Συζητάμε -μέσω Skype- με τον πρόεδρο του Ινστιτούτου Δημοσιονομικών Μελετών και μέλος του Δ.Σ. του ΚΕΦΙΜ κ. Τάσο Αβραντίνη.
Συνέντευξη στον Λεωνίδα Βουρλιώτη
Η συζήτηση περιστρέφεται πρώτα και κύρια στο φιάσκο της κυβέρνησης στην υπόθεση των vouchers των επιστημόνων αλλά και σε «προκλητικά» θέματα, όπως η συμβατότητα της έννοιας του κέρδους με την εκπαίδευση ή σε ζητήματα και που ανακύπτουν από την πανδημία του COVID-19.
Αρχικά να επισημάνουμε, ότι μπορεί κανείς να διαφωνεί με πολλά από όσα μας λέει ο συνομιλητής μας. Ορισμένα είναι στην αρχή οριακά προκλητικά, αναγνωρίζουμε όμως ότι σε οδηγούν παρόλα αυτά σε περισσότερη σκέψη και αμφιβολία για πολλά πράγματα που θεωρείς δεδομένα. Εκείνο όμως που οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε ανεπιφύλακτα είναι η διαχρονική συνέπεια με την οποία ο κ. Αβραντίνης αναπτύσσει τις φιλελεύθερες απόψεις του για ένα μικρό και αποτελεσματικό κράτος, η γνώση και η τεκμηρίωση αλλά κυρίως το θάρρος και η τόλμη να υποστηρίζει δημοσίως θέσεις, με τις οποίες μάλλον η πλειοψηφία διαφωνεί. Σίγουρα δεν πρόκειται για έναν βαρετό άνθρωπο.
Πρώτο Μέρος
Ερώτηση: Κύριε Αβραντίνη είστε ένας από τους συνεπέστερους υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς με απόψεις -που τολμώ να σας πω- συχνά προκαλούν. Πώς σχολιάζετε το πρόσφατο φιάσκο στο θέμα της κατάρτισης μέσω των vouchers των νέων επιστημόνων και την συνακόλουθη αποτυχία του ιδιωτικού εκπαιδευτικού συστήματος των ΚΕΚ;
Απάντηση: Κι όμως αυτό που αποδείχθηκε στην περίπτωση της κατάρτισης των νέων επιστημόνων δεν είναι η αποτυχία του ιδιωτικού συστήματος εκπαίδευσης αλλά αντιθέτως του κρατικού παρεμβατισμού και του παρεοκρατικού συστήματος κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών που έχει προνομιακή πρόσβαση σε δημόσιους πόρους. Για να είμαι συγκεκριμένος, να δούμε ποια είναι τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης:
Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε δεσμεύσει χρήματα του ΕΣΠΑ για προγράμματα κατάρτισης επιστημόνων. Να διευκρινίσω, ότι ΕΣΠΑ σημαίνει «Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης» και εξυπηρετεί την πολιτική «Ευρώπη 2020» της Ε.Ε. Μέσω ΕΣΠΑ δεν γίνεται συνεπώς κοινωνική πολιτική, δεν μοιράζονται χρήματα αλλά επιδιώκεται με ευρωπαϊκά κονδύλια η προαγωγή της ανάπτυξης μεταξύ άλλων και με βελτίωση του ανθρωπίνου κεφαλαίου.
Το Υπουργείο Εργασίας λόγω της κρίσης του κορονοϊού αποφάσισε –σωστά κατά τη γνώμη μου- να αξιοποιήσει τα δεσμευμένα κονδύλια του ΕΣΠΑ και να χρηματοδοτήσει μαζί με εθνικούς πόρους μέσω επιταγών κατάρτισης (training vouchers) ένα πρόγραμμα τηλεκατάρτισης επιστημόνων και ελεύθερων επαγγελματιών πληττόμενων από τον COVID-19, από τους έξι βασικούς επιστημονικούς κλάδους της χώρας.
Δικαιούχος της Δράσης ήταν λοιπόν η ειδική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Ωφελούμενοι όλοι οι πληττόμενοι βάσει κωδικού αριθμού δραστηριότητας επιστήμονες από τους έξι βασικούς επιστημονικούς κλάδους. Η παροχή υπηρεσιών τηλεκατάρτισης θα γινόταν μέσω Παρόχων κατάρτισης. Πάροχοι κατάρτισης θα ήταν Κέντρα Δια Βίου Μάθησης πρώτου και δεύτερου επιπέδου -και όχι ΚΕΚ- που θα εκδήλωναν ενδιαφέρον και πληρούσαν τις αυξημένες προϋποθέσεις της πρόσκλησης. Για ποιο λόγο; Γιατί τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης είναι ένας εξαιρετικά επιτυχημένος θεσμός που δημιούργησε η αγορά και δραστηριοποιούνται στο χώρο της εκπαίδευσης χρόνια τώρα παρά τα εμπόδια που θέτουν συνέχεια στη λειτουργία τους οι κρατικές υπηρεσίες.
Το αδύναμο σημείο στην σωστή κατά τα άλλα κυβερνητική απόφαση ήταν ότι η τηλεκατάρτιση δεν θα γινόταν μόνο από τους Παρόχους κατάρτισης, δηλαδή τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης αλλά με τη «σύζευξη» αυτών με επιχειρήσεις που διέθεταν ολοκληρωμένα συστήματα τηλεκατάρτισης βάσει συγκεκριμένων προδιαγραφών που ορίζονταν στην πρόκληση. Οι επιχειρήσεις αυτές εγκρίθηκαν από την Ομάδα Αξιολόγησης Συστημάτων Τηλεκατάρτισης του Υπουργείου Εργασίας και ήταν μόλις επτά. Κατά τη γνώμη μου στο σημείο αυτό βρίσκεται και το λάθος.
Ερώτηση: Τι εννοείτε;
Απάντηση: Θεωρώ ότι μεγάλος αριθμός των Παρόχων Κατάρτισης (περίπου 400 Κέντρα Δια Βίου Μάθησης εντάχθηκαν στο Μητρώο) ήταν σε θέση τεχνολογικά να προσφέρουν υψηλής ποιότητας τηλεκατάρτιση χωρίς να χρειαστεί να συνεργαστούν υποχρεωτικά με φορείς που διέθεταν ολοκληρωμένα συστήματα τηλεκατάρτισης. Χρησιμοποιώντας δηλαδή τις υπάρχουσες διεθνώς καθιερωμένες πλατφόρμες. Η σύγχρονη τεχνολογία επέτρεψε στα περισσότερα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης φτηνά και αξιόπιστα να παρέχουν εδώ και χρόνια άριστες υπηρεσίες τηλεκατάρτισης και όχι μόνο ασύγχρονης αλλά και σύγχρονης. Επαναλαμβάνω, ότι ο θεσμός των ΚΔΒΜ είναι ένας πολύ επιτυχημένος θεσμός. Ο κάθε πάροχος θα ήταν υπεύθυνος έναντι του κράτους για την τεχνολογική του ετοιμότητα αλλά και την ποιότητα των υπηρεσιών που θα προσέφερε. Θα αξιολογούνταν από τους ωφελούμενους και θα λογοδοτούσε τόσο έναντι αυτών όσο και έναντι του κράτους. Με τη λύση που επελέγη περιορίστηκε δραματικά ο ανταγωνισμός –θέμα που ίσως θα πρέπει να δει και η Επιτροπή Ανταγωνισμού- οι Πάροχοι Κατάρτισης κατέστησαν όμηροι των πανίσχυρων Ολοκληρωμένων Συστημάτων Τηλεκατάρτισης (ΟΣΚΤ), τα οποία είχαν στενές διασυνδέσεις διαχρονικά με στελέχη κυβερνήσεων,–κυρίως όμως του παλιού ΠΑΣΟΚ και της μετεξέλιξης αυτού του ΣΥΡΙΖΑ-, δημοσίων φορέων, επιμελητηρίων κοκ. Οι Πάροχοι Κατάρτισης μάλιστα δεν είχαν επιλογή να διαμορφώσουν το δικό τους πρόγραμμα τηλεκπαίδευσης. Ασφαλώς δεν υπήρχε κανένας λόγος να γίνει, όπως έγινε. Η σωστή επιλογή θα ήταν το κράτος να χρηματοδοτήσει τους ωφελούμενους επιστήμονες με την επιταγή κατάρτισης κι αυτοί να επιλέξουν ελεύθερα με τη σειρά τους από μια γκάμα προϊόντων που θα δημιουργούσε η αγορά δηλαδή οι πάροχοι κατάρτισης χωρίς τεχνολογικούς περιορισμούς. Αυτοί θα ήταν και αποκλειστικά υπεύθυνοι για το προϊόν που θα προσέφεραν τόσο έναντι του Δικαιούχου (κράτους) όσο και έναντι των ωφελουμένων.
Ερώτηση: Θα μπορούσαν όμως να το κάνουν χωρίς τους φορείς ΟΣΚΤ που μας είπατε;
Απάντηση: Πανεύκολα, ευτυχώς η σύγχρονη τεχνολογία, η οποία σημειωτέον υπάρχει χάρη στην ελεύθερη αγορά, μας παρέχει πληθώρα φθηνών και αξιόπιστων λύσεων στο θέμα της από απόσταση εκπαίδευσης. Ποιες πλατφόρμες θέλετε να πρωτοαναφέρω, wiziq, melosoftware, lessononly, vixyvideo, openeclass είναι μόνο μερικές από τις πάμπολλες που υπάρχουν και είναι εξαιρετικά αξιόπιστες, γρήγορες και ιδιαίτερα δημοφιλείς σε όσους ασχολούνται διεθνώς με την από απόσταση εκπαίδευση. Για τους γραφειοκράτες του δημοσίου που θέλουν να ρυθμίζουν και την παραμικρή λεπτομέρεια της ζωής μας βεβαίως αυτά είναι «κινέζικα». Γι΄αυτούς όλα χρειάζονται ρύθμιση και έλεγχο.
Ερώτηση: Για ποιο λόγο όμως έγινε αυτό το «λάθος» ή λάθος;
Aπάντηση: Δεν γνωρίζω και δεν θέλω χωρίς στοιχεία να μιλήσω με ευκολία για «σκάνδαλα». Μπορεί επίσης να μην υπάρχει μία μόνη εξήγηση αλλά πολλές. Η πιο επιεικής εξήγηση είναι ότι οι κρατικοί γραφειοκράτες –εν προκειμένω του υπουργείου Εργασίας-, όπως σας είπα, δεν εμπιστεύονται τις επιχειρήσεις και θέλουν πάντοτε ανεξάρτητα από τις προθέσεις των κυβερνήσεων στο στάδιο της υλοποίησης μιας κυβερνητικής απόφασης για συνεργασία ιδιωτικού και δημοσίου τομέα να θέτουν πρόσθετα εμπόδια που πολλές φορές οδηγούν στη μη υλοποίησή της. Φοβούνται πάντοτε μήπως και πάψουν να έχουν λόγο ύπαρξης. Μια άλλη εξήγηση είναι ότι, οι «εγκατεστημένες» σε μια αγορά, επιχειρήσεις μισούν τον ανταγωνισμό και επιχειρούν πάντοτε να αποκλείσουν την είσοδο νέων ανταγωνιστών στην αγορά. Σύμμαχός τους να ξέρετε είναι πάντοτε το κράτος. Χωρίς την κρατική συνδρομή δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν το σκοπό τους. Κανένας δεν μπορεί να αισθάνεται σίγουρος στην αγορά ακόμη κι οι πολυεθνικοί κολοσσοί. Μόνοι σίγουροι είναι τα αναγκαστικά μονοπώλια ή ολιγοπώλια, τα οποία όμως υπάρχουν επειδή κατά κανόνα το κράτος το αποφασίζει.
Εν κατακλείδι, στο «φιάσκο», όπως το αποκαλέσατε της τηλεκατάρτισης, η αποτυχία έχει ονοματεπώνυμο «κρατικός παρεμβατισμός».
Eρώτηση: Αποδώσατε την αποτυχία του προγράμματος τηλεκατάρτισης των επιστημόνων στις λανθασμένες επιλογές του κράτους. Πάμε όμως τώρα σε ένα άλλο θέμα. Διάβασα το άρθρο σας στον Φιλελεύθερο που ζητάτε vouchers για τους γονείς που θέλουν να στείλουν τα παιδιά τους στο ιδιωτικό σχολείο. Μπορείτε να μας αναπτύξετε τη θέση σας;
Aπάντηση: Μετά χαράς. Γράφω ότι σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου η οικονομική ύφεση που θα ακολουθήσει θα έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των εισοδημάτων των μεσαίων στρωμάτων στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό θα πλήξει πολλές υγιείς ιδιωτικές επιχειρήσεις στη βασική και στη μέση εκπαίδευση, οι οποίες παρά τις αντιξοότητες άντεξαν την προηγούμενη δεκαετή περίοδο της οικονομικής ύφεσης.
Πριν από δύο χρόνια είχαμε στα πλαίσια του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών υπολογίσει πόσο κοστίζει στο κράτος ο μαθητής ανά βαθμίδα εκπαίδευσης. Το μέσο κόστος σύμφωνα με τους υπολογισμούς λαμβανομένων υπόψη και των αποσβέσεων ανέρχεται σε 3.400 € περίπου. Προτείνω λοιπόν το ποσό αυτό να δοθεί από την κυβέρνηση με τη μορφή επιταγής εκπαίδευσης σε όσους γονείς επιθυμούν από το Σεπτέμβριο να στείλουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο.
Ερώτηση: Μήπως όμως η πρότασή σας είναι ένα αρκετά παρακινδυνευμένο μέτρο που θα οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες αντί να ωφελήσει τους φτωχότερους;
Απάντηση: Ακούστε, το θέμα των κοινωνικών ανισοτήτων είναι μεγάλο και η διερεύνηση των παραγόντων που το οξύνουν ή το αμβλύνουν καλά κρατεί στη βιβλιογραφία. Αυτό που σήμερα ξέρουμε είναι ότι ο βασικός παράγοντας που επηρεάζει τις ανισότητες είναι το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο της οικογένειας (ιδιαίτερα η σχετιζόμενη με αυτό παράμετρος του μορφωτικού κεφαλαίου της οικογένειας) και ελάχιστα το σχολείο. Μάλιστα ο διάσημος μαρξιστής κοινωνιολόγος της εκπαίδευσης Basil Bernstein αυτή την πραγματικότητα τη συνόψισε στην περίφημη φράση του «Schools cannot compensate for society». Άρα η υπόθεση ότι η ύπαρξη κουπονιών θα οξύνει τις αντιθέσεις μάλλον δεν αποδεικνύεται, αφού οι αντιθέσεις ούτως ή άλλως είναι ήδη υπαρκτές και πολύ οξυμένες. Αυτό δείχνουν και οι μελέτες του ΟΟΣΑ και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ειδικά μάλιστα στην Ελλάδα όπου έχουμε το σύστημα της φοίτησης ανά περιοχή κατοικίας (catchment area system) και που οι οικιστικές ζώνες είναι έντονα ταξικά διαχωρισμένες (έχουμε πληθώρα μελετών που μας το δείχνουν αυτό) η μη δυνατότητα επιλογής σχολείου φαίνεται να λειτουργεί σε βάρος των ασθενέστερων αφού αυτοί: α) είναι υποχρεωμένοι να πηγαίνουν τα παιδιά τους σε σχολεία της περιοχής τους, στα οποία φοιτούν παιδιά από επίσης ασθενέστερες οικογένειες και άρα μικρότερου συνολικά μορφωτικού κεφαλαίου με αποτέλεσμα τη συνολικά υποβαθμισμένη εικόνα του σχολείου και β) οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν τις πολιτικές διασυνδέσεις και τα μέσα, όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους από τα μεσαία και ανώτερα στρώματα ώστε να διαλέξουν το σχολείο του παιδιού τους πέρα και έξω από τη ζώνη κατοικίας τους, με πλαστά χαρτιά, το σύστημα δηλαδή της άτυπης επιλογής σχολείου που είναι πολύ διαδεδομένο ήδη στη δημόσια εκπαίδευση της χώρας μας αλλά μόνο από τους πιο ισχυρούς. Τα κουπόνια θα είχαν βεβαίως ωφελημένους. Ωφελημένοι από το μέτρο δεν θα ήταν όμως οι πλούσιοι και ισχυροί αλλά τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα καθώς και όσα μεσαία νοικοκυριά πλήττονται ή θα πληγούν στο άμεσο μέλλον από την οικονομική κρίση της πανδημίας του COVID-19.
Έμμεσα τα κουπόνια εκπαίδευσης θα βοηθούσαν και το δημόσιο σχολείο, το οποίο θα πιεζόταν από τον ανταγωνισμό των ιδιωτικών να παράξει καλύτερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα.
Ερώτηση: Πώς κατά τη γνώμη σας η επιδίωξη του κέρδους από τον ιδιώτη επιχειρηματία μπορεί να συμβαδίζει με την κοινωνική αποστολή της εκπαίδευσης;
Απάντηση: Η άποψη ότι το κέρδος και η εκπαίδευση είναι έννοιες σε μεγάλο βαθμό αντίθετες είναι μια αναπόδεικτη και εσφαλμένη βεβαιότητα που καλιεργήθηκε εδώ και δεκαετίες, όχι μόνο στη χώρα μας, από πολλούς.
Πρέπει να ξέρουμε, ότι η επιδίωξη του κέρδους στην εκπαίδευση είναι τόσο σημαντική όσο και σε οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα. Για να μην σας πω, ότι στην εκπαίδευση είναι μάλιστα περισσότερο απαραίτητη. Να εξηγήσω τη θέση μου:
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, ότι η γνώση στις μέρες μας αποτελεί έναν από τους πιο καθοριστικούς συντελεστές παραγωγής πόρων. Η εκπαίδευση από την άλλη είναι ο κυριότερος παραγωγός γνωστικού κεφαλαίου. Το κίνητρο του κέρδους με τη σειρά του είναι το μόνο, όπως αποδεικνύει η οικονομική επιστήμη, που κινητοποιεί τα άτομα να επιτελούν λειτουργίες, ενισχύει τον ανταγωνισμό και την καινοτομία, διαδίδει τη γνώση και κατευθύνει τους πόρους στις πλέον παραγωγικές χρήσεις.
Ερώτηση: Με συγχωρείτε αλλά το κέρδος για το οποίο μιλάτε στην εκπαίδευση δεν το απολαμβάνουν όλοι αλλά οι λίγοι. Οι περισσότεροι είναι μάλλον οι χαμένοι.
Απάντηση: Νόμιζα, ότι με την απάντησή μου στο θέμα των επιταγών εκπαίδευσης είχα απαντήσει σ΄αυτή την επιφύλαξη αλλά δεν πειράζει, μου δίνετε την ευκαιρία να αναλύσω περισσότερο τη σκέψη μου. Αυτή η μηδενικού αθροίσματος αντίληψη είναι εσφαλμένη. Ο επιχειρηματίας υπηρεσιών εκπαίδευσης θα πρέπει σε περιβάλλον ανταγωνισμού να προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερους καταναλωτές. Πρέπει συνεπώς να τους προσφέρει καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες από τους ανταγωνιστές του. Στην οικονομία της αγοράς όμως, όποιος δεν ενδιαφέρεται για τους πελάτες του εξαφανίζεται. Η επιδίωξη του κέρδους και όχι ο νεφελώδης αλτρουισμός είναι, όπως γνωρίζουμε από την εποχή του Μάντεβιλ και του Άνταμ Σμιθ, αυτό που κάνει τον επιχειρηματία να ενδιαφερθεί για το συμφέρον του πελάτη του.
Αντιτείνεται λοιπόν, όχι μόνο από εσάς αλλά πολλούς ακόμη, ότι η επιδίωξη του κέρδους στην εκπαίδευση μπορεί να δημιουργεί θετικά αποτελέσματα αλλά ταυτοχρόνως δημιουργεί και κοινωνικές ανισότητες. Τίποτε ανακριβέστερο. Σας προτείνω μεταξύ πολλών ακόμη μελετών να διαβάσετε το εξαιρετικό συλλογικό βιβλίο «Το κίνητρο του κέρδους στην εκπαίδευση», έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά στις εκδόσεις Παπαδόπουλου, από το οποίο αποδεικνύεται ότι οι περισσότερο κερδισμένοι από την επιδίωξη του κέρδους σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης είναι οι μαθητές και οι φοιτητές με χαμηλότερο οικονομικό και κοινωνικό υπόβαθρο. Μάλιστα από μια ακαδημαϊκή μελέτη που θα δημοσιευθεί σε λίγο καιρό είμαι σε θέση να γνωρίζω, ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Κύπρο εκτός του ότι προσέθεσαν στο ΑΕΠ της χώρας περίπου 5%, άμβλυναν τις κοινωνικές αντιθέσεις, επέτρεψαν στους οικονομικά αδύναμους να έχουν πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και βελτίωσαν σημαντικά το επίπεδο σπουδών όχι μόνο των ιδιωτικών αλλά και των κρατικών πανεπιστημίων. Ο μεγάλος οικονομολόγος Γκάρυ Μπέκερ, ο οικονομολόγος που πρώτος ανέπτυξε τη θεωρία «του ανθρωπίνου κεφαλαίου» (βραβείο Νόμπελ στα οικονομικά), αναφερόμενος στο σύστημα των κουπονιών εκπαίδευσης υποστήριζε ότι «τα παιδιά που μειονεκτούν κοινωνικά, είναι εκείνα ακριβώς που θα ωφεληθούν περισσότερο από τη φοίτησή τους σε ένα ιδιωτικό σχολείο».
ΠΗΓΗ:https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/320814_ta-ofeli-ton-koyponion-sta-sholeia-kerdos-kai-i-ekpaideysi
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.