Τρίτη 23 Ιουλίου 2024

Μαρία Σκόμπτσοβα, αγία και ποιήτρια


Γιάννης Πατσώνης


Jason Landsel / Plough
H Μαρία Σκόμπτσοβα, μητέρα Μαρία του Παρισιού, όπως την απέδωσε σχεδιαστικά ο Jason Landsel.

Πατρός Σεργέι Χάκελ, Η αγία Μαρία των Παρισίων, μετάφραση από τα αγγλικά, Νίκη Τσιρώνη, Ακρίτας, β’ έκδ., Αθήνα 2021, 260 σελ.

Η ιστορία της Μαρίας Σκόμπτσοβα, μιας άθεης Λετονής που δραπέτευσε από τη Σοβιετική Ένωση και, στο Παρίσι, πιστή χριστιανή πλέον, έζησε τη ζωή της θυσιαστικά, για όσους είχαν ανάγκη. Ο θάνατός της στο Άουσβιτς έκλεισε έναν ηθικό κύκλο αφοσίωσης και αφιέρωσης στους άλλους. Γιατί αξίζει η υπόμνηση της παρουσίας της. [ΤΒJ]

Η Ελισαβέτα (Λίζα) Πιλένκο γεννήθηκε το 1891 στην Ρίγα της Λετονίας και μεγάλωσε στην Ανάπα, στις ακτές της Μαύρης θάλασσας, όπου ο πατέρας της ήταν δήμαρχος. Ο θάνατός του, μετά από αγώνες που έκανε εναντίον αισχροκερδών καταχραστών του βοτανικού κήπου, πλήγωσε την ευαίσθητη, μα και παθιασμένη για τη δικαιοσύνη καρδιά της (τότε ήταν 14 χρόνων) και την οδήγησε στην αθεΐα, γιατί κλονίστηκε συθέμελα η πίστη της – «αφού δεν υπάρχει δικαιοσύνη, άρα ούτε και Θεός». Το 1906 μετακόμισαν στην Πετρούπολη, όπου συνδέθηκε με ριζοσπαστικούς καλλιτεχνικούς κύκλους, παρακολουθούσε διαλέξεις στον «Πύργο», ένα γνωστό φιλολογικό «σαλόνι», όπου μιλούσαν για όλα με επαναστατικό ζήλο, μα «δεν έδιναν την ζωή τους». Εκεί γνώρισε τον Αλεξάντερ Μπλοκ (1880 -1921, άσκησε έντονη επίδραση στην γενιά του κατά την περίοδο που ονομάστηκε «αργυρός αιώνας» της λογοτεχνίας), τον Αλεξέι Τολστόι, τον Ίλια Έρενμπουργκ, που στην αυτοβιογραφία του τη θυμάται σαν ένθερμη σοσιαλίστρια. Άριστη στις επιδόσεις της στα μαθήματα, για ένα διάστημα δίδασκε τα βράδια σε εργάτες εργοστασίων. Στα 19 της, το 1910, παντρεύτηκε έναν μπολσεβίκο που είχε εκτίσει τρία χρόνια φυλακή για επαναστατική δράση, αλλά ο γάμος κράτησε δυο χρόνια. Από μια άλλη σχέση, όταν ερωτεύτηκε «έναν απλό γήινο άνθρωπο» του οποίου ούτε το όνομα δεν μας διασώζεται, γεννήθηκε μετά ένα χρόνο το πρώτο της παιδί, η Γκάινα (από το ελληνικό όνομα «γαία»).

Σε ηλικία 21 χρονών δημοσίευσε την πρώτη της ποιητική συλλογή, Όστρακα της Σκυθίας, με 34 ποιήματα. Μετά τρία χρόνια τη δεύτερη, Ρουθ, με 97 ποιήματα και, παρότι θεωρούσε τον εαυτό της άθεο, οδηγήθηκε στη μελέτη του Ευαγγελίου και του βίου των αγίων. Τον Οκτώβριο του 1917 ήταν παρούσα στην Πετρούπολη, όταν πήραν την εξουσία οι μπολσεβίκοι και, επιστρέφοντας στην Ανάπα, εκλέχτηκε η πρώτη γυναίκα δήμαρχος, σε ηλικία 27 ετών, δείχνοντας αμέριστη βοήθεια προς τους αδικημένους και τους ενδεείς. Αυτό έκανε τους μπολσεβίκους να τη βλέπουν αρχικά με συμπάθεια λόγω του αντι-αστικού χαρακτήρα των δράσεών της. Όταν όμως ήρθε στην πόλη ο Λευκός Στρατός τη ρίξανε στη φυλακή, ως επαναστάτρια. Στην απολογία της ομολόγησε:

 «Είτε Κόκκινοι είτε Λευκοί, η στάση μου είναι η ίδια: θα ενεργήσω για τη δικαιοσύνη και την ανακούφιση των πονεμένων, θα προσπαθήσω να αγαπήσω τον πλησίον μου». 

 Σώθηκε από το ικρίωμα χάρη σε ένα δάσκαλο, που είχε χρέη δικαστή, τον Δανιήλ Σκομπτσόβ, που τον ερωτεύτηκε και τον παντρεύτηκε το 1918.

Στην οδό των δυστυχιών

Επειδή όμως, με τη δίνη του εμφυλίου, η θέση τους ήταν αβέβαιη, αποφάσισαν να καταφύγουν το 1920 στο εξωτερικό, με ένα σαραβαλιασμένο ατμόπλοιο, στοιβαγμένοι στο αμπάρι όπου έβαζαν τα πρόβατα – αυτή (ήταν τότε έγκυος), ο άντρας της, η πενταετής κόρη της και η μητέρα της. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, γεννήθηκε στην Τιφλίδα της Γεωργίας ο γιος τους, ο Γιούρι. Ένα χρόνο μετά, στη Γιουγκοσλαβία, γεννήθηκε το τρίτο παιδί, η Αναστασία (Νάστια). Το 1923 έφτασαν στο Παρίσι. Εκεί, με τον άντρα της, εργάζονταν με εξαντλητικά ωράρια, 10-12 ώρες την ημέρα. Όταν η Νάστια πέθανε 6 ετών από φυματιώδη μηνιγγίτιδα, το 1926, απέκτησε τη συναίσθηση μιας νέας και ιδιαίτερης μητρότητας, ώστε να γίνει μάνα για όσους είχαν ανάγκη προστασίας. Αφιερώθηκε σε κοινωνικό έργο με το χριστιανικό ρωσικό κίνημα. Χαράχτηκαν στην καρδιά της βαθιά η «θνητή φύση της πλάσης» και αντιλήφθηκε τον «ζωοδόχο, φλογερό Παράκλητο, που διαπερνά και καίει τα πάντα». Η άλλη, η πρωτότοκη κόρη της, η Γκάινα, πέθανε σε ηλικία 21 ετών από τύφο, στη Μόσχα όπου είχε μεταβεί, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας της – είχε πάει εκεί κατά συμβουλή του Αντρέ Ζιντ. Έχασε διαδοχικά τις δύο κόρες της, ενώ ο γιος της όπως θα δούμε, λόγω της αντιστασιακής δράσεώς του ενάντια στους ναζί, πέθανε στο στρατόπεδο του Μπούχενβαλτ. Το 1927, ο γάμος με τον Ντανιέλ οδηγήθηκε στο χωρισμό – αν και δεν έπαψαν να έχουν πολύ καλές σχέσεις. Την ίδια χρονιά εξέδωσε το δίτομο έργο, Η σοδειά του πνεύματος, με αναδιηγήσεις βίων αγίων.

Το 1932, 41 ετών, πήρε το μοναχικό σχήμα στο παρεκκλήσι του Θεολογικού Ινστιτούτου του αγίου Σεργίου, και της δόθηκε το όνομα της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας – έτσι ξεκίνησε τον μοναχισμό μέσα στον κόσμο. Είχε ιδιαίτερη φροντίδα και συμπόνοια για τους διά Χριστόν σαλούς, που τους θεωρούσε αγίους της ελευθερίας – η ίδια γκρέμιζε τα στερεότυπα του «ευσεβισμού» και της αυτοδικαίωσης, όντας δύο φορές παντρεμένη και χωρισμένη με διαζύγιο και με τρία παιδιά (του ενός αγνοούσαν τον πατέρα του), αναζητώντας λύσεις σε προβλήματα που η εφευρετική της αγάπη έδινε, γυρνώντας με μεταχειρισμένο, ατημέλητο ράσο, με αρβύλες στα πόδια, καπνίζοντας –μάλιστα και δημοσίως!– επισκεπτόμενη μπαρ και καφενεία για να βρει τους «ελαχίστους αδελφούς», ταπεινούς και καταφρονεμένους, κουβαλώντας στους ώμους σακιά από την κεντρική αγορά Les Halles, «το στομάχι του Παρισιού», όπως έλεγε ο Ζολά, σέρνοντας καροτσάκια με παραγινωμένα φρούτα που ήταν πιο φτηνά, και τρόφιμα, γινόμενη «ζητιάνα της αγάπης», προκειμένου να συμπαραστέκεται στον καθημαγμένο «κόσμο με τις πληγές του», αφού «κάθε Σαύλος μπορεί να γίνει Παύλος».

«Υπάρχουν δυο τρόποι να ζεις», έλεγε. «Ο ένας να περπατάς σε ξερή γη, αξιοπρεπώς, να σχεδιάζεις το μέλλον, ο άλλος να βαδίζεις επί των υδάτων, να μην προγραμματίζεις, μα να πιστεύεις αδιαλείπτως, γιατί μια στιγμή ολιγοπιστίας κι αρχίζεις να βουλιάζεις...»

Αρχικά βρήκε ένα κτίριο για φιλοξενία 25 απόρων, ενώ η ίδια κοιμόταν στο υπόγειο, δίπλα από το λέβητα. Στο παρεκκλήσι αγιογράφησε η ίδια το τέμπλο. Αργότερα, το 1936, βρέθηκε ένα μεγαλύτερο εγκαταλειμμένο οίκημα, με τρία πατώματα, στην οδό Λουρμέλ, σε μια συνοικία με πολλούς φτωχούς εμιγκρέδες, όπου φιλοξενούσαν μέχρι και 100 άτομα, και έβρισκαν καταφύγιο «ώστε να μπορέσει κανείς να ξανασταθεί στα πόδια του» ανάπηροι, αλκοολικοί, κλοσάρ, άνεργοι, άρρωστοι. Τους στάβλους στην αυλή τούς μετέτρεψαν σε μικρή εκκλησία, αφιερωμένη στον άγιο Φίλιππο (1507-69), που είχε μαρτυρήσει επειδή είχε καταγγείλει τα εγκλήματα του Ιβάν Δ΄ του Τρομερού. Πολλές εικόνες στην εκκλησία εκείνη, τις αγιογράφησε με κεντήματα. Η ίδια κοιμόταν κάτω από τα σκαλιά της κουζίνας. Δεν είχε τίποτε δικό της, ούτε ήθελε να κατέχει. Εκεί, στο ερημητήριο για τους παραστρατημένους, αφιέρωνε άπειρες ώρες, συνομιλώντας με πολλούς. Έλεγε «να καλλιεργούμε μια οργάνωση κοινοβιακή (sobornost), με σεβασμό των προσωπικών κλίσεων κάθε προσώπου, κι η λειτουργία να μεταφράζεται σε ζωή». Είχε συμπαραστάτες τον πρύτανη του θεολογικού Ινστιτούτου, τον πρώην μαρξιστή οικονομολόγο πατέρα Σεργκέι Μπουλγκάκοφ (1871-1944), τον συγγραφέα Λεβ Ζιλέ, τον φιλόσοφο Νικολάι Μπερντιάεφ, τον ιστορικό Φεντότωφ, τον Ηλία Φονταμίνσκι που ήταν Εβραίος και έγινε ορθόδοξος πριν εξοντωθεί στο Άουσβιτς. Το οίκημα της οδού Λουρμέλ ήταν ταυτόχρονα ιδιότυπο μοναστήρι, με ξενώνες και χώρους εστίασης, μα και συναντήσεων, συζητήσεων, για δράσεις αληλλεγγύης. Φανερωνόταν στην ζωή της η «παράδοξη οικονομία της αγάπης: να αυτοδαπανάσαι και ταυτοχρόνως να περισσεύεις». Η διακονία των εμπερίστατων ήταν, όπως έλεγε, «μια λειτουργία που προεκτεινόταν από την εκκλησία στον κόσμο. Έβαζε την αγάπη πάνω από τους τύπους – «έλεον θέλω και ου θυσίαν». Για τους ρώσους εμιγκρέδες στο Παρίσι, ο Ιβάν Μπούνιν (1870-1953, βραβείο Νόμπελ 1933), εξόριστος κι αυτός, αφιέρωσε πολλές σελίδες στα γραφτά του.

Όταν έπεσε το Παρίσι, τον Ιούνιο του 1941, η μητέρα Μαρία έλεγε πως οι ναζί αντιπροσωπεύουν έναν νέο παγανισμό, καθοδηγούμενοι από παράφρονα. Το 1942, με τον ιερέα του ιδρύματος, τον πατέρα Ντιμίτρι Κλεπένιν, άρχισαν να εκδίδουν πιστοποιητικά βαπτίσεως σε Εβραίους, ώστε να αποφύγουν αυτοί την σύλληψή τους από την Γκεστάπο. Οι ναζί, που είχαν επιβάλει στους Εβραίους το κίτρινο αστέρι (Zionsstern), σχεδίασαν, κατά το πογκρόμ της 16ης Ιουλίου, τον εγκλεισμό 12.884 ατόμων (6.900 παιδιά) στο στάδιο ποδηλατοδρομίας Velodrome d’Hiver, όπου υπήρχαν μόνο μία βρύση και δέκα αποχωρητήρια – από εκεί τους έστελναν στο Άουσβιτς. Τότε, η μητέρα Μαρία, άφοβη, με μοναχική αμφίεση, μπήκε στο στάδιο και επί τρεις ημέρες μοίραζε τρόφιμα ενώ, με τη βοήθεια καθαριστών, γλίτωσαν αρκετά παιδιά, κρύβοντάς τα και φυγαδεύοντάς τα μέσα σε σκουπιδοντενεκέδες. Συνάμα, οργάνωνε τρόπους διαφυγής για ελεύθερους προορισμούς, ώσπου τον Φεβρουάριο του 1943 τη συνέλαβαν, μαζί με τον πατέρα Ντιμίτρι και το γιο της, τον Γιούρι. Τους οδήγησαν στα στρατόπεδα εξοντώσεως. Αυτήν στο Ράβενσμπρουκ, όπου δύο χρόνια άντεξε τις σκληρές δοκιμασίες, κι ενώ τους αποδεκάτιζαν η δυσεντερία, ο τύφος, και τους κατέτρωγαν οι ψείρες, αυτή εμψύχωνε τις συγκρατούμενές της, έβρισκε τρόπους να γράφει και, κλέβοντας κλωστές από περιτυλίγματα καλωδίων, κέντησε έναν επιτάφιο. Άλλοτε, ανταλλάσσοντας μερίδιο του ψωμιού της, πήρε νήματα για να κεντήσει μια εικόνα. Στις 30 Μαρτίου, μεγάλη Παρασκευή, κι ενώ ο κόκκινος στρατός πλησίαζε τόσο που ακούγονταν οι κανιοβολισμοί του, παίρνοντας τη θέση μιας νεαρής πολωνέζας συγκρατούμενης, προσέφερε τον εαυτό της ηθελημένα ολοκαύτωμα στον θάλαμο αερίων, «σβήνοντας τη λύπη του κόσμου με τον εαυτό της». Οι στάχτες των βασανισθέντων σκορπίστηκαν στην γειτονική λίμνη. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, τον Μάιο του 2004, την κατέταξε στην χορεία των αγίων, ως μάρτυρα του 20ού αιώνα. Η μνήμη της εορτάζεται στις 20 Ιουλίου, και τιμάται και από τους Καθολικούς.

Λογοτεχνία δύναμης και νοήματος

Το λογοτεχνικό της έργο καλύπτει 2.000 σελίδες (ποίηση, θεατρικά μυστήρια, μελέτες). Έργα πριν την εξορία: Όστρακα της Σκυθίας, Ρουθ, Γιουραλί, Μέλμοτ ο προσκυνητής, Η σοδειά του πνεύματος. Μετά, στο Παρίσι: Η ρωσική πεδιάδα, Χρονικό των ημερών μου, Οι τελευταίοι Ρωμαίοι, και δεκάδες άλλα με βίους αγίων ή δοκίμια. Βιβλία για το έργο της κυκλοφορούν σε πολλές γλώσσες. Στα γερμανικά, τη μετάφραση έκανε η γυναίκα τού Χάινριχ Μπελ, η Ανεμαρί Μπελ. Ο Μπόρις Παστερνάκ έγραψε όταν ανακάλυψε την ποίηση και τον βίο της: «πώς αναθαρρείς όταν ένα κίνημα λογοτεχνίας προσθέτει δύναμη και νόημα στο είναι σου, αντί να συμβάλει στην καταστροφή σου....».

Αποσπάσματα με στίχους της:


Πετώ στα πόδια τους την ψυχή μου:

Ο πόνος του άλλου καίει και περονιάζει

Βουτάνε στο νερό την ψίχα του ψωμιού

Πικρό το μέλι από τον κόπο τους

Στον κοινό θάλαμο του νοσοκομείου

Κάποιος αυτή τη στιγμή πεθαίνει

Στο μπαρ τούτη την ώρα κάποιος άλλος

Πνίγει στη λήθη τα βαριά του χρόνια

Είναι μια εξουσιαστική αχτίδα φωτός

Ένα νήμα πολύ δυνατό που μας φέρνει

Μέχρι τα όρια του επέκεινα

Κι ενώ, εκεί που άνθρωποι ζουν

Μουγκρίζει μια μάχη άλλη,

Κι όμως, είναι σαν, ό,τι κι αν έρθει μέχρι εδώ,

Μια χείρα ανοιχτή κι αόρατη να το έχει αγγίξει

Το δίχτυ μου να το, με τρύπες

Φθαρμένο σε τόσα ποτάμια...

Τι άραγε φέρνω απ’ την ψαριά μου

Στο κατώφλι της άλλης ζωής;

Με ποια πύρινη λέξη να λιώσω

Το άσπιλο χιόνι του άλλου Αιώνα;

[…]

Έψαξα για τραγουδιστές και για προφήτες

Που περιμένουν κοντά στην κλίμακα

Που ανεβάζει στους ουρανούς

Βλέπουν σημάδια του μυστηριακού τέλους

Τραγουδούν ασύλληπτα για μας τραγούδια

Και βρήκα απελπισμένους, άχρηστους, χαμένους σ' όποιο δρόμο κι αν πήραν

Άστεγους, γυμνούς, πεινασμένους για ψωμί

Δεν υπάρχουν προφητείες. Μόνο η ζωή

Παίζει διαρκώς το ρόλο του προφήτη

Το τέλος πλησιάζει, οι μέρες μικραίνουν

Πήρες την μορφή δούλου. Ωσαννά

[…]

Το 1938 προείδε το «τέλος μου, το πύρινο τέλος μου»

Η κρίση θα έρθει πριν από τον θάνατό μου

[...] Θα καταδικαστώ και θα καώ

Κι έτσι θα περιβληθώ

Το μοναχικό μου σχήμα ακόμη μια φορά. [...]

Έλα τμήση δύο αχτίδων

Έλα στους τελικούς σπασμούς

Το αίμα ξεπηδάει από τις πληγές

Που δε γιατρεύτηκαν εδώ κι αιώνες.



*Διαβάστε ακόμα τα βιβλία: Η θυσία του αδελφού (επιμέλεια Μελίτας Αντωνιάδου, εκδ. Δορκάς, 2007,
Η Ημέρα του Αγίου Πνεύματος, μετάφραση Σωτήρης Γουνελάς, εκδ. Επιστροφή, 2021 και 
Ανδρέας Αλεξόπουλος, Η εν Χριστώ αναρχία, εκδ. Αρμός, 2021.


ΠΗΓΗ:https://booksjournal.gr/kritikes/istoria/3951-maria-skomptsova-agia-kai-poiitria?fbclid=IwZXh0bgNhZW0CMTEAAR1aJXNZvkURLuRa2GsmTA261SPynCkll02U8Dx9c_jI4xIqPCGsqthK10c_aem_2XelaXkgCeG33c0_axhhrA
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.