τραμπ. Δεν μπορούμε να λέμε από τη μία ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν κυβερνάει ο πρόεδρος, αλλά υπάρχει ένα βαθύ κράτος που ελέγχει τα πράγματα. Και από την άλλη να λέμε ότι ο Τραμπ κάνει ό,τι θέλει, κι αν ήταν ένας άλλος πρόεδρος, π.χ. ο Ρήγκαν, δεν θα ήταν έτσι τα πράγματα. Είναι δεδομένο ότι ο Τραμπ προσπαθεί, μέσω της ιδιορρυθμίας του, να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα και να καταφέρει να τραβήξει τις Ηνωμένες Πολιτείες μακριά από τις περιοχές εκείνες που θεωρούν ότι δεν πρέπει να έχουν πια αυξημένη παρουσία, χωρίς να υποστεί μεγάλο πλήγμα το γόητρό τους. Πράγμα όμως που δεν καταφέρνει.
Αυτή η παραδοχή έχει μεγάλη σημασία για μας. Διότι, ιδιαιτέρως τα τελευταία χρόνια, ολόκληρη η εθνική στρατηγική, αν μπορεί να ονομαστεί έτσι αυτή η καρικατούρα που υπάρχει στην Ελλάδα, θεωρούσε ότι το σύστημα στην περιοχή μας ελέγχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Άρα, αν μη τι άλλο, έχουμε εξασφαλισμένο τον πυροσβεστικό ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών σε περίπτωση που συμβεί μία στρατιωτική εμπλοκή με την Τουρκία. Και, εν πάση περιπτώσει, επειδή η Τουρκία γίνεται το «κακό παιδί» της περιοχής, οι Ηνωμένες Πολιτείες ή κάποιος άλλος παίκτης θα την τιμωρήσουν.
Φτάσαμε λοιπόν με βάση αυτή τη λογική, επειδή και το ελληνικό σύστημα εξουσίας δεν δέχεται την πολυπολική φύση του διεθνούς συστήματος (έχει μείνει σε έναν παρελθόντα χρόνο, όπου τα πάντα ελέγχονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες) να εγκλωβιστούμε. Έχουμε εγκλωβιστεί σε μία εθνική στρατηγική η οποία προέβλεπε και ακόμα προβλέπει την αυτοεξάλειψη της Ελλάδας. Έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο ταύτισης με τον αμερικανικό παράγοντα, που αν το έβλεπε ο Παναγιώτης Πιπινέλης, (υπουργός Εξωτερικών επί Χούντας την τριετία 1967-1970) θα συνιστούσε στην εθνική ελίτ να συγκρατηθεί, να μην ταυτίζεται τόσο με τους Αμερικανούς.
Και δεν είναι μόνο η ταύτιση, αλλά ότι δεν έχει δημιουργηθεί ούτε ένα πλέγμα συνεργασιών με τις Ηνωμένες Πολιτείες, που θα ήταν κάτι το συζητήσιμο. Είναι η λογική ότι εξαφανιζόμαστε ως γεωπολιτικός δρων στην περιοχή και περιμένουμε ότι διά της αυτοεξάλειψής μας θα εμφανιστεί κάποιος μεγάλος παράγοντας για να αναχαιτίσει την επεκτατική Τουρκία. Αυτό είναι χειρότερο από φαντασίωση. Είναι σαν να περιμένουμε ότι θα έρθουν οι εξωγήινοι να μας βοηθήσουν. Είναι τέτοιου επιπέδου στρατηγική ανάλυση.
Άρα, έχουμε ενώπιόν μας μία νέα Τουρκία, που εδώ και μερικές μέρες έχει αποδείξει ότι είναι πολύ πιο φιλόδοξη και επιθετική από ό,τι πιστεύαμε –ακόμα και άνθρωποι σαν και μένα– και λειτουργεί μέσα σε ένα διεθνές σύστημα που αυτή τη στιγμή είναι πολύ πιο αργό από ό,τι πιστεύαμε. Βρισκόμαστε και οι δύο χώρες σε ένα γεωγραφικό σημείο του πλανήτη, επειδή δεν μπορούμε να δραπετεύσουμε από τη γεωγραφία, η κυριαρχία του οποίου είναι κρισιμότατης σημασίας για την παγκόσμια κυριαρχία στο μέλλον.
Ταυτοχρόνως, η Τουρκία δι’ αυτής της ενέργειας δείχνει ότι ομογενοποιεί την εξωτερική της πολιτική με πυρήνα τη στρατιωτική προβολή ισχύος. Δηλαδή, λέει και δείχνει ότι τα προβλήματα της με τους γείτονες θα τα λύνει διά των όπλων.
Να πούμε και δυο πράγματα για τη διαρκή επίκληση στο διεθνές δίκαιο. Αυτή τη στιγμή η στοχοθέτηση της Τουρκίας –δεν ξέρω αν θα το καταφέρει–, αλλά η στοχοθέτησή της δεν είναι απλά μία στρατιωτική δράση στη Συρία, αλλά να κάνει μία μαζικής κλίμακας εθνοκάθαρση. Αυτό που αναμένεται να συμβεί είναι το μεγαλύτερο έγκλημα στην ιστορία της ανθρωπότητας από τη σφαγή των Τούτσι από τους Χούτου στη δεκαετία του ’90. Η ανύπαρκτη διεθνής κοινότητα, οι υποτιθέμενοι μεγάλοι παίκτες του διεθνούς συστήματος είτε κάνουν κάποιες ρητορικές καταδίκες ή δεν μιλούν καθόλου. Αν λοιπόν μία κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου ουσιαστικά μένει ατιμώρητη, υπάρχει κανείς που πιστεύει ακόμα ότι θα εκφέρει ο οποιοσδήποτε ακόμα και έναν λόγο συμπάθειας για την ΑΟΖ του Καστελόριζου; Αυτά είναι εκτός πραγματικότητας. Άρα, είναι δεδομένο ότι βρισκόμαστε σε έναν πολύ εχθρικό κόσμο με έναν πολύ εχθρικό γείτονα, πολύ φιλόδοξο, και είμαστε εντελώς μόνοι μας.
Αν θέλουμε λοιπόν να ξεκινήσουμε μία ρεαλιστική αντιμετώπιση της Τουρκίας πρέπει να ξεκινήσουμε από αυτήν τη ρεαλιστική ανάλυση. Βέβαια, φοβάμαι ότι οι ελληνικές ηγετικές δυνάμεις παθαίνουν αναφυλαξία, όταν τους λες ότι πρέπει να λειτουργήσουν εθνικά και ανεξάρτητα. Γιατί θέλουν να έχουν πάντα κάποιον πάνω από το κεφάλι τους. Το μόνο που συζητούν είναι το ποιος θα είναι ο αφέντης πάνω από το κεφάλι τους. Θα μπορούσαν να συζητήσουν να είναι οι Ρώσοι ή οι Κινέζοι, αλλά δεν διανοούνται την εθνική ανεξαρτησία και ότι θα λειτουργούμε με βάση τα εθνικά μας συμφέροντα. Αυτό είναι έγκλημα καθοσιώσεως για τις ελληνικές πολιτικές ελίτ.
Φοβάμαι ότι το επόμενο στάδιο στην αμερικανολαγνία είναι η τουρκολαγνία. Θα φτάσουν στο σημείο να μας πουν, ότι αφού η Τουρκία είναι ο φυσικός ηγεμόνας της περιοχής, να ακολουθήσουμε αυτούς, αφού δώσουμε ως αντάλλαγμα ένα κομμάτι της χώρας. Αν δεν φτάσουμε σε αυτό το σημείο, που δεν είμαι σίγουρος ότι δεν θα φτάσουμε, τότε ο δρόμος που μας μένει είναι η επιλογή των προγόνων μας: «Ελευθερία ή Θάνατος». Αλλά όχι με τη λογική των προγόνων μας, που μπορούσαν να επιλέξουν τη σκλαβιά, αλλά προτιμούσαν τον θάνατο. Εμείς έχουμε δύο απλές επιλογές, ή η Ελλάδα θα επαναδιεκδικήσει τον εαυτό της ως ανεξάρτητο μέγεθος μέσα στο διεθνές σύστημα ή, πολύ απλά, θα υποστεί τόσο μεγάλο και βίαιο γεωπολιτικό ακρωτηριασμό και θα καταστραφεί.
Για να τελειώσω με μία νότα αισιοδοξίας, η επικινδυνότητα μέσα στην οποία ζούμε έχει και πάρα πολλές ευκαιρίες, γιατί πολύ απλά κανείς δεν θέλει μία υπερβολικά ισχυρή Τουρκία. Πράγματι, υπάρχουν τεράστια περιθώρια για συμμαχίες και συνεργασίες προς όλες τις κατευθύνσεις του ορίζοντα. Και σχεδόν με όλους τους δρώντες, ακόμα και με αυτούς που έχουν επιλέξει να είναι φιλότουρκοι. Αλλά για να μπορέσεις να κάνεις συμμαχίες και συνεργασίες πρέπει πρωτίστως να υπάρχεις εσύ. Κανείς δεν πρόκειται να συμμαχήσει με ένα γεωπολιτικό φάντασμα που δεν θέλει συμμάχους, αλλά προστάτες. Είναι δεδομένο λοιπόν ότι πρέπει να οικοδομήσεις τη γεωπολιτική σου ταυτότητα. Αυτό που πρέπει να κάνουμε σε πρώτη φάση είναι να ενισχύσουμε τη στρατιωτική μας αποτροπή, το οποίο δεν είναι τόσο δύσκολο όσο ακούγεται. Γιατί έχουν αλλάξει τα δεδομένα στη στρατιωτική τέχνη, επιστήμη και τεχνολογία. Όταν βλέπουμε τους αντάρτες Χούτι στην Υεμένη, που είναι μία υποκρατική οργάνωση με μηδενική σχεδόν οργάνωση –τους βοηθάει βέβαια το Ιράν, αλλά και αυτό δεν είναι μία τεχνολογική υπερδύναμη–, όταν οι Χούτι έχουν ικανότητες στρατηγικής προβολής ισχύος και εμείς ακόμα συζητάμε αν μπορούμε να φτιάξουμε πέντε πραγματάκια, τότε τι να πεις.
Είναι δεδομένο ότι βρισκόμαστε στην αρχή μιας μεγάλης επανάστασης στις στρατιωτικές υποθέσεις. Έχει πολλές συνιστώσες, γεωπολιτικές και τεχνολογικές. Ένα κομμάτι αυτής της επανάστασης είναι η λεγόμενη τετάρτη βιομηχανική επανάσταση: Η τεχνολογία στους αισθητήρες, στους πυραυλοκινητήρες, στην τεχνητή νοημοσύνη και σε πολλά άλλα. Βάζοντας το μυαλό μας να δουλέψει, τότε μπορούμε και τη στρατιωτική μας ικανότητα να αναπτύξουμε πολύ γρήγορα και με χαμηλό κόστος και ταυτοχρόνως να κάνουμε και στην εθνική μας οικονομία μία ένεση εισαγωγής χρήσιμων τεχνολογιών. Να σταματήσουμε το brain drain και να επαναφέρουμε επιστήμονες στην Ελλάδα. Να θέσουμε τις βάσεις για να αναζωογονήσουμε την οικονομία μας. Έχει γίνει στον κόσμο ποτέ αυτό; Βεβαίως, το έχουν κάνει με τεράστια επιτυχία οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ισραήλ, η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη κ.α.
Λύσεις υπάρχουν. Αυτό που δεν υπάρχει (και δεν υπάρχει υποκατάστατο γι’ αυτό) είναι η διάθεση για επιβίωση και αντίσταση. Και αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα: Θέλουμε να αντισταθούμε ή όχι; Και δεν μιλάω για τις ελίτ, μιλάω και για μας. Αυτό που θα λέγαμε με μαρξιστική ορολογία «οι πλατιές λαϊκές μάζες». Θέλει ο ελληνικός λαός να διεκδικήσει τον εαυτό του; Γιατί πλέον βλέπουμε πολλαπλά μηδενιστικά φαινόμενα. Δεν μιλάω μόνο για αυτούς που λένε, «οι Τούρκοι είναι φίλοι μας», ή «δεν θα πολεμήσουμε για το πετρέλαιο», ή «τα έθνη είναι ξεπερασμένα και είμαστε μπροστά σε μία παγκόσμια δημοκρατία». Μιλάω ακόμα και για ανθρώπους που βρισκόμαστε στο ίδιο μήκος κύματος, που πια έχουν καταβληθεί από τη «γεωπολιτική του τάφου», που πιστεύουν ότι είμαστε χαμένοι, ότι δεν μπορούμε να κάνουμε απολύτως τίποτα, δεν υπάρχουν ηγεσίες, ότι δεν μπορεί να υπάρξει αντίσταση κ.λπ.
Άρα, το τελικό ερώτημα, που πρέπει να το απευθύνουμε και στους εαυτούς μας, είναι αν θέλουμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Αν η Ελλάδα θέλει να διεκδικήσει τον εαυτό της. Τότε πράγματι υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες για να το επιτύχει αυτό. Δεν μπορούμε να δραπετεύσουμε ούτε από τη γεωγραφία ούτε από την ιστορία. Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο είμαστε. Εδώ πρέπει να λειτουργήσουμε, δεν μπορούμε να πάρουμε τη χώρα και να την τοποθετήσουμε δίπλα στη Νέα Ζηλανδία. Ούτε να μετακινηθούμε στο μέλλον ή στο παρελθόν. Εδώ βρισκόμαστε και εδώ πρέπει να δράσουμε. Κάθε ιστορική περίοδος έχει κινδύνους και ευκαιρίες. Όσο περισσότεροι είναι οι κίνδυνοι, τόσες περισσότερες και οι ευκαιρίες. Έχουμε μπροστά μας ένα κρισιμότατο σταυροδρόμι. Ή θα διεκδικήσουμε τον εαυτό μας εκ νέου διά της αντιστάσεως απέναντι στον τουρκικό ηγεμονισμό ή θα εγκλωβιστούμε σε μία κίνηση απαξίωσης και έκλειψης της Ελλάδος από το γεωπολιτικό γίγνεσθαι και εξαφάνισής της από τον κόσμο και την ιστορία…
* Ομιλία του καθηγητή Γεωπολιτικής στην Σχολή Ευελπίδων, Κωνσταντίνου Γρίβα, στην εκδήλωση του Άρδην με θέμα: «Όχι στην μετατροπή της Ελλάδας σε τουρκικό προτεκτοράτο» που πραγματοποιήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2019 στον χώρο πολιτικής και πολιτισμού «Ρήγας Βελεστινλής». Ο τίτλος έχει επιλεγεί από την σύνταξη του περιοδικού.
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.