Του Σπύρου Κουτρούλη
Τον Ρένο Αποστολίδη τον γνώρισα από τον καλό μου φίλο Μελέτη Μελετόπουλο. Ήταν κιόλας στα πρώτα χρόνια που είχε ξεκινήσει η "Νέα Κοινωνιολογία" και ο Μελέτης έκανε στο σπίτι του συγκεντρώσεις όπου συζητούσαμε επί ώρες με τον Ρένο για τον Ηράκλειτο, τον Νίτσε, τον ελληνικό εμφύλιο, την ελληνική διανόηση και την δική του πορεία. Στην συνέχεια τον επισκεφτήκαμε στο σπίτι του στην οδό Μηθύμνης και κατόπιν στο καινούργιο του σπίτι στο Χολαργό. Ένα άλλο βράδυ με τον Μελέτη και τον καθηγητή Γιώργο Παγουλάτο πήγαμε σε μια ταβέρνα στην Πεντέλη. Η κουβέντα ως συνήθως ήταν πολύ ενδιαφέρουσα και συνεχίστηκε μέχρι τις πρωϊνές ώρες στην πλατεία του Χαλανδρίου.
Δεν θα επαναλάβω πόσο έγκυρος φιλόλογος ήταν αλλά το κύριο χαρακτηριστικό ήταν να εμπνέει ένα δυνατό αίσθημα ελευθερίας που δεν συμβιβαζόταν με τίποτε και με κανένα. Ο ίδιος αυτό το αίσθημα το πλήρωσε με μια συστηματική σιωπή έναντι του έργου του. Μια κριτική στην "Επιθεώρηση Τέχνης" για την "Πυραμίδα 67" και έκτοτε σιωπή,σπάνια γραφόταν κάτι για το έργο του. Είναι η συνήθης τακτική να αποφεύγεται η αντιπαράθεση με κάποιον που δεν συμφωνούμε μαζί του με τη προσδοκία (στην πραγματικότητα αυταπάτη γιατί η αξιοσύνη ενός υπάρχει ανεξάρτητα από τα δικά μας θετικά ή αρνητικά αισθήματα) ότι έτσι ο αντίπαλος δεν θα αποκτήσει υπόσταση (πολλά τα σχετικά παραδείγματα, αναφέρω ότι η σημαντική μελέτη του Γ.Καραμπελιά για το δημοτικό τραγούδι , που εκδόθηκε σχετικά πρόσφατα,δεν παρουσιάστηκε σε καμία κριτική βιβλίου σε αντίθεση με ότι συμβαίνει με την αντίστοιχη του Π.Μπουκάλα που χαίρει μεγάλης προβολής από τις εφημερίδες και την ΕΡΤ).
Θεωρώ ότι τα έργα του Ρένου για τον εμφύλιο είναι ότι πιο σημαντικό έχει γραφτεί στην λογοτεχνία μας για την περίοδο αυτή (το "Κιβώτιο" του Άρη Αλεξάνδρου με κριτική διάθεση προς την τακτική της αριστεράς είναι συγκριτικά αναιμικό). Όμως δεν επιδέχεται να χρησιμοποιηθεί για την ιδεολογική ανάγνωση και χειραγώγηση της ιστορίας είτε από την μια είτε από την άλλη πλευρά. Παρουσιάζει τις δύο παρατάξεις του εμφυλίου να εναλλάσσουν τους ρόλους του θύτη και του θύματος. Τελικά βέβαια όλοι υπήρξαν χαμένοι και θύματα όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο να αναγνωριστεί όταν σκοπός είναι ο αντίπαλος να φορτωθεί με τις ευθύνες για ότι δυσάρεστο συνέβη.
Δεν είναι τυχαίο ότι η δικτατορία, μετά την αντίδραση του Λαδά και των υπολοίπων πιο σκληρών, σταμάτησε την δημοσίευση της Ανθολογίας Αποστολίδη στις εφημερίδες όταν δημοσιεύτηκε ο "Α2 " και κάποια διηγήματα του Δ.Χατζή.
Ο Ρένος μας έλεγε πίστευε ότι θέλεις , ο ίδιος στεκόταν ξένος από ιδανικά και πίστεις,αλλά να μην πεθάνεις, να ζήσεις για ότι πιστεύεις . Περιγράφει μια σκηνή όπου βρίσκεται στο σπίτι του - στην "μπλέ πολυκατοικία" στα Εξάρχεια κατά τα Δεκεμβριανά όπου βλέπει απέναντι του έναν αντάρτη του ΕΛΑΣ , που μετά από λίγο θα πέσει νεκρός από βολή αγγλικού τάνκ. Ο Ρένος τονίζει " το ζήτημα είναι να ζήσης αυτό που είσαι, όποιος είσαι! Όχι να πεθάνης γι' αυτό που είσαι!.."(Πυραμίδα 67, Βιβλιοπωλείο της Εστίας σελ.273).
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Ρένου ήταν ο εξαιρετικός τρόπος που διάβαζε διηγήματα ή απάγγελλε ποιήματα, Καβάφη για παράδειγμα. Μπορούσε έτσι ο ακροατής να ζήσει και όχι μόνο να κατανοήσει το έργο που άκουγε από την φωνή του Ρένου.
Ο Α2 μεταγενέστερος της "Πυραμίδας 67" είναι σε πολλά σημεία ωριμότερος ίσως γιατί γράφτηκε σε πιο ομαλές συνθήκες. Η γραφή κοφτή και πιο γρήγορη πασχίζει να αποτυπώσει μια αιματοβαμμένη ατμόσφαιρα.Περιγράφει ένα πραγματικό πρόσωπο ένα έφεδρο λοχαγό του στρατού και την περιπετειώδη διαδρομή του. Πολεμά στον ΕΛΑΣ τον κατακτητή κάτω από τις διαταγές του Νικηφόρου: " ήμουν αντάρτης , με τον καπετάν -Νικηφόρο, κ' ύστερα καπετάνιος , στη Σπερχειάδα, απ΄το '43. Πολέμησα, έσκισα, δυό χρόνια! Πολέμησα τους Γερμανούς - τους άρπαξα τα πολυβόλα μες απ' το Λιανοκλάδι, το χωριό!.. Ήρθ' ο Δεκέμβρης -δεν ξέραμε τίποτα! Πρώτα ξέσπασε, κ' ύστερα μας είπαν να κινηθούμε όλοι κάτω! Εσείς στην Αθήνα τα κάνατε- είδηση δεν είχαμε το ΕΛΑΣ!...Είπα "όχι", δεν πολεμάω Εμφύλιο- δεν είμαι κομμουνιστής ! Αντάρτης είμαι - φύγαν οι Γερμανοί, τελείωσε γυρνάω σπίτι μου!.. Τραυματίστηκα από σπητφάιρ, στη Θήβα...Μπήκα στο νοσοκομείο στη Λαμία... Γύρισα σπίτι μου με τη Βάρκιζα - και δε βρίσκω τη μάνα μου! Την έχουνε σφάξει!..Τους έλεγε "αλήτες", τους έβριζε: " που της ξελόγιασαν το παιδί " - μάνα ήταν! Κι αυτοί τη σφάξανε - τ' ακούς;..Μα το πιστόλι ετούτο..-πές, άντρας είσαι, τι θακάνες;.. Γιατί τη μάνα μου; Τι τους εφταιξ' η μάνα μου;..Πες τι θάκανες ρε! Για δε μιλάς;.. Μα όχι! Κανενού μιλιά!..Βρήκα το Καραγιώργη τον ίδιο! "Δεν ήξερε", δεν έλεγε..."Σας δίνω διορία", τούπα, "δέκα μέρες!...Α δε μου πήτε ποιός, που, με ποιανού διαταγή , ξέρω τι θα κάνω, μόνος μου!.."(σελ.65,66). Μετά από αυτό ο Α2 μεταμορφώνεται σε θηρίο. Θα σκοτώσει με τον ειδεχθέστερο τρόπο όλους όσους θα θεωρήσει υπεύθυνους της δολοφονίας. Κάθε δολοφονία είναι και ένα γράμμα στην μάνα του : " σα σκυλί τον σκότωσα αυτού χάμου! Σα σκυλί - τ' άδειασα όλο το περίστροφο στη μούρη! Τρείς γεμιστήρες στο κουφάρι-κόσκινο!.. Τι θαρείς είν' ο άνθωπος; Μπιστόλι βγαίνει, μπιστόλι μπαίνει!(σελ.67) Ή σε άλλο σημείο "τον σκότωσα χίλιες φορές,..κομματάκι-κομματάκι!..Λίγο-λίγο, λίγο-λίγο..-και του τόπα: "Μια τη σκότωσες, χίλιες θα πεθάνης!.."Παράτησα το Λόχο στο Λουτσάρη, τον πήρα ψηλά στο καταράχι... Τον έκοβα με το μαχαίρι πόντο-πόντο..-να μην ψοφάη, να ζη, να νιώθη!..(Μητ' η κάφτρα του πιά έφεγγε στο σκοτάδι- μόνο οι λύκοι...)..Δέκα μέρες -πήρα το κεφάλι του!...Έφτασα με το τζιπ τη νύχτα στο χωριό... Γύρους, γύρους, με τους προβολείς, μαρσάροντας- γύρ' ολόγυρα την πλατεία..Ψυχή!.. Τη μάνα μου δε θα την ξανάβλεπα - ποτέ τη μάνα μου!..Ως κι ο Λαρύγγας ήτανε περισσότερο- είχα το κεφάλι του! Όχι τη μάνα μου!."(σελ.74). Στην συνέχεια περιγράφει πως πέταξε το κομμένο κεφάλι στη μέση της πλατείας του χωριού του.
Φυσικά σε αυτά τα γεγονότα έχει εξοβελιστεί το δίκαιο, ακόμη περισσότερο η συγχώρεση, η αγάπη . Όλοι τους συμμετέχουν σε ένα σκηνικό τραγωδίας όπου γίνονται θύματα- θύτες, θύτες -θύματα. Απάνθρωποι, θάλεγα πολύ ανθρώπινοι.Διότι κάτω από ειδικές συνθήκες ο άνθρωπος λαμβάνει τα χαρακτηριστικά του θηρίου.
Σε όλο αυτό το σκηνικό ο άθεος κατά τα άλλα Ρένος βρίσκει την δύναμη να σώσει ένα εχθρό που τον βρίσκει βαριά τραυματισμένο(σελ.35). Τους αντάρτες που συνάντησε στην Πελοπόννησο τους περιγράφει εντελώς εξαντλημένους και με ελλειπέστατο οπλισμό: "με δώδεκα φυσίγγια τ' όπλο- ένα στους πέντε, κι ούτε! - ξυπόλητοι, άντυτοι, δίχως όλμους, με τρία βλήματα πούρριξαν όλα-όλα: δυό καπνογόνα, και το τρίτο δεν έσκασε!(σελ.56).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιγραφή ενός "ιδεαλιστή" κομμουνιστή: " Ναι ο Αστρίνης! Κομμουνιστής απ' το '36, αντάρτης απ' το 41! Δίχως μάνα, πατέρα-γυναίκα, παιδιά, κανένα! ("Για ποιόν, μωρέ; για ποιόν;.. Ούτε για τον Αστρίνη πια τον ίδιο!"). Ξυπόλητος, κουρέλι- στο τέρμα του "ιδανικού", ένα πια με το "ιδανικό" του!..Γειασου, παλληκάρι μου- αλήθεια γειάσου!- μα έλα που ταύτισες τη ζωή με το θάνατο πριν πεθάνης!.. Ούτε και για να πεθάνης πια δεν απομένει λόγος ή δύναμη - ούτ' αντίλογος, ούτ αντιδύναμη!.. Σε καταλαβαίνω.. μα. λοιπόν, η πρότασή σου "για τους πολλούς"; "για τους άλλους";.. Έτσι ξέρω πως πεθαίνουν πάντα οι μόνοι: Για κανένα! Για τίποτα!.."(σελ.64).
Στην "Κριτική του Μεταπολέμου" ο πεπεισμένος άθεος Ρένος εξαίρει τους αγώνες του Πατρό Κοσμά , να ανοίξουν σχολεία, να φωτιστεί το γένος: "σχολειά στοιχειακά, κοινοτικά, σύστησε. Όχι "ελληνικά" - ξιπασμάρες φράγκικες ! Και γράμματα "ολίγα", στέρεα φώτιση σωστή, σεμνή - του απλού για τον απλό και για τον κόσμο τούτο. Παδιά ξυπνά, "ογλήγορα για το Γένος"- να τι ζητούσε, σ' όλο το πλάτος, σ' όλο το ύψος της δούλης γης, που την ανόργωνε βαθειά, σαν πυρωμένο υνί, διάβα φωτιάς εγερτήριας, ο ταπεινός εκείνος Άγιος των Ημερών της Αυγής μας...Κι ούτε στόλιζε τα λόγια του με "αρχαιογνωσίες" και "περιδιαγραμμάτου". Στοιχεία φύτευε, απλά -μα πρώτα-, για τ' ανασήκωμα του απλού και του άδολου , σ' έναν κόσμο οπούχε πέσει κάτω κι απ' τα πιο απλά, κι απ' τα πιο πρώτα της ανθρώπινης ζωής"(σελ.75). Αλλά και ο Πατρό Κοσμάς πρόσθετε " και την Κυριακή αργία, έλεγε, να τη φυλάτε απαρακίνητα αδελφοί. Τες έξη να δουλεύετε, τη μια όχι. Δεν είναι ζώο ο άνθρωπος, να σκύφτη ολοένα!..Ν' ασκώνετε κεφάλι την έβδομη- να σκέφτεστε το θάνατο, το θεό... Κι όχι να γλεντάτε όλο τα σωματικά τη μέρα κείνη, μα την ψυχή σας ' βλαβικά να στολίζετε, με συνομιλίες κι ακούσματα ωφέλιμα, που τη θρέφουν -ναν έτοιμη, για όλα νάναι, και παστρικιά τι ο θάνατος έρχεται άξαφνα, αδελφοί, και λόγο θα δίνετε!.."(σελ.79).
Γράφοντας για το κρίσιμο θέμα της Παιδείας επισημαίνει: "γιατί δεν είναι μόνο η Ορθογραφία, που δεν μπορεί , κι ας αφήνωμε τ' αστεία, παρά να είναι "ιστορική ", αφού η ορθή γραφή κάθε λέξης ακριβώς δηλοί την πολυτιμότατη ετυμολογία της , κ' εκκαλεί όλο το παρελθόν εμπειρίας που αιώνες ποικιλοχρησίας συσσώρευσαν μέσα της, δυναμικοποιεί δηλαδή το θησαυρό της σε νόημα και σε ποιότητες ανεκτίμητες που αλλιώς χάνονται - κ' είναι απώλεια κοινής πείρας (κάτι παραπάνω από χρυσού απώλεια!)-, και βοηθεί, άρα, σπουδαία -ναι, η ακριβής γραφή ίσα-ίσα, που τόσο εύκολα θεωρούν "δυσκολία", απλώς οι αγράμματοι κ' οι ανυποψίαστοι - στο να ξελαμπικάρεται η λέξη διαρκώς, ν' αναπαρθενεύεται, να γίνεται η σημασία πολυδύναμη και χυμώδεις να εισδύουν οι προβολές της έως νύξεις αδόκητες συγγενών νοημάτων που ελάνθαναν - γιατί πλήσσεται, δηλαδή, η λειτουργία της λέξης ως συμβόλου, όταν ανόητα πληγή η τόσο δηλούσα και τόσα σύρουσα πίσω της "ιστορική" της εικόνα!.."(σελ,135). Συνεπώς είναι αναγκαία η διδασκαλία της γραμματικής και του συντακτικού της αρχαίας, της καθαρεύουσας, της δημοτικής αν θέλουμε να έχουμε παιδεία.
Να επισημάνουμε ότι εδώ αλλάζει το ύφος του Ρένου σε σχέση με τον Α2. Την μικρή κοφτή φράση, που αντιγράφει επιτυχώς τον προφορικό λόγο αντικαθιστά η μακρά, περίτεχνη φράση που απαιτεί την αυξημένη προσήλωση του αναγνώστη.
Η "Κριτική του Μεταπολέμου" περιλαμβάνει την τεκμηριωμένη κριτική σε ορισμένα έργα του Η.Βενέζη και του Γ.Θεοτοκά. Είναι σαν διακηρύσσει παραμερίστε για να περάσει η γενιά μου, η γενιά του μεταπολέμου, αυτή που σμιλεύθηκε στο καμίνι της κατοχής και του εμφύλιου πολέμου. Τα άξια έργα όμως της γενιάς του ' 30 (αναμετρά πολλά στο δοκίμιο "Ανεβάστε την ποιότητα" σελ. 27,28) μας καλεί να τα διαβάσουμε. Όπως γράφει "τη Ζωή εν τάφω και το Βασίλη Αρβανίτη του Μυριβήλη, το Νούμερο και, το πολύ, τέσσερα καλά διηγήματα του Βενέζη, τον Πέντρο Κάζα του Κόντογλου, τον Λιάπκιν του Καραγάτση, την Ιζαμπώ του Τερζάκη, την Eroica και το διήγημα Κορομηλιά του Κοσμά Πολίτη, τον Αφέντη της Βαθέρνας του Σφακιανάκη. Κρατήστε ακόμη τους ποιητές Ρίτσο, Σεφέρη, Βρεττάκο, Ελύτη και κλείστε τις αποσκευές σας, μ' όλο κι όλο το άξιο απ' το '"30"(σελ.28).
ΠΗΓΗ: http://koutroulis-spyros.blogspot.com/2018/08/blog-post_22.html
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.