Του Σπύρου Κουτρούλη
Το δοκίμιο του Κώστα Παπαϊωάννου Η αποθέωση της ιστορίας[1] , περιγράφει με αδρό και πυκνό τρόπο την διαδικασία με την οποία ο κόσμος ξεπέφτει σε αντικείμενο, αρχικά γνώσης, και στην συνέχεια κυριαρχίας της από τον άνθρωπο.
Το δοκίμιο του Κώστα Παπαϊωάννου Η αποθέωση της ιστορίας[1] , περιγράφει με αδρό και πυκνό τρόπο την διαδικασία με την οποία ο κόσμος ξεπέφτει σε αντικείμενο, αρχικά γνώσης, και στην συνέχεια κυριαρχίας της από τον άνθρωπο.
Κατ' αρχήν ο Κώστας Παπαϊωάννου, με αφετηρία το έργο του Αριστοτέλη, διακρίνει στον αρχαιοελληνικό λόγο την θεοκεντρική του κατεύθυνση, που τον οδηγεί να μην αρκείται σε ότι συνιστά την ενθαδική μας ύπαρξη. Πρόκειται συνεπώς για ένα κόσμο αντίστροφο από αυτό που επιδίωξε να θεμελιώσει η Αναγέννηση: " είμαστε μακριά από τον υποτιθέμενο ανθρωποκεντρισμό που η Αναγέννηση νόμισε ότι ανακάλυψε στην ελληνική σκέψη. Επιπλέον, αυτό το μάθημα ταπεινοφροσύνης προϋποθέτει μια αρκετά απαισιόδοξη σύλληψη της ανθρώπινης μοίρας στον κόσμο: αν ο άνθρωπος ομοιάζει προς το θείο με το "μεγαλείο του πνεύματος του", ο ανθρώπινος κόσμος, έτσι όπως εμφανίζεται άμεσα, έτσι όπως είναι καθ' εαυτός, είναι ο πλέον απομακρυσμένος από τη θεϊκή τελειότητα"[2].
Στην συνέχεια θα δείξει ότι ο αρχαιοελληνικός λόγος δεν θεωρεί τα αντικείμενα της τεχνικής και ότι δημιουργεί γενικά ο άνθρωπος ανώτερα από ότι η φύση δημιουργεί. Απέναντι στην φύση δεν τοποθετεί το πνεύμα ή την ιστορία αλλά την τέχνη[3]. Ακριβέστερα λοιπόν "για τους Έλληνες η φύση ήταν το μέτρο των πάντων και η επιστήμη προσέφερε την αρετή"[4].
Σύμφωνα με τον Κ.Παπαϊωάννου την ιεράρχηση αυτή ανατρέπει η "ιουδαιοχριστιανική αντίληψη ενός Θεού που υπερβαίνει τον κόσμο απαξίωσε τον κόσμο και τον μεταμόρφωσε σε αντικείμενο δημιουργίας, σε δημιούργημα. Η ιδέα της δημιουργίας τοποθετεί τον Θεό ως θέληση υπεράνω του κόσμου∙ οι σκέψεις του Θεού είναι ουσιαστικά πράξεις θελήσεως, γεγονότα, και ο κόσμος είναι το έργο του - ένα δημιούργημα που υπάρχει μονάχα χάρη στη θέληση που το δημιούργησε και βρίσκεται εκεί μονάχα για να μαρτυρεί τη δόξα του Θεού και ταυτόχρονα την ουσιαστική μηδαμινότητα κάθε υπαρκτού"[5]. Σύμφωνα με το βιβλικό κείμενο ο άνθρωπος είναι βασιλιάς του κόσμου.
Στην ερμηνεία του Κ.Παπαϊωάννου μπορούμε να ισχυριστούμε ότι απαντά έμμεσα το μικρό αλλά ιδιαίτερα πυκνό όσο και σημαντικό δοκίμιο του Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα " Η Κτίση ως Ευχαριστία-θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της οικολογίας"[6], που γράφτηκε αρκετά χρόνια μετά. Στο μυστήριο της Ευχαριστίας γεφυρώνεται το φυσικό με το υπερφυσικό, η ιουδαϊκή θέση φαίνεται να υστερεί σε κοσμολογικό ενδιαφέρον, ενώ η ελληνική σε προφητικό, η Εκκλησία εμπιστεύεται την λογικότητα της φύσης αλλά συγχρόνως τη θεωρούσε "δώρο και γεγονός συνεχώς εξαρτημένο από το Δημιουργό και Δοτήρα της"[7]. Στην Δύση όμως σταδιακά παγιώνεται μια άποψη ότι ο άνθρωπος είναι σπουδαιότερος από τον κόσμο. Αντίθετα η ορθόδοξη ασκητική παράδοση ενδιαφέρεται όχι μόνο για τον άνθρωπο, αλλά και για κάθε στοιχείο του κόσμου, ενώ πιστεύει ότι η "εικόνα του Θεού στον άνθρωπο βρίσκεται και στο σώμα επίσης, όχι μόνο στην ψυχή του"[8]. Ο άνθρωπος είναι εκείνος "στον οποίο πρέπει να αναζητήσουμε το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο Θεό και τον κόσμο, και είναι αυτό ακριβώς που κάνει τον άνθρωπο υπεύθυνο, μάλιστα τον μόνο μέσα στην κτίση υπεύθυνο για την τύχη της δημιουργίας"[9]. Ο Χριστιανός τελικά σέβεται τον κόσμο ως ιερό "όχι γιατί ενέχει στη φύση του την παρουσία του Θεού, αλλά γιατί βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με το Θεό"[10].
Ο Κ.Παπαϊωάννου θα σταθεί στο σύντομο δοκίμιο του Η αποθέωση της ιστορίας, στην συμβολή του Ι.Κάντ στον τρόπο που ο δυτικό κόσμος αντιμετωπίζει την φύση. Ο π.Ιωάννης Ζηζιούλας θα την υπονοήσει αφού θα αναφερθεί στην φιλοσοφία εκείνη που θεωρεί ότι ο άνθρωπος εξ αιτίας της λογικότητας του κατέχει προνομιακή θέση μέσα στον κόσμο και από αυτό το σημείο μπορεί να θεμελιώνει αιτήματα όχι μόνο γνώσης αλλά και επικυριαρχίας του.
Η συμβολή της φιλοσοφίας του Ι.Κάντ στην διαδικασία μετατροπής του κόσμου σε αντικείμενο είναι θεμελιώδης. Κατ΄ αρχήν αντιπαραθέτει τον λόγο που χαρακτηρίζεται από την ελευθερία και την αυτονομία στην φύση που εγκλωβίζεται στην αναγκαιότητα και στην ετερονομία. Αλλά στο έργο του "Κριτική της κριτικής δύναμης θα προχωρήσει ακόμη περισσότερο.
Ο άνθρωπος είναι ο σκοπός της φύσης και μάλιστα "είναι αυτός ο έσχατος σκοπός της δημιουργίας εδώ στη γη, διότι είναι το μόνο ον σ' αυτήν, το οποίο μπορεί να σχηματίσει μια έννοια των σκοπών και να δημιουργήσει με το Λόγο του από ένα άθροισμα σκοπίμως σχηματισμένων πραγμάτων ένα σύστημα των σκοπών"[11]. Δευτερεύοντες σκοποί είναι η ευδαιμονία και η καλλιέργεια του ανθρώπου[12]. Παρά το γεγονός τα φυσικά φαινόμενα συνταράσσουν την ανθρώπινη ηρεμία αλλά και ο ίδιος ο άνθρωπος "λόγω της καταπίεσης της εξουσίας , της βαρβαρότητας των πολέμων"[13] συμβάλλει στην καταστροφή του ανθρώπινου γένους, η λογικότητα του, αποδίδει σε αυτόν μια προνομιακή και κυριαρχική θέση: "ως το μόνο όν στη γη, που έχει νου και συνεπώς την ικανότητα να θέτει στον εαυτό του αυθαίρετους σκοπούς, είναι βέβαια τιτλούχος της φύσης και, αν τη θεωρήσομε ως τελολογικό σύστημα σύμφωνα με τον προορισμό του ο έσχατος σκοπός της φύσης∙ είναι όμως πάντοτε και μόνον υπό όρους, δηλαδή να αντιλαμβάνεται και να έχει τη θέληση να παρέχει στη φύση και στον εαυτό του μια τέτοια σκόπιμη σχέση, η οποία να μπορεί να είναι ανεξάρτητη από τη φύση και αυτάρκης, άρα να είναι τελικός σκοπός, ο οποίος όμως δεν πρέπει καθόλου να αναζητηθεί μέσα στη φύση"[14]. Οι καλές τέχνες και οι επιστήμες "περιορίζουν πάρα πολύ την τυραννία των αισθησιακών κλίσεων και με τον τρόπο αυτόν προετοιμάζουν τον άνθρωπο για μια κυριαρχία, στην οποία οφείλει να ασκεί εξουσία μόνον ο Λόγος"[15].
Ο λόγος για την ηθική καταλήγει στα ίδια συμπεράσματα ως προς την κυριαρχική θέση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο, καθότι εξ αιτίας της ιδιαίτερης συγκρότησης του , ο άνθρωπος, έχει την υπεραισθητική ικανότητα, δηλαδή κατά τον Κάντ την ελευθερία: " για τον άνθρωπο όμως (και άρα για κάθε έλλογο όν στον κόσμο) ως ηθικό όν δεν μπορεί να τεθεί το περαιτέρω ερώτημα για ποιόν σκοπό (quem in finem) υπάρχει. Η ίδια η ύπαρξη του ενέχει μέσα της τον ύψιστο σκοπό, στον οποίο μπορεί να υποτάξει, όσο του είναι δυνατόν, όλη τη φύση, ή τουλάχιστον σε σχέση με τον οποίο δικαιούται να μην υποτάσσεται σε καμιάν αντίθετη επίδραση της φύσης. Εάν λοιπόν τα πράγματα του κόσμου, ως εξαρτημένα κατά την ύπαρξή τους όντα, χρειάζονται μιαν ανώτατη αιτία που πράττει σύμφωνα με σκοπούς, τότε ο άνθρωπος είναι ο τελικός σκοπός της δημιουργίας∙ διότι χωρίς αυτόν, η αλυσίδα των αλληλοϋποταγμένων σκοπών δεν θα ήταν πλήρως θεμελιωμένη, ενώ μόνο στον άνθρωπο, αλλά και σ' αυτόν μόνον ως υποκείμενο της ηθικότητας, μπορεί να βρεθεί η απόλυτη νομοθεσία σε σχέση με τους σκοπούς, η οποία και μόνο συνεπώς τον καθιστά ικανό να είναι ένας τελικός σκοπός, στον οποίο υποτάσσεται τελολογικώς όλη η φύση"[16].
Δίχως τον άνθρωπο "ολόκληρη η δημιουργία θα ήταν μια απλή έρημος, μάταιη και χωρίς τελικό σκοπό"[17].
Η απόσταση που βάδισε ο Ι.Κάντ από τις αξιολογήσεις του αρχαίου ελληνικού λόγου, αλλά και αυτών που διατύπωσε ο ανατολικός τουλάχιστον χριστιανισμός, όχι απλώς είναι μεγάλη αλλά βρίσκονται σε ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.
'Οπως πολύ εύστοχα διατύπωσε ο Κώστας Παπαϊώαννου ο αρχαιοελληνικός λόγος δεν σκέφτηκε ποτέ να τοποθετήσει την φύση και τον κόσμο σε υποδεέστερη θέση από τον άνθρωπο. Αλλά κυρίως δεν επεδίωξε να αντιπαραθέσει την κόσμο, στο πνεύμα και στον λόγο.
Οι επιρροές που άσκησε ο Ι.Κάντ σε αυτό το σημείο στον δυτικό άνθρωπο υπήρξαν θεμελιώδεις. Ο άνθρωπος είναι ο έσχατος σκοπός της δημιουργίας ,ο ύπατος όπως συνήθιζε να λέει ο Κ.Τσάτσος, και οφείλει κατά συνέπεια, με τον Λόγο του, να κυριαρχεί πάνω στον κόσμο. Τα εργαλεία που κατασκευάζει, η Τεχνική δηλαδή, πρέπει να ενσαρκώνουν το ιδεώδες αυτό της κυριαρχίας του πάνω στον κόσμο.
Οι περισσότεροι από όσους αντιπαρατέθηκαν στον Κάντ, εξαίρεσαν στην πραγματικότητα αυτή την πλευρά της σκέψης του. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε μεταγενέστερους στοχαστές, μεταξύ αυτών βέβαια και ο Μάρξ, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή η ανάπτυξη της τεχνικής, σε αντιπαράθεση όχι σε αρμονία με τον κόσμο, καθίσταται όχι μόνο ό ανώτατος σκοπός, αλλά η απόλυτη φαντασίωση, με την οποία προσδοκάται η επιστροφή του ανθρώπου στον επίγειο παράδεισο.
[1] Κώστας Παπαϊωάννου, Η αποθέωση της ιστορίας, μετάφραση Σπύρος Κακουριώτης, Επιμέλεια - Πρόλογος Γιώργος Καραμπελιάς, Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 1992.
[2] ό.π. σελ.37.
[3] ό.π. σελ. 54.
[4] ό.π. σελ. 110.
[5] ό.π.σελ.70,71.
[6] Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα , Η Κτίση ως Ευχαριστία-θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της οικολογίας, εκδόσεις Ακρίτα, Αθήνα 1998.
[7] ό.π. σελ. 50.
[8] ό.π. σελ.62.
[9] ό.π. σελ.90.
[10] ό.π. σελ.122.
[11] Immanuel Kant, Κριτική της κριτικής δύναμης, εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια Κώστας Ανδρουλιδάκης, εκδόσεις Σμίλη, Αθήνα 2013, σελ. 384.
[12] ό.π. σελ,388.
[13] ό.π. σελ. 389.
[14] ό.π. σελ.389,390.
[15] ό.π. σελ. 393.
[16] ό.π. σελ. 395.
[17] ό.π. σελ. 403.
ΠΗΓΗ: http://koutroulis-spyros.blogspot.gr/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.