Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

[Συμβολή Στη Συζήτηση Για Την Εκκλησιαστική Αναταραχή]

Αποτέλεσμα εικόνας για ΠΑΠΑΡΗΓΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ[Συμβολή Στη Συζήτηση Για Την Εκκλησιαστική Αναταραχή]



Του Θανάση Παπαρήγα


Δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη 11/6,18/6 και 25/6 2000



Τον τελευταίο καιρό, το θέμα της αναταραχής στην Εκκλησία ή, καλύτερα, στις σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας έχει πάρει διαστάσεις και προκαλεί πολλές συζητήσεις. Για λόγους που αναφέρουμε παρακάτω, θεωρούμε το θέμα πολύ σοβαρό και γι' αυτό νομίζουμε ότι απαιτείται πραγματική και σοβαρή συζήτησή του, στην οποία και καταθέτουμε τη μικρή μας συμβολή


Προέλευση και εξέλιξη

Παρ' όλο που πρέπει να ομολογήσουμε ότι δύσκολα καταλαβαίνουμε τη σχέση ανάμεσα στο συγκεκριμένο θέμα και σε γενικούς ιστοριοδιφικούς διαλογισμούς, που φαίνεται να προκαλεί, θεωρούμε χρήσιμο, αφού οι διαλογισμοί αυτοί έχουν ήδη αρχίσει, να κάνουμε μερικές χρήσιμες ιστορικές αναφορές.

Η θρησκεία αποτελεί βασικό στοιχείο της κοινωνικής συνείδησης και, μάλιστα, ένα τέτοιο στοιχείο που δίνει την εντύπωση της αιωνιότητας, την εντύπωση ότι υπάρχει σε όλους και πάντοτε. Αυτή η ίδια η αίσθηση βάρυνε πολύ στην έρευνα της προέλευσης της θρησκευτικής συνείδησης και της αιτίας τής τόσο γενικής παρουσίας της.

Η άποψη που κυριαρχεί ανατρέχει στην πρωτόγονη κοινωνία και εξηγεί το φαινόμενο σαν αποτέλεσμα της ανικανότητας του πρωτογόνου ανθρώπου να εξηγήσει τα γύρω του συμβαίνοντα φυσικά φαινόμενα.

Η άποψη αυτή δεν έχει παρά ένα μόνο βασικό μειονέκτημα: Είναι παντάπασιν εσφαλμένη.

Ο πρωτόγονος άνθρωπος δεν αισθάνεται καμία τόσο γενική περιέργεια. Αυτό του το επιβάλλουν οι συνθήκες της ζωής του. Κατ' αρχήν, ζει σε απίστευτα σκληρές συνθήκες όπου μόνο η συνεχής χειρωνακτική εργασία, χωρίς ούτε στιγμή διαλείμματος, του επιτρέπει την απλή επιβίωση. Δεν έχει καθόλου χρόνο για αφηρημένο διαλογισμό. Στη ζωή του, η σωματική και πνευματική εργασία δεν είναι ακόμη διαχωρισμένες. Στις συνθήκες του πρωτογονισμού, όμως, αυτό, απλούστατα, σημαίνει ότι η πνευματική ζωή είναι εξ ίσου υποταγμένη στην ανάγκη άμεσης επιβίωσης όσο και η σωματική. 


Στην κοινωνία όπου ζει, δεν υπάρχει αυθύπαρκτη και συστηματική επιστημονική σκέψη ούτε απόθεμα επιστημονικών γνώσεων, πράγμα που αποτελεί ένδειξη του χαμηλού επιπέδου συσσώρευσης. Δεν υπάρχει κρατική εξουσία ούτε καταμερισμός εργασίας και αυτός που υπάρχει είναι τόσο στοιχειώδης ώστε επιβάλλεται αυθόρμητα και, κατά κανόνα, ανεπαίσθητα.

Ολα αυτά έχουν ένα γενικό αποτέλεσμα ιστορικής εμβέλειας: Το ολοφάνερο γεγονός ότι ο πρωτόγονος άνθρωπος δεν έχει κανένα λόγο (και, πολύ περισσότερο, κανένα τρόπο) να κάνει πολύπλοκους συλλογισμούς και να αντιλαμβάνεται την ύπαρξη δυνάμεων που βρίσκονται πέρα από το δικό του άμεσο αισθητικό περιβάλλον. Γι' αυτόν, αλήθεια είναι αυτό που βλέπει, που ακούει, που αισθάνεται κλπ.

Ακόμη και η περιέργειά του περιορίζεται στο άμεσο περιβάλλον του. Ακόμη και ο θάνατος δε φοβίζει συνειδητά τον πρωτόγονο, που δεν έχει πλήρη συνείδηση της ζωής και της διαφοράς της από τον θάνατο.

Ολα τα παραπάνω σημαίνουν το εξής πολύ απλό πράγμα: Στην πρωτόγονη κοινωνία, δεν υπάρχει θρησκεία. Και δεν υπάρχει ακριβώς λόγω του αιτίου που αναφέρει ο Ομηρος: Γιατί δεν υπάρχει η εσωτερική ανάγκη του ανθρώπου που τη δημιουργεί.

Εκείνο που θεωρούμε "πρωτόγονη θρησκεία" είναι, στην πραγματικότητα, ένα σύνολο εκδηλώσεων (εργασιακών, μιμητικών ακόμη και παιδαγωγικών και ψυχαγωγικών) που παρεξηγούμε. Ο τοτεμισμός δεν είναι θρησκεία. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για την ιδεολογική εικόνα ενός σταδίου, από όπου πέρασε όλη η ανθρωπότητα και που αντανακλά τη στενή βιοτική σύνδεση του ανθρώπου με το ζώο (και όχι, κατ' ανάγκην, με το "ζώο" γιατί, καμιά φορά, στρέφεται γύρω από φυτά ή ακόμη και έντομα). Σχέση που έχει, με τη σειρά της, σχέση με την τροφή του ανθρώπου στο στάδιο της απλής συλλογής τροφής.

Ο πραγματικά πρωτόγονος τοτεμισμός, και όχι αυτός που συχνά γνωρίζουμε μέσω πιο εξελιγμένων κοινωνιών, δεν είναι θρησκευτικός. Δε χαρακτηρίζεται από το κατ' εξοχήν ποιοτικό χαρακτηριστικό της θρησκείας, τη λατρευτική ικεσία, αλλά από την προσταγή. Δεν έχει καμία σχέση με αναλύσεις για τη δημιουργία του κόσμου, που δεν απασχολεί τον πρωτόγονο. Είναι μαγεία, όχι λατρεία. Η πρακτική της σκοπιμότητα (που δεν είναι, βέβαια, τελείως συνειδητή) δεν είναι ο εξιλασμός εχθρικών και, πάντως, αγνώστων και ανεξέλεγκτων δυνάμεων (ο πρωτόγονος δεν μπορεί να συλλάβει την ύπαρξη ακριβώς τέτοιων δυνάμεων) με στόχο τον μετριασμό της οργής τους, αλλά η μελέτη των χαρακτηριστικών και των συνηθειών του ζώου, ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να το αξιοποιήσει, δηλαδή να το κυνηγήσει και, συνήθως, να το σκοτώσει, ευκολότερα.

Εδώ, μπαίνουμε σε ένα πολύ σοβαρό ερώτημα:

- Αν δεχτούμε ότι, στην πρωτόγονη κοινωνία, δεν υπάρχει θρησκεία, είναι φανερό ότι αυτό σημαίνει πως η θρησκεία δεν είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη κοινωνία και, πολύ περισσότερο, με την ανθρώπινη φύση. Ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει (και έχει, μάλιστα, για μακρότατο χρονικό διάστημα ήδη ζήσει) χωρίς θρησκεία. Τότε, πώς εξηγείται η διαδεδομένη άποψη ότι δεν μπορεί να υπάρχει και δεν έχει ποτέ υπάρξει κοινωνία χωρίς θρησκεία; Αποψη, συμπληρώνουμε, που φαίνεται να επαληθεύεται από όλες τις εμπειρικές παρατηρήσεις.

Εδώ, έχουμε να κάνουμε με ένα φαινόμενο όχι λιγότερο σοβαρό: Με το ότι, δηλαδή, οι σχετικές έρευνες, από σκοπιμότητα ή από παρεξήγηση, αναφέρονται μόνο στην ταξική κοινωνία, ξεχνώντας την "προταξική", την οποία, άλλωστε, συνήθως και αγνοούν.

Γιατί, βέβαια, εκεί βρίσκεται το "ψητό": Στο ότι η θρησκεία, σαν βασική μορφή κοινωνικής συνείδησης, εμφανίζεται μαζί με την ταξική κοινωνία. Η αιτία της δε βρίσκεται στην αμάθεια, ούτε στη δεισιδαιμονία, ούτε στο φόβο μπροστά στο άγνωστο. Βρίσκεται σε μια βαθιά ιστορική μεταλλαγή, στη δημιουργία της ταξικής κοινωνίας, την οποία και αδιάλειπτα συνοδεύει.


Η διαδικασία δημιουργίας

Η πορεία της δημιουργίας της θρησκείας είναι, βέβαια, μια πολύ πολύπλοκη υπόθεση και εδώ θα μας απασχολήσει μόνο περιληπτικά.

Η πορεία της ακολουθεί την πορεία δημιουργίας της ταξικής κοινωνίας. Τα πρώτα σημάδια αυτού που αργότερα θα γίνει θρησκεία εμφανίζονται στην ανώτερη βαθμίδα της πρωτόγονης κοινωνίας, όταν αυτή δέχεται από παντού ισχυρότατες διαλυτικές πιέσεις.

Βάση των πιέσεων αυτών είναι ένα φαινόμενο ήδη πολύ αισθητό: Η αύξηση της παραγωγής του κοινωνικού πλούτου. Το φαινόμενο αυτό έχει μια σειρά σοβαρότατες συνέπειες.

α) Γνωσιολογικές. Η βαθμιαία αύξηση του κοινωνικού πλούτου γεμίζει σιγά - σιγά το περιβάλλον του ανθρώπου με κάτι που λείπει σχεδόν τελείως από το καθ' αυτό πρωτόγονο περιβάλλον: Τεχνητά αντικείμενα. Ο πολλαπλασιασμός τους, που συνοδεύεται αναπόφευκτα από την απόκτηση όλο και πιο μεγάλων γνώσεων, αρχίζει να δημιουργεί τις πρώτες ανησυχίες για τη "δημιουργία" του ίδιου του περιβάλλοντος του ανθρώπου. Ενώ ο τελείως πρωτόγονος άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί τρόπους "δημιουργίας εξ αρχής". Ο άνθρωπος που βαθμιαία βγαίνει από τον πρωτογονισμό αρχίζει να μπορεί, ακριβώς γιατί ο ίδιος είναι υφαντουργός, αγγειοπλάστης, λεπτουργός, γεωργός, κτηνοτρόφος κλπ.

β) Κοινωνικές. Η αύξηση του κοινωνικού πλούτου δημιουργεί ένα κοινωνικό πλεόνασμα, το οποίο και συνεχώς αυξάνει. Η δημιουργία του πλεονάσματος αυτού οφείλεται στην ένταση του καταμερισμού εργασίας και το πλεόνασμα, με την εμφάνιση και την αύξησή του, δυναμώνει αυτό τον καταμερισμό. Η παλιά ομοιομορφία, η βασισμένη στην κοινή και λίγο - πολύ όμοια δουλιά, σιγά σιγά διασπάται. Δημιουργούνται ειδικές κατηγορίες μελών της κοινωνίας που κάνουν ειδικές και, στο "τέλος", μόνιμα ειδικές ή και κληρονομικές δουλιές. Αρχίζει ένας έντονος αγώνας για την ιδιοποίηση του λιγοστού πλεονάσματος, που δυναμώνει καθώς το πλεόνασμα αυξάνεται. Το πλεόνασμα καταλήγει στα χέρια ορισμένων μελών της ομάδας. Τα παλαιά όργανα διαχείρισης γίνονται βαθμιαία όργανα εξουσίας. Στην κοινωνία, επικρατεί η σχέση υποταγής και, μάλιστα, υποταγής διά της βίας των πολλών στους λίγους, που ζουν όλο και πιο πλουσιοπάροχα από την εκμετάλλευση των πολλών.

γ) Ιδεολογικές. Η εμφάνιση της ταξικής κοινωνίας συνοδεύεται από ένα γιγαντιαίο πνευματικό άλμα προς τα εμπρός. Ο άνθρωπος, για πρώτη φορά, καταλαβαίνει ότι η αλήθεια δεν είναι αυτή που βλέπει ή αλλιώς αισθάνεται άμεσα. Αντιλαμβάνεται ότι, πίσω από αυτήν, υπάρχουν δυνάμεις που αυτός δεν μπορεί να αισθανθεί άμεσα, αλλά που τον επηρεάζουν όχι λιγότερο πραγματικά και ίσως, μάλιστα, περισσότερο από όσο αυτός νομίζει. Υπάρχει, συνεπώς, μια δύναμη που κυριαρχεί σ' αυτόν. Αυτή, βέβαια, πάντα υπήρχε αλλά αυτός τώρα καταλαβαίνει την ύπαρξή της. Στη βάση αυτής της εξέλιξης, ο άνθρωπος κάνει ακόμη ένα πολύ σημαντικό βήμα: Συνειδητοποιεί το φαινόμενο του θανάτου. Παράλληλα, οι όροι κοινωνικής διαβίωσης αλλάζουν. Μαζί με τον πολιτισμό, έρχεται η ταξική αλλοτρίωση, η κυριαρχία του κράτους, η πόλωση του πλούτου και της φτώχειας, η μετατροπή της κοινωνίας σε πεδίο άγριας σύγκρουσης, για να μην πούμε σε ένα φριχτό σφαγείο, στην υπηρεσία και προς το συμφέρον της κυρίαρχης τάξης. Με άλλα λόγια, η ταξική κοινωνία φέρνει στο ιδεολογικό προσκήνιο την αίσθηση της αδυναμίας του ανθρώπου.

Ολα αυτά καταλήγουν στη δημιουργία της θρησκευτικής ιδεολογίας. Μιας ιδεολογίας η οποία:

α) Καθιερώνει την ύπαρξη απρόσιτων δυνάμεων. Οι δυνάμεις αυτές έχουν άμεση σχέση με τον άνθρωπο και επεμβαίνουν άμεσα στη ζωή του. Είναι, όμως, απρόσιτες και βρίσκονται, συμβολικά, σε χώρους που αυτός δεν μπορεί να φτάσει (π.χ., στον ουρανό). Στην πραγματικότητα, ο άνθρωπος τώρα αρχίζει να νιώθει φόβο με την έννοια που του δίνουμε εμείς. Πρόκειται για μια ιστορική έκφραση της αντικειμενικής πραγματικότητας, που δεν αποτελεί ενότητα αλλά ενότητα των αντιθέτων: Το "άγνωστο" αρχίζει να προκαλεί φόβο ακριβώς καθώς γίνεται "γνωστό".

β) Αντανακλά την υπάρχουσα κοινωνική τάξη. Οι σχέσεις υποταγής που κυριαρχούν στον γήινο κόσμο επικρατούν και στον θρησκευτικό. Ο άνθρωπος γίνεται "δούλος του Θεού" επειδή ακριβώς έχει γίνει πρώτα δούλος του ανθρώπου. Η ουράνια τάξη είναι, στην πραγματικότητα, μια εξογκωμένη αναπαράσταση της γήινης ιεραρχίας και εξελίσσεται ακολουθώντας την εξέλιξή της. Η θρησκευτική συνείδηση δικαιολογεί τον γήινο κόσμο, αντανακλώντας τις αντιθέσεις του, και συμφιλιώνει τον άνθρωπο μαζί του είτε καθαγιάζοντας το καθεστώς της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης είτε καλώντας στην εξέγερση εναντίον του. Αυτό φαίνεται πεντακάθαρα στις κραυγαλέες αντιφάσεις των Γραφών ή του Κορανίου όπου τα κηρύγματα της υποταγής συνυπάρχουν με κηρύγματα καταστροφής της "πόρνης Βαβυλώνος", ενός κόσμου "ανίερου" και "αντίθετου με τους κανόνες του Θεού".

γ) Ανοίγει την πύλη για την είσοδο στη μελέτη της αντικειμενικής πραγματικότητας. Μέσω του θρησκευτικού κόσμου, ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται όχι μόνο την ύπαρξη μιας πραγματικότητας που δεν μπορεί να αισθανθεί άμεσα, αλλά και την ενότητα του σύμπαντος. Από αυτή την άποψη, είναι χαρακτηριστική η εξέλιξη του ίδιου του θρησκευτικού κόσμου. Ο τελευταίος κινείται, από ένα κατώτερο στάδιο (που αντανακλά ένα στάδιο αίσθησης ενός «διάσπαρτου» και τυχαίου κόσμου), σε ένα ανώτερο, όπου εμφανίζεται η εικόνα της κυριαρχίας της μιας και μόνης οντότητας.

Τα παραπάνω αποτελούν την πρώτη ιστορική απόδειξη ότι η θρησκευτική συνείδηση δεν αποτελεί απλό γέννημα της αμάθειας ή πρόχειρη και εκ των ενόντων απάντηση σε κοσμολογικούς προβληματισμούς, αλλά νομοτελειακό χαρακτηριστικό της ταξικής κοινωνίας. Στην πραγματικότητα, μάλιστα, βλέπουμε ότι η θρησκεία εμφανίζεται όχι όταν η αμάθεια κυριαρχεί (πρωτόγονη κοινωνία) αλλά, αντίθετα, όταν αρχίζει να υποχωρεί (ταξική κοινωνία).

Την άλλη απόδειξη για τα παραπάνω μπορούμε να τη δούμε σήμερα, στις συνθήκες του προχωρημένου καπιταλισμού: Ο γενικός αλφαβητισμός και οι επιστημονικοτεχνικές επαναστάσεις, που έχουν φτάσει η μία να διαδέχεται την άλλη, καθόλου δεν εξαφάνισαν τη θρησκεία και τίποτε δε δείχνει ότι θα την εξαφανίσουν. Ακόμη περισσότερο: Με την εμφάνιση και τη στερέωση των καπιταλιστικών εθνών και των καπιταλιστικών εθνικών κρατών, η θρησκευτική συνείδηση εισέρχεται τώρα και στην εθνική συνείδηση και αυτό ανεξάρτητα από το κατά τόπους νομικό καθεστώς.

Εδώ αξίζει να προσθέσουμε και ένα είδος «παραϊστορικής» (κατά το "παραπολιτικής") παρατήρησης: Αν το καλοπροσέξουμε, η θρησκεία όχι μόνο δεν αποκλείει την παιδεία, αλλά, αντίθετα, την προϋποθέτει. Και αυτό γιατί, όπως σήμερα το γνωρίζουμε καλά, η θρησκεία είναι "διδασκαλία".*

Ετσι, βλέπουμε καθαρά τον αντιφατικό ρόλο (σωστότερα: την αντιφατική φύση) της θρησκευτικής συνείδησης:

- Η θρησκευτική συνείδηση είναι μια απατηλή εικόνα του κόσμου. Παρουσιάζει στον άνθρωπο ένα κόσμο που δεν υπάρχει και τον υποτάσσει σε παραστάσεις που έχει, στην πραγματικότητα, δημιουργήσει οι ίδιος.

- Η θρησκευτική συνείδηση είναι μια πραγματική εικόνα του κόσμου. Παρουσιάζει στον άνθρωπο έναν κόσμο που πράγματι υπάρχει από τον οποίο αυτός εξαρτάται, αλλά τον οποίο δεν μπορεί να φτάσει. Το αίσθημα της αδυναμίας, στο οποίο στηρίζεται, αντανακλά πραγματική αδυναμία.

Είναι, νομίζουμε, υπερβολικά φανερό το ότι αυτή η βαθιά αντιφατική φύση της θρησκευτικής συνείδησης (πλάνη και ταυτόχρονα απαλλαγή από την πλάνη) αντανακλά, στην πραγματικότητα, τη βαθιά αντιφατική φύση της ταξικής κοινωνίας (απελευθέρωση και, ταυτόχρονα, υποδούλωση).


ENA ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 


Αν δεχτούμε το ότι η θρησκευτική συνείδηση αποτελεί αναγκαίο και αναπόφευκτο συνοδευτικό της ταξικής κοινωνίας, τότε αγόμεθα φυσιολογικώς και αβιάστως στο εξής συμπέρασμα:

Δεν μπορεί να υπάρχει ταξική κοινωνία, δηλαδή κοινωνία, στην οποία υπάρχουν η ταξική αλλοτρίωση, η κυριαρχία του κράτους και οι εμπορευματονομισματικές σχέσεις στα διάφορα στάδια εξέλιξής τους, που να μην είναι «θρησκευτική».

Αυτό το συμπέρασμα έχει πολύ μεγάλη σημασία για δύο λόγους:

α) Γιατί αποτελεί την τελική αποδοχή της αλήθειας ότι καμία πρόοδος στον εκπαιδευτικό και πολιτιστικό τομέα δε θα εξαφανίσει τη θρησκευτική συνείδηση όσο δεν αλλάζει η κοινωνία.

β) Γιατί προειδοποιεί απέναντι στον κίνδυνο της προσπάθειας εξάλειψης της θρησκευτικής συνείδησης μέσα στα πλαίσια της ταξικής κοινωνίας με τεχνητά μέσα. Η ταξική κοινωνία δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το θρησκευτικό της ALTER EGO, χωρίς αυτό το "όπιο του λαού" που παρηγορεί και εξηγεί, που, κατά περίπτωση, ναρκώνει ή κινητοποιεί...

* Στην πραγματικότητα, είναι, νομίζουμε, πασιφανές ότι η «εγκύκλια» εξέλιξη και η εξέλιξη της θρησκευτικής συνείδησης είναι παράλληλες διαδικασίες. Βασικά στοιχεία του θρησκευτικού κόσμου (π.χ. ιδέες όπως της άπειρης οντότητας, της ψυχής, ή ακόμη και της πέραν του τάφου ζωής) απαιτούν σημαντική αφαιρετική ικανότητα που δεν μπορεί να υπάρχει στην πρωτόγονη κοινωνία


Η ελληνική περίπτωση


Η ελληνική κοινωνία της εποχής μας είναι μια καπιταλιστική κοινωνία, δηλαδή μια κοινωνία ταξική. Η διαπίστωση αυτή μοιάζει, βέβαια, προφανής και κοινότοπη και είναι τέτοια, χρειάζεται, όμως, για να τεκμηριώσει ένα συμπέρασμα που επίσης έπρεπε να φαίνεται προφανές και κοινότοπο: Οτι η σημερινή (και η χτεσινή και η αυριανή) ελληνική κοινωνία είναι μια κοινωνία «θρησκευτική», δηλαδή μια κοινωνία στην οποία κυριαρχεί, και δεν μπορεί παρά να κυριαρχεί, η θρησκευτική συνείδηση.

Αυτό σημαίνει, με τη σειρά του, ότι οι πολύπλοκες διεργασίες που παρουσιάζονται, και είναι φυσικό να παρουσιάζονται στην ελληνική κοινωνία, εκφράζονται και εκδηλώνονται και μέσα από τον εκκλησιαστικοθρησκευτικό κόσμο. Πέραν της γενικής, σημασία έχει η αναφορά και στη συγκεκριμένη πλευρά του φαινομένου: Ποια είναι η συγκεκριμένη μορφή της ελληνικής εκκλησιαστικοθρησκευτικής συνείδησης;

Η ελληνική κοινωνία ανήκει στην Ανατολική Χριστιανική Εκκλησία, τη λεγόμενη Ορθόδοξη. Καθώς κάθε εκκλησιαστικοθρησκευτική ένταξη έχει και τις ιδιομορφίες της, η Ορθόδοξη εκκλησιαστικοθρησκευτική ένταξη έχει τις δικές της: Πρόκειται για ιδιομορφίες, των οποίων η μελέτη δε θα μας απασχολήσει εδώ γιατί τραβούν πολύ μακριά, αλλά που μπορούμε να συνοψίσουμε ως εξής: Ιδιαίτερα στενή σύνδεση με τον εθνικό και πολιτιστικό «πολιτικό» παράγοντα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί σημαίνει κάτι πολύ σημαντικό: Οτι η μεγάλη μάζα του ελληνικού πληθυσμού ταυτίζει την εκκλησιαστικοθρησκευτική της ένταξη με την εθνική και κρατική της ταυτότητα.


Μια κρίσιμη πλευρά


Οταν κανείς ασχολείται με μια τόσο «συμπαντική» συνείδηση όσο η θρησκευτική, είναι φυσικό να προσανατολίζεται στην εξέταση γενικότερων παραγόντων, δηλαδή παραγόντων που ξεπερνούν το εκάστοτε άμεσο περιβάλλον του μεμονωμένου ατόμου. Ενας τέτοιος παράγων είναι η παγκόσμια εξέλιξη του ιστορικού περιβάλλοντος.

Η ορθόδοξη εκκλησιαστικοθρησκευτική ένταξη είναι κυρίως φαινόμενο της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Πρωτοπόρο κάποτε κομμάτι της ηπείρου, το ευρωπαϊκό αυτό τμήμα έπεσε, στα πλαίσια μιας ιστορικής πορείας που κυριαρχείται από βαθιές διαλεκτικές αντιθέσεις, σε δεύτερη θέση. Η περιοχή αυτή δεν απέχει, ασφαλώς, από το στοιχείο εκείνο που απετέλεσε την πιο χαρακτηριστική πλευρά της ιστορικής πορείας της ηπείρου των τελευταίων αιώνων, τον ιδιαίτερο ρόλο στην εμφάνιση και την παγκόσμια επικράτηση του καπιταλισμού. Ωστόσο, η συμμετοχή αυτή γίνεται από καθαρά «δεύτερη» θέση και με υποβαθμιστικούς όρους (μεγάλη οικονομική αδυναμία, μεγαλύτερη αντοχή των παραδοσιακών τομέων, εκτεταμένα - που, καμιά φορά, όμως, παρουσιάζονται μεγαλύτερα από ό,τι πράγματι είναι - αναχρονιστικά και πατριαρχικά στοιχεία κλπ.). Καθώς η «ανατολική» αυτή πορεία σημειώνεται σε συνθήκες διείσδυσης (και, σε πολύ μεγάλο βαθμό, εξ αιτίας της διείσδυσης) του «δυτικού» εμπορικού και βιομηχανικού κεφαλαίου, οι κοινωνίες που, τελικά, διαμορφώνονται βρίσκονται σε στενή εξάρτηση από το τελευταίο. Στον 19ο αιώνα, είναι φανερό ότι, στη «δεύτερη» σειρά, βρίσκονται όχι μόνο τα μικρά βαλκανικά κράτη (γι' αυτά, δε χρειάζεται συζήτηση) αλλά όλο και πιο πολύ ακόμη και μεγάλες δυνάμεις, όπως η Ρωσία.

Σιγά - σιγά, η Καθολική και Προτεσταντική «Δύση» γίνεται το κέντρο, χώρος προτύπων μίμησης, αλλά και απειλών επιδρομής. Αντίθετα, η «Ανατολική» Ορθόδοξη ταυτότητα γίνεται η ταυτότητα του «παρωχημένου», του «στάσιμου», εκείνου που έχει περιθωριοποιηθεί.

Για να περιοριστούμε μόνο στην Ελλάδα της εποχής, τα παραδείγματα βοούν. Οχι μόνο ο πανταχού παρών ρόλος της «Προστασίας» (δηλαδή της εξάρτησης από τη «Δύση») κατέχει πρώτη θέση, αλλά και η κατάληψη της Αθήνας και του Πειραιά από τα Βρετανικά και Γαλλικά στρατεύματα το 1854 - '57, στην περίοδο του Κριμαϊκού Πολέμου, έδειξε ότι οι ενδιαφερόμενοι αγρυπνούσαν και δεν ανέχονταν παρασπονδίες. Σπινθηροβόλα πνεύματα, όπως ο Εμμ. Ροΐδης στην «Πάπισσα Ιωάννα» του, αιχμαλωτίζονται από την αισθητική αξία των καλλιτεχνικών δημιουργημάτων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας σε αντίθεση με εκείνα της Ορθόδοξης. Και έχουμε βασικούς λόγους να πιστέψουμε ότι το θέμα της υποχρεωτικής μεταστροφής του μοναρχικού ηγεμόνος στην Ορθόδοξη Εκκλησία, που τίθεται καθώς το Βασίλειον της Ελλάδος αρχίζει τη ζωή του, δεν έχει σα στόχο του τον αίνον της δόξης του Παναγάθου: Πέραν δυναστικών διαφορών και αντιθέσεων, δείχνει και την ανησυχία ισχυρών δυνάμεων για κίνδυνο επιπροσθέτων εξωτερικών προσδέσεων της χώρας.

Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, ξεσπά η θύελλα: Ο καπιταλισμός περνά στον ιμπεριαλισμό. Με αυτό το ιστορικής έκτασης γεγονός, τα πράγματα μένουν όπως ήταν (αφού ο καπιταλισμός παραμένει στη θέση του) και, ταυτόχρονα, αλλάζουν προς το χειρότερο (αφού, τώρα, έχουμε ένα διαφορετικό και καινούριο καπιταλισμό, τον καπιταλισμό της παρακμής).

Τώρα, ο χωρισμός σε κέντρο που κυριαρχεί και σε περιφέρεια που εξαρτάται όχι μόνο παραμένει, αλλά, με την ολοκλήρωση της διανομής του κόσμου μεταξύ «μιας χούφτας» μεγάλων δυνάμεων, παγκοσμιοποιείται και παγιώνεται. Ο παρασιτικός χαρακτήρας του μονοπωλιακού καπιταλισμού δυναμώνει την εκμετάλλευση και, συνεπώς, κάνει ακόμη βαρύτερο το δίδυμο «εξάρτηση - και - υποταγή», που, έτσι κι αλλιώς, χαρακτηρίζει το καπιταλιστικό σύστημα. Οι οικονομικές, αλλά και οι στρατηγικές και διπλωματικές και ακόμη και ιδεολογικές ανάγκες του νέου αυτού καπιταλισμού δυναμώνουν και γενικεύουν το εθνικό και τον εκκλησιαστικοθρησκευτικό ζυγό, συχνά μέχρι θανάτου. Οι υπόδουλοι και εξαρτημένοι λαοί της καπιταλιστικής περιφέρειας πρέπει να αδειάσουν εντελώς, ακόμη και με τη βία, από το ιστορικό και κληροδοτημένο από το παρελθόν περιεχόμενό τους, γιατί αλλιώς δεν μπορούν να γίνουν κατάλληλοι για τις νέες μορφές εξάρτησης και εκμετάλλευσης. Στη βάση αυτή, το κέντρο γίνεται το «μόνο που αξίζει». Η ιστορική μίμηση γίνεται μια άλλη πλευρά της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και υποδούλωσης (η ιδεολογική εξάρτηση και υποδούλωση) και αυτό φαίνεται από την υστερική μορφή που συχνά παίρνει. Τώρα, η εκκλησιαστικοθρησκευτική ταυτότητα, π.χ. του ορθοδόξου, γίνεται όχι μόνο ένδειξη παρωχημένης εποχής, αλλά και στοιχείο ντροπής και ενόχλησης που καλύτερα να μην πολυφαίνεται. Ενα ενδιαφέρον και διδακτικό παράδειγμα τέτοιας υστερικής μίμησης στην περιοχή μας και, μάλιστα, ανάμεσα στο στοιχείο που δεν είναι καν φορέας της χριστιανικής εκκλησιαστικοθρησκευτικής παράδοσης ήταν το περίφημο κίνημα των Νεοτούρκων, όπου η μίμηση της «Δύσης» γίνεται πραγματικό Ευαγγέλιο (συγγνώμη, Κοράνι εννοούσαμε).


Φωνή βοώντων εν τη ερήμω;


Είναι πραγματικά περίεργη η κατάσταση που ζούμε σήμερα στην Ελλάδα. Υστερα από σχεδόν 200 χρόνια ανεξαρτήτου κρατικού βίου και χωρίς αυτά να έχουν ποτέ απασχολήσει κανέναν, πέφτουν από τον ουρανό, διάφορα «σύγχρονα» προβλήματα προς λύσιν. Και, καθώς, όπως είναι γνωστό, τα προβλήματά μας ήταν τόσο λίγα, ώστε η ζωή μας είχε αρχίσει να γίνεται μονότονη, να 'σου και προβάλλει ένα θέμα που, αν πιστέψουμε μερικούς, συνεπαίρνει κυριολεκτικά τα πλήθη των συμπατριωτών μας: Θα πρέπει, άραγε, να αναγράφουν το θρήσκευμα οι ταυτότητες ή όχι;

Εκείνο που αξίζει να σημειωθεί είναι το εξής: Η πλήρης αδιαφορία του πλη8θυσμού, που φαίνεται να μένει εντελώς έξω από τον σχετικό θόρυβο. Η μεγάλη μάζα του λαού είναι φανερό πώς σκέπτεται: Μπορεί, κατά περιόδους, να διαμαρτύρεται για τη συμπεριφορά του Α ή του Β ατομικού εκπροσώπου της Εκκλησίας ή για άλλα σχετικά αίτια, αλλά δε σκέπτεται καθόλου να απομακρυνθεί από αυτή την Εκκλησία, με την οποία, άλλωστε, επαναλαμβάνουμε, ταυτίζει και την εθνική της ταυτότητα.

Τότε, προς τι ο θόρυβος αυτός;

Εδώ θα πούμε καθαρά τη γνώμη μας. Οχι, δεν πρόκειται για μερικούς τρελούς ή, έστω, για μερικά γραφικά και, εξ αυτού, συμπαθή SUI GENERIS άτομα. Βρισκόμαστε μάλλον μπροστά σε μια λίγο ως πολύ σχεδιασμένη επιχείρηση, κατά την οποία θα σημάνει νέος κύκλος εξέλιξης, ενός εκ των κυρίων προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας, του εθνικού προβλήματος.

Ηδη συνηθισμένοι στο φαινόμενο, θα διακινδυνεύσουμε να δούμε άλλη μια φορά την ελιτίστικη διανόηση να σουφρώνει τη μύτη της, συμπληρώνοντας ότι, πίσω από την επιχείρηση αυτή, κρύβεται ο ιμπεριαλισμός. Αλλωστε, αυτό δεν είναι περίεργο, αφού, στην Ελλάδα, το εθνικό πρόβλημα έχει τη μορφή της στενής εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό σε συνθήκες πολιτικής ανεξαρτησίας.

Ξέρουμε, ξέρουμε. Οι κύκλοι που προαναφέραμε και οι οποίοι, στη διάρκεια της 10ετίας του '80, είχαν διαμορφώσει τη βαθιά ανάλυση ότι «εκτός από τον ιμπεριαλισμό, υπάρχει και η μοναξιά», δε θα διστάσουν (και ήδη δε διστάζουν) να δηλώσουν με αγγελικό ύφος ότι δεν υπάρχει ιμπεριαλισμός και ότι η αναφορά σ' αυτόν είναι το αποτέλεσμα της πυρετικής δραστηριότητας εξάλλων ή (ακόμη χειρότερα) δογματικών εγκεφάλων. Μπορεί. Τονίζουμε, πάντως, ότι προτιμάμε να έχουμε εγκέφαλο έξαλλο και δογματικό παρά να μην έχουμε εγκέφαλο καθόλου.


Αλλού το (ψεύτικο)όνειρο και αλλού 
το (πραγματικό) θαύμα



Δε θεωρούμε καθόλου τυχαίο το ότι όλη αυτή η φασαρία γίνεται στις συνθήκες όπου, σε όλη τη χώρα «αχός βαρύς ακούγεται», από τις απανωτές διακηρύξεις του λεγομένου «εκσυγχρονισμού».

Τι είναι, τελοσπάντων, αυτός ο περιβόητος «εκσυγχρονισμός»; Φυσικά, δεν μπορούμε, όσον αφορά την ερμηνεία του, να σταθούμε σ' αυτά που λένε οι ευαγγελιζόμενοι αυτόν. Και αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι αυτοί, σαν καλοί περιοδεύοντες αντιπρόσωποι, θα μας υποσχεθούν λαγούς μετά περιτραχηλίων, αληθινά σημεία και τέρατα.

Ας συνοψίσουμε, λοιπόν. Σ' αυτό το φαινόμενο, που είναι ιστορικό και, σαν τέτοιο, βαθιά αντιφατικό, υπάρχουν δυο στοιχεία:

α) Το στοιχείο, το οποίο, ελλείψει άλλης πιο κατάλληλης έκφρασης, θα αποκαλέσουμε «προς τα εμπρός». Το στοιχείο αυτό είναι το στοιχείο του εκσυγχρονισμού ή του μερικού εκσυγχρονισμού των υποδομών ή μερικών υποδομών, όπως μπορούμε και τώρα ακόμη να δούμε εύκολα γύρω μας.

β) Το στοιχείο εκείνο που θα αποκαλέσουμε «προς τα πίσω». Στις συγκεκριμένες συνθήκες του συγκεκριμένου εκσυγχρονισμού, του εκσυγχρονισμού που γίνεται με τα κριτήρια και τους στόχους του μονοπωλιακού κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού, αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι, δυστυχώς, το κυρίαρχο. Πράγματι, ο ιμπεριαλισμός δεν έχει κανένα λόγο να δέχεται οποιονδήποτε εκσυγχρονισμό εκτός από ένα: Τη μετατροπή του ενδιαφερομένου χώρου σε πιο κατάλληλο και χρήσιμο όργανό του. Ο ιμπεριαλισμός, όμως, δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα ούτε φιλόπτωχο ταμείο. Είναι μια κοινωνία σε κατάσταση ακραίας όξυνσης του ούτως ή άλλως εκμεταλλευτικού και καταπιεστικού της χαρακτήρα. Ακριβώς γι' αυτό, πιο κατάλληλος και πιο χρήσιμος χώρος γι' αυτόν σημαίνει και μπορεί να σημαίνει μόνο ΠΙΟ ΥΠΟΔΟΥΛΟΣ.

Ακριβώς για το λόγο αυτό, εκείνο που πρέπει να συγκεντρώσει την προσοχή μας σε αυτόν τον περιβόητο «εκσυγχρονισμό» δεν είναι οι αλλαγές που θα φέρει, όσο μεγάλες και σημαντικές και αν είναι αυτές, αλλά ο νέος γύρος ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης που αυτός αναγκαστικά θα συνεπάγεται.

Εδώ, τώρα, είναι ο κόμπος: Τι θα πει «ακόμη μεγαλύτερη υποδούλωση» και πώς μπορεί αυτή να επιτευχθεί; Το έχουμε, νομίζουμε, ήδη πει: Με το «άδειασμα» της προς υποδούλωση κοινωνίας από την εσωτερική της ιστορική ουσία, με άλλα λόγια, με την ιστορική αλλοτρίωση.


Τεχνοτροπίας (και, ίσως, και μωρίας) εγκώμιον


Πριν προχωρήσουμε σε οποιοδήποτε άλλο σημείο της θέσης μας, ας διατυπώσουμε ένα ερώτημα που βγαίνει κατ' ευθείαν από τα μέχρι τώρα:

- Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τα θέματα των ημερών;

Νομίζουμε ότι, στην απάντηση σ' αυτό το ερώτημα, βρίσκεται η αποκάλυψη του κινδύνου που η χώρα μας διατρέχει. Οταν κανείς δεν έχει να κάνει με μερικούς τρελούς ή, έστω, με μερικά γραφικά και, εξ αυτού, συμπαθή SUI GENERIS άτομα, πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός απέναντι στις μεθόδους που αυτά χρησιμοποιούν. Εδώ, δεν έχουμε να κάνουμε με ανοήτους ή με διανοητικά καθυστερημένους. Εχουμε να κάνουμε με έναν τεράστιο και ισχυρότατο μηχανισμό, που διαθέτει όχι μόνο τεράστιους πόρους αλλά και τεράστιες εμπειρίες. Δεν αγνοεί, π.χ. την τέχνη της σιωπηλής διείσδυσης. Ακόμη περισσότερο δεν αγνοεί τη μεγάλη τέχνη της «μαλακής εφαρμογής».

Ασφαλώς, δε θα έρθει να σου πει ότι «πρέπει να γλείψουμε τον ιμπεριαλισμό». Κάτι τέτοιο, παρ' όλο που αυτό ακριβώς τον συγκινεί, μπορεί να δημιουργήσει περιπλοκές. Θα σου μιλήσει, π.χ., ενάντια στην «ξενοφοβία» (ένας ξένος, όπως, άλλωστε, δείχνει και μακρόχρονη ελληνική εμπειρία, δεν μπορεί ποτέ να είναι πραγματική απειλή!) και άλλα ηχηρά παρόμοια. Το στόμα του, το στόμα του οργανωτή των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και του εμπεδωτή της ιμπεριαλιστικής σκλαβιάς, θα στάζει κυριολεκτικά μέλι όταν αναφέρεται στην ανοχή που πρέπει να δείχνουμε απέναντι στους συνανθρώπους μας. Μπροστά στη μεγάλη οικογένεια, στην οποία όλοι ανήκουμε, τι αξία, αλήθεια, έχουν μερικά γράμματα σε ένα επίσημο έγγραφο....

Εξοχη τεχνική! Στη μάχη των συμβόλων, εκείνο που έχει σημασία και αξία δεν είναι το ίδιο το σύμβολο, αλλά εκείνο που συμβολίζεται. Ο ειδικός μας έχει διαλέξει με μεγάλη τέχνη το στόχο του: Αυτός δεν είναι ένα επίσημο έγγραφο με το οποίο κανείς δεν ασχολείται (αν και αυτό μας φαίνεται κάθε άλλο παρά αθώο, όπως έχει ήδη παρατηρηθεί από άλλους), αλλά το πρώτο βήμα που κάνεις για να μην είσαι πια ο ίδιος.

Αλλωστε, ο ιδιόμορφος αυτός κήρυκας της ιδιόμορφης αυτής και βασισμένης στην αποδοχή της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας παγκόσμιας αρμονίας δε θα σου φανερώσει αμέσως όλες του τις απαιτήσεις. Οι άλλες θα ακολουθήσουν εν καιρώ τω δέοντι και, (προφανώς, εξίσου καλά επιλεγμένες). Εχοντας κάνει το πρώτο βήμα, ο φίλος μας ελπίζει ότι δε θα του αρνηθείς και τα επόμενα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο στόχος του φίλου μας έχει επιλεγεί τόσο έντεχνα, ώστε βρήκε ακόμη και αφελή θύματά του να τον υποστηρίξουν...


Η Ελλάδα σήμερα ή περίεργη σειρά συμπτώσεων

Η άποψη ότι «οι συμπτώσεις δεν είναι ποτέ τυχαίες» έχει τόσο διαδοθεί και εδρασθεί, ώστε, όταν συμβαίνουν συμπτώσεις, κανείς δεν προσπαθεί να καταλάβει γιατί και πώς δεν είναι τυχαίες.

Αλήθεια, δεν πρέπει να αναρωτηθεί κανείς πώς ένας νέος υπουργός Δικαιοσύνης δε βρήκε άλλο θέμα να ασχοληθεί στις πρώτες του δηλώσεις από τις ταυτότητες;

Μια βέβηλη απάντηση θα ήταν ότι αυτό σχετίζεται άμεσα με την περιβόητη ένταξη στην ΟΝΕ. Εκτός από εκείνους που έχουν πράγματι πιστέψει τα ανόητα φληναφήματα της «ισχυρής Ελλάδας», όλοι οι άλλοι, δηλαδή η πολύ μεγάλη πλειοψηφία, ξέρουν (ανεξάρτητα από το τι λένε) ότι αυτό σημαίνει αφαίρεση νέων κυριαρχικών δικαιωμάτων από τη χώρα. Ο εθνικός και εκκλησιαστικοθρησκευτικός ζυγός γίνεται ακόμη βαρύτερος και, φυσικά, δεν είναι τυχαίο ότι συμπληρώνεται με νέα θεσμικά - συμβολικά μέτρα.

Ενα άλλο ενδιαφέρον συμπτωματικό στοιχείο της στιγμής ήταν η περίφημη ΝΑΤΟική άσκηση DYNAMIC MIX. Η Ελλάδα έγινε, σε πρωτοφανή έκταση, έδαφος ΝΑΤΟικών ασκήσεων σε συνθήκες που είναι όχι απλώς πασιφανές, αλλά και γνωστό ότι ετοιμάζονται σοβαρές εξελίξεις προς διάφορες κατευθύνσεις και όχι μόνο με τη Γιουγκοσλαβία. Η ανακίνηση του γνωστού θέματος είναι μια κίνηση όχι μόνο περαιτέρω υποταγής, αλλά και περισπασμού, αφού μεταφέρει το κέντρο των συζητήσεων αλλού.

Οτι τα γεγονότα αυτά (και πολλά άλλα) ήταν συμπτωματικά δεν έχουμε καμιά αντίρρηση ή αμφιβολία. Με την έννοια, όμως, όχι της σύμπτωσης αλλά του συμπτώματος.


Λέοντες και όνυχες


Ηδη ακούμε τις αντιρρήσεις του αναγνώστη.

- Για στάσου, βρε αδερφέ. Μέχρι τώρα, μας ανέπτυξες διάφορες θεωρίες και διάφορες σκέψεις, απέδωσες σε διαφόρους διάφορες προθέσεις, αλλά, στο κάτω - κάτω, γιατί να σε πιστέψουμε; Καμιά συγκεκριμένη απόδειξη θα μας φέρεις;

Το θέμα μας φαίνεται τόσο σοβαρό, ώστε ειλικρινά θα ευχόμαστε να μην υπήρχε καμία. Δυστυχώς, οι αποδείξεις αφθονούν. Στις επόμενες γραμμές μας, θα αποδείξουμε ότι οι πρωταγωνιστές και επίλεκτοι σημαιοφόροι της υπόθεσης είναι οι κήρυκες της υποταγής στον ιμπεριαλισμό και, μάλιστα, ούτε καν της ως τώρα «μετριοπαθούς» υποταγής, αλλά της υποταγής με λοφίο.

Πριν από οποιαδήποτε ανάπτυξη, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η συνολική προβληματική του θέματος είναι εντελώς χαρακτηριστική.

Οι πρωταγωνιστές που προαναφέραμε ούτε καν μπαίνουν στον κόπο να κρύψουν πως θεωρούν ότι δεν υπάρχει κανένα ερώτημα. Και δεν υπάρχει γιατί το θέμα δεν είναι τι προβλήματα αντιμετωπίζει η Ελλάδα, αλλά τι έκαναν οι άλλοι, δηλαδή οι «δυτικοί». Εκείνοι αντιμετώπισαν τα δικά τους προβλήματα με τον τρόπο που τα αντιμετώπισαν. Εμείς δεν αντιμετωπίζουμε τα δικά τους προβλήματα, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Πρέπει να κάνουμε ό,τι έκαναν αυτοί για τον απλούστατο λόγο ότι δεν μπορεί, βρε αδερφέ, εμείς να κάνουμε άλλα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περιβόητες ταυτότητες επιχειρηματολογήθηκαν με το ότι «έξω γελούν με τις ταυτότητές μας» (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, σελ. 1, 13.5.2000). Η γενικότερη υποτακτική λογική είναι ολοφάνερη.

Τύχη αγαθή, ο κ. Ν. Μπίστης δεν είναι ο μόνος που μας ενημερώνει για το ότι «η διαδικασία που άρχισε το 1996 πρέπει να επιτύχει». Ο γνωστός δημοσιογράφος, κατόπιν Ευρωβουλευτής και νυν (Μάης 2000) υπουργός Παιδείας κ. Π. Ευθυμίου γράφει σε παλαιότερο άρθρο του: «Ο χωρισμός Εκκλησίας - κράτους εθεωρείτο από δεκαετίας η λυδία λίθος του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού της χώρας σε επίπεδο θεσμών» (ΤΟ ΒΗΜΑ, 9.4.1995).

Χρειάζεται, άραγε, να προσθέσουμε ότι, «στις πρώτες γραμμές του αγώνα», βρίσκονται χαρακτηριστικά πρόσωπα που κυριολεκτικά έχουν σταμπαριστεί από την πρωτοκλασάτη συμμετοχή τους στην εκστρατεία υποταγής (π.χ., ο κ. Στ. Μάνος, του οποίου η συμμετοχή κυριολεκτικά «βγάζει μάτι», και ο, διακριτικότερος στο συγκεκριμένο θέμα, κ. Α. Ανδριανόπουλος);

Αντίθετα, εκείνο που μας φαίνεται άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι εμφανίζονται και καινούριες συνταγματικές θεωρίες που μας πλασάρονται για σπουδαίες. Εχει, π.χ., προβληθεί η άποψη ότι ακόμη και του ενός μέσα στα 10.000.000 το δικαίωμα δεν μπορεί να θιγεί κατά τίποτε.

Πολύ ωραία ιδέα! Ωστόσο, εκείνοι που την υποστηρίζουν δε μας εξηγούν γιατί η Ελλάδα δε σπεύδει να αποχωρήσει από την ΕΕ ή το ΝΑΤΟ με αποτέλεσμα να θίγεται τόσο βάναυσα το ΚΚΕ, το οποίο έχει λόγους (τους οποίους δεν είναι υποχρεωμένο ούτε να αποκαλύψει ούτε να αιτιολογήσει) να μη θέλει να βρίσκεται μέσα στους οργανισμούς αυτούς. Αυτό, μάλιστα, γίνεται με την επίκληση του επιχειρήματος ότι το ΚΚΕ... είναι μειοψηφία.

Αν δεν είναι, θα έπρεπε να είναι γνωστή η φράση του Ρόμπερτ Μούζιλ: «Χωρίς τη φιλοσοφία, μόνο οι κακούργοι θα τολμούσαν να μας βλάψουν».

Με αυτή τη σκέψη, θα προχωρήσουμε στην αναψηλάφηση των αποκαλύψεων του επιφανούς πρωθιερέα του «εκσυγχρονισμού» και ανωτάτου GURU της γνωστής εκστρατείας, ο οποίος είναι - ποιος άλλος; - ο γνωστός δημοσιογράφος και επιφυλλιδογράφος της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» Ι. Κ. Πρετεντέρης.

Ο κ. Πρετεντέρης είναι - α, όλα κι όλα - αλύγιστος υπερασπιστής της ελευθερίας της συνείδησης. Τόσο που, στην επιφυλλίδα του της 7ης Μάη 2000 και με αφορμή τα θέματα που εξετάζουμε, αναπολεί σε στιλ Ιερεμιακής ελεγείας την «ανεκτική Ελλάδα που χάνεται».

Η συγκινητική του, όμως, φροντίδα αποκαλύπτεται σε όλη της την έκταση στην επιφυλλίδα του της 11ης/11/1999. Οι ημέρες της επιφυλλίδας είναι όχι απλώς πονηρές, αλλά και φορτισμένες. Είναι ημέρες που στο επίκεντρο των συζητήσεων βρίσκεται όχι ακολουθία νεφελωδών και, καμιά φορά, παραπλανητικών διαλογισμών για τη βασιλεία των ουρανών, αλλά η επικείμενη επίσκεψη στην Αθήνα του Προέδρου των ΗΠΑ Ουίλιαμ Τζέφερσον Κλίντον. Εκεί η φροντίδα του κ. Πρετεντέρη για την ελευθερία της συνείδησης είναι όντως εντυπωσιακή.

Γράφει, λοιπόν: «Κυβέρνηση που εκβιάζεται από δέκα καραγκιόζηδες και πέντε σαλεμένους δεν είναι κυβέρνηση. Πιστεύει ο Σημίτης ότι είναι εθνικώς ωφέλιμο να έλθει ο Κλίντον στην Ελλάδα; Βγαίνει και επιβάλλει την άποψή του. Και όταν η Αλέκα αρχίζει να απειλεί με επεισόδια και ταραχές, την προειδοποιεί ηρέμως ότι ο Κλίντον θα έλθει ο κόσμος να χαλάσει διότι αυτό επιβάλλει το συμφέρον του τόπου. Και ότι, αν γίνει το παραμικρό επεισόδιο όσο είναι εδώ ο Κλίντον, το ΚΚΕ θα μετανιώσει την ώρα και τη στιγμή που ο Μαρξ βάφτισε το μανιφέστο του κομμουνιστικό και όχι ορειβατικό, να ζουν στις βουνοκορφές».

Στην ίδια αυτή επιφυλλίδα, ο συγγραφέας επιτίθεται όχι μόνο ενάντια στο ΚΚΕ (πράγμα, στο κάτω - κάτω, και επαγγελματικά κατανοητό) αλλά και σε επώνυμα στελέχη άλλων κομμάτων, τα οποία κατηγορεί ότι ή δεν κλασαυχενίζονται ή δεν κλασαυχενίζονται αρκετά.

Στην ίδια αυτή επιφυλλίδα, βλέπουμε να κατέχει το χώρο της προμετωπίδας κάτι που είχαμε χρόνια να δούμε και που μας δίνει την εντύπωση ότι ο συγγραφέας του έχει αναλάβει και ρόλο εισηγητή: «Σχεδόν ντρέπονται που έφεραν τον Κλίντον. Ντρέπονται που είμαστε στην Ευρώπη και ανήκουμε στη Δύση»! (υπογρ. δική μας).

BINGO! Με άλλα λόγια, βλέπουμε ήδη ανάγλυφα ότι, για τον κ. Πρετεντέρη, η περίφημη αυτή φασαρία δεν είναι παρά η ευκαιρία της εμπέδωσης της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας και επιβολής. Επειδή, μάλιστα, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος εκείνος μεν να μας το λέει εμείς δε να μην το καταλαβαίνουμε, ο κ. Πρετεντέρης επιμένει.

Στην επιφυλλίδα του της 7ης/11/1999, έχει ήδη γράψει: «Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση με το Μουσείο της Ευρώπης. Ο τελευταίος μαθητής της τελευταίας τάξης του τελευταίου ευρωπαϊκού σχολείου μαθαίνει ότι η ιδέα της Ευρώπης που ξέρουμε σήμερα, αυτή που αποδεχόμαστε ή που απορρίπτουμε, γεννήθηκε μέσα στην καρλομαγνιανή ανασυγκρότηση του δυτικού τμήματος της πάλαι ποτέ Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δυστυχώς ή ευτυχώς, έτσι είναι....».

Βλέπουμε, δηλαδή, ότι ο κ. Πρετεντέρης υποστηρίζει αναφανδόν το διαβόητο «Μουσείο Καρλομάγνου», το οποίο έχει σαν αποτέλεσμα, αλλά και σαν αποστολή την αφαίρεση του δικαιώματος ακόμη και της ιστορικής ύπαρξης από τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης, ιδιαίτερα τους ορθοδόξους. Φυσικά, δεν μπορούμε να πούμε ότι τα επιχειρήματά του είναι έωλα, γιατί αυτό θα ήταν υπερβολικά επιεικές. Κατ' αρχήν, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι σχέση είχε ο Κάρολος ο Μέγας, ο οποίος στέφθηκε Αυτοκράτωρ των Ρωμαίων στις 25.12.800 από τον Πάπα Λέοντα τον Γ΄, με τη σημερινή Ευρώπη. Ο κ. Πρετεντέρης δε φαίνεται καν να υπολογίζει ότι το είδωλό του στέφθηκε Αυτοκράτωρ των Ρωμαίων και όχι των Ευρωπαίων, πράγμα που δείχνει και τις διπλωματικές σκοπιμότητες, αλλά και τα ιδεολογικά όρια της εποχής. Το ότι η Αυτοκρατορία του Καρόλου του Μεγάλου σε πολύ λίγο διαλύθηκε επίσης δεν τον συγκινεί. Το κυριότερο, όμως, είναι η εθελοδουλία του: Θέσφατο είναι όχι αυτό που είναι αλήθεια, αλλά εκείνο που μαθαίνει ή υποτίθεται ότι μαθαίνει «ο τελευταίος Ευρωπαίος μαθητής» (λες και τα βιβλία του τελευταίου δεν έχουν γραφεί από κάποιον άλλο).

Και, για να το εμπεδώσουμε, διαβάζουμε και στην επιφυλλίδα του της 1ης/1/2000 (πρωτοχρονιάτικα μας την έφερε, ο αθεόφοβος):

«Προϋποθέτει (σ.σ.: η περιβόητη «ευρωπαϊκή πορεία» της χώρας) επίσης την τελεσίδικη συμφωνία όλων των παραγόντων του δημοσίου βίου ότι η Ελλάδα ανήκει στο δυτικό ευρωπαϊκό σύστημα, ότι συμμερίζεται τις ιδέες και τις αξίες του, ότι με αυτό επέλεξε να πορευτεί στο μέλλον».

Με άλλα λόγια, ο κ. Πρετεντέρης δεν αρκείται στην υποταγή. Θέλει να είναι βέβαιος ότι αυτή η υποταγή είναι μόνιμη και οριστική και ότι κάθε δύναμη ή πηγή αντίστασης στον εθνικό και τον εκκλησιαστικοθρησκευτικό ζυγό έχει οριστικά και τελειωτικά εξολοθρευτεί.

Αλλωστε, αυτό φαίνεται από την ιδιόμορφη ιστορική αναδρομή που κάνει στην εν λόγω επιφυλλίδα του: Κατ' αυτόν, ο πόλεμος του 1897 και άλλα προβλήματα της εποχής δεν οφείλονται στις αλληλοσυγκρουόμενες διεργασίες μέσα στο νεοεμφανιζόμενο τότε ιμπεριαλισμό στο φόντο του πολύπλοκου εθνικού προβλήματος των Βαλκανίων, αλλά σε μερικούς «άφρονες και τυχοδιώκτες εθνικιστές και στο θρησκευτικό σκοταδισμό». Και είναι ο ίδιος Ι. Κ. Πρετεντέρης, ο οποίος, στην ίδια επιφυλλίδα και πολύ σωστά, αναφέρει τις υπόγειες κινήσεις των ξένων διπλωματικών αποστολών στην Αθήνα της εποχής και τους αλληλοσυγκρουόμενους στρατηγικούς προσανατολισμούς στις κυρίαρχες κορυφές...

Α, και μια και το 'φερε η κουβέντα, είναι, άραγε, τυχαίο το ότι στη σχετική εκστρατεία «για την ελευθερία της συνείδησης» πρωταγωνιστούν, κατά κανόνα, εκείνοι που έχουν κάνει γαργάρα (στην καλύτερη περίπτωση και όταν δε μιλούν για «επαναστατική γυμναστική») τις μαζικές διώξεις των αγροτών και των μαθητών;

Η κατσίκα του Αισώπου θεωρούσε περιττή την καταγγελία του βοσκού, που είχε σπάσει το κέρατό της, καθώς το τελευταίο ήταν τόσο φανερό, ώστε δεν υπήρχε ανάγκη μαρτύρων. Εδώ, χωρίς κέρατο έχει μείνει ολόκληρο κοπάδι και εμείς ακόμη μάρτυρα ψάχνουμε;


Μια περίεργη υπόθεση


Στις 21 Σεπτέμβρη 1999, διαβάζουμε στη γνωστή αθηναϊκή εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, σελ. 3, είδηση με τον παρακάτω τίτλο: «Εκθεση ΗΠΑ κατά της προστατευμένης Ορθοδοξίας».

Πλαγιότιτλος: «Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρει ότι η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα διαπιστώνει εμπόδια και περιορισμούς σε άλλες θρησκευτικές ομάδες».

Αφού παρατηρήσουμε ότι στην Αθήνα υπάρχει πρεσβεία των ΗΠΑ και όχι «αμερικανική», συνεχίζουμε το διάβασμα της είδησης, όπου ανακαλύπτουμε το εξής:

«Η νέα έκθεση, που συντάχθηκε από το γραφείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, του οποίου προϊσταται ο κ. Χ. Κο, βοηθός υπουργός Εξωτερικών, βασίζεται σε νόμο του ΄98 που πέρασε από το Κογκρέσο (INTERNATIONAL RELIGION ACT) κατόπιν σοβαρών πιέσεων αμερικανικών θρησκευτικών ομάδων, κυρίως Ευαγγελιστών, που επιδίδονται σε προσηλυτισμό και συναντούν σοβαρά εμπόδια στην προσπάθειά τους σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων είναι και η Ελλάδα. Με την αναβάθμιση έτσι της θρησκευτικής αυτής διάστασης στην αμερικανική εξωτερική πολιτική προσδοκάται, προφανώς, ότι το έργο των θρησκευτικών ομάδων που έχουν ως αφετηρία τις Ηνωμένες Πολιτείες θα καταστεί ευκολότερο και θα ξεπεραστούν αποτελεσματικότερα, μέσω πιέσεων, τα προβαλλόμενα στο εξωτερικό εμπόδια».

Οπως βλέπουμε, δηλαδή, τα πράγματα είναι πιο σοβαρά από ό,τι αρχικά νομίσαμε. Ο Μεγάλος Αδελφός δεν ικανοποιείται πια μόνο με τις «εκθέσεις για την τρομοκρατία». Τώρα, απαιτεί όχι πια μόνο το πρόγραμμα μηδενικής ανοχής, αλλά και τον πλήρη έλεγχο της πνευματικής ζωής. Ανοχή, δηλαδή, πραγματικά μηδενική. Ανθρωποι σοβαροί και πρακτικοί, οι νομοθετικοί πατέρες του Κογκρέσου έχουν πλήρη συναίσθηση του αποφασιστικού ρόλου που παίζει σ' αυτό ο εκκλησιαστικοθρησκευτικός κόσμος και, γι' αυτό, αφήνουν τις εκρήξεις «ελιτισμού» για άλλους - ιδιαίτερα για τους αντιπάλους τους. Ο εθνικός και ο εκκλησιαστικοθρησκευτικός ζυγός γίνεται πραγματικά ασήκωτος και αβάσταχτος, εντελώς ασφυκτικός και ταπεινωτικός. Θυμίζει την περιγραφή που κάνει ο Μαρξ για το κράτος στη Γαλλία στην «18η Μπρυμαίρ»:

«Ενα φρικιαστικό παρασιτικό σώμα που τυλίγεται σαν δίχτυ γύρω από το σώμα της κοινωνίας και φράζει όλους τους πόρους της».

Το ίδιο το γεγονός του νόμου που αναφέρει η είδηση το αποδεικνύει. Το Κογκρέσο ψηφίζει νόμους για μας. Φανταστείτε να είχε η δική μας Βουλή ψηφίσει νόμο που θα απαιτούσε από τις ΗΠΑ, ας πούμε, να ισοσκελίσουν τον Ομοσπονδιακό Προϋπολογισμό. Ποιος μας έσωνε τότε. Αν όχι από άλλους, τουλάχιστον από τον αναπόφευκτο κ. Πρετεντέρη που θα είχε ξεσηκωθεί:

«Δε θέλουμε τους Αμερικανούς; Με γεια μας με χαρά μας, αλλά τότε ούτε αυτοί θα μας θέλουν! Μας συμφέρει, όμως, να μη μας θέλουν οι Αμερικανοί;» (ΤΟ ΒΗΜΑ, 3.5.2000, σε συνθήκες νέας ανακίνησης «αντιτρομοκρατικών» θεμάτων και ελληνοτουρκικών συνομιλιών της Νέας Υόρκης).

Δεν είναι τυχαίο ότι ο συγγραφέας του ρεπορτάζ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ αρχίζει το κείμενό του ως εξής: «Ενα νέο όχημα άσκησης πιέσεων σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής προστίθεται στο "οπλοστάσιο" της Ουάσιγκτον».

Πολύ σωστά. Πού το ξέρουμε;

Υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι η ενασχόληση με την «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία ήταν άσχετη με τη γνωστή μετά φωτογραφιών πολύκροτη έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ; Οχι, ασφαλώς. Τότε, γιατί να πιστέψουμε εμείς ότι οι δηλώσεις του υπουργού Δικαιοσύνης είναι άσχετες από την άλλη έκθεση, επίσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ; Πολύ περισσότερο που ο υπουργός Δικαιοσύνης, κ. Μιχ. Σταθόπουλος, λέει σαφώς ότι η πρωτοβουλία της ανακίνησης του θέματος ανήκει στο υπουργείο Εξωτερικών (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 26.5.2000, σελ. 17).

Σκλάβοι, ξυπνήστε προτού είναι πολύ αργά!


Δίκην επιλόγου


Το κείμενο που προηγείται των γραμμών αυτών είχε καθαρά προβληματιστικό χαρακτήρα. Αποσκοπούσε να τραβήξει την προσοχή των ενδιαφερομένων σε ένα θέμα που κάθε άλλο παρά τελειώνει. Αντίθετα, βρίσκεται ακόμη στην αρχή του και μας επιφυλάσσει πολλές και απροσδόκητες εξελίξεις και μεταπτώσεις.

Η ένταση στο έπακρο του εκκλησιαστικοθρησκευτικού ζυγού αποτελεί χαρακτηριστικό σύμφυτο με τον ιμπεριαλισμό. Ο δεύτερος δεν μπορεί να υπάρχει και να ζει χωρίς την πρώτη. Οσο θα υπάρχουν ο ιμπεριαλισμός και η κυριαρχία του, ο εκκλησιαστικοθρησκευτικός ζυγός θα υπάρχει επίσης. Και όχι μόνο θα υπάρχει αλλά και, αναπόφευκτα, θα δυναμώνει. Δε φανταζόμαστε ότι θα μας πει κανείς ότι η αναταραχή στην ως τώρα «ήσυχη» Εκκλησία της Ελλάδος είναι τυχαία σήμερα, όταν ο ιμπεριαλισμός γίνεται ακόμη λιγότερο ανεκτικός, όταν ο εθνικός ζυγός παίρνει ακόμη μεγαλύτερες - συχνά, εφιαλτικές - διαστάσεις. Πρόκειται για ένα φαινόμενο πολύπλοκο και πολυσύνθετο, που προσφέρεται για την ανοιχτή δημαγωγία ή και την ανοιχτή προβοκάτσια, όπως καθαρά βλέπουμε τώρα γύρω μας (και όσοι δε βλέπουν θα δουν, αν διαβάσουν τον «Ιό της Κυριακής» στο «Ε» της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ ΤΗΣ 9ης/4/2000, δηλαδή ανήμερα των εκλογών), και που προβάλλει μεγάλες απαιτήσεις από τις προοδευτικές - και ακόμη περισσότερο, τις πρωτοπόρες - δυνάμεις. Η πιο σοβαρή και η πιο κρίσιμη απαίτηση είναι η απαίτηση μιας ανάλυσης βαθιάς και όσο το δυνατόν πιο ολόπλευρης, που δε στέκεται στους εύκολους αφορισμούς και στα επιφανειακά επιφαινόμενα (όπως, π.χ., τα απλά συνταγματικά δικαιώματα ή οι ταυτότητες), όπου, κατά κανόνα, περιορίζονται αναλύσεις ενστικτωδών αλλά, καμιά φορά, και υποβολιμαίων αντιδράσεων.

Οι καιροί ου μενετοί. Η Ρόδος μάς περιμένει....

Ανάρτηση από: geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.