Ἡ ἑλληνική λέξη «εἰρήνη», πού δεσπόζει στήν Καινή Διαθήκη καί στή μετάφραση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τῶν Ἑβδομήκοντα, ἀντιστοιχεῖ κατά ἕνα μόνο μέρος στήν ἑβραϊκή λέξη «σαλώμ» (salom). Ἡ ὑπέρτατη Πραγματικότητα, ὁ «ὄντως Ὤν», ὁ δημιουργός καί προνοητής τοῦ σύμπαντος, ἀποκαλύπτεται μέσα ἀπό τά βιβλικά κείμενα ὡς «Θεὸς εἰρήνης».
Ἡ εἰρήνη δέν εἶναι κάτι πού μπορεῖ νά κατακτήσει ὁ ἄνθρωπος μόνος του, μέ δικές του ἀποφάσεις καί ἐνέργειες. Παραμένει τελικά δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ἕνα δῶρο ὅμως πού γιά νά δοθεῖ ἀπαιτεῖται ἡ ἀνάλογη στάση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐν πρώτοις χρειάζεται ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νά συνειδητοποιήσει ποιά εἶναι ἡ ἀληθινή πηγή τῆς εἰρήνης − μέ τή γεμάτη ἐμπιστοσύνη ἐπικοινωνία του μέ τόν Θεό, μέ τήν προσευχή, τή λατρεία, τή συμμόρφωση στό θέλημά Του. «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, εἰρήνην δὸς ἡμῖν» (Ἠσ. 26:12).
Καί μετά τήν Ἀνάστασή Του τούς προσφέρει μιά νέας ποιότητος εἰρήνη: «Εἰρήνη ὑμῖν… Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον…» (20:19-23). Μιά εἰρήνη πού στηρίζεται στή νίκη Του ἐπάνω στόν θάνατο. Λαμβάνοντας τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀποκτοῦν μιά νέα ἐξουσία γιά τήν ὑπέρβαση τῆς ἁμαρτίας, πού ἀδιάκοπα ὑπονομεύει τήν εἰρήνη μέσα στή ζωή τῆς ἀνθρωπότητος.
Ο Απόστολος Παύλος
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στίς ἐπιστολές του συνδέει σταθερά χάρη καί εἰρήνη, δηλώνοντας ἔτσι τήν προέλευση τῆς τελευταίας καί τόν ἄμεσο δεσμό της μέ τή σωτηρία. Ὁ Χριστός εἶναι «ἡ εἰρήνη ἡμῶν» (Ἐφεσ. 2:14· πρβλ. Κολ. 1:18-20). Ἔτσι, ὁ Χριστός ὑψώνεται ὡς ὁ αἰώνιος πρωταγωνιστής τῆς καταλλαγῆς καί τῆς εἰρήνης στίς προσωπικές, στίς τοπικές καί στίς παγκόσμιες διαστάσεις.
Ἡ σταθερή λοιπόν ἔμπνευση τῶν χριστιανῶν γιά τήν καταπολέμηση τῆς βίας, γιά τή συμφιλίωση καί τήν εἰρήνη, πηγάζει ἀδιάκοπα, ὄχι ἁπλῶς ἀπό τή συλλογιστική ἀναφορά στόν ἱστορικό Ἰησοῦ, ἀλλά ἀπό τήν ὑπαρξιακή, προσωπική σχέση μέ τόν συνεχῶς παρόντα Κύριο, πού εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13:8). Καί ἡ Ἐκκλησία −τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο− ἀκατάπαυστα δέεται: «ὑπὲρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης», «ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου».
Συμμέτοχοι στό εἰρηνοποιό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ὅσο περισσότερο χωρίζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Θεό, τόσο ἀπομακρύνεται ἀπό τήν εἰρήνη. Καί ἀντιστρόφως, ὅσο ἀπομακρύνεται ἀπό τήν εἰρήνη, τόσο χωρίζεται ἀπό τόν Θεό. Αὐτή ἡ συναίσθηση τοῦ ἀδιάρρηκτου δεσμοῦ Θεοῦ καί εἰρήνης δέν ὁδηγεῖ τόν πιστό σέ μιά παθητική ἀναμονή τῶν θείων ἐπεμβάσεων γιά τήν ἐπικράτηση τῆς εἰρήνης στή γῆ. Ἀντίθετα, παρακινεῖ σέ μιά ὁλόψυχη προσπάθεια συμμετοχῆς στό εἰρηνοποιό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι ἔχουν εὐλογηθεῖ μέ τήν ἐσωτερική εἰρήνη ἔχουν τήν εὐθύνη νά γίνουν εἰρηνοποιοί καί νά συμφιλιώνουν αὐτούς πού βρίσκονται σέ ἐχθρότητες.
Χαρακτηριστικά ὁ Μ. Βασίλειος ἐπισημαίνει: «Οὐ δύναμαι πεῖσαι ἑαυτὸν ὅτι ἄνευ… τοῦ… εἰρηνεύειν πρὸς πάντας δύναμαι ἄξιος κληθῆναι δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἐπιστολὴ 203, Τοῖς παραλιώταις ἐπισκόποις, Migne, PG 32, 737Β) [«Δέν μπορῶ νά πείσω τόν ἑαυτό μου ὅτι χωρίς νά εἰρηνεύω μέ ὅλους εἶμαι ἄξιος νά καλοῦμαι δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ»].
Εἰρήνη καί δικαιοσύνη
Ψευδοπροφῆτες κάθε ἐποχῆς ἐπιχειροῦν νά καθησυχάσουν τούς ἰσχυρούς τῆς γῆς μέ αὐθαίρετες ὑποσχέσεις εἰρήνης. Ὅμως ὁ λαός τοῦ Θεοῦ πρέπει νά εἶναι «λαὸς φυλάσσων δικαιοσύνην καὶ φυλάσσων ἀλήθειαν, ἀντιλαμβανόμενος ἀληθείας καὶ φυλάσσων εἰρήνην» (Ἠσ. 26:2-3).
Ἀπό τούς πρώτους αἰῶνες ἡ χριστιανική σκέψη ταύτισε τήν εἰρήνη μέ τή δικαιοσύνη. Κατά τήν ἔκφραση τοῦ Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως, οἱ χριστιανοί εἶναι «εἰρηνικὸν γένος» (Παιδαγωγός, Migne, PG 8, 428B), γι᾽ αὐτό ὁ Θεός τούς θέλει καί τούς χρησιμοποιεῖ ὡς «εἰρηνικοὺς στρατιώτας» (Προτρεπτικὸς πρὸς Ἕλληνας, Migne, PG 8, 236B). Γνήσιος πόθος γιά εἰρήνη σέ τοπικό καί παγκόσμιο ἐπίπεδο σημαίνει ἀληθινή ἐπιθυμία καί ἀγώνα γιά δικαιοσύνη. Πρόκειται γιά μιά βασική θρησκευτική ἀρχή γιά τήν εἰρηνική συμβίωση τῶν ἀνθρώπων, πού κανείς δέν εἶναι δυνατόν νά παραθεωρήσει.
Ἡ βιβλική διδασκαλία ἐπιμένει ὅτι ἡ εἰρήνη πρέπει νά ἀρχίζει ἀπό μέσα μας: «Εἰρηνεύετε ἐν ἑαυτοῖς» (Α' Θεσ. 5:13). «Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Φιλ. 4:7). «Εἰρηνεύετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ᾽ ὑμῶν» (Β´ Κορ. 13:11). Ἀκόμα καί ὅταν ζοῦμε σέ περιβάλλοντα πού ἀντιτίθενται στήν εἰρήνη. Ὅσον ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς, ὀφείλουμε νά διατηροῦμε σχέσεις εἰρηνικές πρός ὅλες τίς κατευθύνσεις, «εἰ δυνατόν, τὸ ἐξ ὑμῶν μετὰ πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες» (Ρωμ. 12:18). Ἡ ἐσωτερική εἰρήνη ἀκτινοβολεῖ ὡς σεβασμός στήν ἀξιοπρέπεια τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου ὡς δημιουργήματος τοῦ Θεοῦ, ἀνεξαρτήτως τοῦ τί πιστεύει ἤ ἄν πιστεύει.
Το θεμέλιο τῆς εἰρηνικῆς συνυπάρξεως
Ἡ χριστιανική ἐμπειρία κυρίως ἐπιμένει ὅτι τό οὐσιαστικά ἀντίθετο τῆς εἰρήνης δέν εἶναι ὁ πόλεμος, ἀλλά ὁ ἐγωισμός, ὁ ἀτομικός, ὁ συλλογικός ἐγωκεντρισμός, πού ἐπιδιώκει τό δικό του συμφέρον − τό προσωπικό, τό κοινοτικό, τό θρησκευτικό. Καί πού ὁδηγεῖ στήν υποτίμηση τῶν ἄλλων, στήν περιφρόνηση τοῦ διαφορετικοῦ, ἀλλά καί σέ μιά ἐσωτερική ἀναταραχή. Τό μόνο ἀποτελεσματικό ἀντίδοτο στόν ἐγωισμό εἶναι ἡ ἀγάπη.
Ἔτσι, ἡ χριστιανική πίστη καί ἐμπειρία προσφέρουν ὅραμα καί πνευματική δύναμη γιά τή συνεχῆ ὑπέρβαση τῆς αἰτίας τῶν συγκρούσεων, γιά τήν ἐξουδετέρωση τοῦ ἐγωισμοῦ. Ὅσοι θέλουν νά ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, νά ἀκολουθοῦν «τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ», ὀφείλουν νά εἶναι παράγοντες εἰρήνης. «Μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται» (Ματθ. 5:9). «Οὐδὲν εἰρήνης ἴσον», συμπεραίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (Ὁμιλία Λ´, Migne, PG 53, 335).
Ἡ κοινή ἀναζήτηση τῆς παγκόσμιας εἰρήνης μπορεῖ νά συμβάλει κατεξοχήν στήν προσέγγιση τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν στόν Θεό. «Ὁ ζητῶν εἰρήνην Χριστὸν ἐκζητεῖ», δηλώνει ὁ Μ. Βασίλειος, «ὅτι αὐτός ἐστιν ἡ εἰρήνη» (Ὁμιλία εἰς τόν ΛΓ´ ψαλμόν, Migne, PG 29, 376C. Σέ μιά τέτοια προοπτική, οἱ χριστιανοί θά μπορούσαμε νά διακρίνουμε σέ κάθε ἄνθρωπο πού ἐπιδιώκει εἰλικρινά τήν εἰρήνη καί ἀγωνίζεται γι᾽ αὐτήν ὄχι μόνον ἕνα συνοδοιπόρο, ἀλλά ἕναν ἀναζητητή τοῦ Χριστοῦ, φίλο πολύτιμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.