Η σωματική απουσία ως δομικό στοιχείο στη διαμόρφωση ενός νέου ανθρωπολογικού μοντέλου και η θέση της ορθόδοξης θεολογίας
Πάνε πολλά χρόνια από την μέρα εκείνη που για πρώτη φορά συναντήθηκα με τον χώρο και τον κόσμο του ίντερνετ. Δηλαδή το διαδίκτυο. Θα ήταν γύρω στο 1995. Εκείνη την εποχή δεν είχε ο καθένας το δικό του υπολογιστή. Οι περισσότεροι αρχίσαμε να γνωρίζουμε το νέο αυτό χώρο του διαδικτύου από συγκεκριμένα μαγαζιά και καφετέριες. Δεν χρειάστηκαν όμως πολλά χρόνια, ώστε να γίνει πραγματικότητα και στην Ελλάδα η απόκτηση υπολογιστή για την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών.
Δεκάδες άνθρωποι, όλων των ηλικιών, σε πόλεις και χωριά, στεκόντουσαν με «θρησκευτική» ευλάβεια πάνω από το νέο επίτευγμα του τεχνολογικού πολιτισμού, μαγεμένοι και γοητευμένοι από την ταχύτητα και τις πλούσιες πληροφορίες που μπορούσε κανείς να βρει και να παρακολουθήσει μέσα σε αυτόν τον χώρο. Ένας νέος διαδικτυακός πλανήτης είχε αποκαλυφθεί, και καλούσε τους πάντες να τον εξερευνήσουν. Ένας κόσμος πληροφορίας και εικόνας που με απίστευτη ταχύτητα επεξεργαζόταν δεδομένα, προσκαλούσε τους χρήστες του, όχι απλά να απολαύσουν το νέο τεχνολογικό επίτευγμα, αλλά να μετάσχουν ενεργά σε αυτό.
Ο παθητικός τηλεθεατής ή ακροατής θα έδινε την σειρά του σε έναν δυναμικό υποκείμενο που όχι απλά και μόνο θα κατανάλωνε πληροφορίες, αλλά πλέον θα συνδιαμόρφωνε πραγματικότητες. Η αλληλεπίδραση στο χώρο της γνώσης, της μάθησης, των ειδήσεων, και του γενικότερου κοινωνικού σχολιασμού, θα γινόταν καθημερινό βίωμα των πολιτών. Η δυνατότητα του πολίτη από απλός αποδέχτης να μετατρέπεται σε άμεσο συν δημιουργό που σχολιάζει κείμενα, παρεμβαίνει στην ειδησιογραφία με δικά του ρεπορτάζ, μετέχει με την κριτική και την ψήφο του στην εξέλιξη μιας νέας κινηματογραφικής ταινίας ή μουσικής παραγωγής, αποτελούσε ουσιαστικά μια θεμελιώδη επανάσταση για την σύγχρονη μορφή δημοκρατίας.
Επίσης στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε ότι πολλές φορές το διαδίκτυο και ο πληροφοριακός κόσμος του έγινε η αιτία να αναδυθούν τεράστια ταλέντα συγγραφικής τέχνης που κάτω από άλλες συνθήκες και σε διαφορετικές εποχές δεν θα γνωρίζαμε ποτέ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι τα πιο καλογραμμένα σύγχρονα κείμενα υπάρχουν σε blog ημερολογιακών σκέψεων και παρεμβάσεων.
Αξίζει όμως να θυμηθούμε μερικές από τις πιο σημαντικές παρεμβατικές μορφές κοινωνικής αλληλεπίδρασης που έφερε ο χώρος του ίντερνετ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα.
- Μετοχή του πολίτη, ανεξάρτητα από την κοινωνική του τάξη, την εθνική, θρησκευτική και πολιτισμική του ταυτότητα, καθώς και τις πολιτικές του πεποιθήσεις, στην γνώση των μεγάλων βιβλιοθηκών του κόσμου, πανεπιστημιακών προγραμμάτων, μουσειακών εκθέσεων, και γενικότερα σε πρωτογενείς πηγές πολιτισμού και μάθησης.
- Συμμετοχή σε φόρουμ, ομάδων κοινωνικού, πολιτικού, θρησκευτικού και όχι μόνο, προβληματισμού. Μοίρασμα σκέψεων και συναισθημάτων με ανθρώπους που έχουν τα ίδια ενδιαφέροντα και προβληματισμούς, που ωστόσο βρίσκονται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
- Ενημέρωση και συμμετοχή σε αυτή την σύγχρονη πραγματικότητα, καθώς πλέον ο κάθε πολίτης μπορεί να κάνει το δικό του ρεπορτάζ με την κάμερα του, το κείμενο του, και να το ανεβάσει στο διαδίκτυο. Μην ξεχνάμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό της σύγχρονης ενημέρωσης των μεγάλων ειδησεογραφικών μέσων έχει ως πηγή πληροφοριών, εικόνας και ήχου, απλούς καθημερινούς πολίτες που πολλές φορές μετέχουν άμεσα στα εξελισσόμενα γεγονότα.
- Κινητοποιήσεις πολιτών για πολλά και διαφορετικά θέματα, όπως εθνικά, κοινωνικά και πολιτικά.
- Καταγγελίες, καλέσματα συσπείρωσης και μαζικές διαμαρτυρίες με άμεσα αποτελέσματα κοινωνικής παρέμβασης για περιπτώσεις κατάχρησης εξουσίας, αντιδημοκρατικές συμπεριφορές, καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικαιωμάτων κοινωνικών μειονοτήτων, ζωοφιλικές πρωτοβουλίες και άλλα πολλά.
Ως παραδείγματα των ανωτέρω, ασχέτως αποτελέσματος, θα ανέφερα τη λεγόμενη “Αραβική Άνοιξη”. Ήταν αποτέλεσμα διαδικτυακού συντονισμού και ενημέρωσης. Παρόμοιο φαινόμενο αποτέλεσαν και οι “αγανακτισμένοι” πολίτες πολλών χωρών.
Αυτός όμως ο μεγάλος χώρος γνώσης και πληροφορίας δεν θα μπορούσε να μην αποκτήσει την πιο ποπ (pop) μορφή του. Δηλαδή εκείνον τον διαδικτυακό χώρο όπου οι χρήστες του θα χαλάρωναν από στιγμές έντασης και πολύωρης εργασίας. Έτσι θα λέγαμε ότι δημιουργήθηκε μια ιντερνετική πλατεία διαδικτυακής συνάντησης που πλέον οι άνθρωποι θα επικοινωνούσαν και πιο ανάλαφρα. Ένας συγκεκριμένος τρόπος ζωής, γεμάτος ταχύτητα και χρονικό περιορισμό, διαμόρφωσε και μια ανάγκη για σύντομες, μη χρονοβόρες «επαφές». Φωτογραφίες από χαλαρές στιγμές της καθημερινότητας, σύντομες σκέψεις και προβληματισμοί, βίντεο και αστείες στιγμές του βίου, συνέθεταν μια χαλαρή ατμόσφαιρα της πλατείας που ξεκουράζεται και ρεμβάζει.
Όμως σε μια πλατεία δεν υπάρχει μόνο η χαλαρή και όμορφη πλευρά της. Πάντα υπάρχουν και οι σκοτεινές γωνιές που ανθούν όλα εκείνα τα στοιχεία που συγκροτούν την έκπτωση και την παραμόρφωση του αρχικού σκοπού. Πολύ γρήγορα η πλατεία της κοινωνικής δικτύωσης μεταμορφώθηκε σε έναν χώρο εξάσκησης και εκτόνωσης έντονων ναρκισσιστικών συμπεριφορών.
Άνθρωποι όλων των ηλικιών ανεβάζουν φωτογραφίες της καθημερινής ζωής τους, αυτοαναφέρονται και αυτοθεματοποιούνται, θέτοντας τον βίο τους σε κοινή θέα, που όμως δεν κοινωνείται αλλά απλά παρακολουθείται. Μπορείς να βλέπεις την ζωή μου, αλλά όχι να μετέχεις σε αυτή. Και όλα τούτα σε μια εικονιστική αρένα που πότε ξεσπά σε επευφημίες και πότε σε αποδοκιμασίες, καταθέτοντας αντί συναισθημάτων εικονικά σύμβολα, like, emotions κ.α.
Εδώ όμως γεννάται ένα σημαντικό ερώτημα. Είναι άραγε η πρώτη φορά που το ανθρώπινο υποκείμενο γίνεται αυτοαναφορικό; Είναι η πρώτη φορά που ο ανθρώπινος ναρκισσισμός βρίσκει μορφές και τρόπους να φανερώσει την παθολογία του; Δεν υπάρχει παρουσία του φαινομένου σε παλαιότερες εποχές;
Η αλήθεια είναι ότι η μάχη μεταξύ του πραγματικού και του εικονικού, δηλαδή αυτού που είμαστε με εκείνου που θέλουμε να φαινόμαστε, είναι πολύ παλιά. Οι συμβατικές και εικονικές σχέσεις, η αυτοθεματοποίηση, δηλαδή η προσπάθεια να θέτεις ως κέντρο της καθημερινότητας των άλλων τον εαυτό σου, η διαμόρφωση και προβολή μιας ψευδούς προσωπικότητας που προσπαθεί να επιβληθεί, δεν είναι μια νέα πραγματικότητα. Όλες αυτές οι ναρκισσιστικές μορφές παθολογίας υπήρχαν στην ψυχική ιστορία του ανθρώπου, ενδεχομένως με άλλες φανερώσεις και πρακτικές, ωστόσο υπήρχαν.
Οπότε το ερώτημα που τίθεται είναι: τι αλλάζει σήμερα στις εκδηλώσεις του ναρκισσιστικού υποκειμένου; Αισθάνομαι ότι η διαφορά έγκειται στο ότι πλέον έχουμε να κάνουμε με ένα «ασώματο» άνθρωπο. Δηλαδή με έναν άνθρωπο που το σώμα του υπάρχει αλλά δεν κοινωνείται. Δεν μετέχει στο άθλημα των σχέσεων.
Ολοένα και περισσότερο διαμορφώνεται ένα ανθρωπολογικό μοντέλο που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε, όπως εύστοχα αναφέρει ο φιλόσοφος Θεοφάνης Τάσης, ως «εικονιστικό υποκείμενο». Ποιο είναι αυτό κατά τον Τάση; Είναι το νεωτερικό υποκείμενο στο οποίο κυριαρχεί η εικόνα του περισσότερο από την φυσική του παρουσία. Υπάρχει δηλαδή, κατά τον Τάση, μια βαθμιαία ή ριζική εξεικόνιση του βίου· δηλαδή
“[…] ο εαυτός να μετατρέπεται βαθμιαία σε εικόνα διάγοντας ολοένα περισσότερο τον βίο στο διαδίκτυο […]”[1].
Το φυσικό υποκείμενο απορροφάται από την εικόνα του, δηλαδή την απουσία της σωματικής αμεσότητας. Το φυσικό σώμα υπάρχει αλλά δεν κοινωνεί της πραγματικότητας των σχέσεων. Ολοένα απομακρύνεται και περιθωριοποιείται σε μια ακυρωτική αδράνεια. Αισθάνομαι ότι πρόκειται για μια νέα μορφή υποτίμησης του σώματος, αφού δεν θεωρείται απαραίτητο για την πραγμάτωση εαυτού.
Η αμεσότητα και η εγγύτητα αποτελούν τον εφιάλτη του εικονικού νοερού ανθρώπου. Το σώμα μοιάζει απόλυτα εύθραυστο στην εγγύτητα, γι΄ αυτό και επιμελώς αποκρύπτεται. Η ηχώ της φωνής, το βλέμμα, η χειραψία, το άγγιγμα, η αγκαλιά, το φιλί, η ερωτική επαφή, δεν πραγματοποιούνται πρόσωπο προς πρόσωπο, ψυχή και σώμα, σε μια ολιστική παρουσία του άλλου, αλλά ως απουσία. Όλα αυτά εκφράζονται μέσα από τις οθόνες αλλά δεν κοινωνούνται σωματικά. Το πραγματικό έχει αντικατασταθεί από το φαντασιακό, το σώμα από την νοερά εικόνα, τα συναισθήματα από άυλα emotions. Στον άλλο δίνω σύμβολα αντί την αλήθεια μου.
Μια νέα μορφή εικονικού νεοπλατωνισμού είναι μπροστά μας, ακυρώνοντας το όλον της δημιουργίας του Θεού. Η μερικότητα και πάλι κερδίζει έδαφος βάζοντας, για ακόμη μια φορά, μια υπαρξιακή τρικλοποδιά στην πορεία προ το «καθολικό». Δηλαδή την έσχατη φανέρωση της δημιουργίας του Θεού.
Ο άλλος δεν βαραίνει πλέον την ζωή μας και δεν την επηρεάζει αλληλεπιδρώντας ως παρουσία αλλά ως απουσία εγκλωβισμένη στην ασώματη εικόνα του. Άσαρκος και εικονικός δεν μπορεί να ραγίσει, να πονέσει, να φοβηθεί ή να πληγωθεί στην εγγύτητα και την αμεσότητα της προσωπικής κοινωνίας. Συγχρόνως όμως δεν μπορεί και να αγαπηθεί γι’ αυτό που είναι και κυρίως γι’ αυτό που έχει ανάγκη να γίνει.
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη χριστιανική θεολογία, ο άνθρωπος δεν λαμβάνει ταυτότητα μονάχα από αυτό που ήταν στο παρελθόν ή είναι στο παρόν, αλλά κυρίως από εκείνο που μπορεί να γίνει στα έσχατα. Η ανάσταση του Χριστού ανοίγει τον χρόνο σε νέες πραγματικότητες, δυνατότητες και διαστάσεις. Τον ανοίγει προς τα έσχατα απεγκλωβίζοντάς τον από την τραγικότητα του θανάτου, τα όρια του κτιστού, την χωροχρονικότητα. Στην κατά Χριστό ζωή κερδίζει το νόημα έναντι της ιστορίας. Ένα τέτοιο αναδυόμενο με τάσεις κυριαρχίας ανθρωπολογικό μοντέλο δεν μπορεί να μην διεγείρει κάποια σημαντικά ερωτήματα γύρω από τον άνθρωπο σε σχέση με την χριστιανική θεολογία.
Ένα από τα σημαντικότερα θέματα είναι η αμφισβήτηση και η κατάργηση του ανθρωπολογικού μοντέλου σύμφωνα με την Βιβλική αποκάλυψη και διήγηση. Κατά την Βιβλική και αγιοπατερική διδασκαλία της εκκλησίας, ο άνθρωπος φανερώνεται ως ενότητα ψυχής και σώματος. Όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο μακαριστός π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ:
«ο άνθρωπος αποτελείται οργανικά από σώμα και ψυχή. Ούτε η ψυχή μόνη της ούτε το σώμα μόνο του αντιπροσωπεύουν τον άνθρωπο. Ένα σώμα χωρίς ψυχή δεν είναι παρά ένα πτώμα, και μια ψυχή χωρίς σώμα είναι ένα πνεύμα. Ο άνθρωπος δεν είναι ένα άσαρκο πνεύμα, και ένα πτώμα δεν είναι ένα μέρος του ανθρώπου […]»[2].
Το ερώτημα λοιπόν που γεννάται σε σχέση με το θέμα στο οποίο αναφερόμαστε, είναι κατά πόσο ο άνθρωπος της εικονιστικής εποχής είναι ο άνθρωπος της θεολογίας, της βιβλικής και πατερικής διήγησης. Εάν σήμερα παρουσιάζεται και κυριαρχεί μια ριζική παραμόρφωση του βιβλικού ανθρωπολογικού μοντέλου, τότε ποια θα πρέπει να είναι η θέση της Εκκλησίας και της χριστιανικής θεολογίας απέναντι σε αυτό το νέο ανθρωπολογικό μοντέλο το οποίο ολοένα και περισσότερο καθιερώνεται ως πρότυπο μιας «ασώματης» εικονικής ύπαρξης; Μιλάμε πλέον για το όλον του ανθρώπου ή για μια κατακερματισμένη ύπαρξη, που θα είναι αδύναμη να φανερώσει το «κατ’ εικόνα Θεού» και να πραγματώσει το «καθ’ ομοίωσιν»; Ένας άνθρωπος σε πλήρη υποτίμηση έως εξαφάνιση του σώματός του, είναι άνθρωπος σε πορεία προς αγιασμό και κατά Χριστόν ανακεφαλαίωση; Επιπλέον, η σταδιακή αλλά ολοένα και περισσότερο κλιμακούμενη κυριαρχία των μηχανών έναντι των ανθρώπων, μήπως διαταράσσει το σχέδιο της οικονομίας του Θεού; Ποιο θα είναι το αγιαστικό υποκείμενο της Εκκλησίας στο μέλλον και ποια η καθημερινότητα της ζωής του, που θα κληθούμε ως Εκκλησία να διακονήσουμε;
Με έναν απόλυτα χαρισματικό και θεολογικά προφητικό τρόπο, ο Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware, σε ομιλία του για ρόλο της εκκλησίας και της χριστιανικής θεολογίας στον 21ο αιώνα, που πραγματοποιήθηκε στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου, διαβλέπει ότι εκείνο το οποίο θα αποτελέσει το κυρίαρχο και μείζον θέμα στη νέα χιλιετία για την χριστιανική Εκκλησία και θεολογία, θα είναι η ανθρωπολογία. Αναφέρει συγκεκριμένα:
«Αποτελεί πεποίθηση μου, όμως, ότι θα υπάρξει μια στροφή στην κεντρική εστίαση της θεολογικής έρευνας από την Εκκλησιολογία στην Ανθρωπολογία, πραγματικά, υπάρχουν πολλά σημάδια ότι μια τέτοια στροφή έχει ήδη αρχίσει. Το ερώτημα-κλειδί δεν θα είναι μόνο: «Τι είναι εκκλησία;», αλλά επίσης και πιο θεμελιακά: «Τι είναι ο άνθρωπος;».[3]
Και συνεχίζει ο Επίσκοπος Διοκλείας, αναφερόμενος στο δεύτερο τεράστιο θέμα που είναι η απειλή των μηχανών έναντι του ανθρώπου.
«Κατά δεύτερον, στο επίπεδο της τεχνολογίας ζούμε σε μια εποχή που κυριαρχείται όλο και πιο πολύ από τις μηχανές. Οι συνάδελφοί μου μου στο πανεπιστήμιο είναι τόσο απασχολημένοι μιλώντας στους υπολογιστές τους, ώστε έχουν όλο και λιγότερο χρόνο να συζητήσουν μεταξύ τους. Αντιμέτωποι με μια τέτοια απανθρωποποιητική τάση, υφίσταται για μάς, ως ορθοδόξους και ως χριστιανούς, μια επείγουσα ανάγκη να διακηρύξουμε την υπέρτατη σημασία των άμεσων σχέσεων, πρόσωπο με πρόσωπο. Δεν αποτελεί σύμπτωση το γεγονός ότι η ελληνική λέξη πρόσωπο σημαίνει ακριβώς όψη. Είμαι ουσιαστικά πρόσωπο μόνο όταν συναντώ τους άλλους, όταν εισέρχομαι σε διάλογο μαζί τους, όταν τους κοιτάω στα μάτια και τους επιτρέπω να κοιτάξουν τα δικά μου… Δεν πρέπει να επιτρέψουμε ώστε τα πρόσωπα, με την εκπληκτική ικανότητα τους για αμοιβαία στοργή και αγάπη, να επισκιαστούν και να καταποθούν από τις μηχανές… Ως ορθόδοξοι και ως χριστιανοί δεν μπορούμε να απαντήσουμε αποτελεσματικά σε αυτές τις προκλήσεις χωρίς μια θαρραλέα και επινοητική αναζωογόνηση της διδασκαλίας μας για το ανθρώπινο πρόσωπο[4].»
Είναι απολύτως βέβαιο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο ανθρωπολογικό μοντέλο που προκλητικά μας κλείνει το μάτι και μας προσκαλεί να κουβεντιάσουμε μαζί του για την αλήθεια του ανθρώπου και του Θεού. Η θέση της Εκκλησίας και της θεολογίας είναι ακριβώς εδώ, στο διάλογο και στην διακονία. Η χριστιανική Εκκλησία θα πρέπει να βάλει ένα τεράστιο «like» στην αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου που προσπαθεί να κοινωνήσει την ψυχή και το σώμα του, και δεν γνωρίζει τον τρόπο. Αυτή την τέχνη του κατά Χριστόν βίου διδάσκει η Εκκλησία, δηλαδή την δυνατότητα να εισέρχεται το νόημα στην τραυματισμένη ανθρώπινη συνθήκη και να την σώζει. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι σωτηρία σημαίνει ολοκλήρωση και ο σημερινός άνθρωπος είναι τεμαχισμένος όσο ποτέ άλλοτε. Η ενότητα του ανθρώπινου προσώπου, βρίσκεται στο πρόσωπο του Χριστού. Κι εδώ είναι η τεράστια ευθύνη και πρόκληση για την Εκκλησία, να φανερώσει τον Χριστό σε ραγισμένες υπάρξεις που εξαϋλώνονται στο χώρο της εικόνας φοβούμενοι την πραγματικότητα της ζωής. Η χριστιανική θεολογία και Εκκλησία, πρέπει να μαρτυρήσουν μια τέχνη βίου, που θα δώσει την δυνατότητα στους ανθρώπους της νέα χιλιετίας να μην κρύβονται πίσω από την εικόνα τους, να αγκαλιάζουν το σύνολο του «είναι» τους δίχως ενοχές και να φανερώνουν την θνητή αλήθειά τους, δίχως υποκατάστατα τεχνητής αθανασίας. Μετά την ανάσταση του Χριστού η θνητότητα παύει να είναι αδυναμία, μεταμορφώνεται σε δυνατότητα μετοχής στην αιωνιότητα της βασιλείας του Θεού. Γι’ αυτό θα πρέπει πλέον να χαιρόμαστε την ανθρωπινότητά μας, μιας και το να είσαι άνθρωπος είναι δώρο, και στα δώρα λέμε πάντα ευχαριστώ.
[1] Θεοφάνης Τάσης, Η επιμέλεια εαυτού στην εικονιστική κοινωνία, Πολιτικές του βίου ΙΙ, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2017, σελ. 46.
[2]π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, “Η Ανάστασις της Ζωής”, μτφρ. Α. Κουμάντος, Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας, εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα 1973, σελ. 99.
[3] Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Ware, Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα, μτφρ. Νίκος Ντόνος και Αναστασία Βασιλειάδου, Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος/ Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2005, σελ. 25.
[4] Ό.π., σελ. 27-29.
Aπό τον Συλλογικό τόμο “Ναρκισσισμός και αυτοθυματοποίηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης” εκδ. Δημητριάδος Βόλος 2019.
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“Μορφές και διαθλάσεις”, 1994) είναι έργο του Διαμαντή Ζήση.
ΠΗΓΗ: https://antifono.gr/ένας-ασώματος-άνθρωπος/
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.