Παλος Ευδοκίμωφ


1. Στὰ 1515 ὁ καθεδρικς νας τς ναλήψεως τοῦ Χριστοῦ στὴ Μόσχα μόλις εχε διακοσμηθῆ μὲ εκόνες λαμπρές, κτελεσμένες πὸ τος μαθητς τοῦ μεγάλου διδασκάλου Ρουμπλιώφ. 
ταν ὁ μητροπολίτης, οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ πιστοὶ μπκαν σ’ ατόν, λοι μὲ μία φωνὴ ἀνέκραξαν: «ληθινὰ ἀνοίγονται οἱ ορανοὶ καὶ οἱ λαμπρότητες τοῦ Θεοῦ παρουσιάζονται».

 Κατανοομε πόλυτα ατὸ τὸ ασθημα μπρς στνεκόνα τν εκόνων, τν εκόνα τς γίας Τριάδος, κτελεσμένη στὰ 1425 πὸ τν μοναχὸ Ἀνδρέα Ρουμπλιώφ. κατν πενντα περίπου χρόνια ργότερα ἡ σύνοδος τν πτὰ Κεφαλαίων τν ναγνωρίζει   ς πόδειγμα τς γιογραφίας καὶ ὅλων τν ναπαραστάσεων τςγίας Τριάδος.
Στὰ 1904 ἡ ἐπιτροπὴ γιὰ τν ποκατάσταση τν μνημείων φαιρεῖ τὰ μεταλλικὰ κοσμήματα καί, στερα πὸ μία ργασία παλλαγς πστρώματα μεταγενέστερα, ἡ εκόνα παρουσιάσθηκε μὲ μι τέτοια λάμψη, στε τὰ μέλη τς πιτροπς κυριολεκτικὰ ἀναστατώθηκαν.  
Μπορομε νὰ επομε μὲ βεβαιότητα, τι δν πάρχει τίποτε παρόμοιο ς πρς τν δύναμη τς θεολογικς συνθέσεως, τν πλοτο τοσυμβολισμοῦ καὶ τν φθαστη καλλιτεχνικὴ ὡραιότητα.

2. Μπορομε νὰ ξεχωρίσωμε τρία περκείμενα πίπεδα. Τὸ πρτο εναι ἡ ἀνάμνηση τς βιβλικς διηγήσεως γιὰ τν πίσκεψη τν τριν ὁδοιπόρων στν βραάμ (Γεν. ιη΄ 1 - 15), ποὺ τν ρμηνεύει τὸ λειτουργικὸ σχόλιο: «Μακάριε βραάμ, τν εδες καὶ τν δέχθηκες σὺ τν μία καὶ τριαδικὴ θεότητα»*. Ἡ ἀπουσία μως τν μορφν τοϋ βραμ καὶ τς Σάρρας μς καλεῖ τώρα νὰ εσδύσωμε βαθύτερα, στὸ δεύτερο πίπεδο, στὸ ἐπίπεδό της «θείας οκονομίας». Οἱ τρες οράνιοι δοιπόροι ποτελον τὸ «Αώνιο Συνέδριο» καὶ τὸ τοπίολλάσσει σημασία: ἡ σκηνὴ τοῦ Ἀβραμ γίνεται νάκτορο καὶ ναός, ἡ δρς τοῦ Μαμβρῆ τὸ ξύλον τς ζως καὶ ὁ κόσμος να σχηματικὸ κύπελλο μέσα στν  φύση, νάλαφρο σημεο τς παρουσίας της. Τὸ ἐπιτραπέζιο σκεος μὲ τὸ μοσχάρι τὸ ἀντικαθιστᾶ τὸ ποτήριο τς εχαριστίας.

Οἱ τρες γγελοι νάλαφροι καὶ λιγεροὶ μς παρουσιάζουν σώματα πολὺ ἐπιμηκυσμένα (δεκατέσσερες φορς τὸ μκος τς κεφαλς, ντὶ γιὰ ἑπτὰ στν φυσικὴ διάσταση τοῦ ἀνθρώπου). Οἱ πτέρυγες τν γγέλων, καθς καὶ ὁ σχηματικς τρόπος τς πεξεργασίας τοῦ τοπίου δίδουν τν μεση ντύπωση τοῦ ἄϋλου, τς πουσίας κάθε γήινου βάρους. Ἡ ἀνάστροφη προοπτικὴ ἐξαφανίζει τν πόσταση, τὸ βάθος, που τὰ πάντα χάνονται πόμακρα, καὶ μ’ να ποτέλεσμα ντίθετο φέρει κοντά μας τς μορφές, δείχνοντας πς ὁ Θες εναι κεῖ καὶ παντοἩ χαρωπὴ ἐλαφράδα τοῦ συνόλου, μυστικό της διοφυΐας τοῦ Ρουμπλιώφ, δημιουργεῖ ἕνα φτερωτὸ ὅραμα.
Τὰ τρία πρόσωπα βρίσκονται σὲ συνομιλία. Τὸ θέμα της θὰ πρέπη νὰ εναι τὸ κείμενο τοῦ Ἰωάννου: «Οτω γρ γάπησεν ὁ Θες τν κόσμον, στε τν υἱὸν ατοῦ τν μονογενῆ ἔδωκεν».
Ὁ Λόγος μως τοῦ Θεοῦ εναι πάντοτε πράξη: παίρνει τν μορφὴ τοῦ ποτηρίου.
Τὸ τρίτο πίπεδο, νδοθεϊκό, μόνον ποβάλλεται· εναι περβατικὸ καὶ ἀνέφικτο. στόσο εναι παρόν, φοῦ ἡ οκονομία τς σωτηρίας πορρέει πὸ τν σωτερικὴ ζωὴ τοῦ Θεο.

3. Ὁ Θες εναι ὁ ἴδιος γάπη μεσ’ στν τριαδικὴ οσία του καὶ ἡ ἀγάπη του πρς τν κόσμο δν εναι παρὰ τὸ ἀπαύγασμα τς τριαδικς του γάπης. Ἡ δωρεὰ τοῦ ἑαυτοῦ του, ποδν εναι ποτὲ ὑστέρημα, λλὰ ἔκφραση τς περίσσειας τς γάπης του, εκονίζεται μὲ τὸ ποτήριον· οἱ ἄγγελοι εναι συγκεντρωμένοι γύρω πὸ τν θεία τροφή. Οἱ τελευταες ργασίεςνεκάλυψαν τὸ περιεχόμενο τοῦ ποτηρίου: τὸ τελευταο στρμα, ποὺ παρίστανε να βότρυ, κρυβε τὸ ἀρχικὸ σχεδίασμα, τν μνό, ποὺ μς κάνει νὰ συσχετίσωμε τὸ οράνιο Δεπνο μὲ τὰ λόγια της ποκαλύψεως: «Τὸ ἀρνίον σφαγμένον πὸ καταβολς κόσμου»Ἡ ἀγάπη, ἡ θυσία, ὁ σφαγιασμός, πάρχουν πρν π’ τν δημιουργία τοῦ κόσμου· βρίσκονται στνρχή.
Οἱ τρες γγελοι εναι σὲ ἀνάπαυση, μία νάπαυση ποὺ εναι ἡ ὑπέρτατη ερήνη τοῦ ὄντος καθεαυτό. Ἡ ἀνάπαυση μως ατὴ εναι καὶ «μεθύουσα», μία πραγματικὴ ἔκσταση, «ξοδος ες αυτόν». Κι δῶ ἔγκειται λο τὸ παράδοξο σ’ ατν τν κσταση πού, στόσο, παραμένει μέσα στὸ ἴδιο τὸ βάθος της. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ποκαλύπτει τὸ μυστήριό της: «Τὸ παραδοξότερο π’ λα εναι τὸ ὅτι στάση καὶ κίνηση εναι τὸ ἴδιο πράγμα».
Ἡ κίνηση ξεκινᾶ ἀπ’ τὸ ἀριστερὸ πόδι τοῦ πρς τὰ δεξιὰ ἀγγέλου, συνεχίζεται στν κλίση τς κεφαλς του, περνᾶ στν γγελο τοῦ κέντρου, παρασύρει χωρς ντίσταση τν κόσμο, τν βράχο τὸ δέντρο, καὶ ἐκβάλλει στν κάθετη θέση τοῦ πρς τὰ ἀριστερὰ ἀγγέλου, που ρεμεῖ σν μέσα σὲ δοχεο. Παράλληλα μ’ ατὴ τν κυκλικὴ κίνηση, ποὺ ἡ κατάληξή τηςρίζει λα τὰ ὑπόλοιπα, καθς ἡ αωνιότητα ρίζει τν χρόνο, ἡ κατακόρυφη φορ τοῦ ναοῦ καὶ τν σκήπτρων δείχνει τν τάση τοῦ γήινου πρς τὸ οράνιο, που ἡ ὁρμὴ βρίσκει ττέρμα της.

  1. Τὸ ὅραμα τοτο τοῦ Θεοῦ ἀκτινοβολεῖ ἀπὸ τν περβατικὴ ἀλήθεια τοῦ δόγματος. πὸ τν σύλληψη τν γγέλων τοῦ Ρουμπλιφ ναδίδεται ἡ ἑνότητα καὶ ἡ ἰσότητα· τσι θμποροσε κανες νὰ ἐκλάβη τν ναν γγελο γιὰ τν λλον. Ἡ διαφορὰ προέρχεται π’ τν προσωπικὴ στάση καθενς πέναντι στος λλους, χωρίς, στόσο, νὰ ὑπάρχη οτεπανάληψη οτε σύγχυση. Τὸ χρυσάφι ποὺ λάμπει πάνω στς εκόνες σημαίνει πάντα τν θεότητα καὶ τν περαφθονία της· οἱ πτέρυγες τν γγέλων τυλίγουν, σκεπάζουν μὲ τὸ ἅπλωμά των τὸ κάθε τί καὶ τὰ ἐσωτερικὰ περιγράμματα τν πτερύγων μ’ να γλυκὸ γαλάζιο προβάλλουν νάγλυφη τν νότητα καὶ τν οράνιο χαρακτήρα τς νιαίας των φύσεως.νας μόνος Θες καὶ τρία Πρόσωπα λότελα σα, καθς φανερώνουν τὰ ὅμοια σκπτρα, σύμβολα τς βασιλικς ξουσίας μὲ τν ποία εναι προικισμένος κάθε γγελος. Ἡ θεία μορφτς τριαδικς θεότητας μς τενίζει· περβαίνει τς δικές μας διαιρέσεις καὶ τὰ ἰδικά μας σπαράγματα. Εναι να κυρίαρχο κάλεσμα ποὺ ἐνεργεῖ μὲ μόνη τν πραγματικότητά του καὶ τνπλή του παρξη.

5. Οἱ γεωμετρικς μορφς τς συνθέσεως εναι τὸ ὀρθογώνιο, ὁ σταυρός, τὸ τρίγωνο καὶ ὁ κύκλος. Δομον τν εκόνα πὸ μέσα καὶ πρέπει νὰ τὰ ἀνακαλύψη κανείς. Κατὰ τςντιλήψεις τς ποχς, ἡ γῆ ἦταν κτάγωνη καὶ τὸ ὀρθογώνιο ποὺ βλέπομε στὸ κάτω μέρος τοῦ τραπεζίου εναι τὸ ἱερογλυφικὸ τς γς. Τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ τραπεζιοῦ εναι πίσηςρθογώνιο· ξαναβρίσκομε σ’ ατὸ τν σημασία τν τεσσάρων μερν τοῦ κόσμου, τν τεσσάρων σημείων τοῦ ὁρίζοντα, πού, κατὰ τος πατέρες τς κκλησίας, ταν ὁ συμβολικςριθμς τς πληρότητας τν τεσσάρων Εαγγελίων, στν ποία δν μπορεῖ κανες οτε νὰ προσθέση οτε νὰ ἀφαιρέση κάτι. Εναι τὸ σύμβολο τς καθολικότητας τοῦ Λόγου. Τὸ ἐπάνω  ατὸ  μέρος τοῦ τραπεζιο-βωμο, παριστάνει τν Βίβλο ποὺ προσφέρει τὸ ποτήριο, καρπὸ τοῦ Λόγου. ν προεκτείνωμε τν γραμμὴ τοῦ ξύλου τς ζως (ποὺ βρίσκεται πίσωπ’ τν κεντρικὸ ἄγγελο) θὰ τν δομε νὰ κατεβαίνη, νὰ διασχίζη τὸ τραπέζι καὶ νὰ βυθίζη τς ρίζες του μέσα στὸ ὀρθογώνιο τς γς· τὸ δένδρο ξαγγέλθηκε πὸ τν Λόγο κατράφηκε μὲ τὸ περιεχόμενο τοῦ ποτηρίου. τσι βρίσκομε τν ξήγηση τοῦ μυστηρίου του, γιατ τὸ δένδρο φερε τος καρπος τς αώνιας ζως, γιατὶ ἦταν τὸ δένδρο τς ζως.
Τὰ χέρια τν γγέλων συγκλίνουν πρς τὸ σημεο τς γς, τόπο φαρμογς τς θείας γάπης. Ὁ κόσμος εναι κεθεν τοῦ Θεο, σν να ν μὲ φύση διαφορετική· γκλειστος μως μέσα στν ερὸ κύκλο τς κοινωνίας τοῦ Πατρός, κολουθεῖ τν κυκλικὴ κίνηση, βρίσκεται ψηλά, στν ορανό, μὲ τν μορφὴ τοῦ βράχου καὶ ἡ κυκλικὴ ατὴ κίνηση λύεται γιὰ τν κόσμο μέσα στὸ ἀνάκτορο-ναό. Ὁ νας ατς εναι σν «πέκτασις» τοῦ ἀγγέλου Χριστο, τς Σαρκώσεώς του. Εναι τὸ κοσμικό του σμα, ἡ Ἐκκλησία, νύμφη τοῦ Ἀρνίου, νωμένη μ’ ατὸ «χωρίστως καὶ ἀσυγχύτως». Ὁ νας μένει στν κινησία τς ναπαύσεως τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τέρματος τς τριαδικς κινήσεως. Ὁ κύκλος τς κοσμικς λειτουργίας χει κλεισθ. Εναι τὸ ἐσχατολογικὸ ὅραμα τς νέας ερουσαλήμ. Τὸ χρυσωμένο μέρος τοῦ ναο, ποὺ προεξέχει σν μία δύναμη προστασίας, συμβολίζει τν μητρικὴ προστασία τς Θεοτόκου καὶ τς ερωσύνης τν γίων.
πὸ τὸ ξύλο τς ζως, κατὰ τν παράδοση, πραν τὸ ξύλο γι τν σταυρὸ τοῦ ΧριστοἩ μορφή του εναι ἡ ἀόρατη, λλὰ καὶ ἡ φανερώτερη βάση τς συνθέσεως. Ὁ φωτοστέφανος τοῦ Πατρός, τὸ ποτήριον καὶ τὸ σημεο τς γς βρίσκονται στν δια κάθετη γραμμή, ποὺ διαιρεῖ τν εκόνα στὰ δύο καὶ διασταυρώνεται μὲ τν ριζόντια γραμμή, ποὺ ἑνώνει τος φωτεινος κύκλους τν παράπλευρων γγέλων, σχηματίζοντας σταυρό. Ὁ σταυρς τσι γγράφεται μέσα στν ερὸ κύκλο τς θείας ζως, εναι ὁ ζωντανς ξονας τς τριαδικςγάπης. «Ὁ Πατρ εναι ἡ ἀγάπη ποὺ σταυρώνει, ὁ Υἱὸς εναι ἡ ἀγάπη ποὺ σταυρώθηκε, τὸ ἅγιον Πνεμα εναι ὁ σταυρς τς γάπης, ἡ ἀνίκητη δύναμή της.» Ἡ κίνηση διαπερντος βραχίονες τοῦ σταυροῦ κι’ ατοί, σν τος πλωμένους βραχίονες τοῦ Χριστογκαλιάζουν τὸ σύμπαν. «Κγὼ ἐὰν ψωθῶ ἐκ τς γς, πάντας λκύσω πρς μαυτόν» (ω. ιβ’ 32).  Υἱὸς καὶ τὸ Πνεμα εναι τὰ δύο χέρια τοῦ Πατρός. ν νώσωμε τὰ ἀκραα σημεα τοῦ τραπεζιοῦ μὲ τὸ σημεο ποὺ βρίσκεται κριβς πάνω πὸ τν κεφαλὴ τοῦ κεντρικοῦ ἀγγέλου, βλέπομε πς οἱ ἄγγελοι εναι τοποθετημένοι κριβς σ’ να σόπλευρο τρίγωνο· τοτο φανερώνει τν νότητα καὶ τν ταυτότητα τς Τριάδος ποὺ κορυφή της εναι ἡ «πηγαία θεότης», ὁ Πατήρ. Τέλος, ἡ γραμμὴ ποὺ σύρεται κολουθώντας τὰ ἐξωτερικὰ περιγράμματα τν τριν γγέλων σχηματίζει να τέλειον κύκλο, σημεο τς θείας αωνιότητας. Τὸ κέντρο τοῦ κύκλου ατοῦ εναι στὸ χέρι τοῦ Πατρός, τοῦ Παντοκράτορος.

6. Ἡ στάση τοῦ Πατρς χει κάτι τὸ μνημειακό, ναδίδει τν ερατικὴ ερήνη καὶ τν κινησία, τν καθαρὴ πράξη, τὸ συντελεσμένο, στατικὴ ἀρχὴ τς αωνιότητας· ταυτόχρονα μως, μὲ μία ντίθεση πὸ τς καταπληκτικώτερες, τὸ αξανόμενο κμα τς κινήσεως τοῦ δεξιοῦ βραχίονα, ἡ δυνατή του καμπύλη, ποὺ ἐναρμονίζεται μὲ τν δια τν δύναμη μὲ τν ποία κλίνει ὁ λαιμς καὶ ἡ κεφαλή, κφράζουν τν δυναμικὴ ἀρχή. Τὸ ἄρρητο μυστήριο τοῦ Θεοῦ βρίσκεται σ’ ατὴ τν σύνθεση τς κινησίας καὶ τς κινήσεως· εναι τὸ «πόλυτο» τν φιλοσόφων, ἡ «καθαρὴ πράξη» τν θεολόγων καὶ ὁ Θες ὁ Ζν τς Βίβλου, ὁ «Πατρ μν ὁ ἐν τος ορανος».
Ἡ θεία δύναμη, καθς τν μολογεῖ τὸ «Πιστεύω» μας («Πιστεύω ες να Θεόν, πατέρα Παντοκράτορα») εναι ἡ πατρικὴ δύναμη τς γάπης τοῦ Πατρός, ποὺ ἀπαυγάζει στὸ βλέμμα τοῦ μεσαίου γγέλου. πειδὴ εναι γάπη, δν μπορεῖ νὰ ἀποκαλυφθῆ παρὰ «ν κοινωνί» καὶ δν μπορεῖ νὰ γνωσθῆ παρὰ ὡς κοινωνία. «Οδες ρχεται πρς τν πατέρα εμὴ δι’μο» (ω. ιδ΄ 6)· καὶ ἐξ λλου: «Οδες δύναται λθεν πρός με, ἐὰν μὴ ὁ Πατρ ὁ πέμψας με λκύσ ατόν» (ω. στ΄ 44). Τοτο δν εναι διόλου στενότητα ἢ εαγγελικὴ ἀποκλειστικότητα, λλὰ ἡ συνταρακτικώτερη ποκάλυψη τς διας τς φύσεως τς γάπης. Δν μπορομε νὰ ἔχωμε καμία γνώση τοῦ Θεοξω πὸ τν κοινωνία νθρώπου καΘεο, ποὺ εναι πάντοτε τριαδικὴ καὶ εσάγει στν κοινωνία Πατρς καὶ Υο. Τοτο μς πιτρέπει νὰ ἐννοομε γιατὶ ὁ Πατρ δν ποκαλύπτεται ποτὲ ἄμεσα. Εναι ἡ Πηγὴ καὶ ἀκριβς γι’ ατὸ εναι ἡ Σιωπή. ποκαλύπτεται αώνια, ἡ δυαδικὴ ὅμως νότητα Υοῦ καὶ Πνεύματος εναι κείνη ποὺ παρουσιάζει τν κοινωνία ατή, τς ποίας ζωντανὴ ἑστία εναι τὸ ποτήριον.
Οἱ γραμμς πὸ τν δεξιὰ πλευρὰ τοῦ κεντρικοῦ ἀγγέλου γίνονται πλατύτερες σο πλησιάζουν τν γγελο πρς τὰ ἀριστερά μας. Στν συμβολικὴ γλσσα τν γραμμν οἱ κυρτς καμπύλες σημαίνουν πάντα τν κφραση, τν μιλία, τν μετάθεση, τν ποκάλυψη, νῶ ἀντίθετα οἱ κολες καμπύλες σημαίνουν τν πακοή, τν προσευχή, τν αταπάρνηση, τν δεκτικότητα. Ὁ Πατρ εναι στραμμένος πρς τν Υό του. μιλε. Τὸ κίνημα ποὺ διαπερνᾶ τὸ εναι του εναι ἡ ἔκσταση: κφράζεται λόκληρος μέσα στν Υό: «ν μοὶ ὁ πατήρ».«Πάντα σα χει ὁ πατρ μὰ ἐστί».

7. Ὁ Υἱὸς κροται· οἱ πτυχς τοῦ ἐνδύματός του κφράζουν τν πέρτατη προσοχή, τν ατοεγκατάλειψη. παρνεται ὁ ἴδιος τν αυτό του γιὰ νὰ μν εναι λλο παρὰ ὁ Λόγος τοΠατρός του: «Τὰ ρήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμν, π’ μαυτοῦ οὐ λαλ· ὁ δὲ Πατρ ὁ ἐν μοὶ μένων ατς ποιεῖ τὰ ἔργα». Τὸ δεξιὸ χέρι του ἐπαναλαμβάνει τν κίνηση τοῦ Πατρός, τν ελογία. Τὰ δύο δάκτυλα ποὺ ξεχωρίζουν πάνω στν λευκότητα τς τράπεζας-Βίβλου εαγγελίζονται τν δρόμο τς σωτηρίας-νώσεως μέσ’ στν Χριστὸ τν δύο φύσεων, τν εσαγωγὴ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπινου στοιχείου μέσα στν κοινωνία τοῦ Πατρός.

8. Τὸ ἀφημένο χέρι τοῦ πρς τὰ δεξιά μας γγέλου δείχνει τν κατεύθυνση τς ελογίας, τν κόσμο· φαίνεται νὰ σκέπη, νὰ προστατεύη, νὰ «κλωσσ» (κατὰ τν κφραση τς βιβλικς διηγήσεως γιὰ τν δημιουργία). Πάνω πὸ τὸ ὀρθογώνιο το κόσμου τὸ χέρι ατὸ μοιάζει μὲ τὰ ἁπλωμένα πτερὰ τς γνς περιστερς.
Ἡ γλυκύτητα τν γραμμν τοῦ πρς τὰ δεξιά μας γγέλου χει κάτι τὸ μητρικό*. Εναι ἡ παρηγορία, ὁ Παράκλητος, λλὰ εναι καὶ τὸ Πνεμα, τὸ Πνεμα τς Ζως. Εναι ατς ποδίδει τν ζωὴ καὶ στν ποο κάθε ζωὴ ἔχει τν ρχή της. Εναι ὁ τρίτος ρος τς θείας γάπης, τὸ πνεμα τς γάπης. Ἡ στάση του εναι διαφορετικὴ ἀπὸ τν στάση τν δύο ἄλλωνγγέλων. Μὲ τν κλίση καὶ τν ρμὴ ὄλου τοῦ εναι του βρίσκεται νάμεσα στν Πατέρα καὶ στν Υό· εναι τὸ πνεμα τς κοινωνίας καὶ τς «περιχωρήσεως». Τοτο δείχνεται καθαρὰ ἀπὸ τὸ τόσο ξιοσημείωτο γεγονς τι ἡ κίνηση ξεκινᾶ ἀπὸ τν γγελο ατόν. Μέσα πὸ τν δική του πνοὴ ὁ Πατρ μετακινεται πρς τν Υό, ὁ Υἱὸς δέχεται τν Πατέρα καὶ ὁ Λόγοςντηχεπως λέγει ὁ ἅγιος ωάννης Δαμασκηνός, «Μὲ τὸ ἅγιο Πνεμα ναγνωρίζομε τν Χριστό, τν Υἱὸ τοῦ Θεο, καὶ μὲ τν Υἱὸ θεωρομε τν Πατέρα». Καὶ κατὰ τὰ Θεοφάνεια, μέσα στν κίνηση τς περιστερς φέρεται ὁ Πατρ πρς τν Υό.

9. Τὰ χρώματα στν γιογραφία χουν δική των γλσσα. Στν Ρουμπλιφ φθάνουν ναν πλοτο νεξίσωτο, μία ὁλοκληρωτικὴ μουσικὴ συγχορδία** μὲ ὅλη τν κλίμακα τν πιλεπτν ποχρώσεων, ποὺ αγάζουν σὲ ὅλες τς λεπτομέρειες τς συνθέσεως. Ἡ πυκνότητα τν χρωμάτων τς κεντρικς μορφς γίνεται ντονώτερη μὲ τν ντίθεση τς λευκότητας τοῦ τραπεζιο καὶ ἀνακλται στν μεταξένια μαρμαρυγὴ τν παράπλευρων γγέλων.
Τὸ βαθὺ πορφυρό (ἡ θεία γάπη) καὶ τὸ πυκνὸ γαλάζιο (ἡ οράνια λήθεια) μὲ τὸ ἀστραφτερὸ χρυσάφι τν πτερύγων (ἡ θεία φθονία) σχηματίζουν τν τέλεια συγχορδία ποσυνεχίζεται καὶ ξαναβρίσκεται μὲ μία τονικότητα γλυκύτερη, σν μία ποκάλυψη μαλακώτερη, τν μύηση κατὰ βαθμίδες: λαφρὸ ρόδινο καὶ μενεξεδὶ ἀριστερά μας, γλυκύτερο γαλάζιο καὶ ἀσημὶ πράσινο δεξιά μας. Τὸ χρυσάφι τν θρόνων, τς θείας καθέδρας, κφράζεται γιὰ τν περαφθονία τς ζως τοῦ Θεο.
τσι ὁ Πατήρ, πρόσιτος μέσ’ στν πυκνότητα τν χρωμάτων του, μέσ’ στὰ ἐρέβη τοῦ φωτός του, ποκαλύπτεται γλυκύτερος, προσιτς μέσα στν φωτεινὴ νεφέλη τοῦ Υοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. πὸ μακριὰ ἡ σύνθεση ατὴ δίδει τν ντύπωση μις φλόγας γαλάζιας καὶ κόκκινης. λα εναι φλόγα μέσα στν λαμπερὸ ἀέρα τοῦ Μεσημεριο«ποιος εναι κοντὰ σὲ μένα, εναι κοντὰ στν φωτιά».
Τὸ χέρι τοῦ Πατρός, καθς πλώνεται πάνω πὸ τὸ ποτήριον, κρατεῖ τν ρχὴ καὶ τὸ τέλος. Τὸ Ἄρνιον τὸ «σφαγμένον πὸ καταβολς κόσμου» καὶ τὸ Ἀρνίον ὁ «νας τς νέαςερουσαλήμ»ὁ μυστικς δεπνος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ὑπόσχεσή του νὰ πιῆ τν καρπὸ τς μπέλου στν Βασιλεία τοῦ Πατρός του, γκλείουν τν χρόνο μέσ’ στν αωνιότητα. Τποτήριον κτινοβολεῖ μέσ’ στν λαμπρὴ λευκότητα τοῦ Λόγου ποὺ ἐκπέμπει λα τὰ χρώματα τς λήθειας· εναι ἡ ἀκτινοβολία τς θείας καρδίας, τὸ ἀμοιβαο δώρημα τν τριν θείων Προσώπων.
πὸ τν εκόνα ναδίδεται να σχυρὸ κάλεσμα «να πάντες ν σιν... καθς μες ν σμεν»Ὁ ἄνθρωπος πάρχει κατ' εκόνα τοῦ τριαδικοῦ Θεο· ἡ Ἐκκλησία-κοινωνία εναιγγεγραμμένη μέσα στν φύση του ὡς ἡ ὑπέρτατη λήθειά του. λοι οἱ ἄνθρωποι χουν κληθῆ νὰ ἑνωθον γύρω πὸ τὸ ἴδιο καὶ μοναδικὸ ποτήριον, ν’ νυψωθον στὸ ὕψος τς θείας καρδίας καὶ νὰ λάβουν μέρος στὸ μεσσιανικὸ Δεπνο, νὰ γίνουν νας μόνος Νας-ρνίον. «Ατη δέ ἐστιν ἡ αώνιος ζωή, να γινώσκωσι σὲ τν μόνον ληθινν Θεν καὶ ὃνπέστειλας ησον Χριστόν».
Τὸ ὅραμα τελειώνει σ’ ατν τν σχατολογικὸ φθόγγο: Εναι ἡ πρόγευση τς Βασιλείας τν ορανν, περιρρέεται λάκερο πὸ φς ποὺ δν εναι τοῦ κόσμου τούτου, περιρρέεταιλάκερο, τέλος, πὸ μία χαρὰ ἁγνή, νιδιοτελπὸ μία χαρὰ θεία· πὸ τὸ ἁπλὸ γεγονς τι ἡ Τρις πάρχει, τι χομε γαπηθῆ καὶ ὅτι λα εναι Χάρη. Ἡ ἔκπληξη ναβλύζει π’ τν ψυχὴ μέσ’ στν σιγή της. Οἱ μυστικοὶ δν μιλον ποτὲ γιὰ τν κορυφή, ἡ σιωπὴ μόνη τν νακαλύπτει.

* : Ruach = πνεμα· στς σημιτικς γλσσες εναι γένους θηλυκο. Τὰ συριακὰ κείμενα μεταφράζουν συχνὰ τν Παράκλητο (Παρηγορητή) ς ἡ Παράκλητος (Παρηγορήτρια)
** : Σ.Μ. λοκληρωτικὴ συγγορδία faccord total: ἡ συγχορδία ποὺ σχηματίζεται μὲ συνήχηση λων τν φθόγγων τς λίμακας στν ποία νήκει.

πὸ τὸ βιβλίο «Ἡ Ὀρθοδοξία», κδ. Β. Ρηγόπουλου1972, σὲ μετάφραση γαμέμνονος Μουρτζόπουλου. Πρώτη κδοση, στὰ γαλλικά, 1965.
πηγή ψηφιακού κειμένου: Αντίφωνο