Ιανουαρίου 18, 2014 από seisaxthiablog
Του Δ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ*
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Στο 6ο τεύχος του 2013 της ΚΟΜΕΠ δημοσιεύτηκε κείμενο του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. με τίτλο «Η πορεία αποκατάστασης του επαναστατικού χαρακτήρα του Κ.Κ.Ε.». Το κείμενο αυτό από μόνο του, χωρίς να λάβουμε υπόψη όλες τις άλλες ανατροπές που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια στο χαρακτήρα του κόμματος, ανατρέπει εκ βάθρων την θεωρία και τα επαναστατικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του, την ιστορία του σχεδόν ενός αιώνα.
Μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να κατανοηθεί από τους κομμουνιστές και όσους θέλουν να υπηρετήσουν την ανάγκη της εργατικής τάξης να έχει το επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα της για την υπεράσπιση των ζωτικών αναγκών της και για την οργάνωση του αγώνα εναντίον του κεφαλαίου με στόχο το σοσιαλισμό.
Με αυτό το κείμενο έρχεται το ΠΓ να παραδεχθεί όλα όσα ένας μεγάλος αριθμός στελεχών του κόμματος τα τελευταία 10 -15 χρόνια επισήμαιναν και για το λόγο αυτό πήγαν στο περιθώριο. Τότε η ηγετική ομάδα διερρήγνυε τα ιμάτιά της, έλεγε ότι κατηγορείται άδικα, ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο και ότι οι κατηγορίες αυτές είναι ανυπόστατες. Σήμερα βγήκε ανοιχτά και προωθεί ολοκληρωμένα όλα όσα τα προηγούμενα χρόνια αρνούνταν. Το ίδιο το ΠΓ βγάζει την ιστορία του κόμματος λάθος. Με βάση τις αντιλήψεις του, ο λαός αγωνίζονταν στη βάση της οπορτουνιστικής γραμμής που χάραζε το Κ.Κ.Ε. από το 1930 ακόμη και για τον λόγο αυτό οι αγώνες του Κ.Κ.Ε. και του λαού οδηγήθηκαν στην ήττα, η θεωρία των Μαρξ-Ένγκελς και Λένιν, κατά το ΠΓ, παραμορφώθηκε από την Κομμουνιστική Διεθνή και το Κομμουνιστικό Κίνημα από τα πρώτα τους βήματα, κατά ορισμένους και από τα σοβαρά λάθη του ίδιου του Λένιν, και είναι ανάγκη η σημερινή ηγεσία του Κ.Κ.Ε. να αποκαταστήσει την επαναστατική ουσία της. Όχι μόνη της φυσικά, αλλά συμπράττοντας με πατενταρισμένους οπορτουνιστές εντός και κυρίως εκτός της χώρας που αυτοαποκαλούνται αντικαπιταλιστές και στρέφονται ανοιχτά εναντίον του Λένιν και του λενινισμού, παραχαράσσουν τον Μαρξ και ακυρώνουν την Κομμουνιστική Διεθνή και την ιστορία ολόκληρου του κομμουνιστικού κινήματος. Πολλοί απ’ αυτούς στο εσωτερικό της χώρας είναι γνωστοί στους κομμουνιστές. Στο εξωτερικό μεταξύ τους είναι ένα μεγάλος αριθμός ‘‘κομμάτων’’ και προσώπων με τα οποία υποτίθεται ότι το Κ.Κ.Ε. διαμορφώνει τον κομμουνιστικό πόλο, γιατί κανένα κόμμα με υπόσταση και επιρροή στην εργατική τάξη της χώρας του δεν συμπράττει σ’αυτόν. Όλοι αυτοί αφού υπηρέτησαν διάφορους θεούς και αφεντάδες μέχρι σήμερα, τώρα ενδύθηκαν το μανδύα του αντικαπιταλιστική και του αναμορφωτή του κομμουνιστικού κινήματος.
Από την πρώτη ανάγνωση του κειμένου αυτού του ΠΓ ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται ουσιαστικά για τον 3ο τόμο του δοκιμίου ιστορίας του Κ.Κ.Ε. 1968 – 1991 σε περίληψη και αυτό διότι τοποθετείται και απαντά σε όλα τα μεγάλα ζητήματα του Κ.Κ.Ε. αυτής της περιόδου.Τοποθετείται για όλα τα κομματικά συνέδρια αυτής της περιόδου που χάραξαν τη στρατηγική και την τακτική του κόμματος, το 9ο, το 10ο, το 11ο, το 12ο κ.λπ., για τον αγώνα εναντίον της δικτατορίας και τη γραμμή που το Κ.Κ.Ε. κράτησε, τη στάση απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία και το ΠΑ.ΣΟ.Κ., τις διολισθήσεις και τις ‘’ διολισθήσεις’’ από τη χαραγμένη γραμμή, για την περίοδο 1989- 1991 και την ίδρυση του Συνασπισμού, καθώς και τις κυβερνήσεις συνεργασίας στις οποίες συνεργάστηκε ο ενιαίος Συνασπισμός τότε κ.λπ.. Εδώ τίθεται ένα τεράστιο ζήτημα. Υποτίθεται ότι ξεκίνησε μια ολόκληρη διαδικασία συγγραφής του 3ου τόμου ιστορίας του κόμματος συλλογικά, συζητήσεων στα όργανα και το κόμμα ολόκληρο και τελικά συλλογικής απόφασης από ολόκληρο το κόμμα, η οποία μάλιστα θα πάρει σε μάκρος. Ξαφνικά το ΠΓ δίνει το κείμενο του στη δημοσιότητα απαντώντας σε όλα τα σημαντικά ζητήματα της περιόδου αυτής. Πού πήγε το καταστατικό του κόμματος; Πού πήγε ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, τα δικαιώματα όλων των οργάνων και πρωτίστως ΚΕ, τα δικαιώματα των μελών του κόμματος; Η ηγετική ομάδα για άλλη μια φορά έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων της το καταστατικό και τα δικαιώματα των κομμουνιστών. Παλαιά τακτική που τα τελευταία χρόνια μεσουρανεί. Γιατί το ΠΓ βιάστηκε; Τι θέλει να αποφύγει και βιαστικά προχωρεί να τα ανατρέψει όλα; Αν θεωρεί ότι έτσι θα μαντρωθούν οι κομμουνιστές και δεν θα αντιδράσουν γελιέται. Η διολίσθηση σε σημαντικά ζητήματα και αποφάσεις από τη χαραγμένη γραμμή, η ζύμωση θέσεων από μια μικρή ομάδα στην καθοδήγηση του κόμματος με στόχο τη διαμόρφωση των αντιλήψεων του κομμουνιστών και των φίλων του κόμματος, ώστε να αφομοιωθούν με τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις σε όλο της το μεγαλείο. Ο καθοδηγητικός φραξιονισμός σε όλο του το μεγαλείο. Είκοσι χρόνια τώρα τα ίδια και τα ίδια, η ίδια άθλια αντικομματική τακτική.
Συνηθίζουμε να λέμε και σωστά ότι το κριτήριο για την ορθότητα της θεωρίας είναι η πράξη. Η πράξη τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα από τότε που το Κ.Κ.Ε. τέθηκε ολοκληρωτικά στη σημερινή γραμμή είναι καταστροφική. Το Κ.Κ.Ε. έχασε τα περισσότερα ερείσματά του στην εργατική τάξη και το λαό, κλονίστηκε η επιρροή και το κύρος του. Εν μέσω της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης αντί να αυξήσει την επιρροή του, να προσπαθήσει να αμφισβητήσει την αστική τάξη, οδηγείται στο περιθώριο λόγω της πολιτικής που ακολουθεί. Αναρωτιούνται χιλιάδες τίμιοι αγωνιστές γιατί η ηγεσία του δεν προβληματίζεται από αυτό; Πρόκειται για λάθος και τι είδους λάθος είναι αυτό; Ή μήπως πρόκειται για αποφάσεις που ελήφθησαν και θα πρέπει να προωθηθούν πάση θυσία, έστω και αν το Κ.Κ.Ε. οδηγηθεί στη συντριβή; Και σε τελική ανάλυση τίνος τα συμφέροντα εξυπηρετεί η τακτική αυτή, της εργατικής τάξης και του λαού ή των αντιπάλων της;
Από την πλευρά μας να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν θεωρούμε ότι το Κ.Κ.Ε. σε ολόκληρη τη διαδρομή του δεν είχε λάθος αποφάσεις σε σημαντικά ζητήματα, αδυναμίες στις επεξεργασίες και στην τακτική του και είναι ανάγκη όλα αυτά να συζητηθούν, να βγουν τα αναγκαία συμπεράσματα και η πείρα. Από το σημείο όμως αυτό μέχρι να θεωρείται λάθος η στρατηγική και η τακτική του Κ.Κ.Ε. και του κομμουνιστικού κινήματος από τη δεκαετία του 1920 μέχρι σήμερα και να απορρίπτεται ολοκληρωτικά, σήμερα που προέκυψαν οι επαναστάτες αναμορφωτές να το βάλουν στον επαναστατικό δρόμο, η απόσταση είναι χαώδης και η πράξη καταστροφική.
Τα ζητήματα που θίγονται στο κείμενο του ΠΓ είναι πολλά. Στο κείμενο μας αυτό θα ασχοληθούμε με έναν ζήτημα σημαντικό που το ΠΓ το θεωρεί ως τη μήτρα όλων των δεινών για το Κομμουνιστικό Κίνημα και το Κ.Κ.Ε., την περίφημη θεωρία των σταδίων, την οποία υποτίθεται ακολουθούσε το Κομμουνιστικό Κίνημα σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα και γι’ αυτό δεν είχε αποτελέσματα.
Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα κάτω από την πίεση των εξελίξεων στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού και τη συρρίκνωση των κομμουνιστικών κομμάτων, ως και την εξάλειψη τους σε ορισμένες χώρες, η θεωρία των σταδίων επανήλθε με πολύ μεγάλη ένταση.Ιδιαίτερα την προπαγανδίζουν τροτσκιστικές και διάφορες άλλες αριστερίστικες οργανώσεις και τμήματα της κομμουνιστικής αριστεράς που τα τελευταία χρόνια ρέπουν στον αριστερισμό. Κυρίως αναφερόμαστε στην ηγετική ομάδα του Κ.Κ.Ε., η οποία χαρακτηρίζει σταδιοποίηση και στάδια κάθε τακτική η οποία αποκλίνει από την πολιτική της. Το σχήμα από το οποίο ξεκινά είναι το εξής: Μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού δεν μεσολαβεί άλλο κοινωνικό οικονομικό σύστημα, άρα δεν μπορεί να υπάρχει άλλη εξουσία πέραν της καπιταλιστικής και της εργατικής- σοσιαλιστικής, ως εκ τούτου. Αφού η επερχόμενη επανάσταση θα είναι σοσιαλιστική, η καθημερινή δουλειά των κομμουνιστών, το περιεχόμενο της και οι δυνάμεις με τις οποίες συμπράττει το Κ.Κ.Ε. πρέπει με ένα εντελώς άμεσο τρόπο να υπηρετούν την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, οι στόχοι να είναι η προβολή της δικτατορίας προλεταριάτου στη σημερινή δράση, χωρίς να λαμβάνεται ουσιαστικά υπόψη το επίπεδο της ωριμότητας των εργαζομένων, η κατάσταση του κινήματος, τα χαρακτηριστικά της συγκυρίας την οποία η χώρα και ο λαός βιώνει. Οι πολιτικές συμμαχίες απορρίπτονται ως αδύνατες, διότι δεν υπάρχει καμία βάση συμφωνίας και σύμπραξης με οποιαδήποτε πολιτική δύναμη και για κανένα ζήτημα, αλλά και οι κοινωνικές συμμαχίες πρέπει να γίνονται μόνο πάνω στρατηγικές επιδιώξεις της εργατικής τάξης και του κομμουνιστικού κόμματος. Αυτή την τακτική και αυτές τις αντιλήψεις τα εμφανίζουν ως το απαύγασμα του μαρξισμού και της επαναστατικής πολιτικής. Ακριβώς σε αυτή την πλάνη θα προσπαθήσουμε εν συντομία να απαντήσουμε.
ΟΙ ΚΛΑΣΙΚΟΙ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΦΑΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ
Καταρχήν, να δούμε τι στα αλήθεια υποστήριζαν την εποχή τους οι Μαρξ και ΄Εγκελς και αργότερα ο Λένιν και η Κομμουνιστική Διεθνής, λαμβανομένων φυσικά υπ’ όψιν των διαφορών που χαρακτηρίζουν κάθε ιστορική περίοδο. Στο πλούσιο συγγραφικό τους έργο και στην εξαιρετικά πλούσια δράση τους τι ακριβώς υιοθετούσαν και προωθούσαν σχετικά με το χαρακτήρα της κοινωνικής εξέλιξης και κατ’ επέκταση το χαρακτήρα και την πορεία της επανάστασης;
Οι Μαρξ και Ένγκελς διαμόρφωσαν τη θεωρία τους σχετικά με το ζήτημα που προαναφέραμε κατά την περίοδο 1848- 1850. Αναγκασμένοι τότε να απαντήσουν στις εξελίξεις και στις προκλήσεις που διαμόρφωνε το επαναστατικό κύμα που σάρωσε αρκετές χώρες της Ευρώπης και μελετώντας βαθιά την πείρα αυτών των επαναστάσεων διαμόρφωσαν τη θεωρία της αδιάκοπης (διαρκούς) επανάστασης. Απλές αναφορές σε αυτήν βρίσκουμε στο παλαιότερο έργο τους από την εποχή που ο Μαρξ έγραψε το ‘‘Εβραϊκό ζήτημα’’, αργότερα στο ‘‘Κομμουνιστικό Μανιφέστο’’ και με πολύ μεγάλη σαφήνεια και με τη χρήση του όρου διαρκής επανάσταση στα έργα τους που μελετούν την πείρα της επανάστασης του 1848 – 1850. Συγκεκριμένα στα έργα ‘‘Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία 1848- 1850’’, ‘‘Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη’’, ‘‘Προσφώνηση στην κεντρική επιτροπή της Ένωσης Κομμουνιστών’’. Οι επαναστάσεις αυτές ήταν αστικοδημοκρατικές και αυτό προέκυπτε από το επίπεδο ανάπτυξης των κοινωνιών αυτών, από τις αντιθέσεις, οι οποίες κινούσαν τις επαναστατικές εξελίξεις. Τα προβλήματα των κοινωνιών αυτών σε αυτή τη φάση ήταν η παρεμπόδιση της αστικής ανάπτυξης από τα φεουδαρχικά υπολείμματα που ακόμη παρέμεναν ή από το φεουδαρχικό εποικοδόμημα και τους θεσμούς του, που έμπαιναν σοβαρό εμπόδιο στην ανάπτυξη των αστικών σχέσεων και την ολοκληρωτική επικράτηση τους. Στο ένα σκέλος, δηλαδή της αντίθεσης που κινούσε τις επαναστάσεις βρίσκονταν η φεουδαρχία και τα τμήματα της κοινωνίας που συνδέονταν με την κυριαρχία της. Στο άλλο σκέλος βρίσκονταν η αστική τάξη, η εργατική τάξη και τα ενδιάμεσα μικροαστικά στρώματα της πόλης και κυρίως η αγροτιά. Με μια πολύ ουσιαστική όμως διαφοροποίηση, η οποία πηγάζει από τα συμφέροντα κάθε τάξης και κοινωνικού στρώματος και προσδιορίζει το βαθμό της επαναστατικής συνέπειας τους.
Η αστική τάξη ενδιαφέρεται να ηττηθεί η φεουδαρχία και να συντριβεί η κυριαρχία της, ως εκεί. Να περάσει συνολικά η εξουσία σ’ αυτή και μάλιστα ει δυνατόν να μην απειλείται και να μην αμφισβητείται.
Η μικροαστική τάξη στέκει με συνέπεια απέναντι στη φεουδαρχία, διεκδικεί την ήττα της, καθώς και δικαιώματα και όρους συμμετοχής στην οικονομία και την πολιτική ζωή. Διεκδικεί αντιμονοπωλιακά αιτήματα, γη και ελευθερίες, απαλλαγή από τα φεουδαρχικά βάρη.
Η εργατική τάξη, η πιο συνεπής επαναστατική τάξη, δεν διεκδικεί μόνο τον εκμηδενισμό της φεουδαρχίας, αλλά ενδιαφέρεται να μην προκύψει από την ήττα της κυριαρχία της αστικής τάξης και εδραίωση του αστικού καθεστώτος, το οποίο τότε θα στραφεί εναντίον των συμμάχων του στην επανάσταση, εργατών και μικροαστών, αλλά να απομονωθεί η αστική τάξη, να κυριαρχήσουν οι εργάτες και οι μικροαστοί και να οδηγηθεί η αστική επανάσταση ως τα έσχατα όρια της.
Σε αυτό το ζήτημα καλούνται να απαντήσουν οι κλασικοί, με ποιο τρόπο, δηλαδή, η αστική επανάσταση θα ξεπερνούσε τα όρια που τα αστικά συμφέροντα έθεταν, η νίκη της επανάστασης θα γίνει ολοκληρωτική, όσον αφορά τη φεουδαρχία και την αστική τάξη. Ποια τακτική ήταν η ενδεικνυομένη από την πλευρά της εργατικής τάξης και του επαναστατικού κόμματος, ποιος συσχετισμός δύναμης ήταν ο ενδεικνυόμενος και ποιος έπρεπε να είναι ο ρόλος της εργατικής τάξης στο πλαίσιο της συμμαχίας των Επαναστατικών δυνάμεων για να οδηγηθεί η επανάσταση στην ολοκλήρωση της.
Στα θεμελιώδη αυτά ερωτήματα οι Μαρξ και Ένγκελς κατέληξαν ότι η εργατική τάξη πρέπει να τραβήξει σε συμμαχία τους αγρότες και τους μικροαστούς της πόλης, να ηγεμονεύσει στο επαναστατικό μπλοκ δυνάμεων, να απομονώσει την αστική τάξη και να οδηγήσει την επανάσταση ως το όριο της, που είναι η Λαοκρατική Δημοκρατία. Με τον όρο αυτό οι Μαρξ και Έγκελς εννοούσαν την κυριαρχία της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την αγροτιά και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και την εξουσία την οποία θα διαμόρφωναν μετά τη νίκη της επανάστασης. Ο παράγοντας που σε τελική ανάλυση θα έκρινε την πορεία της επανάστασης και ποιος θα κυριαρχούσε ήταν η ισχύς των Επαναστατικών δυνάμεων και κυρίως η ηγεμονία της εργατικής τάξης εντός του επαναστατικού μπλοκ. Αυτό ακριβώς απέδειξαν οι μετέπειτα κοινωνικές επαναστάσεις.
Συμπερασματικά αναφέρουν ότι οι Μαρξ και Έγκελς στις συνθήκες ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Δ. Ευρώπη των μέσων του 19ουαιώνα σαφώς και έβλεπαν την αναγκαιότητα ενός σταδίου στον αγώνα για την αστικοδημοκρατική επανάσταση, σταδίου μεταβατικού προς τη δικτατορία του προλεταριάτου[1], στο οποίο την εξουσία κατέχουν το προλεταριάτο που ασκεί το ηγεμονικό ρόλο, και τα ενδιάμεσα μικροαστικά στρώματα της πόλης και η αγροτιά. Την εξουσία αυτή ονόμαζαν Λαοκρατική δημοκρατία. Η Λαοκρατική δημοκρατία στην αντίληψη των Μαρξ και Έγκελς είναι το έσχατο όριο στο οποίο μπορεί να φτάσει η αστικοδημοκρατική επανάσταση. Αν η δημοκρατική επανάσταση θα μείνει στα μισά του δρόμου, θα διαμορφώσει δηλαδή εξουσία της αστικής τάξης ή θα προχωρήσει ως το έσχατο όριο της και θα διαμορφώσει λαοκρατική δημοκρατία εξαρτάται από το αν το προλεταριάτο κατέχει την ηγεμονία στη συμμαχία με τα μικροαστικά στρώματα, καθώς επίσης εάν καταφέρει να απομονώσει την αστική τάξη και να την εμποδίσει να κατακτήσει αυτή την εξουσία.
Η πορεία αυτή στους κλασσικούς έχει ένα ενιαίο και αδιάκοπο χαρακτήρα, είναι μια αδιάκοπη επαναστατική διαδικασία, η οποία δεν χωρίζεται σε στάδια με την έννοια των μακροχρόνιων περιόδων που έχουν εντελώς οριοθετημένα καθήκοντα. Είναι ακριβώς μία αδιάκοπη πορεία της επανάστασης, στην οποία η εργατική τάξη πρέπει να έχει την ηγεμονία προκειμένου να οδηγηθεί αυτή την ολοκλήρωση της, ως τη δικτατορία προλεταριάτου. Στη διαδικασία αυτή το κόμμα της εργατικής τάξης πρέπει να διατηρεί σε όλες τις φάσεις την αυτοτέλεια του, να οργανώνεται εντελώς ξεχωριστά από τους συμμάχους του, να προβάλει τα ξεχωριστά αιτήματα των εργατών και να μην αρκείται στα γενικότερα αιτήματα, πρέπει να φροντίζει τη δημιουργία των προϋποθέσεων για την υλοποίηση των σκοπών του.
Ο ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΡΟΤΙΑΣ
Στις αρχές του 20ου αιώνα στη Ρωσία ωριμάζει η επανάσταση, η οποία τελικά ξέσπασε ορμητικά το 1905. Ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι μελετώντας τις συνθήκες της Ρωσίας εκείνης της εποχής, το επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού στη χώρα, αλλά και το σύνολο των αντιθέσεων για διαπερνούσαν την κοινωνία, κατέληξαν ότι η επανάσταση που ωρίμαζε θα είχε αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα, αφού κατά την εκτίμησή τους η κύρια αντίθεση τότε στη χώρα ήταν αυτή μεταξύ φεουδαρχίας και τσαρισμού και των τμημάτων της κοινωνίας που συνδέονταν μαζί τους από τη μια και των άλλων τάξεων- εργατική τάξη, αγρότες, μικροαστοί των πόλεων, αστική τάξη κ.λπ.- από την άλλη. Στην εκτίμησή τους αυτή δικαιώθηκαν. Η επανάσταση του 1905 και αυτή του Φλεβάρη του 1917 ήταν επαναστάσεις αστικοδημοκρατικές.
Ποια στάση μπορούσε να κρατήσει απέναντι στην επανάσταση αυτή το κόμμα των εργατών; Στο ερώτημα αυτό η απάντηση δεν ήταν ενιαία. Οι απαντήσεις που δίνονταν ήταν δύο ή και τρεις. Η πρώτη απάντηση ήταν ότι από τη στιγμή που η επανάσταση θα έχει αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα είναι υπόθεση της αστικής τάξης, η εξουσία πρέπει να περιέλθει στην αστική τάξη και σ’ αυτό πρέπει να συμβάλει το προλεταριάτο, ώστε να λυθούν τα αστικοδημοκρατικά προβλήματα και όταν ωριμάσουν οι κοινωνικές προϋποθέσεις, ώστε στην επόμενη ιστορική φάση και στην επόμενη επανάσταση να διεκδικήσει εργατική τάξη την εξουσία. Μια δεύτερη απάντηση ήταν ότι παρά το γεγονός ότι πρόκειται για αστική επανάσταση, η εργατική τάξη πρέπει να προπαγανδίζει και να δρα για τη δική της εξουσία, για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αντιλαμβάνεται ο καθένας τι σημαίνει αυτό. Απόλυτη περιθωριοποίηση της εργατικής τάξης και του κόμματος της, αφού θα ήταν έξω από τα αιτήματα του λαού, από την κίνηση της ιστορίας. Η τρίτη απάντηση ήταν μια πραγματικά μαρξιστική απάντηση με βάση τη μαρξιστική θεωρία για το αδιάκοπο της επανάστασης. Αυτή την απάντηση έδωσαν οι μπολσεβίκοι και ο Λένιν. Διαπίστωσαν ότι το προλεταριάτο, παρότι ολιγάριθμο και ασθενές ακόμη, ήταν στην πλειοψηφία του συγκεντρωμένο σε μεγάλες μονοπωλιακές επιχειρήσεις, είχε ειδικό βάρος και επιρροή στη ρωσική κοινωνία μεγαλύτερο από τον αριθμό του και καθοδηγούνταν από ένα επαναστατικό κόμμα που είχε τις προϋποθέσεις να οδηγήσει την εργατική τάξη στην ολοκλήρωση της επανάστασης. Από την άποψη αυτή η Ρωσία με 1905 και του 1917 δεν βρίσκονταν στο ίδιο σημείο που βρισκόταν η Γαλλία και η Γερμανία στη μεγάλη επανάσταση του 1848, όσον αφορά την ανεπάρκεια της εργατικής τάξης και του εργατικού κινήματος, για να μπει επικεφαλής των Επαναστατικών δυνάμεων και να οδηγήσει την επαναστατική διαδικασία. Ταυτόχρονα όμως υπολόγιζαν τη σημασία και το τεράστιο βάρος της αγροτιάς, τέτοιο που χωρίς τη συμμαχία της εργατικής τάξης μαζί της δεν ήταν δυνατή η νίκη της επανάστασης. Όλα αυτά οδήγησαν τους μπολσεβίκους στις συνθήκες της Ρωσίας τότε, στη βάση της αντίληψης του μαρξισμού για το αδιάκοπο της επανάστασης που είχαν επεξεργαστεί οι κλασσικοί στην εποχή τους, στη διατύπωση του στόχου για Λαοκρατική δημοκρατία προσαρμοσμένη στις συνθήκες της Ρωσίας την οποία ονόμασαν Δημοκρατική Δικτατορία του Προλεταριάτου και της Αγροτιάς και την ανέλυσε ο Λένιν στο έργο του ‘‘Δύο τακτικές του Σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική επανάσταση’’ καθώς και στα υπόλοιπα έργα του εκείνης της περιόδου.
Από τις τρεις εκδοχές που προαναφέραμε την πρώτη υποστήριζαν οι μενσεβίκοι και οι διάφοροι ρεφορμιστές αντιγράφοντας τους ρεφορμιστές της Β΄ Διεθνούς. Με τη δεύτερη απάντηση φαίνεται ότι τάσσεται εκτός από διάφορες σεχταριστικές και αριστερίστικες ομάδες και η ηγετική ομάδα του Κ.Κ.Ε. σήμερα. Η τρίτη ήταν η ταξική απάντηση από τη σκοπιά του προλεταριάτου και στη βάση του μαρξισμού.
Η στρατηγική αυτή όχι μόνο προφυλάσσει το προλεταριάτο από την υποταγή του στην αστική τάξη, αλλά αν εφαρμοστεί σωστά του δίνει τη πρωτοβουλία ώστε να μην επιτρέψει την κυριαρχία της αστικής τάξης μετά την επανάσταση και την εδραίωσή της στην εξουσία, αλλά να διαμορφώσει την εξουσία του από κοινού με την αγροτιά και στο βαθμό που οι προϋποθέσεις διαμορφωθούν να περάσει από τη δημοκρατική επανάσταση στη σοσιαλιστική επανάσταση. Ο Λένιν στο έργο του ‘‘ Η στάση της σοσιαλδημοκρατίας απέναντι στο αγροτικό κίνημα’’ έγραφε: Γιατί από τη δημοκρατική επανάσταση θα αρχίσουμε αμέσως να περνάμε και ακριβώς το μέτρο των δυνάμεών μας, στο μέτρο των δυνάμεών του συνειδητού και οργανωμένου προλεταριάτου, θα αρχίσουμε να περνάμε στη σοσιαλιστική επανάσταση. Είμαστε υπέρ της διαρκούς επανάστασης. Δεν θα σταματήσουμε στη μέση του δρόμου[2].
Ο Λένιν στα κείμενα του και το 3ο συνέδριο των μπολσεβίκων ξεκαθάρισαν και πλήθος άλλα κρίσιμα ζητήματα που έχουν μεγάλη σημασία και τα οποία σήμερα πολλοί αποσιωπούν: Τόσο τα άμεσα συμφέροντα του προλεταριάτου, αναφέρει το τρίτο συνέδριο του ΣΔΕΚΡ, όσο και τα συμφέροντα του αγώνα του για τον τελικό σκοπό του σοσιαλισμού απαιτούν την αντικατάσταση της απολυταρχικής μορφής διακυβέρνησης με το λαοκρατική δημοκρατία. Η πραγμάτωση της λαοκρατικής δημοκρατίας στη Ρωσία είναι δυνατή μόνο σαν αποτέλεσμα μιας νικηφόρας λαϊκής εξέγερσης που όργανο της θα είναι μια προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση, η μόνη ικανή να εξασφαλίσει πλήρη ελευθερία… και να συγκαλέσει μια συντακτική συνέλευση που θα εκφράζει πραγματικά τη θέληση του λαού. Αυτή η δημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία με το σημερινό κοινωνικό-οικονομικό της καθεστώς, δεν θα αδυνατίσει αλλά θα δυναμώσει την κυριαρχία της αστικής τάξης, που σε μια ορισμένη στιγμή θα προσπαθήσει αναπόφευκτα χωρίς να διστάσει μπροστά σε τίποτα, να αφαιρέσει από το ρωσικό προλεταριάτο όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των κατακτήσεων της επαναστατικής περιόδου…. Είναι απαραίτητο να διαδώσουμε μέσα στην εργατική τάξη μια συγκεκριμένη αντίληψη για την πιθανότερη πορεία της επανάστασης και για την ανάγκη να δημιουργηθεί σε μια ορισμένη στιγμή της επανάστασης μια προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση από την οποία το προλεταριάτο θα απαιτήσει την πραγματοποίηση όλων των άμεσων πολιτικών και οικονομικών διεκδικήσεων του προγράμματός μας ( πρόγραμμα μίνιμουμ) …. Σε συνάρτηση με το συσχετισμό των δυνάμεων και με άλλους παράγοντες, που δεν μπορούν να καθοριστούν προκαταβολικά με ακρίβεια, επιτρέπεται η συμμετοχή πληρεξουσίων του κόμματός μας στην προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση με σκοπό την αμείλικτη καταπολέμηση κάθε αντεπαναστατικής απόπειρας και την υπεράσπιση των ιδιαίτερων συμφερόντων της εργατικής τάξης…. Απαραίτητος όρος για μια τέτοια συμμετοχή είναι ο αυστηρός έλεγχος του κόμματος πάνω στους πληρεξουσίους και η ακλόνητη περιφρούρηση της ανεξαρτησίας της σοσιαλδημοκρατίας, που επιδιώκει μια ολοκληρωτική σοσιαλιστική επανάσταση και από αυτήν ακριβώς την άποψη είναι αδιάλλακτα εχθρική προς όλα τα αστικά κόμματα….[3]
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Λένιν για τις συμμαχίες του προλεταριάτου στην πορεία αυτή της συνεχιζόμενης επανάστασης μέχρι και τη δικτατορία του: Το προλεταριάτο πρέπει να οδηγήσει τη δημοκρατική επανάσταση ως το τέλος, παίρνοντας μαζί του τη μάζα της αγροτιάς, για να τσακίσει με την βία την αντίσταση της απολυταρχίας και να εξουδετερώσει την αστάθεια της αστικής τάξης. Το προλεταριάτο πρέπει να πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση, παίρνοντας μαζί του τη μάζα των μισοπρολεταριακών στοιχείων του πληθυσμού για να συντρίψει με την βία την αντίσταση της αστικής τάξης και να εξουδετερώσει την αστάθεια της αγροτιάς και των μικροαστών[4]….. Επικεφαλής όλου του λαού και προ πάντων της αγροτιάς- για την πλήρη ελευθερία, για τη συνεπή δημοκρατική επανάσταση, για τη δημοκρατία! Επικεφαλής όλων των εργαζομένων που υφισταμένων την εκμετάλλευση- για το σοσιαλισμό![5]
Ο Λένιν αντιλαμβάνονταν την επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς ως μια μεταβατική, προσωρινή εξουσία, η οποία δεν μπορεί να ήταν μακρόχρονη και διαρκούσε μόνο όσο διαρκούσε η επανάσταση, τα επαναστατικά γεγονότα. Άρα δεν αντιστοιχεί σε κάποιον άλλο, ενδιάμεσο κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, αλλά είναι μια εξουσία που αναδεικνύεται στη διαδικασία μετάβασης προς τη δικτατορία του προλεταριάτου. Συγκεκριμένα έγραφε:Ο σοσιαλδημοκράτης δεν πρέπει ποτέ και ούτε λεπτό να ξεχνά την αναπόφευκτη ταξική πάλη του προλεταριάτου για το σοσιαλισμό, ενάντια στην πιο δημοκρατική αστική και μικροαστική τάξη. Αυτό είναι αναμφισβήτητο. Από δω απορρέει η απόλυτη ανάγκη για ένα χωριστό και αυτοτελές, αυστηρά ταξικό κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας. Από δω απορρέει ο προσωρινός χαρακτήρας της τακτικής μας … Ο αγώνας ενάντια στην απολυταρχία είναι προσωρινό και παροδικό καθήκον των σοσιαλιστών, κάθε όμως άγνοια ή περιφρόνηση του καθήκοντος αυτού ισοδυναμεί με προδοσία του σοσιαλισμού και με εξυπηρέτηση της αντίδρασης. Μια επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς είναι αναμφισβήτητα μόνο παροδικό, προσωρινό καθήκον των σοσιαλιστών, το να αγνοεί όμως κανείς το καθήκον αυτό την εποχή της δημοκρατικής επανάστασης είναι κάτι το καθαρά αντιδραστικό[6].
Η επανάσταση του Φλεβάρη ανέτρεψε τον τσάρο και τη φεουδαρχία, οι λαϊκές επαναστατικές δυνάμεις διαμόρφωσαν τα σοβιέτ, έκφραση της συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα ευρύτατα στρώματα της αγροτιάς, διαμόρφωσαν τη λαοκρατική δημοκρατία, ή τη δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, όπως προέβλεπε το πρόγραμμα των μπολσεβίκων. Η επανάσταση οδήγησε στη διαμόρφωση δυαδικής εξουσίας. Από τη μια η επαναστατική κυβέρνηση και από την άλλη τα σοβιέτ, τα οποία μάλιστα έλεγχαν οι μενσεβίκοι και οι εσέροι και τάχθηκαν υπέρ της υποστήριξης της προσωρινής κυβέρνησης και σταδιακά συντάχθηκαν ολοκληρωτικά μαζί της, στήριξαν δηλαδή την εξουσία της αστικής τάξης. Προέκυψε μια εξαιρετικά πρωτότυπη, νέα, πρωτοείδωτη σύμπλεξη του ενός με το άλλο στάδιο. Υπάρχουν δίπλα, μαζί, ταυτόχρονα και η κυριαρχία της στην της αστικής τάξης και η επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς που παραδίδουν θεληματικά την εξουσία στην αστική τάξη, που μετατρέπεται θεληματικά σε εξάρτημα της, σημειώνει ο Λένιν[7]. Εκτιμώντας την κατάσταση στις ‘‘Θέσεις του Απρίλη’’ ο Λένιν έγραφε: Η ιδιομορφία της σημερινής στιγμής στη Ρωσία βρίσκεται στο πέρασμα από το πρώτο στάδιο της επανάστασης που έδωσε την εξουσία στην αστική τάξη εξ’ αιτίας της ανεπαρκούς συνειδητότητας και οργάνωσης του προλεταριάτου, στο δεύτερο στάδιο της που πρέπει να δώσει την εξουσία στα χέρια του προλεταριάτου και των φτωχών στρωμάτων της αγροτιάς[8]. Στα ερωτήματα και τις διαφωνίες που διατυπώνονταν αν όντως η στρατηγική των μπολσεβίκων ήταν σωστή ο Λένιν απαντούσε: Γενικά τα μπολσεβίκικα συνθήματα και ιδέες έχουν επιβεβαιωθεί πλήρως από την ιστορία, συγκεκριμένα όμως τα πράγματα διαμορφώθηκαν διαφορετικά απ’ ό,τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς, πιο πρωτότυπα, πιο ιδιόμορφα, πιο ποικιλόμορφα. Η επαναστατική δημοκρατική δικτατορία προλεταριάτου και της αγροτιάς έχει ήδη πραγματοποιηθεί με μια ορισμένη μορφή και ως ένα ορισμένο βαθμό, γιατί η διατύπωση αυτή προβλέπει μόνο το συσχετισμό των τάξεων και όχι το συγκεκριμένο πολιτικό θεσμό των πραγματώνει αυτό το συσχετισμό, αυτή τη συνεργασία. Η διατύπωση αυτή (εννοεί τη δημοκρατική τη δημοκρατική δικτατορία…) έχει παλιώσει πια. Η ζωή την έβγαλε από το βασίλειο των διατυπώσεων και την έβαλε στο βασίλειο της πραγματικότητας, της έδωσε σάρκα και οστά, τη συγκεκριμενοποίησε και έτσι την τροποποίησε[9]. Μπροστά στο προλεταριάτο πλέον βρίσκονταν ο στόχος του αγώνα για τη σοσιαλιστική επανάσταση και οι σύμμαχοί του πλέον δεν είναι γενικά η αγροτιά αλλά η φτωχή αγροτιά και οι μισοπρολετάριοι. Στην ημερήσια διάταξη, έγραφε ο Λένιν, μπήκε πια ένα διαφορετικό, ένα νέο καθήκον: Η διάσπαση στο εσωτερικό αυτής της δικτατορίας ανάμεσα στα προλεταριακά στοιχεία και στο μικρονοικοκυρίστικα ή μικροαστικά, που είναι αντίπαλοι του κινήματος που ακολουθεί το δρόμο προς την κομμούνα, οπαδοί της υποστήριξης της αστικής τάξης και της αστικής κυβέρνησης[10].
Από το παραπάνω είναι φανερό ότι ο Λένιν δεν αναθεώρησε ποτέ τη στρατηγική που είχε χαράξει από το 1905, ποτέ δεν είδε τη δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου της αγροτιάς ως λάθος, γιατί στηριζόταν στις μαρξιστικές επεξεργασίες για το λαοκρατική δημοκρατία. Όσον αφορά τις ‘‘θέσεις του Απρίλη’’ που ορισμένοι υποστηρίζουν ότι αποτελούν αναθεώρηση της γραμμής για δημοκρατική δικτατορία προλεταριάτου…., σε καμιά περίπτωση δεν συνιστούν αναθεώρηση της. Απλώς στις συγκεκριμένες συνθήκες και με την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί ο Λένιν εφάρμοσε δημιουργικά το μαρξισμό και τη θεωρία για το διαρκές της επανάστασης και προσανατόλισε το κόμμα του και τις επαναστατικές δυνάμεις στη διαμόρφωση των προϋποθέσεων για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Εξάλλου ο ίδιος αρκετά χρόνια αργότερα απάντησε σε αυτές τις αντιλήψεις που διατυπώνονταν. ‘’ Η καθυστέρηση της Ρωσίας συνένωνε κατά πρωτότυπο τρόπο την προλεταριακή επανάσταση ενάντια στην αστική τάξη με την αγροτική επανάσταση ενάντια στους τσιφλικάδες. Απ’ αυτό αρχίσαμε τον Οκτώβρη του 1917 και δεν θα νικούσαμε τότε τόσο εύκολα αν δεν άρχιζαν από αυτό. Ο Μαρξ ακόμη το 1856 τόνιζε, μιλώντας για την Πρωσία, ότι είναι δυνατόν να έχουμε ένα ιδιόμορφο συνδυασμό της προλεταριακής επανάστασης με τον πόλεμο των χωρικών. Οι μπολσεβίκοι από τις αρχές του 1905 υποστήριζαν την ιδέα της επαναστατικής δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς[11]’’, έγραφε το 1919 και αργότερα στην 4η επέτειο της επανάστασης του Οκτώβρη το 1921 έγραφε: Και οι αναρχικοί και μικροαστοί Δημοκράτες έλεγαν και λένε ένα απίθανο σωρό ασυναρτησίες πάνω στο ζήτημα της σχέσης της αστικοδημοκρατικής επανάστασης με τη σοσιαλιστική. Τα τέσσερα αυτά χρόνια επιβεβαίωσαν πέρα για πέρα πως σωστά καταλαβαίναμε ,σ’ αυτό το σημείο, σωστά υπολογίζαμε την πείρα των προηγούμενων επαναστάσεων. Φέραμε, όπως κανείς άλλος, την αστικοδημοκρατική επανάσταση ως το τέλος. Τραβάμε με πλήρη συνείδηση, σταθερά και ακλόνητα προς τα μπρος, προς τη σοσιαλιστική επανάσταση[12].
Συμπερασματικά ο Λένιν με βάση τη θεωρία που διατύπωσαν οι κλασικοί για την εξέλιξη της επανάστασης, έβλεπε την επανάσταση στην Ρωσία να εξελίσσεται αδιάκοπα, επεδίωκε στην αστικοδημοκρατική επανάσταση, όταν ξεσπούσε, να μην κυριαρχήσει η αστική τάξη και να διακοπεί η πορεία της, αλλά η εργατική τάξη να μπει επικεφαλής στην επαναστατική πάλη, σε συμμαχία με την αγροτιά και τα μικροαστικά και μισοπρολεταριακά στοιχεία της πόλης και του χωριού, να επιδιώξει την ηγεμονία η εργατική τάξη στο επαναστατικό μπλοκ και να οδηγηθεί η επανάσταση όχι στην αστική κυριαρχία, αλλά να φθάσει στη δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, στην εξουσία δηλαδή του προλεταριάτου σε συμμαχία με την αγροτιά, εξουσία επαναστατική, μεταβατική και προσωρινή. Η εξουσία αυτή θα οδηγούσε σε προσωρινή κυβέρνηση, στην οποία η εργατική τάξη και το κόμμα της μπορούσαν να πάρουν μέρος με σκοπό την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, την καταπολέμηση κάθε αντεπαναστατικής ενέργειας και την εγγύηση ότι η επανάσταση δεν θα σταματήσει στο αστικοδημοκρατικό στάδιο της, αλλά γρήγορα, ανάλογα και με τις συνθήκες, θα μετεξελιχθεί σε σοσιαλιστική επανάσταση και σε δικτατορία του προλεταριάτου. Με βάση τις θέσεις αυτές το αξίωμα που διατυπώνει σήμερα η ηγεσία του Κ.Κ.Ε., ότι δεν υπάρχει άλλη εξουσία πλην της εργατικής και της αστικής, δεν ισχύει. Ούτε επίσης το αξίωμα ότι η εργατική τάξη και το κόμμα της μόνο στην εξουσία της εργατικής τάξης μπορούν να πάρουν μέρος, μετά την επανάσταση και σε κανενός είδους κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού. Πέρα από το γεγονός ότι και η δικτατορία του προλεταριάτου για αρκετά χρόνια μετά την επανάσταση στο έδαφος του καπιταλισμού πατάει, όσο οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και οι αστικές κοινωνικές σχέσεις γενικότερα δεν έχουν αντικατασταθεί από τις σοσιαλιστικές, η αποδοχή της θέσης αυτής είναι παραίτηση από την αξιοποίηση πιθανών θετικών για την εργατική τάξη εξελίξεων και ενός ευνοϊκού συσχετισμού που είναι δυνατόν να προκύψει, ώστε να αναδειχθεί κυβέρνηση η οποία θα συγκρουστεί με την αστική τάξη και θα διεκδικήσει το σύνολο της εξουσία, θα ωθήσει τις εξελίξεις ως την τελική σύγκρουση με το κεφάλαιο.
Δ. Δημητριάδης
[1] Στην ΄΄Προσφώνηση της ΚΕ στην Ένωση των Κομμουνιστών’’ ο Μαρξ γράφει: Ενώ οι Δημοκράτες μικροαστοί θέλουν να τελειώσουν την επανάσταση όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και με την πραγματοποίηση το πολύ πολύ των παραπάνω διεκδικήσεων, συμφέρον δικό μας και καθήκον δικό μας είναι να κάνουμε την επανάσταση διαρκή, ώσπου όλες λίγο πολύ οι ιδιοκτήτριες τάξεις να έχουν απωθηθεί από την εξουσία, ώσπου να έχει κατακτηθεί η κρατική εξουσία από το προλεταριάτο και ώσπου η συνένωση των προλετάριων, όχι μονάχα σε μια χώρα του κόσμου, αλλά σε όλες της κυρίαρχες χώρες του κόσμου, να έχει προχωρήσει τόσο, που να έχει σταματήσει ο συναγωνισμός ανάμεσα στους προλετάριους αυτών των χωρών και ώσπου να συγκεντρωθούν στα χέρια των προλετάριων τουλάχιστον οι αποφασιστικές παραγωγικές δυνάμεις. Εμείς δεν μπορεί να αποβλέπουμε στην αλλαγή της ατομικής ιδιοκτησίας, αλλά μονάχα στην εκμηδένιση της , δεν μπορεί να αποβλέπουν στην απόκρυψη των ταξικών αντιθέσεων μα στην κατάργηση των τάξεων, δεν μπορεί να αποβλέπουμε στην καλυτέρευση της σημερινής κοινωνίας , μα στην ίδρυση μιας νέας κοινωνίας.
[2] Λένιν Άπαντα τόμος 11, σ 223
[3] Λένιν Άπαντα τόμος 11 σ. 10 – 11
[4] Λένιν Άπαντα τόμος 11 σ. 90
[5] Λένιν Άπαντα τόμος 11 σ.105
[6] Άπαντα τόμος 11 σ. 75
[7] Άπαντα τόμος 31, σ. 135
[8] Άπαντα τόμος 31 σ. 114
[9] Άπαντα τόμος 31 σ. 133 - 134
[10] Άπαντα τόμος 31 σ. 134
[11] Άπαντα τόμος 38 σ.306
[12] Άπαντα τόμος 44 σ. 144
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΣΤΑΔΙΩΝ
ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ
Του Δ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ
Ο Λένιν προειδοποιούσε για την ανάγκη ορθής κατανόησης της δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς(ΔΔΠΑ), σχετικά με το μεταβατικό χαρακτήρα της και τη διάρκειά της όσο διαρκεί η επανάσταση, ότι ουσιαστικά είναι το μέσον για την προσέγγιση στη δικτατορία του προλεταριάτου. Παρά τις προειδοποιήσεις του ότι έχει όπως όλα στον κόσμο παρελθόν και μέλλον, ότι παρελθόν της είναι η απολυταρχία, η δουλοπαροικία, η μοναρχία, τα προνόμια και μέλλον της είναι ο αγώνας ενάντια στην ατομική ιδιοκτησία, ο αγώνας του μισθωτού ενάντια στο αφεντικό, ο αγώνας για το σοσιαλισμό, στον αγώνα αυτόν για το σοσιαλισμό, δεν υπάρχει ενότητα θέλησης του προλεταριάτου και της αγροτιάς, άρα δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται η δημοκρατική δικτατορία εξωιστορικά, αλλά μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες εξέλιξης της επανάστασης.
Παρόλα αυτά στη φάση της αστικής επανάστασης του Φλεβάρη του 1917 στη Ρωσία η κατανόηση της συνάντησε μεγάλες δυσκολίες και αρνήσεις. Η κύρια αιτία γι’ αυτό ήταν η πολύχρονη διαστρέβλωση της μαρξιστικής θεωρίας από τους ηγέτες της Β΄ Διεθνούς, που αντιλαμβάνονταν την εξέλιξη ως αυτοτελή, μακροχρόνια και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο στάδια.
Πρώτα- πρώτα διαφώνησαν με τις θέσεις και την τακτική του Λένιν ορισμένοι παλιοί μπολσεβίκοι, θεωρώντας ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν τέλειωσε. Αυτή τελειώνει, έλεγαν, με τη δημοκρατική δικτατορία και με την υλοποίηση όλων των επαναστατικών διεκδικήσεων. Άρα η αστικοδημοκρατική επανάσταση θα έπρεπε να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί. Αντίθετα ο Λένιν αντιλαμβανόταν ότι στην ημερήσια διάταξη έχει μπει πλέον ο αγώνας για το διαχωρισμό των επαναστατικών στοιχείων από τα μικροαστικά συμβιβαστικά στοιχεία μέσα στο επαναστατικό μέτωπο και θα πρέπει με το σύνθημα ‘’όλη η εξουσία στα σοβιέτ’’ να αναπτυχθεί η δράση για την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στα σοβιέτ, ώστε να καταστεί δυνατή η ανατροπή της αστικής εξουσίας και η επιβολή της εξουσίας του προλεταριάτου και της συμμάχου του αγροτιάς η οποία αφού ολοκληρώσει άμεσα τα αστικοδημοκρατικά καθήκοντα θα περάσει στην σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Αυτός όμως που αμφισβήτησε με λυσσώδη τρόπο τη στρατηγική της δημοκρατικής δικτατορίας, κυρίως μετά το θάνατο του Λένιν, θεωρώντας ότι έτσι θα υπερασπιστεί και θα δικαιώσει την δική του εκδοχή της διαρκούς επανάστασης ήταν Τρότσκυ. Δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα οι ισχυρισμοί του το 1929, ότι ο Λένιν έκλεισε οριστικά την πόρτα της δημοκρατικής δικτατορίας το 1917, καθώς επίσης ο ισχυρισμός του ότι με το χέρι του έγραψε στην πόρτα ‘‘απαγορεύεται η είσοδος, απαγορεύεται η έξοδος’’. Ούτε φυσικά η αναφορά του ότι ‘‘ η υπόθεση της δράσης του μπολσεβικισμού, που ο Λένιν υιοθέτησε στην πορεία της εξέλιξης μιας ορισμένης χώρας, την οποία τροποποίησε και συγκεκριμενοποίησε και την οποία απέρριψε σε μια δοσμένη στιγμή, γίνεται από το Ράντεκ ένα υπεριστορικό σχήμα[1]’’. Αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Ποτέ ο Λένιν δεν αμφισβήτησε και πολύ περισσότερο δεν αναθεώρησε και δεν απέρριψε τη στρατηγική της δημοκρατικής δικτατορίας. Ίσα- ίσα πολλές φορές μετά την επανάσταση υποστήριξε την ορθότητα αυτής της γραμμής και τη συμβολή της στην επιτυχία της επανάστασης στη Ρωσία. Όλα τα προηγούμενα είναι σοφιστείες του Τρότσκυ για στενά ιδιοτελείς σκοπούς του. Με τα επιχειρήματα και τις θέσεις αυτές πορεύτηκε ο τροτσκισμός μέχρι τις ημέρες μας. Οι θέσεις αυτές τον οδήγησαν σε κολοσσιαία λάθη, στην καταστροφική θέση του για το χαρακτήρα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και σε απομόνωση από την εργατική τάξη.
Στις μέρες μας τις δόξες αυτές του τροτσκισμού τις ζήλεψε η ηγετική ομάδα του Κ.Κ.Ε. που κυριάρχησε στο 18ο και ολοκληρωτικά στο 19ο συνέδριό του και τις αντιγράφει αυτολεξεί. Με την μια ή με την άλλη μορφή περιέχονται οι αντιλήψεις αυτές σε πολλά κείμενα της. Θα αναφερθούμε μόνο σε ένα. Στην πρώτη εκδοχή του δοκιμίου ιστορίας Β’ τόμος του Κ.Κ.Ε. 1949-1968, στο 3ο κεφάλαιο υπό τον τίτλο ‘‘ Για τη δράση του Κ.Κ.Ε. από το τέλος του 1949 ως την 12η ολομέλεια του 1968’’ αναφέρεται: Στις αναλύσεις του κόμματος η προσέγγιση του χαρακτήρα της επανάστασης κυμαινόταν μεταξύ του αστικοδημοκρατικού χαρακτηρισμού της και της προ του 1917 λενινιστικής προσέγγισης για «Επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς» για τις συνθήκες της φεουδαρχικής- τσαρικής Ρωσίας. Πρόκειται για τη λενινιστική προσέγγιση που αποδείχθηκε ουτοπική και για την προεπαναστατική Ρωσία και γρήγορα εγκαταλείφθηκε από το Λένιν.
Στα παραπάνω θέλουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: Ο τρόπος που το κείμενο χαρακτηρίζει τις επεξεργασίες του Κ.Κ.Ε. για το χαρακτήρα της επανάστασης είναι τουλάχιστον ακατανόητος. Τι σημαίνει κυμαινόταν μεταξύ του αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα και της επαναστατικής δημοκρατικής Δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς; Η ΔΔΠΑ, αν προκύψει, είναι η εξουσία που προκύπτει από την αστικοδημοκρατική επανάσταση. Σ’ αυτή την εξουσία και μόνο αναφερόταν η ολομέλεια του 1934 και όχι γενικά σε κάποια αστική εξουσία ή αστική κυβέρνηση. Εδώ η ηγετική ομάδα του Κ.Κ.Ε. ή δεν αντιλαμβάνεται σε τι ακριβώς αναφέρεται ή ασύστολα διαστρεβλώνει το πρόγραμμα του κόμματος.
Η στρατηγική αυτή της δημοκρατικής δικτατορίας δεν ήταν στρατηγική μόνο για τις συνθήκες της τσαρικής Ρωσίας του 1917, όπως αναφέρεται στο δοκίμιο, πρόκειται για στρατηγική επεξεργασία του Μαρξ για τη Γερμανία και όχι μόνο. Ήταν χρήσιμη και για άλλες χώρες με αντίστοιχες συνθήκες, επίπεδο ανάπτυξης και πλαίσιο ταξικών αντιθέσεων. Η δημοκρατική δικτατορία ήταν ο επιδιωκόμενος και μοναδικά πραγματικός στόχος μιας λαϊκής επανάστασης σε χώρες που το προλεταριάτο ήταν σχετικά μικρή μειοψηφία μέσα στην κοινωνία και πλειοψηφικό στοιχείο η αγροτιά. Στις χώρες ιδιαίτερα που η αστική επανάσταση δεν έχει πραγματοποιηθεί, έχει καθυστερήσει αρκετά η δημιουργία στο εσωτερικό τους καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής- άρα και προλεταριάτο- η αστική επανάσταση πορεύεται μαζί με το αίτημα για εργατική εξουσία. Η ιδιομορφία έγκειται στο εξής: Τόσο η αστική τάξη όσο και η εργατική δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν την επανάστασή τους χωρίς να πάρουν με το μέρος τους την αγροτιά.
Άρα και οι δυο επαναστάσεις, η αστική και η προλεταριακή, οφείλουν να έχουν στο πρόγραμμά τους το πρόγραμμα μιας αγροτικής επανάστασης. Στο βαθμό που η αγροτιά συρθεί πίσω από την αστική τάξη η επανάσταση είναι αστική γιατί η αγροτιά λόγω της ιδιοκτησίας που έχει στα μέσα παραγωγής είναι, όπως έλεγε ο Λένιν, αστική τάξη άλλου τύπου. Στο βαθμό όμως που η αγροτιά πάει σε συμμαχία με το προλεταριάτο η επανάσταση είναι δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς.
Η τρίτη παρατήρηση μας είναι ότι ηγεσία του Κ.Κ.Ε., αναφερόμενη σε ουτοπική στρατηγική και για την προεπαναστατική Ρωσία, η οποία εγκαταλείφθηκε από το Λένιν το 1917 αντιγράφει τα γραπτά του Τρότσκυ του 1929 και τα επαναλαμβάνει σήμερα. Τόσο σύγχρονη. Αλήθεια, τι σημαίνει η στρατηγική των μπολσεβίκων ήταν ουτοπική; Ουτοπικό είναι κάτι που δεν πραγματοποιήθηκε και κυρίως δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί, διότι βρίσκονταν τελείως εκτός πραγματικότητας, εκτός ιστορικού χρόνου, υπήρξε μόνο στη φαντασία του Λένιν. Με λίγα λόγια οι μπολσεβίκοι βάδισαν κατά τους ηγήτορες του Κ.Κ.Ε. από τη δημιουργία τους ως το 1917 και αργότερα με βάση μια στρατηγική εκτός πραγματικότητας, εκτός τόπου και χρόνου. Με αυτή τη στρατηγική έγιναν σημαντική επαναστατική δύναμη, καθοδήγησαν τρεις επαναστάσεις, νίκησαν και εγκαθίδρυσαν εργατική εξουσία.
Για ποιους λόγους αλήθεια μπορούσε μια στρατηγική να είναι ουτοπική; Καταρχήν γιατί ήταν λαθεμένη η πρόβλεψη ότι η επερχόμενη επανάσταση στη Ρωσία θα ήταν αστική, και ακόμη περισσότερο αν κάποιοι θεωρούν ότι αστική επανάσταση στη Ρωσία δεν έγινε, άρα δημοκρατική δικτατορία δεν μπορούσε να προκύψει. Έπρεπε να γίνει διαφορετικού χαρακτήρα επανάσταση, σοσιαλιστική επανάσταση και να εγκαθιδρύσει κατευθείαν δικτατορία του προλεταριάτου. Μια δεύτερη εκδοχή είναι ότι η αστική επανάσταση μπορεί να διαμορφώσει μόνο εξουσία της αστικής τάξης. Αυτός όμως είναι πατενταρισμένος μενσεβικισμός. Μια ακόμη εκδοχή είναι ότι δεν μπορούσε να υπάρξει δημοκρατική δικτατορία, ως εξουσία της εργατικής τάξης και με την ηγεμονία της σε συμμαχία με την αγροτιά για να υλοποιήσει αστικοδημοκρατικά επαναστατικά καθήκοντα και να δώσει τη θέση της στην δικτατορία του προλεταριάτου και στα σοσιαλιστικά καθήκοντα, διότι δεν μπορούσε να σταθεί ως επαναστατική δύναμη η αγροτιά, γενικά ως κοινωνικό στρώμα. Αυτό όμως αντιβαίνει απόλυτα στον λενινισμό και στην ιστορική εξέλιξη. Στη φάση της δημοκρατικής επανάστασης, όταν το κύριο αίτημα της αγροτιάς είναι να αφαιρεθεί η γη από τους τσιφλικάδες υπέρ των αγροτών και να απαλλαγούν αυτοί από τα φεουδαρχικά βάρη, η αγροτιά απέδειξε ότι μπορεί να «γίνει ακραιφνής οπαδός της δημοκρατικής επανάστασης»[2]. Η αγροτιά, όπως συμβαίνει γενικότερα με τα ενδιάμεσα μικροαστικά στρώματα, είναι ασταθής και ταλαντεύεται. Μπορεί όμως να σταθεί με συνέπεια σε επαναστατικές θέσεις όχι όμως αυτοτελώς, αλλά με την προϋπόθεση ότι στηρίζεται και καθοδηγείται από το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης και οι επαναστατικές αλλαγές που προωθούνται καλύπτουν τις δικές της διεκδικήσεις, για γη, δημοκρατία και δικαιώματα, απαλλαγή από τους τσιφλικάδες, ειρήνη κ.λπ.
Με βάση τα προηγούμενα μπορεί επίσης να γίνουν οι εξής επισημάνσεις: Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. και μαζί φυσικά άλλες αριστερίστικες δυνάμεις αντιλαμβάνεται την επαναστατική διαδικασία με τον ίδιο τρόπο που την αντιλαμβανόταν οι ηγέτες της Β΄ Διεθνούς. Γι’ αυτό και χαρακτηρίζει σταδιοποίηση κάθε προσπάθεια να αρθρωθεί μια στρατηγική, για ορισμένες φυσικά χώρες με χαμηλή ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων, που θα περιλαμβάνει μεταβατικές φάσεις και στάδια, ακόμη και αν πρόκειται για επαναστάσεις, δηλαδή για απόλυτα νομοτελειακές εξελίξεις. Δεν αντιλαμβάνεται ή δεν θέλει να αντιληφθεί το Λένιν και κατά συνέπεια δεν μπορεί να αντιληφτεί τη στρατηγική που χάραξε. Ως εκ τούτου κρίνει τη στρατηγική του Κ.Κ.Ε. στη βάση των αντιλήψεων της Β΄ Διεθνούς
Το ενδιαφέρον της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. δεν είναι απλώς να απορριφθεί η στρατηγική της 6ης ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ του 1934. Αυτό θα μπορούσε κανείς να το κατανοήσει έστω και αν διαφωνούσε. Το ενδιαφέρον στρέφεται στο να αποδειχθεί λανθασμένος και ουτοπικός ο Λένιν, άρα οι ίδιες οι θεωρητικές βάσεις, ή τουλάχιστον ένα τμήμα τους, της στρατηγικής που ο ίδιος χάραξε και πάνω σ’ αυτές στηρίχθηκε το κομμουνιστικό κίνημα.
Είναι σαφές ότι σήμερα η στρατηγική της δημοκρατικής δικτατορίας δεν έχει πρακτική πολιτική σημασία για το εργατικό κίνημα. Έχει αξία μόνο από ιστορική άποψη και καθόλου πρακτική. Τέτοιο ζήτημα δεν τίθεται για το επαναστατικό κίνημα σήμερα. Η εποχή της αστικής επανάστασης ιστορικά παρήλθε πλέον. Στην εποχή μας η επανάσταση σ’ ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη δεν μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό πέρα από επανάσταση σοσιαλιστική, που θα την πραγματοποιήσει η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της. Και κατά συνέπεια τίθεται εντελώς αβίαστα το ερώτημα, γιατί τέτοια επιμονή από την ηγεσία του Κ.Κ.Ε. να θέτει και να ξαναθέτει με τόση έμφαση το ζήτημα αυτό και να επαναφέρει τον υποτιθέμενο ουτοπικό και λαθεμένο χαρακτήρα της στρατηγικής των μπολσεβίκων και του κομμουνιστικού κινήματος αργότερα, τουλάχιστον για μια ορισμένη περίοδο κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα; Δεδομένου ότι κανείς στο Κ.Κ.Ε. δεν θέτει ζήτημα αστικής επανάσταση στην Ελλάδα, αντίθετα ομόφωνα το 15ο συνέδριο και το κόμμα ολόκληρο συμφώνησαν ότι η επανάσταση θα είναι σοσιαλιστική και αυτή τη στρατηγική χάραξαν, γιατί τίθεται μ’ αυτόν τον τρόπο το ζήτημα της καταδίκης και της απόρριψης της ΔΔΠΑ; Δεν θέλουμε να υποκύψουμε στον πειρασμό και να σκεφθούμε ότι ο λόγος είναι να τρωθεί ο Λένιν και ο λενινισμός, γι’ αυτό θα περιοριστούμε μόνο στην εξής ερμηνεία: Η στρατηγική που έχει χαράξει η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. την αναγκάζει να εμποδίσει εντός του κόμματος κάθε συζήτηση και κάθε σκέψη για τη διαδικασία μετάβασης στη σοσιαλιστική επανάσταση, τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτής της πορείας, τα καθήκοντα που τίθενται για το Κ.Κ.Ε. σήμερα, αλλά και σε ολόκληρη την ιστορική περίοδο ως την επαναστατική κατάσταση. Τέτοιο ζήτημα η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. αρνείται πεισματικά να δεχτεί και να διερευνήσει. Η στρατηγική που έχει χαράξει είναι: Χωρίς καμιά πολιτική συμμαχία και πραγματική κοινωνική συμμαχία, παρά μόνο συσπείρωση γύρω από το Κ.Κ.Ε., με βάση της συσπείρωσης αυτής ένα πλαίσιο στόχων που αναφέρονται στην ανατροπή του καπιταλισμού, το οποίο προσπαθεί να το διανθίσει με κάποια άμεσα οικονομικά αιτήματα και διεκδικήσεις, αποφεύγοντας την ουσιαστική εμπλοκή σε μεγάλες άμεσες ταξικές αναμετρήσεις εναντίον του κεφαλαίου και της εξουσίας του, οι οποίες στην ουσία θα διαμορφώσουν και τους ταξικούς συσχετισμούς, αλλά μετέχοντας σε ορισμένες χαμηλής έντασης αψιμαχίες με στόχο τη διατήρηση των δυνάμεων του, στην αναμονή της επαναστατικής κατάστασης, ώστε να προσπαθήσει να καταλάβει την εξουσία, ‘‘να μη είναι το κόμμα εγκλωβισμένο σε περίπτωση που ξεσπάσει κάποια μορφή κοινωνικής εξέγερσης’’[3].
Η πολιτική αυτή δημιουργεί μεγάλες διαφωνίες και εντάσεις, δημιουργεί αναταραχή στις γραμμές του και στις γραμμές των οπαδών του που αρνούνται να δεχτούν μια τέτοια σεχταριστική καρικατούρα ως στρατηγική του κόμματος τους, από τη στιγμή που αφενός μεν η πολιτική αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις ανάγκες των εργαζομένων και με τις αναγκαιότητες που δημιουργεί η συγκυρία, οι εξελίξεις και οι στρατηγικοί στόχοι του και αφετέρου η ίδια η 95χρονη ιστορία και η πλούσια συσσωρευμένη πείρα του. Αυτές οι αντιλήψεις είναι πράγματι ουτοπικές. Μια τέτοια στρατηγική δεν πρόκειται να υλοποιηθεί. Η επαναστατική κατάσταση είναι μεν διαδικασία αντικειμενική, έξω από τη θέληση των προσώπων, των πολιτικών δυνάμεων και των κοινωνικών τάξεων ακόμη, αλλά σε ολόκληρη την ιστορική εξέλιξη πριν και μετά την επαναστατική κατάσταση το αντικειμενικό είναι σε στενή συνάρτηση και αλληλεπίδραση με το υποκειμενικό. Αν το Κ.Κ.Ε. δεν είναι σταθερά καθημερινά παρόν στους αγώνες της εργατικής τάξης και του λαού, αν δεν κατακτήσει την εμπιστοσύνη του, αν δεν γίνει το κόμμα ευρύτερων τμημάτων του, όχι μόνο δεν θα μπορέσει να κατακτήσει την ηγεμονία στο μπλοκ των δυνάμεων της επαναστατικής ανατροπής, αλλά είναι αμφίβολο αν στην επαναστατική κατάσταση θα είναι υπολογίσιμη δύναμη για να παρέμβει.
Στο ίδιο κείμενο, στο Β΄ τόμο του δοκιμίου ιστορίας του Κ.Κ.Ε., διαβάζουμε ορισμένες από τις υποτιθέμενες μεγάλες πολιτικές επιπτώσεις που είχε στους αγώνες του Κ.Κ.Ε. και του λαού, ηστρατηγική που χάραξε η 6η ολομέλεια του Κ.Κ.Ε. στη βάση των λενινιστικών αντιλήψεων
Στις πολιτικές επιλογές του κόμματος και στην εκ μέρους του αποδοχή της συμφωνίας υπαγωγής του ΕΛΑΣ στο βρετανικό στρατηγείο της Μέσης Ανατολής, καθώς και των συμφωνιών του Λιβάνου, της Καζέρτας, αλλά και της Βάρκιζας βάρυνε η στρατηγική του επιλογή να προηγηθεί ένα εκδημοκρατισμένο αστικό καθεστώς πριν από την επαναστατική εργατική εξουσία. Αυτό το καθεστώς ονομάστηκε λαοκρατία.
Σε αυτές τις αναλύσεις πρέπει να αποδοθεί και η αιτία που το Κ.Κ.Ε. δεν αξιοποίησε την επαναστατική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί με την απελευθέρωση της Αθήνας, ενώ δεν εκτίμησε αντικειμενικά το συσχετισμό των δυνάμεων….
Στην ίδια αιτία πρέπει να αποδοθούν ορισμένα θεμελιακά λάθη όπως: Η εκτίμηση του συσχετισμού των δυνάμεων πριν πάει η αντιπροσωπεία του Κ.Κ.Ε. στο Λίβανο και στη συνέχεια. Οι ταλαντεύσεις στην εκτίμηση της πολιτικής κατάστασης μετά τη συνθηκολόγηση στη Βάρκιζα. Σε μεγάλο βαθμό στην παραπάνω αιτία οφείλεται και η καθυστέρηση στην οργάνωση της γενικευμένης ένοπλης πάλης, καθώς και η μεταγενέστερη ουτοπική εκτίμηση ότι θα μπορούσε να υπογραφεί ευνοϊκή συμφωνία στη Βάρκιζα, που θα διόρθωνε το αίσχος της Καζέρτας.
Από τη στρατηγική του Κ.Κ.Ε. πηγάζει η αδυναμία του να διαχωριστεί από τις εγχώριες και ξένες «συμμαχικές» στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο καπιταλιστικές δυνάμεις, να θέσει έγκαιρα το ζήτημα της μετατροπής του εθνικοαπελευθερωτικού ένοπλου αγώνα σε πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας.
Με λίγα λόγια ολόκληρος ο ηρωικός αγώνας του Κ.Κ.Ε. στην κατοχή και την αντίσταση του λαού ήταν λάθος, ήταν υπονομευμένος από τη λαθεμένη στρατηγική του κόμματος που ηγούνταν αυτού του αγώνα και δεν υπήρχε καμία προοπτική. Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. μ’ αυτές τις τοποθετήσεις συντάχθηκε με τον αστικό και οπορτουνιστικό συρφετό που πάνω από μισό αιώνα τώρα αναμασάει ότι το ‘‘ το Κ.Κ.Ε. είναι κόμμα των λαθών’’ και δηλητηριάζει χιλιάδες εργαζόμενους σκορπώντας δυσπιστία και αποστροφή για το κόμμα. Ξανά και ξανά διαστρέβλωση της στρατηγικής του από τη σημερινή ηγεσία του. Η στρατηγική του Κ.Κ.Ε. εκείνης της περιόδου δεν έκανε καμία αναφορά σε εκδημοκρατισμένο αστικό καθεστώς πριν από την εργατική εξουσία, αντίθετα αναφέρονταν σε επανάσταση και σε επαναστατική εξουσία του προλεταριάτου και της αγροτιάς με παράκαμψη της αστικής τάξης, η οποία σύντομα θα μετατρέπονταν σε δικτατορία του προλεταριάτου. Η λοιπόν η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. δεν κατάλαβε λέξη από τον λενινισμό και το πρόγραμμα του Κ.Κ.Ε. ή συνειδητά παίρνει το ρόλο του διαστρεβλωτή και του δυσφημιστή της ιστορίας του.
Δ. Δημητριάδης
ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ
ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ
Του Δ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ
Tο πρόγραμμα του Κ.Κ.Ε. που επεξεργάστηκε η 6η ολομέλεια της ΚΕ του το 1934
Ολοκληρωμένη επεξεργασία προγράμματος στο Κ.Κ.Ε. επιχειρήθηκε το Γενάρη του 1934 στην 6η ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του. Το πρόγραμμα αυτό εγκρίθηκε από το 5ο συνέδριο του το Μάρτη του ίδιου χρόνου. Οι προηγούμενες προγραμματικές επεξεργασίες δεν ήταν ολοκληρωμένες, ήταν αποσπασματικές, κυρίως γιατί δεν στηρίζονταν στην ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, στις αντιθέσεις και τα οξυμένα προβλήματα που διαπερνούσαν την οικονομία και την κοινωνία και ήταν η κινητήρια δύναμη τη κοινωνικής και πολιτικής εξέλιξης Γι’ αυτό το λόγο πολύ συχνά άλλαζαν, ακολουθώντας τις συχνές παλινωδίες των ηγεσιών του κόμματος.
Για το ζήτημα αυτό η 6η ολομέλεια σημειώνει: Στην πρώτη περίοδο της ύπαρξης του κομμουνιστικού κόμματος της Ελλάδας, που μόλις είχε βγει από το Σοσιαλδημοκρατικό καβούκι, στην καθοδήγηση του επικρατούσαν αντιλήψεις για επικείμενο σταθμό «λαϊκής δημοκρατίας», «αριστερής» ή «καθαράς δημοκρατίας», που αντιστοιχούσαν στην υποστηριζόμενη τότε τακτική υποστήριξης της πρωτοπόρας μπουρζουαζίας. Ύστερα από την απελευθέρωση του κόμματος από τους λικβινταριστές και τους αποστάτες, στο κόμμα επεκράτησε η άποψη της άμεσα προλεταριακής επανάστασης, που υποτιμούσε την ιδιομορφία του συσχετισμού των ταξικών δυνάμεων και τη σημασία της συμμαχίας με τις βασικές μάζες της αγροτιάς. Στην άποψη αυτή ανταποκρίνονταν ο συνδυασμός της σεχταριστικής προπαγάνδας της γενικής απεργίας και της ένοπλης εξέγερσης με την οπορτουνιστική τακτική απέναντι των μερικών αγώνων της εργατικής τάξης».
Η 6η ολομέλεια της ΚΕ επιχειρεί να διαμορφώσει μια ολοκληρωμένη προγραμματική βάση που να ξεκινά από το επίπεδο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Στις επεξεργασίες της αυτές στηρίχθηκε το πρόγραμμα της ΚΔ που επεξεργάστηκε το 6ο συνέδριο της, το 1928. Χωρίς τη βοήθεια αυτή η επεξεργασία του προγράμματος του Κ.Κ.Ε. ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Θα παραθέσουμε ένα σχετικά εκτεταμένο απόσπασμα από στο πρόγραμμα της ΚΔ για να έχει ο αναγνώστης πιο σαφή αντίληψη του. Ιδιαίτερα σήμερα που η ΚΔ βάλλεται με τον πιο απαράδεκτο τρόπο από εχθρούς και ‘‘φίλους’’, η υπεράσπιση της καθίσταται καίριο ζήτημα. Στο 8ο κεφάλαιο του προγράμματος της ΚΔ με τίτλο «Η πάλη για την παγκόσμια δικτατορία του προλεταριάτου και οι βασικοί τύποι των επαναστάσεων» αναφέρεται:
«Η παγκόσμια επανάσταση του προλεταριάτου βγαίνει μέσα από διαφορετικά, ως προς το χρόνο και τις μορφές, προτσές : από καθαρά προλεταριακές επαναστάσεις, από επαναστάσεις αστικοδημοκρατικού τύπου, πού μετατρέπονται σε προλεταριακές επαναστάσεις, από εθνικοαπελευθερωτικούς πολέμους, από αποικιακές επαναστάσεις. Μόνο σε τελευταία ανάλυση το επαναστατικό προτσές οδηγεί στην παγκόσμια διχτατορία τον προλεταριάτου. Η ανισομερής ανάπτυξη του καπιταλισμού, πού οξύνθηκε στην περίοδο του ιμπεριαλισμού, προκάλεσε την ποικιλομορφία των τύπων του καπιταλισμού, διαφορετικές βαθμίδες της ανάπτυξης του στις διάφορες χώρες, καθώς και ποικιλόμορφους και ιδιαίτερους όρους του επαναστατικού προτσές. Τα γεγονότα αυτά κάνουν ιστορικά εντελώς αναπόφευχτη την ποικιλομορφία των δρόμων και των ρυθμών της κατάχτησης της εξουσίας απ’ το προλεταριάτο, την ανάγκη, σε σειρά από χώρες, ορισμένων μεταβατικών σταθμών, που οδηγούνε στη διχτατορία του προλεταριάτου, καθώς επίσης και την ποικιλομορφία των μορφών της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού στις διάφορες χώρες».
Την ποικιλομορφία των όρων και των δρόμων για το πέρασμα στη δικτατορία του προλεταριάτου η Κομμουνιστική Διεθνής την προσδιόρισε σχηματικά σε τρεις βασικούς τύπους χωρών:
«Χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, (Ενωμένες Πολιτείες, Γερμανία, Αγγλία κλπ.) με ισχυρές παραγωγικές δυνάμεις, με συγκεντροποιημένη σε μεγάλο βαθμό παραγωγή, όπου η μικρή οικονομία έχει σχετικά μικρή σημασία, με αστικοδημοκρατικό πολιτικό καθεστώς, πού έχει συγκροτηθεί ήδη από πολύν καιρό. Στις χώρες αυτές στο επίπεδο της πολιτικής βασική προγραμματική απαίτηση είναι το άμεσο πέρασμα στη διχτατορία του προλεταριάτου. Στο επίπεδο της οικονομίας τα χαραχτηριστικά σημεία είναι: η απαλλοτρίωση όλης της μεγάλης παραγωγής, η οργάνωση σημαντικής ποσότητας κρατικών σοβιετικών οικονομιών (σοβχόζ) και, απεναντίας, η παράδοση σχετικά ασήμαντου μέρους γης στην αγροτιά, η σχετικά μικρή έχταση των αυθόρμητων σχέσεων αγοράς, ο γρήγορος ρυθμός της σοσιαλιστικής ανάπτυξης γενικά και της κολλεχτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας ιδιαίτερα.
Χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού (Ισπανία, Πορτογαλλία, Πολωνία, Ουγγαρία, Βαλκανικές χώρες κλπ.) πού έχουνε σημαντικά υπολείμματα μισοφεουδαρχικών σχέσεων στην αγροτική οικονομία, με ορισμένο μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων, αναγκαίων για τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, κι όπου δεν έχει ακόμα αποτελειωθεί ο αστικοδημοκρατικός μετασχηματισμός. Σε μερικές απ’ αυτές τις χώρες είναι δυνατό ένα λίγο πολύ γρήγορο πέρασμα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική, σε άλλες χώρες είναι δυνατοί τύποι προλεταριακών επαναστάσεων, πού έχουν όμως να εκπληρώσουνε καθήκοντα αστικοδημοκρατικού χαραχτήρα σε μεγάλη έχταση. Εδώ συνεπώς μπορεί και να μην επέλθει μονομιάς η διχτατορία του προλεταριάτου, μα να επέλθει στο προτσές του περάσματος απ’ τη δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς προς τη σοσιαλιστική διχτατορία του προλεταριάτου. Εκεί όπου αναπτύσσεται άμεσα η επανάσταση σαν προλεταριακή επανάσταση, προϋποθέτει την καθοδήγηση του πλατειού αγροτικού κινήματος απ’ το προλεταριάτο. Η αγροτική επανάσταση γενικά παίζει κολοσσιαίο και κάποτε και αποφασιστικό ρόλο στο προτσές της απαλλοτρίωσης της μεγάλης γαιοχτησίας, ένα σημαντικό μέρος της κατασχεμένης γης περνάει στη διάθεση της αγροτιάς, η έχταση των σχέσεων αγοράς μετά τη νίκη του προλεταριάτου είναι σημαντική, το καθήκον της οργάνωσης της αγροτιάς σε συνεταιρισμούς και μετά και της παραγωγικής της ένωσης κατέχει τεράστια θέση ανάμεσα στ’ άλλα καθήκοντα της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης. O ρυθμός της ανοικοδόμησης αυτής είναι σχετικά βραδύς.
Αποικιακές και μισοαποικιακες χώρες (Κίνα, Ινδίες κλπ.) και εξαρτημένες χώρες (Αργεντινή, Βραζιλία κλπ.) με ορισμένο έμβρυο, και κάποτε και με σημαντική ανάπτυξη της βιομηχανίας, ανεπαρκή όμως στις περισσότερες περιπτώσεις για ανεξάρτητη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, χώρες όπου κυριαρχούν οι φεουδαρχο-μεσαιωνικές σχέσεις, είτε σχέσεις ‘‘ασιατικού τρόπου παραγωγής’’ τόσο στην οικονομία της χώρας όσο και στο πολιτικό της εποικοδόμημα, τέλος χώρες όπου οι σπουδαιότερες βιομηχανικές, εμπορικές και τραπεζιτικές επιχειρήσεις, τα βασικά μέσα μεταφοράς, οι μεγάλες γαιοχτησίες και οι φυτείες κλπ. βρίσκονται συγκεντρωμένα στα χέρια των ξένων ιμπεριαλιστικών ομάδων. Πρωταρχική σημασία έχει εδώ απ’ τη μια μεριά η πάλη ενάντια στο φεουδαρχισμό και τις προκαπιταλιστικές μορφές εκμετάλλευσης και η αγροτική επανάσταση, διεξαγόμενη με συνέπεια, κι απ’ την άλλη μεριά η πάλη ενάντια στον ξένο ιμπεριαλισμό για την εθνική ανεξαρτησία. Το πέρασμα προς τη διχτατορία του προλεταριάτου είναι δυνατό εδώ, κατά κανόνα, μόνο μέσο μιας σειράς προπαρασκευαστικών βαθμίδων, μόνο σαν αποτέλεσμα ολόκληρης περιόδου μετατροπής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική, και η επιτυχής σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι δυνατή μόνο με τον όρο της άμεσης υποστήριξης από μέρους των χωρών της προλεταριακής διχτατορίας[1][1]».
Η Κομμουνιστική Διεθνής διέκρινε και έναν ακόμη ιδιαίτερο, ξεχωριστό, τέταρτο τύπο χωρών, αυτές που ονομάζονται καθυστερημένες (λόγου χάρη σε μερικά μέρη της Αφρικής), όπου δεν υπάρχουνε σχεδόν είτε καθόλου μισθωτοί εργάτες, όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού ζει ακόμα κατά φυλές κι όπου διατηρούνται ακόμα υπολείμματα των πρωτόγονων μορφών της κοινωνίας του γένους, όπου δεν υπάρχει σχεδόν εθνική αστική τάξη κι όπου ο ξένος ιμπεριαλισμός παίζει κατά κύριο λόγο ρόλο στρατιωτικού καταχτητού, πού τους αφαιρεί τη γη, στις χώρες αυτές έχει πρωταρχική σημασία η πάλη για την εθνική απελευθέρωση….
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η Ελλάδα, όπως και οι άλλες βαλκανικές χώρες, εντάσσεται από την ΚΔ στις χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού. Η χώρα είχε ένα ορισμένο μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και παράλληλα υπήρχαν σημαντικά προβλήματα αστικοδημοκρατικής φύσης, καθώς επίσης είχε σημαντικότατο πρόβλημα εξάρτησης από το ξένο κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό που επηρεάζουν σημαντικά τις εξελίξεις στη χώρα. Είναι σαφές ότι τα προβλήματα αυτά συμβάδιζαν με την αδύνατη ανάπτυξη του καπιταλισμού και την αντίστοιχη κοινωνική και ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας, όπου η ολιγάριθμη εργατική τάξη που εργάζεται στη συντριπτική της πλειοψηφία σε πολύ μικρές επιχειρήσεις κυριολεκτικά είναι περικυκλωμένη από μια θάλασσα μικροαστικών στρωμάτων, κυρίως αγροτών και μικροαστικών στοιχείων της πόλης.
Τίθενται από τα πράγματα τα εξής ζητήματα:
Ορθά η ΚΔ κατέταξε την Ελλάδα στις χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης;
Η εργατική τάξη είχε τη δύναμη να προχωρήσει μόνη της σε σοσιαλιστική επανάσταση;
Ήταν αναγκαία η συμμαχία με την αγροτιά κι αν ναι σε ποια βάση μπορούσε αυτή να επιτευχθεί; Πάνω στη βάση του αγώνα για την προλεταριακή δικτατορία και το σοσιαλισμό ή πάνω στη βάση διεκδικήσεων που θα εκφράζει τη σύμπτωση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, των αγροτών και των μικροαστικών στοιχείων της πόλης και για όσο διάστημα η σύμπτωση αυτή διατηρείται; Αυτό σημαίνει ένα πλαίσιο σχετικά πιο άμεσων, αστικοδημοκρατικού κατά βάση χαρακτήρα καθηκόντων, που η υιοθέτησή τους εξυπηρετεί και το προλεταριάτο αλλά και τους μικροαστούς γενικότερα. Στα ερωτήματα αυτά θα απαντήσουμε αρχίζοντας από την κοινωνικοοικονομική εικόνα της Ελλάδας στη δεκαετία του ’30.
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ‘30
Παρότι οι στατιστικές της περιόδου εκείνης δεν είναι και οι πιο αξιόπιστες και δεν βοηθούν στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων σχετικά με το ζήτημα που μας απασχολεί, θεωρούμε ότι είμαστε πολύ κοντά στην πραγματικότητα εκείνης της εποχής αν πούμε ότι η Ελλάδα ήταν χώρα κατά βάση αγροτική. Το ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού και γενικότερα του πληθυσμού που απασχολούνταν στον αγροτικό τομέα ήταν ή πλησίαζε το 70%, κυρίως απασχολούμενοι σε μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις, σε αυτάρκη νοικοκυριά. Η βιομηχανία κατά βάση αποτελούνταν από μικρές βιοτεχνικές επιχειρήσεις, κυρίως μεταποιητικές που περιορίζονταν στην παραγωγή καταναλωτικών αγαθών. Οι παραγωγικές μονάδες με απασχολούμενους ένα έως πέντε άτομα αποτελούν το 92,3% του συνόλου των επιχειρήσεων, ενώ αυτές που μπορούν να θεωρηθούν μεγάλες μονάδες, με μέση απασχόληση 90 εργαζόμενους ανά επιχείρηση είναι μόνο το 1,3%, εκ των οποίων μόνο το 30% διαθέτει μηχανική κινητήρια δύναμη. Το σύνολο των απασχολουμένων στη βιομηχανία δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι εντάσσονται στην εργατική τάξη, διότι σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται οι ιδιοκτήτες και στις περισσότερες περιπτώσεις τα μέλη των οικογενειών τους. Από τα στοιχεία αυτά εξάγεται το συμπέρασμα ότι πρόκειται κυρίως για βιοτεχνίες που στη μεγάλη τους πλειοψηφία είναι οικογενειακές. Σε γενικές γραμμές οι εργαζόμενοι που εντάσσονται στην εργατική τάξη είναι περίπου το 15% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, κατ’ άλλους λίγο περισσότερο.
Απ’ όλα τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει με απόλυτη σαφήνεια πως η βιομηχανία στην Ελλάδα του ’30 είναι κατά το ελάχιστο βιομηχανία και κατά το μέγιστο βιοτεχνία. Οι περισσότερες παραγωγικές μονάδες φαίνεται πως είναι κυρίως οικογενειακού χαρακτήρα. Ο χαρακτήρας της βιομηχανίας είναι μεταποιητικός και ο κύριος προσανατολισμός της είναι στην παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων. Η συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης στη βιομηχανία είναι ανειδίκευτη ή η ειδίκευσή της δεν έχει σχέση με τη σύγχρονη, για την εποχή, στις ανεπτυγμένες χώρες μηχανική παραγωγή αφού η πλειοψηφία των επιχειρήσεων δεν χρησιμοποιεί μηχανική κινητήρια δύναμη. Στην πραγματικότητα η εικόνα της βιομηχανίας- βιοτεχνίας στην Ελλάδα του ’30 δείχνει την τεράστια έκταση του μικροαστικού στοιχείου το οποίο αναμειγνυόταν άμεσα με το προλεταριάτο της εποχής αφού σε ελάχιστο έως και μηδαμινό βαθμό υπήρχε αυτή η απρόσωπη σχέση μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου που συναντάμε στις αναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες. Τέλος πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το ειδικό βάρος της βιομηχανίας- βιοτεχνίας εκείνη της περιόδου, στο σύνολο της οικονομίας της χώρας ήταν αρκετά χαμηλό. Συγκεκριμένα η βιομηχανία (όπως την όριζαν τότε) απέφερε το 1930 μόλις το 10,93% στο εθνικό εισόδημα.
Με δεδομένη αυτή την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα που περιγράψαμε στη χώρα και με δεδομένη την τεράστια κρίση, οικονομική και κοινωνική που μάστιζε τη χώρα και τον κόσμο ολόκληρο τότε και την πιθανότητα η κρίση να βαθύνει και να τεθούν στην ημερήσια διάταξη επαναστατικά καθήκοντα, ποια θα έπρεπε να είναι η κατεύθυνση της εργατικής τάξης και του κόμματος της, όσον αφορά την επικείμενη επανάσταση; Ήταν δυνατόν να υποστηριχθεί η άποψη για άμεση προλεταριακή επανάσταση ή πλατιά συμμαχία του προλεταριάτου κυρίως με την αγροτιά και τι είδους επανάσταση μπορούσε να προκύψει από αυτήν;
Ο Μαρξ στο έργο του «Ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850», στο οποίο γενικεύει την πείρα της επανάστασης στη Γαλλία και προσπαθώντας να απαντήσει γιατί δεν μπόρεσε το προλεταριάτο να οδηγήσει την επανάσταση πέρα από την επιβολή της δημοκρατίας και την εξουσία της αστικής τάξης έγραφε:
‘‘ Μόλις μια τάξη που συγκεντρώνει τα επαναστατικά συμφέροντα της κοινωνίας ξεσηκωθεί, βρίσκει άμεσα μέσα στην ίδια την κατάσταση της το περιεχόμενο και το υλικό της επαναστατικής δραστηριότητας της για να τσακίζει τους εχθρούς, για να παίρνει τα μέτρα που επιβάλλουν οι ανάγκες του αγώνα. Οι συνέπειες των πράξεών της τη σπρώχνουν πιο πέρα. Δεν αρχίζει θεωρητικές έρευνες πάνω στα καθήκοντά της. Η γαλλική εργατική τάξη δεν βρίσκονταν σε αυτή τη θέση, ήταν ακόμη ανίκανη να πραγματοποιήσει τη δική της επανάσταση’’ και σε άλλο σημείο ‘‘ εφόσον οι αξιώσεις του Παρισινού προλεταριάτου ξεπερνούσαν την αστική δημοκρατία δεν μπορούσαν να αποκτήσουν άλλη υπόσταση εκτός από το νεφέλωμα της επιτροπής του Λουξεμβούργου’’. Αυτή ήταν η διαπίστωση του για το τι συνέβαινε.
Στη συνέχεια δίνει και την εξήγηση του. ‘‘ Η ανάπτυξη του βιομηχανικού προλεταριάτου καθορίζεται γενικά από την ανάπτυξη της βιομηχανικής αστικής τάξης. Μόνο κάτω από την κυριαρχία της αποκτά το προλεταριάτο εκείνη την πλατιά εθνική ύπαρξη που μπορεί να ανεβάσει την επανάσταση ως το ύψος μιας εθνικής επανάστασης. Μονάχα η κυριαρχία της βιομηχανικής αστικής τάξης ξεριζώνει τις υλικές ρίζες της φεουδαρχικής κοινωνίας και προλειαίνει το έδαφος που πάνω του μόνο είναι δυνατή μια προλεταριακή επανάσταση…. Η βιομηχανική αστική τάξη μπορεί να κυριαρχεί μονάχα εκεί όπου η σύγχρονη βιομηχανία διαμορφώνει με δικό της τρόπο όλες τις σχέσεις ιδιοκτησίας και η βιομηχανία μπορεί να αποκτήσει αυτή τη δύναμη μονάχα εκεί όπου έχει κατακτήσει την παγκόσμια αγορά, γιατί τα εθνικά όρια δεν αρκούν για την ανάπτυξη της. Η βιομηχανία της Γαλλίας όμως στο μεγάλο μέρος της, εξασφαλίζει τη δική της εθνική αγορά μόνο χάρις σε ένα λίγο πολύ τροποποιημένο σύστημα απαγορευτικών δασμών. Αν επομένως το γαλλικό προλεταριάτο, τη στιγμή μιας επανάστασης κατέχει στο Παρίσι μια πραγματική εξουσία και επιρροή που το σπρώχνουν να προχωρήσει πιο πέρα από όσο του το επιτρέπουν τα μέσα του, στη λοιπή Γαλλία είναι συγκεντρωμένο σε ξεχωριστά, σκόρπια βιομηχανικά σημεία και χάνεται σχεδόν μέσα σε μια πλειοψηφία από αγρότες και μικροαστούς. Η πάλη ενάντια στο κεφάλαιο στην ανεπτυγμένη σύγχρονη μορφή της, η πάλη του βιομηχανικού μισθωτού εργάτη ενάντια στο βιομήχανο αστό, είναι στη Γαλλία ένα μερικό γεγονός που μπορούσε τόσο λιγότερο να δώσει το εθνικό περιεχόμενο της επανάστασης, όσο η πάλη ενάντια στους δευτερεύοντες τρόπους εκμετάλλευσης του κεφαλαίου, η πάλη του αγρότη εναντία στην τοκογλυφία και στις υποθήκες, του μικροαστού ενάντια στο μεγαλέμπορο, τον τραπεζίτη και τον εργοστασιάρχη ήταν ακόμη κρυμμένη μέσα στη γενική εξέγερση ενάντια στην αριστοκρατία του χρήματος. Δεν είναι λοιπόν ανεξήγητη η προσπάθεια του παρισινού προλεταριάτου να επιβάλλει το συμφέρον του πλάι στο αστικό συμφέρον, αντί να το επιβάλει σαν επαναστατικό συμφέρον της ίδιας της κοινωνίας. Δεν είναι ανεξήγητο ότι υπέστειλε την κόκκινη σημαία μπρος την τρίχρωμη. Οι γάλλοι εργάτες δεν μπορούσαν να κάνουν ούτε ένα βήμα μπρος, προτού η πορεία της επανάστασης ξεσηκώσει τη μάζα του έθνους που στέκεται ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αστική τάξη, δηλαδή τους αγρότες και τους μικροαστούς ενάντια στην κυριαρχία του κεφαλαίου και προτού την αναγκάσει να ενωθεί με τους προλετάριους, τους προμάχους της’’[2][2]. (οι υπογραμμίσεις δικές μας).
Με δύο λόγια το επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Γαλλία το 1850 δεν μπορούσε να διαμορφώσει μια πολυπληθή εργατική τάξη και ένα ισχυρό εργατικό κίνημα τόσο ισχυρό που η πάλη του εργάτη ενάντια στο βιομήχανο να μην είναι ένα μερικό γεγονός, να μη χάνεται το προλεταριάτο μέσα στη μεγάλη πλειοψηφία των μικροαστών σ’ ολόκληρη τη Γαλλία. Αυτό οδήγησε το παρισινό προλεταριάτο να προσπαθήσει να επιβάλλει το συμφέρον του πλάι στο αστικό συμφέρον, αντί να το επιβάλει ως συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας. Αναγκαία προϋπόθεση κατά το Μαρξ ώστε το προλεταριάτο να μπορέσει να τραβήξει τις διεκδικήσεις του ως τη σοσιαλιστική επανάσταση και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση είναι να έχει κυριαρχήσει η αστική τάξη σε μια χώρα και αυτή να διαμορφώνει το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων. Όσο αυτή η προϋπόθεση δεν υπάρχει το προλεταριάτο δεν είναι δυνατόν από μόνο του να συγκρουστεί και να νικήσει την αστική τάξη, παρά μόνο όταν ξεσηκωθεί η βασική μάζα του λαού που βρίσκεται μεταξύ της εργατικής τάξης και της αστικής τάξης, συμμαχήσει με την εργατική τάξη ενάντια στην κυριαρχία του κεφαλαίου. Και στο ζήτημα τι είδους επανάσταση μπορεί να προκύψει σε μια τέτοια κοινωνία από μια τέτοια συμμαχία ο Μαρξ αυτή την περίοδο είχε απαντήσει. Αστικοδημοκρατική επανάσταση, που όμως δεν θα σταματήσει εκεί, αλλά η ηγέτιδα δύναμη αυτής της συμμαχίας, το προλεταριάτο, θα διεκδικήσει την ολοκλήρωση της επανάστασης, διαμορφώνοντας τη δικτατορία του προλεταριάτου και οικοδομώντας το σοσιαλισμό.
Να δούμε τώρα πώς έλυσε το ζήτημα του χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα η 6η ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. το Γενάρη του 1934
‘‘ Η επικείμενη επανάσταση των εργατών και των αγροτών στην Ελλάδα,αναφέρει η 6η ολομέλεια, θα έχει αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα με τάσεις γρήγορης μετατροπής σε προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση’’.
Η τακτική μέσω της οποίας θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για την επαναστατική ανατροπή είναι: ‘‘ Ο αγώνας του κόμματος για την κατάκτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, ο αγώνας κατά του φασισμού και της δημαγωγίας του, για την επιρροή πάνω στις εργαζόμενες μη προλεταριακές μάζες, πάνω στη βάση των συμφερόντων τους, ο αγώνας κατά των ρεφορμιστών, αγροτιστών..… Η ανάδειξη των καθηκόντων εκείνων της επανάστασης που είναι ικανά να ενώσουν γύρω από το προλεταριάτο τις πλατιές λαϊκές μάζες-η γη στους αγρότες, απελευθέρωση από το ζυγό του ξένου κεφαλαίου, απελευθέρωση των καταπιεζόμενων εθνικοτήτων- αποτελούν προϋπόθεση ώστε η επανάσταση αρχίζοντας σαν παλλαϊκή σοβιετική επανάσταση των εργατών και των αγροτών, λύνοντας πρώτα- πρώτα τα καθήκοντα αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα να μπορέσει στην εξέλιξη της να περάσει σε επανάσταση σοσιαλιστική και να αποτελειώσει έτσι τη νίκη της».
Για τη μετεξέλιξη της επανάστασης από αστικοδημοκρατική σε σοσιαλιστική η ολομέλεια σημειώνει: ‘’ Ωστόσο, αρχίζοντας σαν αστικοδημοκρατική η επανάσταση δεν θα μπορέσει να λύσει τα επιτακτικά της καθήκοντα χωρίς να προσβάλει την κεφαλαιοκρατική ατομική ιδιοκτησία, δίχως την κατάσχεση και εθνικοποίηση των τραπεζών και επιχειρήσεων που ελέγχονται από το ξένο κεφάλαιο δίχως την εθνικοποίηση των μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών και μονοπωλίων. Το αναπόφευκτο αυτό πλάτεμα των μέτρων της επαναστατικής εξουσίας, όπως επίσης και όλη η διεθνής κατάσταση, ιδίως η δυνατή επιρροή της πείρας της επανάστασης και σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ, καθορίζει το εντατικά γρήγορο πέρασμα της αστικοδημοκρατικής, εργατοαγροτικής επανάστασης σε προλεταριακή σοσιαλιστική’’.
Στη συνέχεια η απόφαση κάνει αναφορά στους παράγοντες εκείνους που θα εξασφαλίσουν τη νίκη της αστικοδημοκρατικής επανάστασης και τη μετεξέλιξή της σε σοσιαλιστική. ‘‘Η ηγεμονία του προλεταριάτου, γράφει η απόφαση, κατακτημένη στις μάχες που οδηγούν στη νικηφόρα επανάσταση, η έμπρακτη υποστήριξη του διεθνούς προλεταριάτου θα εξασφαλίσουν το ορμητικό πέρασμα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης στη σοσιαλιστική. Η εργατοαγροτική κυβέρνηση, που στο πρώτο στάδιο της επανάστασης πραγματοποιεί την επαναστατική δημοκρατική δικτατορία της εργατικής τάξης και της αγροτιάς με σοβιετική μορφή, θα γίνει κυβέρνηση της δικτατορίας του προλεταριάτου’’.
Το προλεταριάτο θα εξασφαλίσει την ηγεμονία πάνω στις άλλες επαναστατικές δυνάμεις ‘‘ αγωνιζόμενο για τα δικά ταξικά συμφέροντα στους αγώνες που αναπτύσσονται, υπερασπίζοντας ενεργά τα συμφέροντα των συμμάχων του, των πλατύτατα εκμεταλλευόμενων εργαζομένων μαζών της υπαίθρου και των καταπιεσμένων εθνοτήτων, συνδέοντας στενά την πάλη του με την πάλη τους, το προλεταριάτο με επικεφαλής το Κ.Κ.Ε. θα εξασφαλίσει την ηγεμονία του στο επαναστατικό κίνημα, την προϋπόθεση της νίκης της εργατοαγροτικής επανάστασης και της γρήγορης μετατροπής της σε επανάσταση σοσιαλιστική’’.
Όσο για τις κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης αναφέρει ότι ‘’ είναι η εργατική τάξη και οι φτωχομεσαίες μάζες της αγροτιάς στην πάλη κατά της αντεπαναστατικής μπουρζουαζίας που υποστηρίζεται από τους πλούσιους αγρότες, η αγροτική φτωχολογιά είναι ο πιο πιστός σύμμαχος του προλεταριάτου. Τα πλατιά στρώματα των μεσαίων αγροτών καταστρεφόμενα από την εκμετάλλευση και την κρίση σπρώχνονται επίσης σ’ αυτό τον αγώνα ’’[3][3].
Αυτή είναι η απόφαση της 6ης ολομέλειας της ΚΕ του Κ.Κ.Ε. Η απόφαση αυτή παρουσιάζεται ως η πηγή των δεινών για το Κ.Κ.Ε. και το λαό, διότι χώρισε όπως λένε κάποιοι, σε στάδια την επανάσταση, γιατί υπέταξε την εργατική τάξη στους μικροαστούς και σε συνδυασμό με το 7ο συνέδριο της ΚΔ οδηγούσε την εργατική τάξη σε ενότητα με τμήματα της αστικής τάξης, ότι ολόκληρη η γραμμή των αντιφασιστικών μετώπων, η οποία στηρίζεται πάνω στην σταδιοποίηση της επανάστασης υποτίθεται, ήταν η αντιστροφή της παράδοσης των ενιαίων μετώπων που προωθούσε η ΚΔ με το 3ο και το 4ο συνέδριο της. Άλλος αναφέρει ότι στο κείμενο της ολομέλεια της ΚΕ, αναφέρεται ότι, κυριαρχούσαν στην Ελλάδα τα μισοφεουδαρχικά κατάλοιπα, πράγμα το οποίο πουθενά δεν αναφέρεται, εξάλλου τι είδους κατάλοιπα θα ήταν αν κυριαρχούσαν; Και τέλος η στρατηγική των σταδίων και η πολιτική των λαϊκών μετώπων πληρώθηκε πολύ ακριβά από το αριστερό κίνημα.
Προφανώς εδώ δεν έχουμε μια καλόπιστη κριτική και διαφωνία, αλλά μια ολοκληρωτική παραποίηση της απόφασης της 6ηςολομέλειας. Που η απόφαση αναφέρεται σε στάδια και μάλιστα μακροχρόνια και ξεκομμένα μεταξύ τους; Ίσα-ίσα που συνδέει σταθερά το σύνολο της επαναστατικής διαδικασίας σε μια ενιαία και διαρκή πορεία, βλέπει τη δημοκρατική δικτατορία ως μια μεταβατική εξουσία ως τη δικτατορία του προλεταριάτου και μάλιστα η μετεξέλιξη της πρέπει να είναι γρήγορη. Τονίζει ιδιαίτερα την ανάγκη ενοποίησης σ’ αυτή τη διαδικασία των αστικών δημοκρατικών καθηκόντων με τα σοσιαλιστικά και όχι το σαφή διαχωρισμό των φάσεων της επανάστασης. Η εμμονή στην κατάκτηση της ηγεμονίας από το προλεταριάτο στη συμμαχία των Επαναστατικών δυνάμεων ακριβώς αυτό το στοιχείο υπογραμμίζει, τη δυνατότητα δηλαδή να μην διακοπεί η συνέχεια της επανάστασης, διότι ακριβώς η κατάκτηση της ηγεμονίας από το προλεταριάτο είναι εκείνο το στοιχείο που θα εγγυηθεί τη διαδικασία αυτή. Με ορθό τρόπο επίσης αντιμετωπίζει το ζήτημα των συμμαχιών. Σύμμαχος του προλεταριάτου είναι η φτωχή αγροτιά, ενώ για τους μεσαίους αγρότες θεωρεί ότι υπάρχει δυνατότητα να τραβηχτούν στη συμμαχία, βοηθούντων γι’ αυτό των συνθηκών της κρίσης που επικρατούσαν και του ξεκληρίσματος τους και φυσικά κάτω από τη δράση του προλεταριάτου, ενώ τους πλούσιους αγρότες τους θεωρεί συμμάχους τη αστικής τάξης. Η απόφαση της 6ηςολομέλειας της ΚΕ του Κ.Κ.Ε. στηρίζεται στο πρόγραμμα της ΚΔ που ψηφίστηκε στο 6ο συνέδριο της και κατά βάση είναι σύμφωνη με τις λενινιστικές επεξεργασίες για τη δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς και τη μετεξέλιξη της αστικής επανάστασης σε δικτατορία του προλεταριάτου.
Εκ των πραγμάτων ανακύπτει ένα σημαντικό ζήτημα. Υλοποιήθηκε η στρατηγική της 6ης ολομέλειας στη χώρα μας, ιδιαίτερα στην περίοδο της κατοχής και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα; Ο ηρωικός αγώνας του ελληνικού λαού στην κατοχή οδηγήθηκε στην ήττα λόγω της στρατηγικής του Κ.Κ.Ε., όπως ισχυρίζεται η σημερινή ηγεσία του, οι τροτσκιστές- πρώτοι διδάξαντες αυτοί- και διάφοροι άλλοι; Μπορεί να ενοχοποιηθεί εν τέλει η στρατηγική της 6ης ολομέλειας για την ήττα του κινήματος την περίοδο της απελευθέρωσης και του Δεκέμβρη;
Αν θέλουμε να δούμε με ειλικρίνεια την πραγματικότητα πρέπει να πούμε καθαρά ότι στρατηγική του Κ.Κ.Ε. υλοποιήθηκε ολοκληρωτικά κατά το πρώτο μέρος της, ως την αστικοδημοκρατική επανάσταση και την οικοδόμηση της εξουσίας της δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και αγροτιάς, της λαοκρατίας. Δεν μπόρεσε όμως να φθάσει ως την ολοκλήρωση της, με την κατάκτηση δηλαδή της εξουσίας από το προλεταριάτο και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, ταλαντεύθηκε, συμβιβάστηκε και τελικά ηττήθηκε.
Η στρατηγική του ’34 υλοποιήθηκε μέσα στις συνθήκες του πολέμου και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Η γραμμή της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης και της δημιουργίας του ΕΑΜ είχε πολύ σημαντικά αποτελέσματα. Δημιούργησε μια πανίσχυρη κοινωνική και πολιτική συμμαχία με εθνικοαπελευθερωτικό και μαζί ταξικό-επαναστατικό περιεχόμενο στην οποία ηγεμόνευε η εργατική τάξη και την καθοδηγούσε το κόμμα της, το Κ.Κ.Ε. Μέσα από τον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο που στις απελευθερωμένες περιοχές δημιουργούσε αντικειμενικά μια νέα εξουσία. Την εξουσία του ΕΑΜ που ήταν η δημοκρατική δικτατορία. Υλοποιήθηκε μέσα σε συνθήκες που το ΕΑΜ είχε με το μέρος του την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Άρα η δημοκρατική δικτατορία είχε ισχύ και στις μη απελευθερωμένες περιοχές. Υλοποιήθηκε με τους θεσμούς εξουσίας: ΕΛΑΣ, Λαϊκή Πολιτοφυλακή, ΕΑΜ, ΕΠΟΝ, Εθνική Αλληλεγγύη, Λαϊκή αυτοδιοίκηση και Λαϊκή δικαιοσύνη. Και τέλος, με την κυβέρνηση του Βουνού. Αυτή ήταν η νέα εξουσία. Ήταν η δημοκρατική δικτατορία. Το πρόγραμμα του ’34 ότι ήταν να δώσει το είχε δώσει πριν την τελική απελευθέρωση της χώρας. Χρειαζόταν ένα καινούργιο πρόγραμμα, τις κατευθύνσεις του οποίου η στρατηγική του 1934 και περιείχε, τη μετεξέλιξη δηλαδή της δημοκρατικής δικτατορίας σε δικτατορία του προλεταριάτου: Έχουμε έτοιμη την εξουσία. Τι θα την κάνουμε; Εδώ κρίθηκε το κοινωνικό ζήτημα στην Ελλάδα στις συνθήκες που δημιούργησε ο πόλεμος. Στο τέλος του πολέμου το ερώτημα δεν ήταν ποιος θα πάρει την εξουσία; Αυτό είχε λυθεί. Το ερώτημα ήταν τι θα κάνει την εξουσία αυτός που την έχει. Κι εμείς αντί να πάρουμε όλα τα μέτρα για την εδραίωση της εξουσίας που είχαμε στα χέρια μας, πήγαμε στο Λίβανο και δημιουργήσαμε όρους δυαδικής εξουσίας: Μια ήταν η δική μας εξουσία που είχε την στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού και δεύτερη ήταν η εξουσία της αστικής τάξης -κυβέρνηση Παπανδρέου- που στηριζόταν στην δική μας ανοχή και στη συνέχεια στους Άγγλους τους οποίους εμείς αφήσαμε να μπουν στη χώρα. Απέμενε να κυριαρχήσει σε όλη την Ελλάδα με την αποχώρηση των κατακτητών, να εγκατασταθεί στην Αθήνα και να ολοκληρώσει τα αστικοδημοκρατικά μέτρα, να φροντίσει για το ψωμί του λαού, την τιμωρία των συνεργατών των κατακτητών, τη διάλυση των ταγμάτων ασφάλειας και των φασιστικών ομάδων και συνεργατών των κατακτητών, τη βαθειά αναμόρφωση της κρατικής μηχανής απαλλάσσοντάς την από τα φασιστικά στοιχεία και τους μηχανισμούς της αστικής τάξης που κυριαρχούσαν στο εσωτερικό της και βάζοντας στη θέση τους, τους δικούς της θεσμούς, την εθνικοποίηση των ξένων τραπεζών και επιχειρήσεων κ.λπ. και να μετατραπεί σε δικτατορία του προλεταριάτου. Όλες οι προϋποθέσεις γι’ αυτό υπήρχαν. Αυτό πιθανόν να σήμαινε διάσπαση στο εσωτερικό του ΕΑΜ με πιθανή αποχώρηση ορισμένων αστικών στοιχείων και ορισμένων δυνάμεων. Αυτό εξάλλου ήταν αναμενόμενο, δεν θα πήγαιναν αυτοί ως τη δικτατορία του προλεταριάτου. Το στοιχείο αυτό δεν είχε πολύ μεγάλη σημασία και σε τελική ανάλυση σε όλες τις επαναστάσεις παρατηρείται.
Αυτά προέβλεπε η 6η ολομέλεια και καθόλου μια εκδημοκρατισμένη αστική εξουσία που περιγράφει η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. Πουθενά η 6ηολομέλεια δεν προέβλεπε, ότι ενώ είχε επιτευχθεί η ενότητα της εργατικής τάξης κάτω από την καθοδήγηση του Κ.Κ.Ε., η συσπείρωση του πολύ μεγάλου μέρους της αγροτιάς και του λαού γύρω από την εργατική τάξη και αποδεχόταν την ηγεμονία της, ενώ είχε δημιουργήσει πραγματική εξουσία, αντί ηγεσία του Κ.Κ.Ε. και του ΕΑΜ να ολοκληρώσει την επανάσταση, αποφάσισε να πάει στο Λίβανο και την Καζέρτα για να διαπραγματευτεί με την αστική τάξη και την κυβέρνηση του Καϊρου, να υπαγάγει τον ΕΛΑΣ στο βρετανικό στρατηγείο και τελικά να συμμετέχει στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας και να παραδώσει την εξουσία που η ίδια κατείχε. Η εξέλιξη αυτή ήταν ανατροπή και παραποίηση της στρατηγικής του Κ.Κ.Ε. και όχι η υλοποίησή της.
Εδώ τίθεται ένα πελώριο ζήτημα. Γιατί η κατοχική ηγεσία του Κ.Κ.Ε. συμπεριφέρθηκε μ’ αυτό τον τρόπο; Γιατί από τις αρχές του 1944 όταν το ΕΑΜ επικρατούσε έναντι των αντιπάλων του και η ήττα του άξονα και η απελευθέρωση της χώρας ήταν πλέον άμεση αντί στο εσωτερικό του ΕΑΜ και στο λαό να τροποποιεί τη σχέση εθνικοαπελευθερωτικού/ ταξικού- επαναστατικού και να προετοιμάζεται για την εξουσία, πορεύτηκε στο συμβιβασμό και την ήττα; Εδώ πολλά μπορούν να λεχθούν και λέγονται. Μια τέτοια συζήτηση όμως ανοιχτά και χωρίς προσχήματα και εκ των υστέρων δικαίωση των θέσεων ορισμένων ποτέ δεν έγινε. Δεν έγινε επιστημονική προσπάθεια να ερμηνευθεί το γεγονός αυτό. Άλλοι επιμένουν ότι η ΕΣΣΔ αξίωσε την υποταγή του Κινήματός μας στους Άγγλους, ότι το προκαθόρισε η συμφωνία της Γιάλτας, άλλοι ότι φταίνε τα στάδια και η στρατηγική του Κ.Κ.Ε., άλλοι ‘‘βλέπουν το φως το αληθινό’’ εντελώς πρόσφατα κ.λπ. Προφανώς για αυτή την εξέλιξη οι λόγοι είναι πολλοί. Εκείνο που δεν μπορεί να ενοχοποιηθεί όμως είναι η στρατηγική του Κ.Κ.Ε. Δεν ‘‘έφταιξε το 1934 για το 1944’’ όπως ισχυρίζεται η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. Η στρατηγική του Κ.Κ.Ε. δεν ήταν αυτή που περιέγραφε στην 44η συνεδρίαση της ΠΕΕΑ στις 27 Ιουλίου 1944, ο τότε γραμματέας του, Γιώργος Σιάντος[4][4] και ουσιαστικά προς το τέλος της κατοχής εφαρμοζόταν στο κίνημα. Η γραμμή αυτή προέβλεπε μια κυβέρνηση, αν όχι από κοινού, τουλάχιστον όχι σε αντιπαράθεση και σύγκρουση με την αστική τάξη, η οποία θα έλυνε όλα τα προβλήματα, το αγροτικό, τη βιομηχανική ανάπτυξη, θα βελτίωνε τους όρους ζωής του λαού, θα δημιουργούσε λαϊκή παιδεία κτλ και τότε θα ερχόταν η ώρα της εργατικής τάξης να πάρει την εξουσία και να οικοδομήσει το σοσιαλισμό. Αυτή ήταν χειρότερη από καρικατούρα του λενινισμού. Αυτή ήταν πράγματι στρατηγική με στάδια, στρατηγική παράδοσης, δεν ήταν όμως η στρατηγική του Κ.Κ.Ε. που χάραξε η 6η ολομέλεια.
Τίθεται για άλλη μια φορά το ζήτημα των αντιλήψεων της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. για το χαρακτήρα της επανάστασης και τους παράγοντες που τον προσδιορίζουν σε μια χώρα. Στο κείμενο του ΠΓ αναφέρεται ότι ο χαρακτήρας της επανάστασης σε μία ώρα καθορίζεται από το χαρακτήρα της εποχής[5][5]. Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός περνάει στο στάδιο του ιμπεριαλισμού οι επαναστάσεις θα είναι σοσιαλιστικές. Για τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης και τις Ηνωμένες πολιτείες από το τέλος του 19ου αιώνα οι επαναστάσεις που θα ξεσπούσαν θα ήταν σοσιαλιστικές, για το σύνολο της Ευρώπης και σχεδόν παγκόσμια μετά την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. αντιλαμβάνεται και αυτό το ζήτημα με μεταφυσικό τρόπο, όπως γενικότερα την ιστορική εξέλιξη. Δεν υπάρχουν σταθερά χρονικά σημεία τα οποία διαιρούν τις ιστορικές εποχές. Δεν μπορεί να θέτει κανείς ημερομηνίες και η ιστορία να υπακούει σε αυτές. Στην Αγγλία, τη Γερμανία, στις ΗΠΑ και άλλες αναπτυγμένες χώρες ο μονοπωλιακός καπιταλισμός αναπτύχθηκε προς το τέλος του 19ου αιώνα, σε άλλες βόρειες ευρωπαϊκές χώρες λίγο αργότερα, στα Βαλκάνια σημαντικά αργότερα. Η οικονομική και πολιτική ανάπτυξη εξελίσσεται ανισόμετρα από χώρα σε χώρα και επιπλέον κάθε χώρα ακολουθεί διαφορετική ιστορική διαδρομή. Αλλού η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων ώθησε στο περιθώριο της ιστορίας αναχρονιστικές επιβιώσεις προηγούμενων κοινωνικοοικονομικών σχηματισμών, αλλού αυτές παρέμεναν και επιδρούσαν στην οικονομική και κοινωνική εξέλιξη. Κατά συνέπεια άλλο είναι και το σύστημα των αντιθέσεων που κινούν την εξελίξεις σε κάθε χώρα. Στην Αγγλία από το 18ο αιώνα δεν ετίθετο θέμα αστικοδημοκρατικής επανάστασης, στην Ρωσία του 1917 ξέσπασε αστική επανάσταση, σε άλλες χώρες ξέσπασαν αστικές επαναστάσεις ακόμη και μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, πιθανόν σε κάποιες χώρες της Αφρικής να μην υπάρχουν οι προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης ακόμη. Για όσους γνωρίζουν καλύτερα από πιο κοντά τις αντιλήψεις ηγετικών στελεχών του Κ.Κ.Ε., η ύπαρξη των λαθεμένων αυτών αντιλήψεων δεν είναι καθόλου παράξενη. Θεωρούν ότι από το τέλος του 19ου αιώνα στην Ελλάδα είχαν αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό οι καπιταλιστικές σχέσεις, ότι δεν υπήρχαν προβλήματα και λόγοι για να έχει στο πρόγραμμά του το Κ.Κ.Ε. τη στρατηγική της αδιάκοπης επανάστασης. Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι είναι λάθος, η άποψη ότι υπήρχαν κολλήγοι στις αρχές του 20ου αιώνα στη Θεσσαλία, αλλά εργάτες γης και η αγροτική οικονομία ήταν καπιταλιστική, άρα ήταν λάθος η οποιαδήποτε σκέψη για αστικοδημοκρατική επανάσταση.
Από όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως εξάγεται με σαφήνεια το συμπέρασμα ότι δεν αμφισβητείται απλά η στρατηγική του Κ.Κ.Ε. και ιδιαίτερα το πρόγραμμα που επεξεργάστηκε η 6η ολομέλεια του 1934. Εδώ είναι πολύ πιο σοβαρά τα πράγματα. Πλήττεται ο ίδιος ο χαρακτήρας του Κ.Κ.Ε. και του κομμουνιστικού κινήματος. Έχουμε απόρριψη του Λένιν, όχι μόνο ως προς τη στρατηγική της επανάστασης και το στόχο της δημοκρατικής δικτατορίας, αλλά σε θεμελιακά ζητήματα όπως: η ανάγκη ενότητας εργατικής τάξης, η αναγκαιότητα των πολιτικών και των κοινωνικών συμμαχιών, ολόκληρη η στρατηγική της προλεταριακής επανάστασης που επεξεργάστηκε ο Λένιν για την εποχή του ιμπεριαλισμού, απορρίπτονται πολύ ουσιαστικά ζητήματα που έθεσαν οι Μαρξ και Έγκελς, απορρίπτεται η δράση και η ιστορία της ΚΔ από τη δεκαετία του ’20 ακόμη, με πιο χαρακτηριστικά σημεία την τακτική του ενιαίου μετώπου της εργατικής τάξης, το πρόγραμμα της ΚΔ που επεξεργάστηκε το 6οσυνέδριο της, την τακτική των αντιφασιστικών μετώπων κ.λπ. Απορρίπτεται ως ρεφορμιστικό ολόκληρο το κομμουνιστικό κίνημα στην Ευρώπη και σε όλο το κόσμο. Η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. συμπλέει με τον αριστερισμό και σε πολλές περιπτώσεις με δεξιά οπορτουνιστικά στοιχεία στην κοινή βάση αμφισβήτησης της ιστορίας του Κ.Κ.Ε. και ανατροπής του επαναστατικού χαρακτήρα του, αμφισβήτησης της ΚΔ και του μαρξισμού-λενινισμού, βάζοντας στη θέση του ένα εκλεκτικιστικό σύστημα αστικών και μικροαστικών αντιλήψεων.
Δ Δημητριάδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.