Κατερίνα Ἀθηνιώτη-Παπαδάκη
Χαρὰ ἡ τοῦ κόσμου ξένη.
Ποιά παιδεία χαρᾶς παραδίδουμε στὰ παιδιά μας;
Μήπως τὰ ἐγκαταλείψαμε στὸ «καφὲ τῆς χαρᾶς» τῶν ΜΜΕ, ποὺ διακωμωδεῖ ὅλους τοὺς θεσμοὺς τῆς ἀνθρώπινης συνύπαρξης;
Γίναμε ἑστίες γιὰ νὰ γνωρίσουν τὰ παιδιὰ τὴ χαρὰ τὴν ἡσύχιον, τὴ χαρὰ τὴ μυστικὴ ἀπὸ τὴ ζῶσα πνοὴ τοῦ Θεοῦ στὴν πνοή μας;
Μὰ πῶς νὰ μιλήσεις στὰ παιδιὰ γιὰ τοῦτο τὸ λεπτὸ καὶ κεκρυμμένο μυστήριο τῆς χαρᾶς σήμερα ποὺ ἡ χαρὰ ἔχει ταυτιστεῖ μὲ τὴν ἀνοησία, τὸκενὸ καὶ τὸ θόρυβο;
Θυμᾶμαι χιόνιζε. Στρέφοντας τὸ βλέμμα στὴν αὐλὴ εἶδα τὸ μικρὸ παιδὶ ποὺ εἶχε ἀνοίξει διάπλατα τὰ χέρια του, καὶ μὲ τὸ κορμί του σὲ σχῆμα σταυροῦ γύριζε γύρω-γύρω κοιτώντας ἐκστατικὰ πρὸς τὰ πάνω τὸν τρελὸ χορὸ τῶν νιφάδων.
– Ξέρεις τί ἔκανες ἐκεῖ ἔξω; ρώτησα.
– Τι ἔκανα;
– Προσευχή. Εἶχες γίνει ἕνας ζωντανὸς σταυρὸς καὶ γύριζες γύρω γύρω σὰ νὰ εὐλογοῦσες. Εἶχες διαποτιστεῖ ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Δημιουργίας καὶ εἶχες ἀνοιχτεῖ νὰ τὸ γιορτάσεις. Αὐτὴ εἶναι ἡ χαρὰ τῆς προσευχῆς. Αὺτὴ ἡ κατάληψη ἀπὸ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ.
Καὶ ἄλλοτε, μεγαλύτερος, μές στὴν καρδιὰ τοῦ θέρους, μὲ τὸ κύμα ὅμως νὰ ξεπερνᾶ τὸ μπόι του, ἁρπαγμένος ὰπὸ τὸν ἄγριο παλμὸ τοῦ στερεώματος, βάδιζε πέντε, δέκα βήματα κατὰμῆκος τῆς ἀκτῆς κι ὕστερα ἔστρεφε πρὸς τὰ νερά, τέντωνε τὰ χέρια, ἔπαιρνε πάλι τὸ σχῆμα τοῦ σταυροῦ τὸ σῶμα, ὥσπου τὰ κατέβαζε καὶ βάδιζε πάλι πέντε δέκα βήματα καὶ ξανὰ ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ὁ ἴδιος χορὸς, ὥσπου στὸ τέλος ἔκανε χωνὶ τὰ χέρια στὸ στόμα του καὶ δυνατὰ φώναξε στ’ ἄγρια ἁλμυρὰ νερὰ τὸ ὄνομά του.
Λαβαίνω κι ἐγὼ ἀφορμὴ καὶ στοὺς ἄγριους κυματισμοὺς τῶν δοκιμασιῶν τοῦ θυμίζω τὸ μυστήριο ποὺ τὸν ἔγραφε σταυρὸ στὸ ἀκρόγιαλο, ἀφήνοντας μάλιστα ὡς ἐλπίδα εἰρήνης στὴφουρτούνα τ’ ὄνομά του.
Στὴν καλύτερη περίπτωση διδάσκουμε τὰ παιδιὰ τὴν προσευχή, ἀλλὰ λησμονοῦμε νὰ τοὺς δείξουμε τὴ χαρὰ τῆς προσευχῆς, τὸν παλμὸ καὶ τὸν θεῖο δυναμισμὸ ποὺ μεταγγίζειἱεροκρυφίως στὴ ζωή τους.
«Ἡ ἀληθινή χαρά εἶναι ἡ πονεμένη», γράφει ὁ Κόντογλου. Πονεμένη ἀλλὰ μακρόθυμη. Ἡ χαρὰ δὲν εἶναι ὁ δρόμος τοῦ κόσμου, ὅπου παντοῦ καραδοκεῖ ὁ θάνατος. Ἡ χαρὰ εἶναι ὁδρόμος τοῦ πόνου, ὅπου παντοῦ γρηγορεῖ ὁ Ἀθάνατος.
Ἡ χαρὰ δὲν εἶναι κάτι ποὺ θὰ βρεῖς. Ἡ χαρὰ σοῦ ἔχει ἤδη δοθεῖ. Εἶναι τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ ποὺ κατοικεῖ στὴν καρδιά σου. Εἶναι ἡ δυνατότητα ποὺ ἔχει δοθεῖ στὴν παρουσία σου νὰ γίνει τὸ «ὄχημα ἡλίου τοῦ νοητοῦ», ὁ «ναὸς τοῦ πνεύματος», τὸ «ὕψος τὸ ἄρρητον» πρὸς τὸ ὁποῖο ἔχει κληθεῖ ἡ ἀνθρώπινη φύση σου. Ἐδῶ βρίσκεται τὸ ἱερὸ ἔδαφος τῆς προσευχῆς ὡς μετοχὴ τῆς χαρᾶς στὴ χάρη. Ὡς μετοχὴ τοῦ εἶναι στὸ ἀεὶ εἶναι. Ἐκεῖνο ποὺ ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος λέγει: «Ἡ χαρὰ ἡ ἐν τῷ Θεῷ εἶναι ἰσχυροτέρα τῆς παρούσης ζωῆς.» Διότι αὐτὴ ἡ χαρὰ ὑπερβαίνει τὴ φθορὰ τοῦ κόσμου, ὑπερβαίνει τὶς δοκιμασίες. Εἶναι ἡ κλίμακα ἡ μυστικὴ ποὺ φέρνει μιὰ λεπτὴ καταλλαγὴ καὶ ἀγαλλίαση ὡς νὰ βρισκόμαστε «μέσον πυρὸς ἱστάμενοι καὶ μὴ φλεγόμενοι» διότι εἴμαστε ἀναμμένοι ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς θεότητος.
Δὲν εἶναι ἡ χαρὰ ἡ πόρνη τοῦ κόσμου ἐτούτου, ἡ ταυτισμένη μὲ τὴν ἡδονή τὴ σκοτεινοχαρὴ ποὺ σὲ γεμίζει πληγὲς καὶ διαβρώνει τὴν ἀρετὴ τοῦ προσώπου καταπνίγοντας τὴν ἐλπίδα ποὺ φέρνει ὁ Θεὸς στὸν κόσμο μὲ τὴν παρουσία σου. Αὐτὴ ἡ ἀφώτιστη χαρὰ εἶναι κενὸ καὶ κακία ποὺ κατακερματίζει τὴν ὕπαρξη καὶ διασπᾶ τὸν κόσμο. Ἡ ἐν τῷ Θεῷ χαρὰσυμπάσχει μετὰ πασχόντων καὶ χαίρει μετὰ χαιρόντων. Εἶναι καρδιὰ ποὺ φλέγεται, ποὺ διακονεῖ, πού γίνεται τρόπος καὶ χρόνος σταυραναστάσιμος. Παίρνει στοὺς ὤμους της τὸβάρος τοῦ κόσμου γιὰ νὰ ἐμφυσήσει σ’ αὐτὸ πνοὴ ζωῆς, στοργὴ παραδείσια ὥστε ν’ ἀνακτήσει πάλι ὁ κόσμος τὴν κεκρυμμένη του ὡραιότητα, ν’ ἀναστηθεῖ ἡ ἐκπεσμένη του δόξα. «Χριστὸς Ἀνέστη χαρά μου» προσφωνοῦσε ὁ ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ ὅποιον συναντοῦσε. Διότι κάθε παιδὶ τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τῆς χαρᾶς τὸ ἀναστάσιμο σήμαντρο. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός», καλύτερος ὁρισμὸς γιὰ τὴ χαρὰ ὡς ἀναστάσιμη μετοχὴ δέν ὑπάρχει.
– Διψῶ, εἶχε πεῖ ο μικρὸς φτάνοντας γιὰ προσκύνημα στὸ πατρογονικό Κακοπέρατο.
– Ζήτα ἀπὸ αὐτὸ τὸ νερὸ γιὰ νὰ μὴν ξαναδιψάσεις ποτέ, τοῦ εἶπα καὶ τὸν ὁδήγησα στὸ εἰκόνισμα τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Καὶ ἀπὸ τότε αὐτὴ ἔγινε ἡ φυσική μας κίνηση σὲ κάθε προσκύνημα. Μὲ τραβοῦσε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μὲ ὁδηγοῦσε στοῦ «ζῶντος ὕδατος» τὴν «πηγὴ τὴν ἀκένωτο».
«Χαῖρε χαρᾶς δοχεῖον.» Δὲν βρίσκεται στήν ἐκπόρνευση ἡ χαρά μας ἀλλὰ στὴν ἀναπαρθένευση. Μὲ τὴν ἔννοια τοῦ Παύλου Εὐδοκίμωφ: «Σκοπὸς τοῦ γάμου εἶναι ἡ διάσωση τῆς παρθενικότητας τῶν συζύγων.» Χριστός, ἡ ἀληθινὴ καί ἄχραντος χαρὰ τοῦ κόσμου.
Ζήτησε ὁ δάσκαλος νὰ ξέρουν τὴν ἑπόμενη μέρα τὸ «Πάτερ ἡμῶν» ἀπ’ ἔξω.
– Δὲν εἶναι μάθημα αὐτό, εἶπα. Αὐτὸ εἶναι ἡ προσευχὴ τοῦ Κυρίου. Δὲν μαθαίνεται ὅπως τὰ μαθήματα. Αὐτὸ εἶναι χαρὰ θείας κοινωνίας.
– Τί θὰ κάνουμε; ρώτησε.
– Σήκω, θὰ ἀνηφορίσουμε ὣς τὸ ξωκκλήσι τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου.
Μετουσιώθηκε ἡ πορεία σὲ μυστικὴ ἀγωγή. Ὅλα γύρω μας σιωποῦσαν νὰ ἐνδυναμώσουν τὸν λόγο. Ὅλα προσεύχονταν. Ἡ ἐσπερινὴ αὔρα συνηγοροῦσε. Ἄναβα μὲ τίς παραβολὲς τοῦ Χριστοῦ τὰ νοήματα καὶ ἡ μυρωμένη σιωπὴ τῆς κτίσης βοηθοῦσε νὰ διαποτίσουν τὴ μνήμη. Ὥσπου φτάσαμε. Σαρώσαμε τὸ ξωκκλήσι, βάλαμε ἔλαιο καὶ φλόγα στὶς φωλιὲς τῶν καντηλιῶν, ἀνάψαμε τὸ θυμίαμα καὶ ζητήσαμε τὴ μεσιτεία τοῦ ἁγίου.
Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος Ἰσχυρός, ἅγιος Ἀθάνατος. Ἄρχισε μὲ συστολὴ νὰ λέγει τὸ «Πάτερ ἡμῶν», ἀφουγκραζόμενος τὸν δικό μου ψίθυρο ὅπου ξεχνοῦσε τὸ λόγο.
Ὅταν μετὰ τὸ «Δι’ εὐχῶν» κινήσαμε νὰ φύγουμε, ἀπρόσμενα ἕνα τεράστιο φεγγάρι σὰν παρρησία Θεοῦ μᾶς ἅρπαξε.
– Εἶδες, εἶναι κλειδὶ τὸ «Πάτερ ἡμῶν», ἄνοιξε τὸν οὐρανὸ κι ἄναψε κι αὐτὸς γιὰ μᾶς τὸ καντήλι του, νά ’χει ἱερὸ φῶς ἡ πορεία μας. Δὲν εἶναι ἁπλὰ λόγια ἡ προσευχή. Εἶναι κίνηση θείας ζωῆς στὴ ζωή μας. Νὰ τὸ θυμᾶσαι καὶ νὰ κρατᾶς τὸ κλειδί της στὴν ψυχή σου.
Κι ἄλλη φορὰ τὸν βρῆκα μαζεμένο, σκεφτικό, βαρύθυμο.
– Τί ἔχεις; ρώτησα.
– Νά, ὁ φίλος μου ὁ Κώστας θὰ μείνει σὲ καλύτερο χωριὸ ἀπὸ τὸ δικό μας, ποὺ ἔχει παιδιά, κούνιες καὶ σχολεῖο.
– Δὲν μοῦ λές, τὸν ἀγαπᾶς τὸν Κώστα;
– Φυσικά.
– Καὶ τί ζητᾶς στὴν προσευχή σου, νὰ εἶναι καλύτερα ἢ χειρότερα ἀπὸ σένα;
– Αὐτὸ εἶναι; εἶπε καὶ πετάχτηκε ἔξω καὶ ἔπαιζε χαρούμενος.
Διότι εἶναι ἡ προσευχὴ τὸ ἀναστάσιμο σῶμα τοῦ κόσμου. Ἕνας ἐνθαδικὸς τόπος μετάστασης στὶς εὐλογίες τοῦ Παραδείσου. Ὅπου ὅλοι, ζῶντες καί κεκοιμημένοι, πρόγονοι καίἀπόγονοι ἐν Χριστῷ γινόμαστε ἕνα σῶμα πού ὑπερβαίνει κάθε χωροχρονική τραγικότητα.
Αὐτὴ τὴν ἀγωγὴ τῆς χαρᾶς ποὺ ὑπερβαίνει χῶρο καὶ χρόνο, τὴ «θανάτῳ θάνατον πατήσασα», τὴν ἱερὴ χαρὰ ποὺ εἶναι μπόλιασμα θείας δύναμης τὴν παραδώσαμε στὰ παιδιά μας; Ἢμήπως τὴν ἐγκλωβίσαμε σὲ πρόσκαιρες μέριμνες μὲ στόχο τοῦ Γολγοθᾶ τὰ ἀργύρια;
Τὰ κάναμε νὰ νιώσουν στὸ ἄναμμα τοῦ κεριοῦ τὸ μυστικὸ ἀγνάντεμα τῶν πραγμάτων ἀπὸ τὰ ἔσχατα τῆς θείας καθολικότητας; Ἄναψαν οἱ ὀφθαλμοί τους ἀπὸ τὴν αἴσθηση Θεοῦ στὴν καρδιά τους; Ἀλλοιώθηκαν ἀπὸ τὸν γλυκασμὸ τῆς ἐγγύτητάς Του; Γεύθηκαν τὴν ἐλευθερία τους ὡς διαστολὴ τῆς αἰωνιότητας ἀπὸ τὸ μπόλιασμα τοῦ πνεύματός τους στὸ Πνεῦμα τοῦΘεοῦ; Ἐνστερνίστηκαν τὴ σπουδή τοῦ σταυροῦ ὡς ἀγωγὴ καί ἀρωγὴ διακονίας γιὰ τὴν ἀναστάσιμη χαρὰ τοῦ κόσμου; Ἔγινε ἡ θεία χάρη ὁ τόπος καὶ ὁ τρόπος τῆς χαρᾶς τους;Ὑπάρχουν ὡς υἱοὶ φωτός;
Καί πῶς ἐνσταλάχτηκαν ὅλα ἐτοῦτα στὴν συνειδητότητά τους; Ἀφήσαμε τὸν Θεό ἐν ἀγάπῃ, ἐν ἐλευθερίᾳ καί ἀληθείᾳ νὰ τὰ ἐπισκεφτεῖ; Γίναμε ἡ γόνιμη σιγὴ καὶ ἡ προσευχὴ γιὰ αὐτά; Μᾶς εἶδαν εἰρηνόχυτα νὰ δακρύζουμε γιὰ τὴν χαρά τους καὶ τὴ χαρὰ ὁλάκαιρου τοῡ κόσμου;
– Μὴν κάνεις τόσους σταυρούς. Καὶ μὲ λιγότερους σώζεσαι.
– Μὰ αὐτοὶ δὲν εἶναι γιὰ μένα. Γιὰ μένα ἔκαναν οἱ παποῦδες μου. Αὐτοὶ εἶναι γιὰ σένα, ἀπάντησα, καὶ τί γυρνᾶ καὶ μοῦ λέει ὁ μικρός.
– Ἐ, τότε νὰ κάνεις περισσότερους!
«Κατερινιώ μου μάλαμα,
Κατερινιώ μου μέλι,
Κατερινιὼ κρύο νερὸ
ποὺ πίνουν οἱ ἀγγέλοι»!
Τόσο ἁπλὰ χύνονταν ἀπ’ τὸ νανούρισμα τῆς μάνας ἡ χαρὰ ἡ μυστικὴ στὴν ψυχή μου.
«Τέτοια χαρὰ πῶς τὴ βαστοῦν,
πῶς τὴν ἀνασηκώνουν
νὰ μὴ διψοῦνε οἱ θνητοί
κι οἱ ἄγγελοι βουρκώνουν;»
Προσευχήσου. Κάνε τὸ εἶναι, εὖ εἶναι μετὰ τοῦ συνανθρώπου καὶ ἀεὶ εἶναι μετὰ τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε.
Δημοσιεύθηκε στο τχ 281 (Μάιος 2016) της "Πειραϊκής Εκκλησίας", μέσα στα πλαίσια του αφιερώματος «Χαρά εν όλω τω κόσμω».
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο της Καίτης Νικολάου.
πηγή ψηφιακού κειμένου: Αντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.