Θεόδωρος Παντούλας*23.03.2024 Εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τις επετείους – ειδικά όταν ο εορτασμός τους παρατείνει τη σχόλη του Σαββατοκύριακου. Κατ’ έτος μάλιστα «τιμάμε» διάφορες παλαβωμάρες! Ούτε με τις παρελάσεις έχουμε πλέον πρόβλημα. Πραγματοποιούνται ολοχρονίς, και εκτός επετείων και εκτός Τριωδίου. Το πρόβλημα με την 25η Μαρτίου προκύπτει επειδή είναι επέτειος θρησκευτική και εθνική μαζί. Τη θρησκευτική κάπως την κάνουμε ζάφτι με μπακαλιάρο-σκορδαλιά και χωνευτικά πιοτά. Ο προσδιορισμός «εθνική» όμως μένει αχώνευτος και μας κάθεται στο στομάχι. Επί πολλά χρόνια, με έναν από δεύτερο χέρι διεθνισμό, που δεν προϋποθέτει… το έθνος, απεμπολήσαμε τη διαχρονία μας με διάφορους τρόπους και, χάριν… εκσυγχρονισμού πάντοτε, κατάπιαμε αμάσητες διαφόρων λογιών επιστημονικοφανείς σκαρταδούρες με αποτέλεσμα να μην αγαπάμε ούτε τα άντερά μας, να παραπαχύνουμε και να μας στενεύει η λερή βαλκανική φορεσιά μας. Και ολοένα την μπουγαδιάζουμε στα απόνερα της μειονεξίας και τη μεταποιούμε, μπας και τη φέρουμε περασιά στο χαμηλό μας μπόι.Αλλά πώς γίνεται –«χαρά που το ‘χουν τα βουνά κι οι κάμποι περηφάνια»– να κρυφτεί ότι ο ξεσηκωμός εκείνος έγινε για να λευτερωθεί ο τόπος κι όχι για να γεμίσουν ανεμογεννήτριες τα βουνά και τζογαδόρους τα πλάγια; Οι άνθρωποι της Επανάστασης ήσαν ακάτεχοι από ρεβεράντζες και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Είχανε άλλους, μπρουτάλ, χαβάδες. Πήρανε «τ’ αλαφριά σπαθιά και τα βαριά τουφέκια», αντί να ξεκινήσουν αμοιβαία επωφελείς διαπραγματεύσεις. Κι είπαν αδιανόητες κουβέντες: «Πρώτα υπέρ πίστεως κι έπειτα υπέρ πατρίδος». Σ’ εμάς και τα δύο είναι ξένα. Αλλού ξεσκολίσαμε και, απ’ ό,τι φαίνεται, αριστεύσαμε. Γίναμε φρόνιμοι στερούμενοι φρονήματος. Ποια πίστη και ποια πατρίδα υπερασπιζόμαστε; Η πατρίδα ενεχυριάσθηκε σε επενδυτές, η πίστη ρημάζει από την εθιμοτυπία κι εμείς μετράμε την αποθηρίωσή μας λογαριάζοντας αφίξεις και διανυκτερεύσεις επισκεπτών.