Ο δημόσιος διάλογος για την φασιστική επίθεση ενάντια στον Γ. Μπουτάρη στην συγκέντρωση για την Γενοκτονία των Ποντίων στη Θεσσαλονίκη δεν είναι παρά μια ανιαρή επανάληψη της προσπάθειας να επιβληθεί μια λογική δίπολου στα εθνικά θέματα.
Λες και ο τραμπουκισμός και τα λυντσαρίσματα έχουν αποκλειστικά δεξιό πρόσημο, λες και αυτά που έκαναν ο ομόσταυλοι του Δραγασάκη πριν μερικές δεκαετίες στα πανεπιστήμια, ή αυτά που σήμερα οι αντεξουσιαστές που διαδέχτηκαν τους τότε κνίτες είναι ταξική πάλη. Αντί να ασχοληθούν με την καταδίκη της βίας και του λυντσαρίσματος ως μέθοδο επιβολής μιας πολιτικής άποψης ανακάλυψαν τον «εθνολαϊκισμό» ως την μήτρα που γεννά την βία, ηρωοποίησαν το θύμα της επίθεσης για να δικαιώσουν τις απόψεις του, που δεν διαφέρουν εξ’ άλλου με το κυβερνητικό mainstreaming, των «συνωστισμών στις προκυμαίες» και του Αιγαίου που ανήκει στα ψάρια του.
Ούτως ή άλλως η αντίληψη του δημοκρατικού Πατριωτισμού είναι ο πρώτιστος στόχος τόσο του ακροδεξιού φασισμού, που ενδύεται πληβειακά χαρακτηριστικά για να μονοπωλήσει την έκφραση της πατριωτικής ευαισθησίας, όσο και του κοσμοπολιτισμού των ελίτ, που αυτοδικαιώνονται ταυτίζοντας την με τον φασισμό, τον υπόκοσμο και την Χρυσή Αυγή.
Το ταγκό χορεύεται με δύο, κι ο ένας χορευτής χρειάζεται τον άλλο, ως το αναγκαίο συμπλήρωμα για να έχουμε τις δύο όψεις στα αργύρια της καταστροφής της πατρίδας.
Αντί άλλου σχολίου ας μεταφέρουμε εδώ αυτά που ειπώθηκαν στην κεντρική ομιλία, από τον Ταμέρ Τσιλιγκίρ, από τη Λιβερά του Πόντου, πολιτικού εξόριστου στην Ελβετία, αφού υπήρξε πολιτικός κρατούμενος για περισσότερο από 10 χρόνια στις τουρκικές φυλακές γιατί ζητούσε τα δικαιώματά του:
««353.000 δεν είναι ένας αριθμός, είναι οι άνθρωποι που γενοκτονήθηκαν. Απευθύνω χαιρετισμό στους ήρωες απόγονους των Ελλήνων που έγραψαν ιστορίες της αντίστασης στα βουνά του Πόντου, στην Νεβιάν, στη Σάντα. Δεν ξεχνάμε αυτούς που έκαψαν τους ανθρώπους μας ζωντανούς, στις εκκλησίες, στα σχολειά, στα σπίτια. Δεν ξεχνάμε και αυτούς που έζησαν μέσα στις σπηλιές, χιλιάδες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Δεν ξεχνάμε αυτούς που βίασαν τις γυναίκες, τα μικρά κορίτσια, και τις πήρανε στα χαρέμια τους. Δεν ξεχάσαμε τους 353.000 άταφους νεκρούς Έλληνες του Πόντου. Δεν θα ξεχάσουμε και δεν ξεχνάμε τους 200.000 Έλληνες του Πόντου που εξορίστηκαν από την πατρίδα τους, στην οποία ζούσαν χιλιάδες χρόνια. Δεν ξεχάσαμε και τον Μουσταφά Κεμάλ που έδωσε την εντολή της Γενοκτονίας στις 19 Μαΐου, όταν αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα. Δεν ξεχάσαμε τις συμμορίες που εφάρμοσαν τη Γενοκτονία, του Τοπάλ Οσμάν τον Ιπσίζ Ρετζέπ. Την εθνική στρατιά και τον στρατηγό Νουρεντίν Πασά. Δεν ξεχάσαμε! Δεν ξεχάσαμε και τις τουρκικές κυβερνήσεις που αρνούνται εδώ και 100 χρόνια τη γενοκτονία και την ύπαρξη των Ποντίων. Δεν ξεχάσαμε επίσης, αυτούς που υπέγραψαν τη Συνθήκη Ανταλλαγής πληθυσμών και σε όλους όσους συνέβαλαν σε αυτό. Και δεν ξεχάσαμε επίσης τα λόγια του υπουργού του κυβερνώντος κόμματος ότι δεν έχει συμβεί γενοκτονία.Στον Πόντο τα δεινά έχουν τρεις διαφορετικές μορφές. Πρώτον αυτά που έζησαν οι 353.000 άνθρωποι μας που έχασαν τη ζωή τους, στο διάστημα 1914 – 1923. Δεύτερον, όλα όσα έζησαν οι απόγονοι, οι παππούδες σας, τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους, που εκτοπίστηκαν με τη Συνθήκη Ανταλλαγής της Λωζάννης των πληθυσμών, το 1923 από την πατρίδα τους στην οποία ζούσαν επί χιλιάδες χρόνια. Τρίτον, ζήσαμε εμείς, αυτοί που μείνανε εκεί. Πριν τη γενοκτονία και κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας, οι Έλληνες του Πόντου που εξισλαμίστηκαν, δηλαδή οι γιαγιάδες μου, οι παππούδες μου, προ του φόβου, τα κράτησαν όλα μέσα τους. Δεν είπαν τίποτα στα παιδιά και στα εγγόνια τους. Ακόμα, οι περισσότεροι επινόησαν ψεύτικες ιστορίες. Τι δύσκολο που είναι να μην ξέρεις την ιστορία σου; Και επειδή δεν γνώριζαν τα τούρκικα τα παιδιά, ξυλοκοπήθηκαν στα σχολεία, οι γονείς σταμάτησαν να μιλάνε δίπλα στα παιδιά τους, ποντιακά. Για να ζήσουν όλα αυτά τα 100 χρόνια, προσπάθησαν να αποδείξουν στο τούρκικο κράτος, τον εαυτό τους. Να αποδείξουν ότι είναι οι καλύτεροι μουσουλμάνοι, οι καλύτεροι Τούρκοι. Έτσι, άλλαξε η συμπεριφορά τους. Στράφηκαν προς το Ισλάμ, προς τον τούρκικο εθνικισμό. Όμως παρ’ όλα αυτά, το τούρκικο κράτος, τους είχα πάντα, ως άλλους. Κατά τη διάρκεια της τούρκικης δημοκρατίας, αλλά και προς το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η κοινωνική και η οικονομική ζωή στον Πόντο, υποβαθμίστηκε. Δεν έγιναν επενδύσεις. Στα λιμάνια της Σαμψούντας, της Τραπεζούντας, τα οποία ήταν κάποτε από τα σημαντικότερα λιμάνια του κόσμου, δεν πλησίαζε πλέον, κανένα πλοίο. Οι Πόντιοι αναγκάστηκαν και καταδικάστηκαν σε πείνα. Γι’ αυτό το λόγο αναγκάστηκαν για να ζήσουν να πάνε δεκάδες χιλιάδες Πόντιοι, στην Ευρώπη.Άλλαξαν τη θρησκεία μας, τα ονόματά μας, την γλώσσα μας, άλλαξαν τα τραγούδια μας, τα μοιρολόγια μας, βάζοντας τους τούρκικους στίχους. Διοργάνωναν εκστρατείες το 1923, για τους πολίτες, με το σύνθημα «μίλα τούρκικα». Όλοι όσοι μιλούσαν ποντιακά στους δρόμους, βασανίστηκαν και συχνά μας υπενθύμιζαν ότι είμαστε Έλληνες. Δεν σταμάτησαν να μας βρίζουν, όπως «Ρωμιέ μπάσταρδε», «Ρωμιέ κλωστέ». Ακόμα και οι συγγραφείς, στα ποιήματα και στα μυθιστορήματα, τις ελληνίδες τις παρουσίαζαν ως πόρνες. Περίλαβαν ακόμα και τις νύφες μας. Στις τουρκικές ταινίες, η προφορά των Ποντίων, παρουσιάζονταν ως κάτι κακό. Επινόησαν ανέκδοτα, ανόητα ανέκδοτα και τα ονόμασαν ποντιακά. Με όλα αυτά τα ανέκδοτα υποβίβασαν τους Ποντίους. Οι Έλληνες του Πόντου, όταν ήρθαν αντιμέτωποι με άλλους Τούρκους σε μεγάλες πόλεις, τους έλεγαν περιφρονητικά; Είστε Πόντιοι!Πριν από μερικά χρόνια αποκαλύφθηκε ότι το τούρκικο κράτος, φακελώνει τις μειονότητες. Μάθαμε ότι οι Έλληνες είχαν το νούμερο ένα (1). Οι Αρμένιοι είχαν το νούμερο δύο (2). Και οι Εβραίοι είχαν το νούμερο τρία (3). Το τουρκικό κράτος στην Άγκυρα, εδώ και 100 χρόνια κρατάει μυστικά αρχεία. Φακέλωνε τους εξισλαμισμένους Έλληνες και τα παιδιά τους. Το τούρκικο κράτος δεν πιστεύει ακόμη στους εξισλαμισμένους Έλληνες και τα παιδιά τους. Ζει με τον φόβο ότι εάν μάθουν την αλήθεια, μια μέρα θα ξεσηκωθούν.Θέλω να αναφέρω ένα παράδειγμα. Την δεκαετία του 1990, προγραμματίστηκε μία εκδρομή, ανάμεσα σε ένα λύκειο της Τραπεζούντας και της Θεσσαλονίκης. Οι μαθητές από τη Θεσσαλονίκη θα πήγαιναν στην Τραπεζούντα και θα έμεναν εκεί και αντίστροφα οι μαθητές από την Τραπεζούντα θα έρχονταν στη Θεσσαλονίκη. Το τούρκικο κράτος δέχθηκε την πρόταση, όμως με μία προϋπόθεση. Να μην πάει ένα λύκειο από την Τραπεζούντα, αλλά ένα λύκειο από την Άγκυρα!Θα αναφέρω ένα άλλο παράδειγμα. Το 1979, σε μία επαρχία του Πόντου, στη Φάτσα, οι σοσιαλιστές κέρδισαν τη διοίκηση. Εκείνα τα χρόνια η Φάτσα ονομαζόταν ως απελευθερωμένη περιοχή. Όταν ήρθε η χούντα το 1980, πρώτα απ’ όλα διάλυσε αυτή τη διοίκηση. Σκότωσαν πολλούς ανθρώπους, άλλους βασανίζουν και άλλους φυλακίζουν. Οι πραξικοπηματίες λένε ότι δεν θα επιτρέψουμε την ποντιακή δημοκρατία εδώ. Οι σοσιαλιστές εκεί, δεν ήξεραν για τον Πόντο, όμως το τούρκικο κράτος εξέφρασε το φόβο του. Όμως είμαι εδώ! Εγώ και οι φίλοι μου δουλεύουμε μέρα – νύχτα, για να μετατρέψουμε το φόβο τους σε εφιάλτη. Προσπαθούμε να πούμε την ιστορία μας, σε όλα τα μέρη του Πόντου.Μετά τη γενοκτονία που έγινε από το τουρκικό κράτος στον Πόντο και τη Μικρά Ασία, το τουρκικό κράτος εγκαταστάθηκε πάνω στις περιουσίες μας και τις ψυχές μας. Το τούρκικο κράτος από την ίδρυσή του είναι ένοχο. Γενοκτονίες που εφάρμοσε στους Αρμένιους, στους Έλληνες του Πόντου, μετά την ίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας, ήρθε η σειρά σε άλλες εθνότητες. Το τούρκικο κράτος πρέπει να ζητήσει συγνώμη, λαμβάνοντας μία απόφαση στο τούρκικο κοινοβούλιο. Όμως, ακόμη και να ζητήσουν χίλιες φορές συγγνώμη, τι θα γίνει; Για να ισχύει αυτή η συγγνώμη, πρέπει να γίνουν τα εξής. Πρέπει να κατεδαφιστούν τα αγάλματα εκείνων που έκαναν την γενοκτονία και όλα τα ονόματα αυτών των συμμοριών που δόθηκαν σε δρόμους και σε σχολεία. Οι εγκληματίες της γενοκτονίας και όλοι όσοι έγιναν πλούσιοι από τη γενοκτονία πρέπει να αποκαλυφθούν. Πρέπει να φτιαχτούν μνημεία γενοκτονίας για τους 353.000 Έλληνες του Πόντου, σε όλο τον Πόντο και πρέπει να μείνει ζωντανή η μνήμη της γενοκτονίας. Πρέπει να δοθούν δυνατότητες επιστροφής στους απόγονους τους. Όλη η περιουσία τους που κατασχέθηκε, πρέπει να επιστραφεί. Πρέπει να αποκατασταθούν οι εκκλησιές και να επιστραφούν στους ίδιους.Πρέπει να τιμωρηθούν τα εγκλήματα της γενοκτονίας και πρέπει να δοθεί αποζημίωση στους απογόνους με προσαύξηση. Πρέπει να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, για όλους όσους ζουν εκεί και θέλουν να μάθουν τη μητρική γλώσσα τους, τα ποντιακά. Πρέπει να δοθεί και ένα τέλος στις θρησκευτικές καταπιέσεις. Πρέπει ο καθένας να επιλέξει εκείνο το οποίο θέλει να πιστεύει. Πρέπει να ανοίξουν όλα τα αρχεία και να είναι στη διάθεση όλων των ιστορικών και των ερευνητών.Και σήμερα ο Άγγελος Μητρετώδης, και ο Δημήτρης Κούκλατζης, και ο Γιάννης Βασίλης – Γιαϊλαλί, που κρατούνται στις τουρκικές φυλακές, πρέπει να απελευθερωθούν.Ευχαριστώ όλους όσους συγκεντρώθηκαν εδώ και τις Ομοσπονδίες που πήραν την απόφαση να κινηθούν μαζικά. Εμείς, τα παιδιά των εξισλαμισμένων Ελλήνων, εμείς οι απόγονοι, σας ευχαριστούμε που μεταφέρετε μέχρι σήμερα, τον πολιτισμό μας, τη γλώσσα μας, τη θρησκεία μας. Εμείς είμαστε μια μεγάλη οικογένεια. Ακόμη και να ζήσετε εξόριστοι στην Ευρώπη και στις μεγάλες πόλεις του κόσμου, η πατρίδα σας είναι ο Πόντος. Εμείς, αυτοί που μείναμε ακόμη εκεί, ακόμη κι αν έχει αλλάξει η θρησκεία και η γλώσσα μας, τα ονόματά μας, είμαστε Έλληνες. Όπως βλέπετε δεν μπορούν να μας χωρίσουν.Ο Μουσταφά Κεμάλ, στις 19 Μαΐου όταν πήγε στην Σαμψούντα έδωσε εντολή στον Τοπάλ Οσμάν, να μην αφήσει ίχνος. Νόμιζαν ότι μπορούν να σβήσουν τα ίχνη μας από εκείνα τα εδάφη. Ορίστε! Η σημερινή μας συνάντηση είναι η αποτυχία τους. Με την πεποίθηση ότι από εδώ και σήμερα, θα είμαστε πιο κοντά, σας χαιρετώ όλους. Οπωσδήποτε θα νικήσουμε. Τα εδάφη του Πόντου, αργά ή γρήγορα θα είναι ελεύθερα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.