Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024

Μάζα και Ιστορία

Απεικόνιση της μάχης του Βαλμύ (1792)

Του Θεόδωρου Ζιάκα από το Άρδην τ. 43, παρουσίαση του βιβλίου του Κώστα Παπαϊωάννου, Μάζα και Ιστορία (Εναλλακτικές Εκδόσεις).

Ι.

Η σχέ­ση Μά­ζας και Ι­στο­ρί­ας μοιά­ζει με το φαι­νό­με­νο της πα­λίρ­ροιας: της πε­ριο­δι­κής πλημ­μυ­ρί­δας και α­μπώ­τι­δας. Κά­θε τό­σο τα νε­ρά φου­σκώ­νουν και κα­τα­κλύ­ζουν και στη συ­νέ­χεια α­πο­τρα­βιού­νται στην κα­νο­νι­κή η­ρε­μί­α τους. Μό­νο που ε­δώ η πε­ριο­δι­κό­τη­τα εί­ναι α­κα­νό­νι­στη και α­διά­γνω­στη.
Η πλημ­μυ­ρί­δα, η ει­σβο­λή των μα­ζών στο ι­στο­ρι­κό προ­σκή­νιο, εί­ναι η στιγ­μή της κα­τα­στρο­φής και της δη­μιουρ­γί­ας των κοι­νω­νι­κών δο­μών και του Κρά­τους. Το λέ­με Ε­πα­νά­στα­ση. Ό­ταν πο­λύ γρή­γο­ρα ο πυ­ρε­τός περ­νά­ει κι οι μά­ζες α­πο­τραβιού­νται, οι πρω­τα­γω­νι­στές μι­λούν συ­νή­θως για «προ­δο­σί­α της ε­πα­νά­στα­σης». Τό­τε «ο Κρό­νος τρώ­ει τα παι­διά του» και νέ­ο ε­ξου­σια­στι­κό σύ­στη­μα μπαί­νει στη θέ­ση του πα­λιού. Εί­ναι το φαι­νό­με­νο «Θερ­μι­δώρ».
Συ­νέ­πεια: πε­ρι­θω­ριο­ποί­η­ση – πα­θη­τι­κο­ποί­η­ση της μά­ζας. Ό,τι κα­τα­χτιέ­ται στη μα­ζι­κή πλημ­μυ­ρί­δα χά­νε­ται στη μα­ζι­κή α­μπώ­τι­δα. Πρό­κει­ται για τη σύγ­χρο­νη εκ­δο­χή του τρα­γι­κού, ό­που το πε­πρω­μέ­νο του μα­ζι­κού Προ­μη­θέ­α εί­ναι να μέ­νει αιω­νί­ως καρ­φω­μέ­νος στον τρο­χό της Ι­στο­ρί­ας, να τον βα­σα­νί­ζουν το «Κρά­τος και η Βί­α».
Υ­πάρ­χει λύ­ση; Υ­πάρ­χει μα­ζι­κή έ­ξο­δος α­πό τον φαύ­λο κύ­κλο; Έ­χου­με δύ­ο κα­τη­γο­ρί­ες α­πα­ντή­σε­ων:
α) Τις αρ­νη­τι­κές: Η ε­πα­να­στα­τι­κή α­να­τα­ρα­χή εί­ναι η ε­ξαί­ρε­ση. Η μα­ζι­κή πα­θη­τι­κό­τη­τα εί­ναι ο κα­νό­νας. Έ­τσι εί­ναι η αν­θρώ­πι­νη φύ­ση. Η α­συ­νέ­χεια και η συ­νέ­χεια στην ι­στο­ρί­α δεν μπο­ρούν να γε­φυ­ρω­θούν και η ό­λη συ­ζή­τη­ση εί­ναι α­πλώς έ­να πα­ρα­νο­ϊ­κό πα­ρα­λή­ρη­μα. Πα­ρα­πέ­ρα: έ­χου­με και τις θε­ω­ρί­ες τύ­που Λε Μπον, που υ­πο­στη­ρί­ζουν ό­τι η νο­η­μο­σύ­νη της μά­ζας εί­ναι υ­πο­τυ­πώ­δης και α­πλώς εί­ναι α­νό­η­τοι αυ­τοί που πι­στεύ­ουν στις δη­μιουρ­γι­κές δυ­να­τό­τη­τες της μά­ζας. Οι θε­ω­ρί­ες αυ­τές ε­πα­να­λαμ­βά­νουν τη ρή­ση του Σό­λω­να για τον «χαύ­νο» μα­ζι­κό νου, την ο­ποί­α α­να­σκευά­ζει ό­μως ο Α­ρι­στο­τέ­λης ό­ταν λέ­ει πως «κρί­νουν κα­λύ­τε­ρα οι πολ­λοί».
β) Τις θε­τι­κές: Υ­πεν­θυ­μί­ζω τις μαρ­ξι­στι­κές: «Διαρ­κής ε­πα­νά­στα­ση» και «α­διά­κο­πη ε­πα­νά­στα­ση». Τις συ­ζη­τού­σα­με με πά­θος στη Δι­κτα­το­ρί­α και στη Με­τα­πο­λί­τευ­ση. Οι α­πο­γο­η­τευ­μέ­νοι ε­κεί­νης της πε­ριό­δου θα θε­ω­ρή­σουν ί­σως το θέ­μα ε­ξα­ντλη­μέ­νο. Δεν εί­ναι. Ο Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου κο­μί­ζει με το βι­βλί­ο του μια άλ­λη θε­τι­κή α­πά­ντη­ση.

Ι­Ι.

Πρω­ταρ­χι­κό ε­ρώ­τη­μα: Υ­πήρ­ξε πο­τέ «πε­τυ­χη­μέ­νη ε­πα­νά­στα­ση»; Ε­πα­νά­στα­ση χω­ρίς θερ­μι­δο­ρια­νή υ­πο­στρο­φή; Ε­πα­νά­στα­ση που να μην έ­φα­γε τα παι­διά της; Ή πά­ντο­τε η κί­νη­ση των μα­ζών, κα­τα­λύ­ο­ντας έ­να κα­θε­στώς, που κρα­τά τη μά­ζα στο πε­ρι­θώ­ριο, φέρ­νει στη θέ­ση του έ­να άλ­λο κα­θε­στώς, που κι αυ­τό ε­πί­σης βα­σί­ζε­ται στην πε­ρι­θω­ριο­ποί­η­ση και πα­θη­τι­κο­ποί­η­ση της μά­ζας;
Η α­πά­ντη­ση του Κώστα Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου εί­ναι ναι. Εί­ναι ο ε­πα­να­στα­τι­κός πυ­ρε­τός που α­νέ­βα­σε τον Πει­σί­στρα­το στην ε­ξου­σί­α και ο­δή­γη­σε στην α­θη­να­ϊ­κή δη­μο­κρα­τί­α.
Στο κα­θε­στώς της αρ­χαί­ας Α­θή­νας η μά­ζα πα­ρέ­μει­νε ε­νερ­γή, ε­λέγ­χο­ντας ά­με­σα το κρά­τος που δη­μιούρ­γη­σε η κί­νη­σή της. Ο έ­λεγ­χος ε­ξα­σφα­λι­ζό­ταν μέ­σω αυ­τού που ο Πλά­των α­πο­κα­λεί «θε­α­τρο­κρα­τί­α»: τον εκ­στα­σια­ζό­με­νο στο θέ­α­τρο του Διο­νύ­σου α­θη­να­ϊ­κό Δή­μο. Η έ­κτα­κτη ευ­φυ­ί­α του Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου βρί­σκει στον ό­ρο «θε­α­τρο­κρα­τί­α» το κλει­δί του αι­νίγ­μα­τος: Μά­ζα. Διο­νυ­σια­κή έκ­στα­ση. Νο­μι­μο­ποί­η­ση του Δι­θύ­ραμ­βου. Ει­σα­γω­γή του Διό­νυ­σου στο κυ­ρί­αρ­χο πάν­θε­ο. Τρα­γω­δί­α, ό­που η διο­νυ­σια­κή έκ­στα­ση με­τα­σχη­μα­τί­ζε­ται σε έκ­στα­ση λο­γι­κής με­το­χής στον Κοι­νό Λό­γο, που εί­ναι η Δί­κη, ως συ­στα­τι­κή αρ­χή του κό­σμου. Τα πά­θη κα­θαί­ρο­νται δι’ ε­λέ­ου και φό­βου και η κοι­νω­νι­κή συ­νο­χή α­να­πα­ρά­γε­ται χω­ρίς τη συν­δρο­μή μιας αυ­το­νο­μη­μέ­νης κα­τα­πιε­στι­κής δύ­να­μης. Ο Νό­μος και η Δί­κη αρ­κούν. Έ­τσι έ­χου­με το πιο προ­ω­θη­μέ­νο στην ι­στο­ρί­α πο­λι­τεια­κό ε­πί­τευγ­μα, ό­που δεν έ­χει θέ­ση ο χω­ρι­σμός του α­τό­μου α­πό την κοι­νω­νι­κή του ο­λό­τη­τα και τα συ­να­φή πα­θο­λο­γι­κά φαι­νό­με­να.


Η προ­βλη­μα­τι­κή του Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου ε­στιά­ζε­ται σε δύ­ο ση­μεί­α: α) τη σύν­δε­ση μά­ζας και τρα­γι­κού μύ­θου και β) τη με­τά­θε­ση α­πό τον μύ­θο στον λό­γο, μέ­σω της σύν­δε­σης του τρα­γι­κού και της Δί­κης (κο­σμι­κής δι­καιο­σύ­νης).
Το ε­ρώ­τη­μα εί­ναι για­τί, ε­νώ συ­νέ­βη­σαν ό­λα αυ­τά στην Α­θή­να, δεν μπό­ρε­σαν να συμ­βούν σε κα­μί­α α­πό τις άλ­λες πε­ρι­πτώ­σεις ό­που η μά­ζα κα­τέ­βη­κε στους δρό­μους και διέ­λυ­σε το πα­λιό κα­θε­στώς; Για­τί π.χ. δεν συ­νέ­βη στη Σικυώ­να, ό­που η ί­δια δια­δι­κα­σί­α εί­χε ξε­τυ­λι­χτεί και ο Διό­νυ­σος εί­χε και ε­κεί έρ­θει στα πράγ­μα­τα; Και κυ­ρί­ως για­τί δεν συ­νέ­βη στις νε­ώ­τε­ρες ε­ξε­γέρ­σεις των μα­ζών;
Ο Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου κά­νει μια θε­με­λια­κή ε­πι­σή­μαν­ση. Το πρό­βλη­μα δεν εί­ναι η α­νά­δυ­ση του τρα­γι­κού. Το τρα­γι­κό εί­ναι σύμ­φυ­το με τους σπα­σμούς της μά­ζας. Με τη με­γά­λη κα­τα­πί­ε­ση, με τους πο­λέ­μους και τις ε­πα­να­στά­σεις. Το πρό­βλη­μα εί­ναι για­τί η τρα­γι­κή κί­νη­ση δεν φτά­νει να κά­νει το άλ­μα α­πό τον τρα­γι­κό Μύ­θο στον τρα­γι­κό Λό­γο.
Α­να­ζη­τώ­ντας τον μί­το αυ­τού του προ­βλή­μα­τος ο Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου μάς πά­ει στο ε­λι­σα­βε­τια­νό θέ­α­τρο και στο κλα­σι­κι­στι­κό με­τα­-α­να­γεν­νη­σια­κό θέ­α­τρο. Στο πρώ­το έ­χου­με ή­δη έ­ναν Σαίξ­πηρ και στον δεύ­τε­ρο έ­ναν Ρα­κί­να. Αν συ­γκρί­νου­με τα τρί­α εί­δη κοι­νού, το κοι­νό του διο­νυ­σια­κού θε­ά­τρου, το κοι­νό του ε­λι­σα­βε­τια­νού και το κοι­νό του κλα­σι­κι­στι­κού ευ­ρω­πα­ϊ­κού, θα δια­πι­στώ­σου­με τη δια­φο­ρά ως προς τη με­το­χή στο τρα­γι­κό. Το διο­νυ­σια­κό κοι­νό βιώ­νει το τρα­γι­κό ε­νερ­γά ως με­το­χή σε έ­ναν με­τα­φυ­σι­κό-κο­σμι­κό-πο­λι­τεια­κό-υ­παρ­κτι­κό Κοι­νό Λό­γο. Το ε­λι­σα­βε­τια­νό κοι­νό συ­γκλο­νί­ζε­ται α­πό το τρα­γι­κό βί­ω­μα, αλ­λά μέ­νει ε­κεί. Το κλα­σι­κι­στι­κό θω­ρα­κί­ζε­ται α­πέ­να­ντι στο τρα­γι­κό με ε­κλο­γι­κεύ­σεις και α­πω­θή­σεις. Ξορ­κί­ζει το τρα­γι­κό.
Ο Σαίξ­πηρ και ο Μάρ­λο­ου εί­ναι έ­να α­νώ­τα­το δη­μιουρ­γι­κό ση­μεί­ο στο δρό­μο που θα μπο­ρού­σε ί­σως να ο­δη­γή­σει στο υ­ψη­λό­τε­ρο ελ­λη­νι­κό στά­διο. Έρ­χε­ται ο που­ρι­τα­νι­σμός, η ιε­ραρ­χη­μέ­νη κλα­σι­κι­στι­κή κοι­νω­νί­α και το α­ντι­τρα­γι­κό της κοι­νό και σα­ρώ­νουν την α­πο­κτη­μέ­νη αί­σθη­ση του τρα­γι­κού. Πί­σω τους βρί­σκε­ται η συ­ντρι­βή των α­γρο­τι­κών ε­ξε­γέρ­σε­ων και ε­πα­να­στά­σε­ων (π.χ. ο πό­λε­μος των χω­ρι­κών στη Γερ­μα­νί­α). Η δια­δρο­μή αυ­τή που άρ­χι­σε με την Α­να­γέν­νη­ση κο­ρυ­φώ­θη­κε με τον Δια­φω­τι­σμό, έ­να α­ντι­μα­ζι­κό-α­ντι­τρα­γι­κό νο­η­σιαρ­χι­κό υ­πε­ρε­γώ, ό­που το ά­το­μο ο­φεί­λει, αυ­το­κυ­ριαρ­χού­με­νο, να αυ­το­δη­μιουρ­γη­θεί και να υ­φί­στα­ται ως αυ­το­α­να­φο­ρι­κή ο­ντό­τη­τα. Ο νε­ώ­τε­ρος α­το­μι­κι­σμός έ­χει σα­φώς κυ­ριαρ­χι­κό-α­ντι­μα­ζι­κό πε­ριε­χό­με­νο. Ο Δια­φω­τι­σμός προ­βάλ­λει έ­τσι ως ο­πι­σθο­δρό­μη­ση σε σχέ­ση με τον κό­σμο της ρω­μα­νι­κής και της ε­λι­σα­βε­τια­νής τέ­χνης. Α­πο­μυ­θο­ποιεί το δυ­τι­κό σύ­μπαν. Ου­σια­στι­κά στε­ρεί α­πό τη δυ­τι­κή μά­ζα τους μύ­θους και τα σύμ­βο­λα, μέ­σα α­πό τα ο­ποί­α μπο­ρεί να εκ­φρά­σει και να εκ­δη­λώ­σει το ε­ξε­γερ­σια­κό της δυ­να­μι­κό. Στην κα­λύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση, οι μά­ζες εί­ναι το αθώ­ο μι­κρό παι­δί, που ο Δια­φω­τι­σμός πρέ­πει να το πά­ρει α­πό το χέ­ρι.
Ο Δια­φω­τι­σμός εί­ναι ο κό­σμος των αυ­λι­κών, η δι­κτα­το­ρί­α των μα­γί­στρων του κα­νό­να. Ο κό­σμος αυ­τός ε­ξερ­ρά­γη με τη Γαλ­λι­κή Ε­πα­νά­στα­ση και τις ε­πα­να­στά­σεις του πρώ­του μι­σού του 19ου αιώ­να. Την ι­δε­ο­λο­γι­κή έκ­φρα­ση της μα­ζι­κής έ­κρη­ξης θα την εκ­φρά­σει ο ρο­μα­ντι­σμός, η γερ­μα­νι­κή μου­σι­κή και η φι­λο­σο­φί­α του πρώ­ι­μου Χέ­γκελ, το ό­ρα­μα της ορ­γα­νι­κής ε­νό­τη­τας του αν­θρώ­που και της ι­στο­ρί­ας και ό­χι ο Δια­φω­τι­σμός. Ο ε­πα­να­στα­τι­κός ρο­μα­ντι­σμός συ­γκρού­στη­κε με τον δια­φω­τι­σμό και τη μά­χη την κέρ­δι­σε ό­πως ξέ­ρου­με ο δεύ­τε­ρος. Φτά­σα­με έ­τσι στον μο­ντερ­νι­σμό, μια ό­χι λι­γό­τε­ρο α­ντι­τρα­γι­κή ψυ­χι­κή θέ­ση α­πό τον κλα­σι­κι­σμό και τον Δια­φω­τι­σμό. Ο ια­κω­βι­νι­σμός, η «ε­πα­να­στα­τι­κή πρω­το­πο­ρί­α», σε ό­λον αυ­τό τον μα­ζι­κό (ρο­μα­ντι­κό) πυ­ρε­τό, που ξε­κι­νά α­πό τη Γαλ­λι­κή Ε­πα­νά­στα­ση και φτά­νει ως την Ο­κτω­βρια­νή Ε­πα­νά­στα­ση και τα α­ντι­μπε­ρια­λι­στι­κά ε­θνι­κο­α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κά κι­νή­μα­τα του 20ού αιώ­να, εί­ναι ο­λο­κλη­ρω­τι­κά α­ντι­τρα­γι­κή-ρα­σιο­να­λι­στι­κή-δια­φω­τι­στι­κή. Εί­ναι ο πυ­ρή­νας των θερ­μι­δο­ρια­νών υ­πο­στρο­φών, ά­σχε­τα αν τις κα­ταγ­γέλ­λει και θρη­νο­λο­γεί γι’ αυ­τές.

Ι­Ι­Ι.

Σή­με­ρα, πε­νή­ντα χρό­νια με­τά το κεί­με­νο του Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου, βρι­σκό­μα­στε στη με­τα­μο­ντέρ­να μα­ζι­κή δη­μο­κρα­τί­α και ξέ­ρου­με ό­τι η γε­νι­κή α­πο­νεύ­ρω­ση και πα­θη­τι­κο­ποί­η­ση της μά­ζας, την ο­ποί­α αυ­τός δια­πί­στω­νε, εί­ναι μια κα­τά τα φαι­νό­με­να πά­για στα­θε­ρά των σύγ­χρο­νων δυ­τι­κών κοι­νω­νιών.
Η πρό­κλη­ση του βι­βλί­ου εί­ναι να σκε­φθού­με πά­νω στη δια­πί­στω­ση αυ­τή. Και να α­να­ρω­τη­θού­με πώς θα μας ε­πι­σκε­φθεί ξα­νά το τρα­γι­κό; Θα μπο­ρέ­σει η σύγ­χρο­νη μά­ζα να το εκ­φρά­σει; Με ποιο μυ­θι­κό-συμ­βο­λι­κό δυ­να­μι­κό; Θα μπο­ρέ­σει μια νέ­α έκ­φρα­ση του τρα­γι­κού να βρει μια γέ­φυ­ρα προς έ­ναν τρα­γι­κό-κα­θαρ­τή­ριο κοι­νό-οι­κου­με­νι­κό με­τα­νε­ω­τε­ρι­κό Λό­γο;
Στο με­τα­ξύ οι γνώ­σεις μας γύ­ρω α­πό το τρα­γι­κό φαι­νό­με­νο, και γε­νι­κά γύ­ρω α­πό τα φαι­νό­με­να πλή­θους, έ­χουν διευ­ρυν­θεί καί­ρια: Χά­ρη στην ε­κρη­κτι­κή α­νά­πτυ­ξη της αν­θρω­πο­λο­γί­ας-ε­θνο­λο­γί­ας και τις ευερ­γε­τι­κές ε­πι­πτώ­σεις του με­τα­μο­ντέρ­νου σχε­τι­κι­σμού, που κά­νει να χα­λα­ρώ­νουν οι δυ­τι­κο­κε­ντρι­κές ι­δε­ο­λη­πτι­κές πα­ρω­πί­δες μας, γνω­ρί­ζου­με πού θε­με­λιώ­νε­ται η κυ­ριαρ­χί­α του Πο­λέ­μου στην αν­θρώ­πι­νη κα­τά­στα­ση και ποια εί­ναι η κα­θο­λι­κή αν­θρω­πο­λο­γι­κή ρί­ζα του τρα­γι­κού. Με­τά τον Ρε­νέ Ζι­ράρ γνω­ρί­ζου­με αυ­τό που α­γνο­ού­σε ο Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου: το για­τί δη­λα­δή το τρα­γι­κό φαι­νό­με­νο και το μα­ζι­κό φαι­νό­με­νο εί­ναι έ­να και το αυ­τό. Για­τί κά­θε πο­λι­τι­σμός ι­δρύ­ε­ται α­πό την τρα­γι­κή βί­α, ε­λέγ­χε­ται α­πό την α­ντι­τρα­γι­κή-ε­ξου­σια­στι­κή βί­α και τέ­λος κα­τα­λύ­ε­ται α­πό την τρα­γι­κή βί­α.
Ε­πί­σης: Χά­ρη στην ε­πα­να­να­κά­λυ­ψη του Προ­σώ­που, μπο­ρού­με να α­ντι­λη­φθού­με την αν­θρω­πο­λο­γι­κή ση­μα­σί­α που έ­χει η δια­βάθ­μι­ση του τρα­γι­κού στο κλα­σι­κι­στι­κό, στο σαιξ­πη­ρι­κό και στο διο­νυ­σια­κό θέ­α­τρο. Κά­τι πε­ρισ­σό­τε­ρο: Μπο­ρού­με να α­ντι­λη­φθού­με ό­τι το α­θη­να­ϊ­κό πρό­τυ­πο δεν εί­ναι το α­πό­λυ­το, αλ­λά έ­να προ­σω­ρι­νό-με­τα­βα­τι­κό ση­μεί­ο προς κά­τι άλ­λο, αν­θρω­πο­λο­γι­κώς υ­πέρ­τε­ρο. Αυ­τό εί­ναι μια άλ­λη μορ­φή «θε­α­τρο­κρα­τί­ας»: η Λει­τουρ­γί­α του τρα­γι­κού-σταυ­ρι­κού Α­πο­λύ­του. Ε­δώ, μα­ζί με την ε­ξου­σια­στι­κή βί­α, α­πο­ϊ­ε­ρο­ποιεί­ται-α­πο­νο­μι­μο­ποιεί­ται και η ί­δια η τρα­γι­κή-ιε­ρή βί­α.

ΙV

Η συ­ζή­τη­ση ό­μως των νέ­ων αυ­τών στοι­χεί­ων υ­περ­βαί­νει το πλαί­σιο μιας βι­βλιο­πα­ρου­σί­α­σης. Πά­ντως υ­πό το φως της θυ­σια­στι­κής και της προ­σω­πο­κε­ντρι­κής αν­θρω­πο­λο­γί­ας φα­νε­ρώ­νο­νται εύ­κο­λα και οι ελ­λεί­ψεις και τα λά­θη της ρω­μα­λέ­ας νε­α­νι­κής α­πό­πει­ρας του Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου. Ελ­λεί­ψεις θε­ω­ρη­τι­κές, αλ­λά και ε­μπει­ρι­κές.
Δεν βλέ­πει π.χ. ο νέ­ος Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου την ε­πα­να­στα­τι­κή μά­ζα ως δο­μή ε­πα­να­στα­τι­κών πα­ρα­δό­σε­ων. Σαν να πι­στεύ­ει σ’ αυ­τό που θα κα­λού­σα­με «γο­νι­μό­τη­τα του κα­θα­ρού χά­ους» (πο­λι­τι­σμι­κή παρ­θε­νο­γέ­νε­ση). Υ­πο­θέ­τει, ό­πως ο­λό­κλη­ρη η νε­ω­τε­ρι­κή α­ρι­στε­ρά, ό­τι η υ­παρ­ξια­κή σχέ­ση προ­σω­πι­κής ε­νι­κό­τη­τας και προ­σω­πι­κής κα­θο­λι­κό­τη­τας α­νά­γε­ται στην ι­στο­ρι­κή σχέ­ση αν­θρώ­που και ι­στο­ρί­ας (πρα­κτι­κά: του κρά­τους). Και το χει­ρό­τε­ρο: ό­τι μπο­ρεί να λυ­θεί μέ­σα στην ι­στο­ρί­α η α­ντί­θε­ση α­το­μι­κού-συλ­λο­γι­κού και ό­χι α­πλώς να υ­περ­βα­θεί το­πι­κά. Εξ ου και η κα­κή χρή­ση τής κα­τά τα άλ­λα γό­νι­μης ι­δέ­ας για τον θά­να­το ως συμ­βό­λου του χά­σμα­τος με­τα­ξύ αν­θρώ­που και ι­στο­ρί­ας.
Η α­νά­λυ­ση του Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου ε­στιά­ζε­ται μο­νό­πλευ­ρα στην κο­λε­κτι­βι­στι­κή ε­μπει­ρί­α της νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τας (να­ζι­σμός, στα­λι­νι­σμός). Κατ’ αρ­χήν δεν βλέ­πει ό­τι ε­κτός α­πό την α­θη­να­ϊ­κή δη­μο­κρα­τί­α υ­πάρ­χει και έ­να άλ­λο πα­ρά­δειγ­μα, ό­που οι μά­ζες κα­τόρ­θω­σαν, για πο­λύ με­γα­λύ­τε­ρο διά­στη­μα α­πό τις α­θη­να­ϊ­κές, να ε­λέγ­χουν το κρά­τος τους. Ό­τι, ση­μειω­τέ­ον, για τη δη­μιουρ­γί­α αυ­τού του κρά­τους δεν χρειά­στη­κε να κά­νουν εμ­φύ­λιο πό­λε­μο και να α­σκή­σουν τρο­μο­κρα­τί­α, ε­να­ντί­ον κά­ποιου «πα­λιού κα­θε­στώ­τος». Α­να­φέ­ρο­μαι στην …Α­με­ρι­κα­νι­κή Ε­πα­νά­στα­ση. Υ­πεν­θυ­μί­ζω ό­τι η α­με­ρι­κα­νι­κή ε­πα­νά­στα­ση προ­η­γή­θη­κε της Γαλ­λι­κής Ε­πα­νά­στα­σης κα­τά δύο δε­κα­ε­τί­ες. Υ­πεν­θυ­μί­ζω ε­πί­σης ό­τι το κα­θε­στώς που δη­μιούρ­γη­σε η α­με­ρι­κα­νι­κή ε­πα­νά­στα­ση ή­ταν το α­γα­πη­μέ­νο πα­ρά­δειγ­μα του Μαρ­ξ, τό­σο για την α­στι­κή δη­μο­κρα­τί­α γε­νι­κά ό­σο και για τη δυ­να­τό­τη­τα «ει­ρη­νι­κού πε­ρά­σμα­τος στον σο­σια­λι­σμό».
Κλεί­νω εκ­φρά­ζο­ντας την υ­πο­ψί­α ό­τι το προ­σχέ­διο της θε­ω­ρί­ας του Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου για τη σχέ­ση μά­ζας και τρα­γι­κού κα­λύ­πτει και την α­με­ρι­κα­νι­κή πε­ρί­πτω­ση. Μό­νο που αυ­τή η κά­λυ­ψη αρ­χί­ζει να ι­σχύ­ει μό­λις τώ­ρα. Δη­λα­δή α­πό τη στιγ­μή που η α­με­ρι­κα­νι­κή Δη­μο­κρα­τί­α άρ­χι­σε να ε­ρω­το­τρο­πεί με το ό­ρα­μα της Νέ­ας Ρώ­μης, της Α­γί­ας Α­με­ρι­κα­νι­κής Αυ­το­κρα­το­ρί­ας. Την κα­λω­σο­ρί­ζου­με λοι­πόν στον κό­σμο του τρα­γι­κού.

Υ­στε­ρογρα­φο 1
Μια συ­ζή­τη­ση για την κι­νη­το­ποί­η­ση των μα­ζών και την ε­πα­νά­στα­ση σή­με­ρα κιν­δυ­νεύ­ει να εί­ναι ε­ντε­λώς ά­γο­νη, αν δεν λά­βει υ­πό­ψη ό­τι και το «μο­να­δι­κό πε­τυ­χη­μέ­νο πεί­ρα­μα», η α­θη­να­ϊ­κή δη­μο­κρα­τί­α, εί­χε τρα­γι­κή κα­τά­λη­ξη και ό­τι το θέ­μα εί­ναι τι α­πά­ντη­ση δό­θη­κε σ’ αυ­τή την α­πο­τυ­χί­α (ο ελ­λη­νι­κός πο­λι­τι­σμός δεν τε­λεί­ω­σε ε­κεί).

Υ­στε­ρογρα­φο 2
Κα­τά την πα­ρου­σί­α­ση του βι­βλί­ου του Κ. Πα­πα­ϊ­ω­άν­νου μου έ­γι­νε η καί­ρια για το θέ­μα ε­ρώ­τη­ση: τι γί­νε­ται με το υ­πο­κεί­με­νο μέ­σα στην ε­ξε­γερ­μέ­νη μά­ζα; Δεν α­πά­ντη­σα. Εί­πα μό­νο ό­τι το υ­πο­κεί­με­νο «εμ­φα­νί­ζε­ται με­τά» την κα­ται­γί­δα. Μια ο­λο­κλη­ρω­μέ­νη α­πά­ντη­ση προ­σπα­θώ να δώ­σω στο «Πέ­ρα α­πό το Ά­το­μο» (εκ­δί­δε­ται φέ­τος). Το σχή­μα της α­πά­ντη­σης το δί­νει η θυ­σια­στι­κή θε­ω­ρί­α: Εί­ναι η έ­κρη­ξη των συμ­φι­λιω­τι­κών συ­ναι­σθη­μά­των που προ­κα­λεί ο συλ­λο­γι­κός φό­νος. Το μό­νο υ­πο­κεί­με­νο που υ­πάρ­χει στην κα­τά­στα­ση αυ­τή εί­ναι το θύ­μα…

Υ­στε­ρογρα­φο 3
Αν έ­χει σε κά­τι α­ξί­α η ση­με­ρι­νή πα­γκό­σμια κι­νη­το­ποί­η­ση των μα­ζών εί­ναι, α­πο­κλει­στι­κά και μό­νο, και στο μέ­τρο που κί­νη­τρό της εί­ναι η συ­μπά­θεια προς τα θύ­μα­τα.

ΠΗΓΗ: https://ardin-rixi.gr/archives/203790
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.