by admin
Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είναι οι κάμποι; Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά;Μην είναι ο ήλιος της που χρυσολάμπει; Μην είναι τ’ άστρα της τα φωτεινά;
Τι είναι άραγε σήμερα η πατρίδα μου; Οι στίχοι από το παιδικό αυτό ποιηματάκι του Ιωάννη Πολέμη πόσα μπορούν να χωρέσουν;
Ολα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα,
και κάτι που ‘χουμε μες την καρδιά
και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα
και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!
Κι όμως, πώς την έχουμε καταντήσει έτσι την πατρίδα μας;
Μεγάλωσα σε μία χώρα που, λόγω μιας ιδεολογικής και πολιτικής διαστροφής, με έμαθε πως πρέπει να ντρέπομαι να πω ότι αγαπώ την πατρίδα μου.
Γιατί αυτόματα όποιος το κάνει κατατάσσεσαι στην ακροδεξιά.
Στην ακροδεξιά που μισεί την πατρίδα μου.
Τα δύο κόμματα που συγκυβερνούν, αφού διέλυσαν τα πάντα τα τελευταία 30 χρόνια, μα κυρίως την Παιδεία, ζητούν τα ρέστα σήμερα και τολμούν να αναρωτηθούν γιατί η Χρυσή Αυγή έχει κερδίσει τόσο έδαφος.
Διατυπώνουν τις απορίες τους για το τέρας που γέννησαν και τάισαν, ιδίως κατά τα χρόνια της κρίσης.
Η ανικανότητά τους να διαχειριστούν μείζονος σημασίας προβλήματα, όπως το μεταναστευτικό, και ενώ ταυτόχρονα δημιουργούσαν κι άλλα καινούργια, με την παράλογη εφαρμογή των Μνημονίων, άφησε περιθώρια να διογκωθεί η Λερναία Υδρα και να φθάσει να δολοφονεί στο δρόμο όποιον έχει αντίθετη άποψη.
Την ευθύνη όμως δεν την έχουν μόνο το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία, αλλά και ο κάθε πολίτης από όλους εμάς που τους ψήφιζε μέχρι τώρα και δυσκολεύεται σήμερα να τα βρει με τον εαυτό του.
Και τώρα προτιμά άπραγος να επαναλαμβάνει: «Και τι να κάνω εγώ, μόνος μου;».
Κανείς όμως δεν είναι μόνος του.
Επρεπε όμως να φθάσουμε στον πάτο -εάν έχουμε φθάσει-, έπρεπε το «κακό» των απολύσεων να χτυπήσει την πόρτα κάθε σπιτιού, έπρεπε να πεθάνει κόσμος από την απόγνωση για να λειτουργήσουν κάποια αντανακλαστικά απέναντι σε αυτή τη λαίλαπα που ήρθε και θα έρθει με τα Μνημόνια;
Η πολιτική που εφαρμόστηκε την τελευταία πενταετία υπήρξε πράγματι ευφυής, διότι τσάκισε το ηθικό μας, εξουδετέρωσε κάθε αντίδραση που θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα, επιβάλλοντας το φόβο.
Τσάκισε την κοινωνική συνοχή και έβαλε τη μία κοινωνική ομάδα να στραφεί εναντίον της άλλης, μας έβαλε -ο Ελληνας έχει ταλέντο άλλωστε σε αυτό- να «τρωγόμαστε» μεταξύ μας, με αποτέλεσμα να απομακρυνόμαστε από το στόχο.
Η μεγαλύτερη ντροπή των Σαμαρά και Βενιζέλου είναι ότι υποχρεώνουν, με την επιλογή τους να εφαρμόζουν αυτές τις λανθασμένες πολιτικές, ανθρώπους, μορφωμένους και μη, να εγκαταλείψουν την Ελλάδα για να επιβιώσουν, για να έχουν μέλλον, με γνώμονα την αξιοκρατία.
Δεν πρέπει να αφήσουμε τους εκάστοτε δανειστές, κατακτητές και δωσίλογους να μας πάρουν την αξιοπρέπειά μας, το ελεύθερό μας πνεύμα, το δαιμόνιό μας, την ειλικρινή αγάπη μας για τη χώρα μας.
«Εμπρός παιδιά!», ας τους πετάξουμε όλους έξω, και το φασισμό και τη διαφθορά.
Δεν είναι δυνατόν ένας λαός που έχει περάσει τόσα να μην είναι ικανός να δημιουργήσει ένα καλύτερο αύριο, το οφείλουμε στην Ελλάδα.
Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είναι οι κάμποι; Μην είναι τ’ άσπαρτα ψηλά βουνά;Μην είναι ο ήλιος της που χρυσολάμπει; Μην είναι τ’ άστρα της τα φωτεινά;
Τι είναι άραγε σήμερα η πατρίδα μου; Οι στίχοι από το παιδικό αυτό ποιηματάκι του Ιωάννη Πολέμη πόσα μπορούν να χωρέσουν;
Ολα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα,
και κάτι που ‘χουμε μες την καρδιά
και λάμπει αθώρητο σαν ήλιου αχτίνα
και κράζει μέσα μας: Εμπρός παιδιά!
Κι όμως, πώς την έχουμε καταντήσει έτσι την πατρίδα μας;
Μεγάλωσα σε μία χώρα που, λόγω μιας ιδεολογικής και πολιτικής διαστροφής, με έμαθε πως πρέπει να ντρέπομαι να πω ότι αγαπώ την πατρίδα μου.
Γιατί αυτόματα όποιος το κάνει κατατάσσεσαι στην ακροδεξιά.
Στην ακροδεξιά που μισεί την πατρίδα μου.
Τα δύο κόμματα που συγκυβερνούν, αφού διέλυσαν τα πάντα τα τελευταία 30 χρόνια, μα κυρίως την Παιδεία, ζητούν τα ρέστα σήμερα και τολμούν να αναρωτηθούν γιατί η Χρυσή Αυγή έχει κερδίσει τόσο έδαφος.
Διατυπώνουν τις απορίες τους για το τέρας που γέννησαν και τάισαν, ιδίως κατά τα χρόνια της κρίσης.
Η ανικανότητά τους να διαχειριστούν μείζονος σημασίας προβλήματα, όπως το μεταναστευτικό, και ενώ ταυτόχρονα δημιουργούσαν κι άλλα καινούργια, με την παράλογη εφαρμογή των Μνημονίων, άφησε περιθώρια να διογκωθεί η Λερναία Υδρα και να φθάσει να δολοφονεί στο δρόμο όποιον έχει αντίθετη άποψη.
Την ευθύνη όμως δεν την έχουν μόνο το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία, αλλά και ο κάθε πολίτης από όλους εμάς που τους ψήφιζε μέχρι τώρα και δυσκολεύεται σήμερα να τα βρει με τον εαυτό του.
Και τώρα προτιμά άπραγος να επαναλαμβάνει: «Και τι να κάνω εγώ, μόνος μου;».
Κανείς όμως δεν είναι μόνος του.
Επρεπε όμως να φθάσουμε στον πάτο -εάν έχουμε φθάσει-, έπρεπε το «κακό» των απολύσεων να χτυπήσει την πόρτα κάθε σπιτιού, έπρεπε να πεθάνει κόσμος από την απόγνωση για να λειτουργήσουν κάποια αντανακλαστικά απέναντι σε αυτή τη λαίλαπα που ήρθε και θα έρθει με τα Μνημόνια;
Η πολιτική που εφαρμόστηκε την τελευταία πενταετία υπήρξε πράγματι ευφυής, διότι τσάκισε το ηθικό μας, εξουδετέρωσε κάθε αντίδραση που θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα, επιβάλλοντας το φόβο.
Τσάκισε την κοινωνική συνοχή και έβαλε τη μία κοινωνική ομάδα να στραφεί εναντίον της άλλης, μας έβαλε -ο Ελληνας έχει ταλέντο άλλωστε σε αυτό- να «τρωγόμαστε» μεταξύ μας, με αποτέλεσμα να απομακρυνόμαστε από το στόχο.
Η μεγαλύτερη ντροπή των Σαμαρά και Βενιζέλου είναι ότι υποχρεώνουν, με την επιλογή τους να εφαρμόζουν αυτές τις λανθασμένες πολιτικές, ανθρώπους, μορφωμένους και μη, να εγκαταλείψουν την Ελλάδα για να επιβιώσουν, για να έχουν μέλλον, με γνώμονα την αξιοκρατία.
Δεν πρέπει να αφήσουμε τους εκάστοτε δανειστές, κατακτητές και δωσίλογους να μας πάρουν την αξιοπρέπειά μας, το ελεύθερό μας πνεύμα, το δαιμόνιό μας, την ειλικρινή αγάπη μας για τη χώρα μας.
«Εμπρός παιδιά!», ας τους πετάξουμε όλους έξω, και το φασισμό και τη διαφθορά.
Δεν είναι δυνατόν ένας λαός που έχει περάσει τόσα να μην είναι ικανός να δημιουργήσει ένα καλύτερο αύριο, το οφείλουμε στην Ελλάδα.
Της Νεφέλης Τζανετάκου από την Ελευθεροτυπία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.