Κυκλοφορεί σήμερα στα βιβλιοπωλεία της Αθήνας και την Πέμπτη σε όλα τα περίπτερα το νέο τεύχος του νέου Ερμή του Λόγιου τ. 12 με το δεύτερο μέρος του αφιερώματος στον Παναγιώτη Κονδύλη. Για ηλεκτρονικές παραγγελίες επισκεφτείτε την σελίδα των Εναλλακτικών Εκδόσεων.
Εισαγωγικό Σημείωμα
Στο 12ο τεύχος του ν. Λόγιου Ερμή o Σλαβόι Ζίζεκ, στο πρόσφατο άρθρο, «Στον απόηχο των επιθέσεων στο Παρίσι», οδηγείται σε αμφισβήτηση του πολυπολιτισμού, του οποίου υπήρξε ένας από τους βασικούς εκφραστές. Όπως τονίζει ο Γιώργος Ρακκάς, που το μετέφρασε, «το κείμενο του Ζίζεκ στρέφεται ενάντια στα ταμπού της αριστεράς σε σχέση με το μεταναστευτικό/προσφυγικό, υπό το φάσμα αμείλικτων κοινωνικών/πολιτισμικών συγκρούσεων». Παρά την αδυναμία του Ζίζεκ να προτείνει μια ικανοποιητική λύση, ωστόσο την ώρα που η υποτίμησή του ζητήματος οδηγεί στην ανάδειξη της Ακροδεξιάς στην πρώτη πολιτική δύναμη της Γαλλίας, «αποτελεί, ίσως, το πιο χαρακτηριστικό δείγμα μιας ευρύτερης μεταστροφής που συντελείται σήμερα στην ευρωπαϊκή σκέψη, υπό το βάρος των γεγονότων που συνέβησαν τα τελευταία δύο χρόνια».
Ο Δημήτρης Μάρτος, συνεχίζει τον γόνιμο προβληματισμό του πάνω στο ζήτημα του Αθηνοκεντρισμού, ως μιας από τις βασικές αιτίες της διαιωνιζόμενης και θανατηφόρας ελληνικής κρίσης, με τη μελέτη του, «Αν η πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους μεταφερόταν αλλού».
Ο Γιώργος Καραμπελιάς, στο δοκίμιο, «Η διαμόρφωση της σκέψης του Ιωάννη Καποδίστρια» παρακολουθεί τη σκέψη του Κυβερνήτη κατά τα χρόνια της διαμορφωσής της, πριν από την Επανάσταση. Σε αντίθεση με τη σχηματική καταταξή του στις «αντιδραστικές δυνάμεις», μέσα από τη δράση και τα κείμενά του, αναδεικνύεται η διαφωτιστική οπτική του και η αταλάντευτη προσήλωση του στα συμφέροντα του ελληνισμού, τη γένεση του οποίου ανάγει μάλιστα στους υστερους βυζαντινούς χρόνους, προδιαγράφοντας τον… Ζαμπέλιο.
Οι Michaël Löwy και Robert Sayre, στο κείμενο «Ο ρομαντισμός σήμερα», αναδεικνύουν το επαναστατικό δυναμικό του ρομαντισμού, σε αντίθεση με τον εργαλειακό ορθολογισμό. Η ρομαντική κριτική, με τη σχολή της Φρανκφούρτης, τον Ιβάν Ίλιτς, τον Καρλ Πολάνυ, τους καταστασιακούς, τη «φαντασία στην εξουσία» του ’68, τον Τσε Γκεβάρα και την οικολογική κριτική, θα καταλάβει το προσκήνιο της επαναστατικής σκέψης απέναντι στην σκλήρυνση του διαφωτισμού και τη μεταβολή του σε διαλεκτική της εξουσίας.
Ο Γιώργος Μοράρης, στη μελέτη του για τον μεγάλο Κύπριο ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη παρουσιάζει αριστοτεχνικά τη «διπλή απόκλιση της κυπριακής διαλέκτου και του ποιητικού του λόγου».
* * *
Το τεύχος περιλαμβάνει και το β΄ μέρος του αφιερώματος στον Παναγιώτη Κονδύλη:
Ο Θεόδωρος Ι. Ζιάκας, με το άρθρο, «Παναγιώτης Κονδύλης: ο δικός μας σκεπτικός στο λυκόφως του μοντερνισμού», και ο Γιώργος Μερτίκας, με το «Π. Κονδύλης ή ο Μακιαβέλλι στη μαζική δημοκρατία», διερευνούν τη συνάφεια της σκέψης του Κονδύλη με τους σκεπτικούς και τον Μακιαβέλλι σε μια εποχή κρίσης της νεωτερικότητας. Για τον Ζιάκα, ο Κονδύλης «τοποθετείται στη Σκεπτική σχολή, όχι μόνο λόγω του ομολογημένου ‘σκεπτικισμού’ της, αλλά και της ταυτότητας σκοπού και μεθόδου». Σύμφωνα με τον Μερτίκα η σκέψη του έχει τις καταβολές της στον «νεωτερικό πατριωτισμό των μακιαβελλικών, οι οποίοι υπέταξαν την ηθική στην πολιτική» και παρότι το κράτος της μαζικής δημοκρατίας επιχειρεί να εξαλείψει το πολιτικό στοιχείο, αυτό επανέρχεται πάντα, έστω και υπό τη μορφή του εμφυλίου πολέμου.
Ο Άγγελος Γουνόπουλος στο δοκίμιο για τη σχέση του Κονδύλη με τον Καρλ Σμιτ, μελετά από μια πρωτότυπη οπτική ένα κομβικό όσο και αμφιλεγόμενο ζήτημα της διαμόρφωσης της σκέψης του Έλληνα στοχαστή.
Ο Γιάννης Δ. Ιωαννίδης, αποπειράται ένα «Σχόλιο στη διαμάχη Π. Κονδύλη – Γ. Λυκιαρδόπουλου», ανάμεσα στη Θουκυδίδεια «απαισιοδοξία» του πρώτου και την πίστη στην αξία του οράματος της απελευθέρωσης του δεύτερου, παρά και ενάντια στις ποικίλες διαψεύσεις του, ενώ η Ιωάννα Τσιβάκου, πραγματοποιεί μια οντολογική προσέγγιση της επικοινωνίας, στο δοκίμιο της «Διαβάζοντας το Πολιτικό και ο Άνθρωπος».
Τέλος ο Μιχάλης Μερακλής εξετάζει κριτικά την αντίληψη του Κονδύλη για τον νεο-ελληνικό διαφωτισμό στο κείμενο του, «Ο Παναγιώτης Κονδύλης και η Εκκλησία».
* * *
Στο τελευταίο μέρος του τόμου, ο Γιάννης Ταχόπουλος ολοκληρώνει την εκτενή και πρωτότυπη έρευνά του για τη Βυζαντινή Τέχνη, με το τρίτο μέρος της, που αφορά την επίδραση της στη Δύση.
Ο Θανάσης Δ. Κωτσάκης, στη μελέτη για την «Εθνική συνείδηση στο Αιγαίο κατά τον ύστερο Μεσαίωνα», διαπιστώνει πως η ανάπτυξη μιας πρώιμης ελληνικής εθνικής ταυτότητας στο Αιγαίο (13ος – 15ος αι.) συνδέεται με την πίστη στην Ορθοδοξία και τις ιδεολογικές συγκρούσεις μεταξύ Ελληνορθοδόξων και Βενετών.
Ο Βασίλης Δημογεροντάκης, στο άρθρο του για τον Μάρκο Παρασκευά Περίδη, δεν περιορίζεται στον ρόλο του στην ιταλομάθεια του 19ου αι. αλλά μας παρουσιάζει μια άγνωστη πολυεπίπεδη προσωπικότητα που πήρε ενεργό μέρος στα εθνικά, εκπαιδευτικά και πολιτικά ζητήματα του δεύτερου μισού του 19ου αι.
Ο Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, στα «Λεξικολογικά και λεξικογραφικά» του προβαίνει σε ένα σχόλιο πάνω στην χρηστικότητα της αργκό και την συμπερίληψή της στα νεοελληνικά λεξικά.
* * *
Στις βιβλιοπαρουσιάσεις, γίνεται αναφορά σε δύο βιβλία. Ο Γιώργος Καραμπελιάς, στο 1821: Η Δυναμική της Παλιγγενεσίας, εξετάζει την οικονομική, κοινωνική, πολιτική και θρησκευτική/εκκλησιαστική ιστορία της ελληνικής Αναγέννησης, για να κλείσει με τα Επτάνησα, την επαναστατημένη Σάμο και τη Φιλική Εταιρεία. Η Ιωάννα Τσιβάκου στο άρτι εκδοθέν, Ο Ηγέτης ως Ενσάρκωση του Θεσμού, επιχειρεί μια αναλυτική ανασκόπηση όχι μόνο της μορφής του πολιτικού ηγέτη, αλλά και των θεσμών του κράτους που αυτός ενσαρκώνει.
ΠΗΓΗ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.