13 Ιουλίου 2025

«Πρωινό ρόφημα» - Γιώργος Σκαμπαρδώνης

«Πρωινό ρόφημα»

Γιώργος Σκαμπαρδώνης


  Πρωί στο κελί του Τιμίου Σταυρού του γέροντα Παΐσιου, κοντά στη Μονή Σταυρονικήτα. Τρίτη μέρα της Σαρακοστής. Είμαστε έξω στο σκεπαστό κι ο γέροντας βράζει γάλα στο καμινέτο, πάνω σ’ ένα κούτσουρο.

  Παραδίπλα είναι, πλαγιασμένα στα χόρτα, τα δύο παιδιά του Γιάννη, που ανεβήκαμε μαζί στο Αγιονόρος – ο Γιάννης κάθεται μόνος του, απέναντι στο βράχο.

  Πιο εδώ είναι δυο επισκέπτες, κι αυτοί από τη Θεσσαλονίκη.        Στέκονται όρθιοι, ακουμπώντας μαζί στην καστανιά. 
  Πενηντάρηδες κι οι δύο, χλωμοί, στρυφνοί. Φαίνονται να είναι από κάποια παρεκκλησιαστική οργάνωση, γιατί κοιτάζουνε αυστηρά, κάπως επιτιμητικά τον γέροντα και σχολιάζουνε μεταξύ τους χαμηλόφωνα.


  Τα παιδιά παίζουνε, κάνουνε φασαρία – οπότε γυρίζει ο Παΐσιος και τα λέει ήρεμα: 

  «Μην κάνετε θόρυβο, γιατί εδώ δίπλα, κάτω απ’ το χώμα, είναι κρυμμένοι Αμερικανοί και θα ξυπνήσουν και θα ’ρθουν να μας χαλάσουν την ησυχία μας». 

  Τα παιδιά σταματούνε, σωπαίνουνε παραξενεμένα.
  Ο Γιάννης, απέναντι, γέρνει πλάγια στο βράχο, πάνω στο σάκο του.
  Ανάβει τσιγάρο.

  Οι δύο επισκέπτες, που φαίνονται σκληροί ευσεβιστές, συνεχίζουν να βλέπουν με αποδοκιμασία τον γέροντα να προσέχει να μη φουσκώσει και χυθεί το γάλα. Ώσπου ο ένας δεν αντέχει και λέει στον καλόγερο:

  «Γέροντα Παΐσιε, είμαστε στις πρώτες μέρες της Σαρακοστής, έχουμε αυστηρή νηστεία, κι εσύ βράζεις να πιείς γάλα;»

  Ο γέροντας σωπαίνει. Δεν απαντάει. Πιάνει κα κατεβάζει το κατσαρόλι, γιατί το γάλα έβρασε. Μετά πάει στο κελί, φέρνει έξι μικρά, παλιά πορσελάνινα φλιτζανάκια, τα βάζει μερακλίδικα στη σειρά κι αδειάζει με προσοχή το γάλα μέσα σ’ αυτά. Περιμένει λίγο να κρυώσει, ενώ όλοι τον κοιτάζουμε με απορία, σιωπηλοί.

  Οι δύο ευσεβιστές τα βλέπουνε όλα αυτά με αποστροφή, γιατί σκέφτονται ότι αφού είμαστε όλοι εδώ οι επισκέπτες, έξι και τα φλιτζανάκια, άρα και σ’ αυτούς θα τολμήσει ο καλόγερος να προσφέρει γάλα, τέτοιες μέρες σκληρής νηστείας.

  Ο γέροντας Παΐσιος παίρνει τα γεμάτα φλιτζάνια ένα-ένα, τα βάζει σ’ ένα ξύλινο δίσκο, τα κουβαλάει και τ’ αφήνει σε απόσταση εφτά μέτρων, στο χώμα, στην άκρη ενός θάμνου.

  Τ’ ακουμπάει όλα εκεί, στη σειρά, έπειτα έρχεται, κάθεται δίπλα μας και αρχίζει να κάνει με το στόμα του κάτι σιγανά, παράξενα σφυρίγματα, κοιτάζοντας προς τους θάμνους.

  Δεν περνούνε λίγα λεπτά, και πιο εκεί, μέσα από τα τσαλιά, βγαίνει πολύ προσεκτικά μια οχιά και ύστερα πέντε μικρά φιδάκια – τα παιδιά της.

  Κρατάω την αναπνοή μου. Τα φίδια έρχονται, πλησιάζουν όλα, ένα-ένα, σέρνοντας, περνούνε δίπλα μας, πάνε σιγά-σιγά στα φλιτζανάκια, κι αρχίζουν ήρεμα να πίνουν, να ρουφούνε το πρωινό γάλα τους.  

                            ***


 

Το υπέροχο αυτό κείμενο του Γιώργου Σκαμπαρδώνη δημοσιεύθηκε το 2001 στο 1ο τεύχος του περιοδικού «Αναλόγιον», Τριμηνιαία έκδοση της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβίων και Κοζάνης, το οποίο χάριν του αείμνηστου επισκόπου Αμβροσίου Γιακαλή, τότε Μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης, ετοιμάζαμε με μια ομάδα φίλων από τη Θεσσαλονίκη, την Κοζάνη και την Αθήνα. Αργότερα συμπεριελήφθη στη συλλογή διηγημάτων του Γιώργου Σκαμπαρδώνη, Επί ψύλλου κρεμάμενος, εκδ. Κέδρος 2003.
 Τα 6+1 τεύχη του «Αναλογίου» της Κοζάνης διασώζονται ευτυχώς στην Ορθόδοξη Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου της Ι. Μητροπόλεως Δημητριάδος: 

ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/share/p/14E1xTQGaWk/
Σταύρος Γιαγκάζογλου fb
 Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.