Θανάσης Ν. Παπαθανασίου
«Τάσος Λειβαδίτης».
Το νέο τεύχος της «Σύναξής» μας (αρ. 164), με το οποίο μαζεύουμε τα κουπιά του 41ου έτους αδιάλειπτης κυκλοφορίας της, κι ανοίγουμε πανιά για το 42ο έτος.
Παραθέτω το ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ και στη συνέχεια τα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
(το εξώφυλλο το κοσμεί έργο της Βάσως Γώγου Βάσω Γώγου
……………………………………………………………................................................
Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο
Οσμή σπλαχνικότητας, οσμή ανάστασης κι οσμή περπατησιάς σε πεδία ανοιχτά που διψούν για βροχή… Όλα αυτά είναι συνειρμοί τους οποίους γεννά το όνομα ενός ανθρώπου. Όχι υπαινιγμός ότι το δόσιμο του ονόματος κουβαλά τάχα κάποιο αποκρυφιστικό νόημα. Είναι συνειρμοί που κάνουμε σήμερα στοχαστικά, εκατό χρόνια μετά τη γέννηση ενός ποιητή που μας έχει χαρίσει πολλά: πολλές προσκλήσεις στα πολύτιμα, τα οποία θέλουν ψυχή βαθιά και στεναγμούς που σπαρταρούν πάνω στο χαρτί.
Ο ποιητής γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1922, το βράδυ της Ανάστασης [1]. Και γι’ αυτό του δόθηκε το όνομα Αναστάσιος – προφανώς σαν ευχή για όλα τα ελπιδοφόρα και ζωηφόρα που δηλώνει αυτή η καταπληκτική λέξη. Πήρε και δεύτερο βαφτιστικό όνομα: Παντελεήμων, άκρως σπλαχνικός δηλαδή. Και επώνυμο, Λειβαδίτης. To πέρασμά του από τη ζωή (ως τις 30 Οκτωβρίου εξηνταέξι χρόνια αργότερα) μπορεί να δέσει, στο νου του αναγνώστη του, το επώνυμο με την ψαλμική ουτοπία: «Θα κρίνει τούς φτωχούς τού λαού• και θα σώσει τούς γιους των πενήτων. […] Θα κατέβει σαν βροχή επάνω στο θερισμένο λιβάδι• σαν ρανίδες που σταλάζουν επάνω στη γη» [2].
Το τεύχος ετούτο ψηλαφεί κάποια από τα πολλά που μας έχει χαρίσει ο Τάσος Λειβαδίτης, ιχνηλατώντας ταυτόχρονα την προσωπική του πορεία. Δεν γίνεται να πιάσεις το ένα δίχως να πιάσεις και το άλλο! Προσπαθούμε λοιπόν να συλλογιστούμε –δίχως θριαμβολογίες και δίχως απολογητικούς πειρασμούς– το πάλεμά του με την χαρά και με την ενοχή, με το κοινωνικό κακό και με την χριστιανική πίστη, με την έξοδο στις ρύμες της πόλης και με την καταβύθιση στον σκοτεινιασμένο εαυτό. Μας ενδιαφέρει πολύ η βιωμένη του διαπλοκή δυο δρόμων που πολλοί τους νομίζουν ασύμπτωτους: της λαχτάρας για έναν κόσμο δίκαιο και της συνάντησης με τον Χριστό [3]. Δρόμοι κοπιώδεις αμφότεροι για τον Λειβαδίτη, ο οποίος την στροφή του στην πίστη την έκανε ηχηρή από τα μισά περίπου της ποιητικής διαδρομής του, φορτισμένος από την ματαίωση του πολιτικού του οράματος.
Είπαμε ότι το αφιέρωμα το χτίσαμε δίχως θριαμβολογίες και απολογητικούς πειρασμούς, καθόσον είναι τραγικά και τα δύο: και το να αποσιωπάται η θρησκευτικότητά του, και το να λαφυραγωγείται αυτή στρατευμένα. Χρειάζεται σεβαστική σπουδή του ίδιου, σεβαστική διαισθητική συζήτηση με τον ίδιο. Φαίνεται πως ο Τάσος Λειβαδίτης κέρδισε εμπόνως αυτό που ξεγλυστά απ’ τα δάχτυλα πολλών καθ’ έξιν θρησκευόμενων: μια βαθιά, καρδιακή θεολογική αίσθηση, ανοιχτή στον ζωντανό Χριστό κι όχι κλειστή σαν καλοδουλεμένο σύστημα. Νομίζω πως κάθε μας κουβέντα μας χρειάζεται αντίστιξη με τους φοβερούς στίχους του: «Και κάθε φορά που μου μιλούσαν για τον Θεό δεν τους πίστευα, αλλά ύστερα όταν έμενα μόνος με τη σιωπή, καταλάβαινα και τον Θεό και το έργο του».
Σ’ αυτή την προοπτική δένει την κοινωνική έγνοια με την ζωντανή πίστη: «Ο κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει…» [5]. Με την κορυφαία αποστροφή του, η οποία κρίνει όλη τη λογιοσύνη μας: «… Πιστεύω στα διστακτικά αδέξια βήματα των ταπεινών / και στον Χριστό που διασχίζει την Ιστορία…» [6].
Με τούτη τη σκευή ο Λειβαδίτης κατορθώνει τη δυσκολότερη εγχείριση: αυτήν που βλέπει και την αθέατη αρρώστια, την καλυμμένη από επίφαση υγείας. Η αρρώστια αυτή, του ανθρώπου που σκάει από υγεία, χρειάζεται νυστέρι προσωπικής συντριβής, ιλιγγιωδώς κοφτερότερο από τον μπαλτά του ηθικισμού:
«… ή αν στάθηκα μεγαλόψυχος είναι γιατί βιαζόμουν και χάνει κανείς λιγότερο καιρό όταν συγχωρεί, όπως αυτοί που τους βάζουν στην κουζίνα να φάνε κ’ ύστερα σκουπίζουν καλά-καλά το πιάτο τους, σαν να σβήνουν, επιτέλους, κι τα τελευταία τους ίχνη…» [7].
Το αφιέρωμά μας ανοίγει ο Δημήτρης Αγγελής, o οποίος δίνει ένα περιεκτικό διάγραμμα της ζωής και της δημιουργίας του Λειβαδίτη. Στη συνέχεια ο Δημήτρης Σεβαστάκης εξετάζει την κομβική στροφή του ποιητή στην πίστη, στροφή η οποία όμως δεν έχει χαρακτήρα ρήξης, αλλά συνέχισης και ωρίμανσης. Σε συγχορδία ο Παναγιώτης Υφαντής ξετυλίγει την αναψηλάφιση και την διάνοιξη του πολιτικού οράματος του Λειβαδίτη στην χριστιανική οικουμενικότητα.
Κατόπιν επιχειρείται η ψηλάφηση ορισμένων αξόνων: Η Ελένη Λιντζαροπούλου αφουγκράζεται τις προσωπικές δονήσεις του από την εμπειρία της πίστης, και ο Χρυσόστομος Σταμούλης φωτίζει την στάση του Λειβαδίτη απέναντι σε κάτι «βλάσφημο»: στην αγωνία του ανθρώπου να σώσει τον Θεό, ουσιαστικά αγωνιώντας να μην τον χάσει. Ύστερα ο Ιωάννης Βογιατζής παρακολουθεί την αναμέτρηση του Λειβαδίτη με τον έρωτα, η Φανή Κουτσοβίτη την ιδιαίτερη σχέση του με την Βίβλο, ο Σωτήρης Γουνελάς το κονταροχτύπημά του με τον θάνατο.
Ο π. Αθανάσιος Πολύζος φέρνει σε συνομιλία τον Λειβαδίτη με τον επίσης αναζητητή του Θεού ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε (1875-1926), ενώ ο Ηλίας Κουνέλας, όντας ηθοποιός, παρουσιάζει πώς ο ίδιος μπαίνει στην θέση διαφορετικών ανθρώπων με πλοηγό τον Λειβαδίτη. Ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας συζητά με τον ποιητή γράφοντας τα δικά του ποιήματα. Έπειτα ο Αντώνης Παπαβασιλείου αφουγκράζεται τη γλώσσα του Λειβαδίτη και εν τέλει η Αναστασία Γκίτση ξεδιπλώνει τρόπους με τους οποίους ο ποιητής μας μπορεί να μπει στις σχολικές αίθουσες.
Μετά το αφιέρωμα στον Τάσο Λειβαδίτη δημοσιεύονται τέσσερα κείμενα ανεξάρτητης θεματικής: Ο Βασίλης Αδραχτάς μελετά μια περίπτωση μπολιάσματος της Ορθόδοξης ζωγραφικής με πολιτισμό των αυτοχθόνων της Αυστραλίας. Σαν σελίδες ημερολογίου των στερνών ημερών του ακολουθεί το κείμενο του σπουδαίου θεολόγου Νικολάου Ζέρνωφ (1898-1980) σε μετάφραση Ελένης Ταμαρέση. Μετά ο Θανάσης N. Παπαθανασίου παρουσιάζει ένα σημείωμα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (1929-1968) για την έννοια της ιεραποστολής. Τέλος η Εύη Βουλγαράκη εξετάζει την λειτουργία και τα ζητούμενα του λόγου, και ειδικά του θεολογικού, στην εποχή του κυβερνοχώρου.
ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Σημειώσεις:
[1] Γιάννης Κουβαράς, «Χρονολόγιο Τάσου Λειβαδίτη (1922-1988)», Διαβάζω 228 (1989), σσ. 20-24.
[2] Ψαλμ. 72: 4 & 6.
[3] Υπενθυμίζουμε ότι και στον Γιάννη Ρίτσο, ο οποίος παρέμεινε εμβληματική φιγούρα της κομμουνιστικής Αριστεράς, συναντάμε την χριστιανική πίστη, η οποία και τροφοδοτεί το κοινωνικό του όραμα. Βλ. Χρύσα Νικολάκη, «Γιάννης Ρίτσος: ένας αριστερός ποιητής με ορθόδοξη συνείδηση», Σύναξη 139 (2016), σσ. 61-67.
[4] Τάσος Λειβαδίτης, «Ο αστερισμός του Λέοντος», Ποίηση 3 (1979-1990), εκδ. Μετρονόμος, Αθήνα 2018 (γ΄έκδ.), σ. 441.
[5] Τάσος Λειβαδίτης, «Ο αστερισμός του Λέοντος», ό.π., σ. 453.
[6] Τάσος Λειβαδίτης, Ποίηση 3 , ό.π., σ. 161.
[7] Τάσος Λειβαδίτης, «Υπερβολές», Ποίηση 2 (1972-1977), εκδ. Μετρονόμος, Αθήνα 2019 (γ΄ έκδ.), σ. 278.
…………………………………................................................................…………..
Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α
- ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, «Ἡ ἐρώτηση».
- ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΓΓΕΛΗΣ, «Ἔνοχος μιᾶς μεγάλης ἀθωότητας».
- ΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ, «Ὁ ἐρειπιώνας ποὺ χτίζει».
- ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΡ. ΥΦΑΝΤΗΣ, «Γιὰ τὴν πολιτικὴ θεολογία τοῦ Τάσου Λειβαδίτη».
- ΠΕΤΡΟΣ Ι. ΜΑΪΝΑΣ, «Ὁ κῆπος μου» (ποίημα).
- ΕΛΕΝΗ ΛΙΝΤΖΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, «Μιὰ προσωπικὴ θεολογικὴ ἀνάγνωση σὲ δημόσια θέα».
- ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Α. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ, «Πῶς νὰ σὲ σώσω;».
- ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ, «Ἕνας ἔρωτας φτηνός… κι ἕνας γκρεμός».
- ΦΑΝΗ ΚΟΥΤΣΟΒΙΤΗ, «Ἀπὸ τὴ Γένεση στὰ ἰκριώματα».
- ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Δ. ΖΗΣΗΣ, «Μιὰ πιὸ ζωντανὴ σχέση μὲ τὴν ὕπαρξή τους…».
- ΣΩΤΗΡΗΣ ΓΟΥΝΕΛΑΣ, «Ζωὴ καὶ θάνατος στὴν ποίηση τοῦ Λειβαδίτη».
- ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ, «Ἄτιτλο» (ποίημα).
- π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΟΛΥΖΟΣ, «Μὲ ἀφορμὴ τὴ συνομιλία δύο ἀρρώστων γιὰ Θεό: Ρίλκε – Λειβαδίτης».
- ΗΛΙΑΣ ΚΟΥΝΕΛΑΣ, «Σὰν ἕνας ἄγγελος ποὺ ἔχασε τὸν δρόμο του».
- π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, «Ἅδης ἀνεστραμμένος ὁ Οὐρανός».
- ΑΝΤΩΝΗΣ Ν. ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, «Μιὰ ἄλλη ἡλικία».
- ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΚΙΤΣΗ, «Τάσος Λειβαδίτης. Πῶς φέρνουμε ἕναν ποιητὴ στὴ σχολικὴ τάξη».
- ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΘΗΣ, «Διεθνὲς συνέδριο Ὀρθόδοξης πνευματικότητας».
- ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΔΡΑΧΤΑΣ, «Ἡ εἰκόνα ὅπου θέλει πνεῖ!».
- ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΖΕΡΝΩΦ (μτφρ. Ελένης Ταμαρέση), «Ἕνα χρυσαφένιο φθινόπωρο στὰ ὕστερα χρόνια».
- ΜΑΡΤΙΝ ΛΟΥΘΕΡ ΚΙΝΓΚ (επιμ. Θανάση ν. Παπαθανασίου), «Νὰ εἴμαστε δυσπροσάρμοστοι».
- ΕΥΗ ΒΟΥΛΓΑΡΑΚΗ-ΠΙΣΙΝΑ, «Λόγος καὶ διάλογος σὲ μιὰ μιντιακὴ ἐποχή».
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.