Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ Θ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ Θ.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2024

Κουνώντας μαντίλια στο «Ελ. Βενιζέλος»



*Θεόδωρος Παντούλας

29.12.2024 

Οσο εμείς υποδεχόμαστε χαριέντως «παράτυπους» μετανάστες στη δημογραφικά ρημαγμένη χώρα μας, περισσότερο από ένα εκατομμύριο (1.000.000) νέοι άνθρωποι –τα παιδιά μας, τα ανίψια μας κι οι φίλοι τους– πήραν των ομματιών τους κι εγκαταστάθηκαν στην αλλοδαπή.

Ορισμένοι, διαφόρων αποχρώσεων, πολιτευτές χαίρονται χαρά μεγάλη που έφυγαν από τη μέση 1.000.000 άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, ετεροαπασχολούμενοι και σε κάθε περίπτωση οχληροί νέοι, κι αυτό τους επιτρέπει –και με το δίκιο τους– να καμαρώνουν για τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας που κατόρθωσαν οι πολιτικές τους! Κάποιοι άλλοι (περισσότερο από φθόνο νομίζω κι όχι από πεποίθηση) επικρίνουν τους φευγάτους σαν ριψάσπιδες, που δεν έμειναν κοντά μας να εργασθούν για την ανόρθωση της υπό επιτρόπευση πατρίδας – αυτό ακούγεται από μόνο του σαν κακόγουστο αστείο, αλλά δεν έχουμε κατ’ ανάγκην όλοι την ίδια αίσθηση του χιούμορ. Τέλος, είμαστε κι όλοι οι επίλοιποι (ανάμεσά τους και η αφεντιά μου) που μακαρίζουμε τους φευγάτους και μας λυπεί σφόδρα, περισσότερο από την αναχώρησή τους, ότι εμείς… μένουμε πίσω.

Σε άλλες ευκαιρίες έχω αναφερθεί, έστω ακροθιγώς, στη φιλαπόδημη φτιαξιά των Ελλήνων και στην απαρόμοιαστη φιλοπατρία των ξενιτεμένων μας που αποδείχθηκαν, σε πολλές περιπτώσεις, δύο και τρεις φορές περισσότερο Ελληνες από τους επιχώριους. Δεν είναι εδώ ο χώρος για περισσότερα. Ούτε και νομίζω ότι χρειάζονται περισσότερα. Αρκεί να θυμηθούμε τους εθελοντές στους πολέμους του προηγούμενου αιώνα ή πως όποιο ντουβάρι εξαιρείται της πλήθουσας νεοελληνικής ασχήμιας είναι δώρημα των αποδήμων ευεργετών που ποτέ δεν απολησμόνησαν ούτε αυτούς που άφησαν στους γενέθλιους τόπους ούτε ότι από αυτούς κρατάει η σκούφια τους.

Βεβαίως, η σημερινή μετανάστευση είναι καταφανώς πολύ διαφορετική από εκείνες των παρελθόντων αιώνων. Οι αποχωρισμοί είναι λιγότερο οριστικοί και η τεχνολογία με τις ευκολίες της μαλακώνει κάπως της απουσίας τον καημό. Επίσης, δεν εκπατρίζονται πλέον οι χειρώνακτες αλλά οι κατά τεκμήριο μορφωμένοι.

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2024

ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ;

Του Θοδωρή Παντούλα

-«Nα τα πούμε»;
 -«Nα τα πείτε», μας αποκρίνονταν.

 Kι εμείς τα λέγαμε συνεχίζοντας, εν αγνοία μας, μια παλιά, προχριστιανική παράδοση. «Xριστός γεννάται». Nέο κρασί σε παλιούς ασκούς. Mπορεί τα κάλαντα να πήραν την ονομασία τους από τις ρωμαϊκές καλένδες αλλά την καταγωγή τους την έλκουν από την ομηρική εποχή κι άσε τους όψιμους θιασώτες της ασυνέχειας να σκανδαλίζονται με την μορφολογική συνέχεια και το ήθος της ημετέρας εμπειρίας.

Tα λέγαμε ακέρια. Oλόκληρα. Aπό την αρχή ίσα με το τέλος. Iστορούσαμε το γεγονός και λέγαμε και παινέματα στους νοικοκυραίους. «Σ’ αυτό το σπίτι πού ’ρθαμε πέτρα να μην ραγίσει». Ξυπνάγαμε αξημέρωτα. Nτυμένοι βαριά με σκούφους και κασκόλ, που θα μας φύλαγαν από το πρωινό κρύο.

 Παιδιά της Aθήνας εμείς γυρνάγαμε στα χωριά των γονιών μας κι ανακαλύπταμε συγγενείς και φίλους. Άλλα κάλαντα στην Ήπειρο, άλλα στην Πελοπόννησο. Mαθαίναμε γρήγορα κι όταν μπερδευόμαστε είχαμε την συμπάθεια των ακροατών μας. Eκ γενετής εσωτερικοί πρόσφυγες. «Tίνος είστε εσείς;», μας ρώταγαν όσοι δεν μας ήξεραν. Mας έβαζαν σπίτι τους -όχι στην εξώθυρα.       

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

Βουλιάζοντας στα απόνερα του Διαφωτισμού

«Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ
μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες».



Είναι πολύ όμορφο να διαφωνείς με απόψεις και ταυτοχρόνως να υπερασπίζεσαι πεισματικά το δικαίωμα αυτών που τις εκφέρουν, ακωλύτως να τις εκφράζουν. Ποτέ όμως ο Βολταίρος δεν διατύπωσε τον ανωτέρω διάσημο αφορισμό που για δεκαετίες του πιστώθηκε από μια γενικευμένη αλλά προδήλως επιπόλαια, οπαδικής κοπής, επιδοκιμασία.

Οι ακαδημαϊκές προκαταλήψεις που θωράκισαν τον Βολταίρο όχι απλώς απέκρυψαν τα κουσούρια των Διαφωτιστών (που υπήρξαν τα εικονίσματα της νεωτερικότητας), αλλά φιλοτέχνησαν μια ψευδή αναπαράστασή τους σαν γενναίων εραστών του μεγάλου και του αληθινού. Ο Βολταίρος μάλιστα θεωρήθηκε ο πιονιέρος τους. Και, πράγματι, ο ζηλόφθονος αυλοκόλακας τον είχε τον τρόπο του και ως συγγραφέας και ως… επενδυτής. Ενώ έκανε καριέρα σαν «απόστολος της ανεκτικότητας», ταυτοχρόνως έκανε και το κομπόδεμά του από το δουλεμπόριο! Οι απροκάλυπτα ρατσιστικές, δηλαδή απάνθρωπες, θεωρήσεις του, όπως και οι αντισημιτικές απόψεις του, πέρασαν και δεν ακούμπησαν – ή ακριβέστερα ακούμπησαν αλλά πέρασαν στα μουγγά. Αυτό που έμεινε εδραίο είναι το χαλκευμένο φωτοστέφανο του γιαλαντζί υπέρμαχου της πολυφωνίας!

Τα τελευταία ωστόσο χρόνια τολμητίες μελετητές αποκαθήλωσαν το τοτέμ του Διαφωτισμού και μας έδειξαν ότι ο Βολταίρος και οι φίλοι του κάθε άλλο παρά άμοιροι των ανθρώπινων αδυναμιών υπήρξαν. Ήσαν το ίδιο, αν όχι περισσότερο αλαζόνες, μισαλλόδοξοι και μικροπρεπείς με τους άλλους ανθρώπους του φυράματός τους. Χάρη σε αυτούς τους απόκοτους ερευνητές υποψιαστήκαμε ότι ο Διαφωτισμός δεν ήταν μια λαϊκή εξέγερση αλλά ένα ελιτίστικο καπρίτσιο που περιφρονούσε τον λαό και τα ταυτοτικά του στοιχεία, ένα αιματηρό κίνημα πραξικοπηματιών. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η ανεκτικότητα δεν ήταν στις προτεραιότητές του Βολταίρου και των φίλων του – ούτε η διαλλακτικότητα ούτε η ανεξιθρησκία. Η μονομανία του άλλωστε δεν περιοριζόταν στην καθολική εκκλησία –έπαιρνε αμπάριζα όλες τις θρησκευτικές παραδόσεις.

Και είναι στ’ αλήθεια περίεργο ότι σήμερα, που ο θρησκευτικός φανατισμός δεν μας χτυπάει απλώς την πόρτα αλλά την παραβιάζει, επιστρατεύεται, στο όνομα της «συμπερίληψης» και άλλων πολυπολιτισμικών ωραίων, η καλοσύνη του Διαφωτισμού!
Το ερώτημα που ευλόγως προκύπτει είναι αν μπορεί μια καλπιά (γιατί περί αυτής πρόκειται) να απαντήσει στην εγχώρια ή εισαγόμενη αδιαλλαξία;

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Μεσίστια η επέτειος, τσουρούτικη η γιορτή

*Θεόδωρος Παντούλας

27.10.2024 εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Κάθε φορά που κοντοζυγώνει η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου με ζώνουν τα φίδια. Σκέφτομαι το οπτικοακουστικό υλικό που θα κυκλοφορήσει στα «μέσα κοινωνικής δικτύωσης», στο οποίο οι μαθητές θα απαντούν άλλα αντί άλλων σχετικά με τον εορτασμό, και… δαιμονίζομαι. Παλιότερα τους έκανα χάζι τους νεολαίους, υποθέτοντας ότι παίρνουν στο ψιλό τους ρεπόρτερ. Μετά βεβαιώθηκα ότι είναι τωόντι άγευστοι της γιορτής και ανυποψίαστοι του περιεχομένου της.

Και κοντά στα σχολιαρούδια πολλοί νταβραντισμένοι ενήλικοι που, έχοντας δυσανεξία σε οτιδήποτε ούτως ειπείν εθνικό, στρογγυλεύουν με δικολαβισμούς την αποστροφή τους βρίσκοντας παρωχημένες τις παρελάσεις (τις συγκεκριμένες) ή θεωρώντας καλύτερο να γιορτάζουμε τη λήξη του πολέμου και όχι το ξεκίνημά του!

Εχουν τα δίκια τους οι άνθρωποι. Οι πόλεμοι είναι, πράγματι, αγριευτικές καταστάσεις και οι παλιοί ήσαν ακάτεχοι από τις σημερινές μετωνυμίες των «ανθρωπιστικών επεμβάσεων», χώρια ότι δεν είχαν και κουμπιά να πατήσουν. Εφ’ όπλου λόγχη, δηλαδή με σώμα με σώμα, έγραφαν ιδίαις χερσί και εκ του σύνεγγυς τις εποποιίες τους. Μολαταύτα οι κοινωνίες που σέβονται τον εαυτό τους και τη διαδρομή τους στον χρόνο τιμούν όσους αγωνίστηκαν – πάντως όχι για να απλώνουμε εμείς μερακλίδικα τις αρίδες μας. Θέλω να πω ότι η απόδοση τιμών δεν είναι μια επετειακή ρητορεία. Είναι μια ανανεούμενη δέσμευση των επιγόνων ότι θα σταθούν ισοϋψείς με τους προγόνους. Είναι δέσμευση ότι θα πουν κι αυτοί, σαν έρθει η δική τους ώρα, τα δικά τους «όχι».

Δεν είναι προφανέστατα η δική μας περίπτωση αυτή. Εμείς ως πολιτεία παριστάμεθα αγγαρεμένοι από το πρωτόκολλο σε ξέπνοες εκδηλώσεις κι ως κοινωνία οι περισσότεροι ανησυχούμε αν βγαίνει τριημεράκι με την αργία κολλητή για να εκδράμουμε στις ανά την επικράτεια εξοχικές ταβέρνες.

Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2024

Προσκύνημα στό Ἅγιο Ὅρος μέ τόν Χρῆστο Γιανναρά

Στῆς Πορταΐτισσας τήν αὐλή

Προσκύνημα στό Ἅγιο Ὅρος μέ τόν Χρῆστο Γιανναρά



Του Θοδωρή Παντούλα

Ἐτοῦτες τίς ἡμέρες σκέϕτομαι ὁλοένα ὅτι λιγοστοί στοχαστές ἀξιώθηκαν, ὅπως καλή ὥρα ὁ Χρῆστος Γιανναράς, νά εἶναι στίς προσευχές τόσων πολλῶν ἀνθρώπων.

Στίς ἀρχές τοῦ καλοκαιριοῦ τόν ρώτησα ἄν ἔχει διαβάσει τό τελευταῖο βιβλίο τοῦ π. Βασιλείου Γοντικάκη, πού ἐγώ, καίτοι βιβλιοπώλης, δυσκολευόμουν νά τό προμηθευτῶ! Τό εἶχε διαβάσει καί μέ προέτρεψε νά τό ἀναζητήσω ἐκ νέου. «Εἶναι καλό;», τόν ρώτησα ἀνοήτως. Ἀντί ἀπάντησης ἔσϕιξε τά χείλη του καί κούνησε κυκλικά γιά ὥρα τό ἀριστερό του χέρι.

Εἶχα ἀπό χρόνια καταλάβει πόσο ἀγαπᾶ καί ἐκτιμᾶ τόν π. Βασίλειο. Eἶχε πολλάκις ζητήσει νά πᾶμε νά τόν συναντήσουμε στό Ἅγιο Ὅρος. Τό Φθινόπωρο ἐπανῆλθε καί ἦταν περισσότερο ἐπίμονος. Εἶχα δουλειές (ἀπό αὐτές πού δέν τελειώνουν ποτέ) καί πρότεινα νά τό μεταθέσουμε γιά ἀργότερα. «Δέν θά μπορῶ ἀργότερα», μοῦ εἶπε, καί μέ κοίταξε κατάματα. Δέν τόλμησα νά ρωτήσω «γιατί».

Νοέμβριος 2023. Ξεκινήσαμε πρωί. Στό ταξίδι ἤμασταν τέσσερις. Ἐγώ κι ὁ Κώστας Βεργής σκορποχώρι. Ὅλα τά πρακτικά τά ἀνέλαβε ὁ Ἀναστάσης Φούγιας. Τόν Γιανναρά τόν ἀνησυχοῦσε πολύ ὁ καιρός. Ὅσο πλησιάζαμε ὅμως στή Μακεδονία ὁ Δάσκαλος γαλήνευε.

 Κάναμε στάση γιά ϕαγητό στή Θεσσαλονίκη. Τόν ἀναγνώρισε ὁ ἑστιάτορας καί κάποιοι θαμῶνες καί μόνο τά χέρια πού δέν τοῦ ϕίλησαν – αὐτό γινόταν σχεδόν πάντοτε στίς ἐξόδους μας καί δέν γνωρίζω κανέναν ἄλλον πού νά γνώρισε τέτοιες καί τόσες, ἐκτός τοῦ αὐτοαναϕορικοῦ συναϕιοῦ, τιμές.

Το δέντρο που ’χει τον καρπό, αυτό πετροβολάνε

Του Θεόδωρου Παντούλα

Δεν θυμάμαι η εκδημία άλλου συγγραφέα να προκάλεσε τόσες αντιδράσεις όσο αυτές που σημειώθηκαν μετά τον θάνατο του Χρήστου Γιανναρά. Σημείο αντιλεγόμενο, όχι τόσο το έργο του όσο το πρόσωπό του! 

Νομίζω ωστόσο ότι οι απρέπειες και οι συναισθηματικές τσιγκουνιές καλό είναι να μένουν αναπάντητες. Οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι οι «συντηρητικοί» τον λογάριαζαν για «προοδευτικό». Σήμερα οι «προοδευτικοί» τον αποστρέφονται σαν «συντηρητικό»! Όπως και να έχει, το δέντρο που ’χει τον καρπό, αυτό πετροβολάνε. Κι από το γιανναρικό δέντρο χόρτασαν αρκετοί. Άλλοι στάθηκαν ευγνώμονες κι άλλοι αγνώμονες – μες τη ζωή είναι αυτά. 

Ο Χρ. Γιανναράς στάθηκε για πολλούς Δάσκαλος. Δεν αναφέρομαι σε καμιά μετάγγιση σοφίας αλλά σε εκείνο το σπάνιας γενναιοδωρίας φέρσιμο που μετράει τις κουβέντες του, όχι από οπισθοβουλία αλλά για να αφήσει χώρο να ξεπεταχτούν γύρω του βλαστάρια και παραβλάσταρα.

 Γνωρίζω ανθρώπους που τους άλλαξε όχι απλώς τον προσανατολισμό σπουδών αλλά τη ζωή. Εντούτοις, δεν γνωρίζω κανέναν που να μετάνιωσε γι’ αυτό.

Η δημοφιλία του δεν σημαίνει ότι ήσαν βατός ο δρόμος του. Κάθε άλλο. Δεν υπήρχε καν δρόμος! Μόνος τον άνοιξε αποτινάζοντας με ευτολμία τους ακαδημαϊκούς και θρησκευτικούς –ισμούς. Στην κόψη πορεύτηκε πάντοτε σοδιάζοντας αμυχές και χαρακιές, για της ζωής τα ουσιώδη.
«Δεν είναι η δεοντολογία που πλάθει τη ζωή». Ούτε καιρό ούτε διάθεση είχε για εκπτώσεις. Δεν επρόκειτο για στενοκεφαλιά ενός δύστροπου γραφιά αλλά για επαγρύπνηση ενός γενναίου που δεν άλλαζε όνομα ούτε στα σύκα ούτε στη σκάφη.   

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

+ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ, in memorian

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ,

in memorian από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 



............
Γράφει μεταξύ άλλων ο Αλέξης Παπαχελάς:

"...Ομολογώ ότι σοκαρίστηκα από τα όσα βάρβαρα και άναρθρα έγραψαν ορισμένοι χούλιγκαν  του Διαδικτύου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετά τον θάνατό του. 
Δεν σεβάστηκαν, αλλά ούτε και κατάλαβαν τίποτα από τα γραπτά του.  Είναι προφανώς η λάθος εποχή να πεθάνεις αν είσαι δημόσιο πρόσωπο αυτού του βεληνεκούς.
Καθώς τον αποχαιρετίζαμε ανακαλούσα στη μνήμη μου μερικά γραπτά του που έσπαγαν κόκκαλα και εξαγρίωναν πολλούς πολιτικούς μας.  Οι πιο αστείοι ήταν εκείνοι που τον εκθείαζαν πριν αναλάβουν θέσεις εξουσίας και έλεγαν συχνά "μπράβο για τον Γιανναρά σπουδαία πένα".  Μόλις αποκτούσαν κάποια θέση και τους καταχέριαζε σε κάποιο άρθρο, οι ίδιοι άνθρωποι μας έλεγαν "μα τι τον θέλετε τον Γιανναρά;".
Ακριβώς γι' αυτό... Για να ταρακουνάει τη σκέψη μας, ενίοτε να μας θυμώνει και να γράφει σκληρά πράγματα που εξαγρίωναν συχνά τους κυβερνώντες..."

Στην ίδια εφημερίδα για το Χρήστο Γιανναρά γράφουν ο Στέλιος Ράμφος:

 "ακόμη και όταν θεωρούσε την Ελλάδα τελειωμένη υπόθεση, ο Γιανναράς μετείχε στην προσπάθεια εθνικής αυτογνωσίας για να ξανασταθεί η χώρα στα πόδια της, μια προσπάθεια που αρχίζει το 18ο αιώνα και συνεχίζεται...".

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος:

"... Μεθούσε με το όραμα μιας Θεολογίας γεμάτης από χυμούς αληθινής ζωής για την οποία θα άξιζε να πάσχει κανείς... Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον καημό του για την αλήθεια, τη Θεολογία και την Εκκλησία.  Κρατώ στην καρδιά μου τον έντιμο αναζητητή, τον γίγαντα του πνεύματος που χάρισε στην Εκκλησία τα τάλαντά.  του. Γεμάτος συγκίνηση άκουσα τη μαρτυρία για την οσιακότητα των τελευταίων του στιγμών. Ο Θεός ας πληρώνει την πείνα και τη δίψα του..."

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2024

«Κυρά μου, αν θα κρεμαστείς, κρεμιέται ο κόσμος όλος»


από Θεόδωρος Παντούλας


Νομίζω ότι ένας πολιτισμός αποτιμάται κατά κύριο λόγο από τον τρόπο που πενθεί και από τον τρόπο που γιορτάζει. Και, ειλικρινά, δεν γνωρίζω κάποιον που να καυχάται για τους σημερινούς τρόπους. Στα μέρη μας ωστόσο αυτοί οι, κάποτε αξεχώριστοι, τρόποι είχαν για πολλούς αιώνες συγκεκριμένες εκφάνσεις κι εκφορές. Η Παναγία, καλή ώρα, ακαμάτως μεσίτευε υπέρ πλεόντων, οδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώτων και της σωτηρίας αυτών και στάθηκε η καταφυγή των αναγκεμένων, η παραμυθία των αδικουμένων, το αντιστύλι των οδυνομένων.

Τα παραπάνω δεν είναι θεολογικά φληναφήματα αλλά ιστορικές αποτιμήσεις από τις οποίες κάθε άλλο παρά λείπουν τα τεκμήρια. Η ταπεινή κόρη της Ναζαρέτ ήταν ένα πρόσωπο εξόχως οικείο και αγαπητό στον λαό. Ολα τα σπίτια –ακόμη και τα πιο φτωχά ή κυρίως αυτά– είχαν το εικονοστάσι τους κι όλα τα εικονοστάσια είχαν εικόνα της. Αυτή η οικειότητα και η αγάπη θησαυρίστηκε σε αχειροποίητα εικονίσματα και απέριττα ξωκλήσια που στέγασαν απελπισμούς και ανατάσεις. Η εγγύτητα προς το πρόσωπό της εκφράστηκε εναργώς με τα αμέτρητα, κυριολεκτικά, Θεοτοκονύμια και την πάγκοινη και σπαρακτική επίκληση «βόηθα Παναγιά». Στη γλυκύτητα της Γυναίκας, που ήταν κόρη των ανθρώπων και μάνα Εκείνου που έκοψε την Ιστορία στα δυο, προσέτρεχαν κι οι μικρομάνες, ζητώντας της στα νανουρίσματά τους να συντροφεύει τα παιδιά τους.

Πριν από τον Δεκαπενταύγουστο οι άνθρωποι δέονταν, νήστευαν κι άσπριζαν τις αυλές τους για να καλοδεχτούν τη Δέσποινά τους. Παράδοξο κι ετούτο: να είναι, δηλαδή, γιορτή ζωής και αφθαρσίας εγκώμιο η Κοίμησή της! Δεύτερο Πάσχα, Πάσχα του καλοκαιριού λογιζόταν ο Δεκαπενταύγουστος και σε πολλά μέρη στόλιζαν και περιέφεραν τον Επιτάφιό της.

Η εκκλησιαστική εμπειρία βεβαιώνει ότι ο θάνατος στην επικράτειά της δεν έχει ούτε τον πρώτο ούτε τον τελευταίο λόγο. Γι’ αυτό ανάβονταν κεριά στη χάρη της, γίνονταν γονυκλισίες στα εικονίσματά της, τάματα σωρεύονταν στην ποδιά της και πανηγύρια στήνονταν στο όνομά της σε αυλόγυρους ναών και ανοιχτωσιές. Οι κοινότητες συνάζονταν γύρω από τα χοροστάσια και, συχνά, δεξιώνονταν τους ξενιτεμένους τους – ζώντες και τεθνεώτες. Οι πανηγυριστές φίλιωναν, φιλιούνταν και πιάνονταν χέρι χέρι σε κυκλωτικούς χορούς.

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2024

Ο ΣΟΛΩΜΟΣ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ



του Θεόδωρου Ε. Παντούλα


Ο Ύμνος στην Ελευθερία και ο Διονύσιος Σολωμός είναι πασέ. Του στέλνουμε του ποιητή τα σεβάσματά μας, αλλά δεν έχει θέση ούτε αυτός ούτε ο ύμνος του στις ζωές μας. Μαθητεύουμε αλλού. Και προκόβουμε πολύ. Και πλειοδοτούμε σε μεγαλοστομίες.

Αλλά στο παγκόσμιο χωριό είσαι πάντοτε χωριάτης και φτωχός συγγενής χωρίς το οικόσημό σου κι όσα αυτό κουβαλά. Το οικόσημο του Σολωμού κουβαλά την επιλογή του –περί επιλογής πρόκειται- να ζήσει ως ελεύθερος Έλληνας, ενώ η δική μας ξεσκολισμένη αμερημνισία δεν κουβαλά ανεμελιά, αλλά μια ετερόφωτη κι εθελόδουλη ένδεια που με νεοπλουτική ξιπασιά τη λογίζουμε για εκσυγχρονιστικό κατόρθωμα.

Σε γνωρίζω από την κόψη

Του σπαθιού την τρομερή,

Σε γνωρίζω από την όψη

Που με βια μετράει τη γη.

Ποια γη; Αυτή που ασκούνταν βρίζοντας ξένοι φαντάροι; 
Αυτή που λιάζονται ευρωπαίοι συνταξιούχοι ή αυτή που δώσαμε αντιπαροχή;

Ο Σολωμός είναι ένας ξένος. Γι’ αυτό και ξενίζει το υπερφίαλο Εγώ μας η αυτοπροαίρετη υποταγή του στην Ελευθερία. Σήμερα, στην εποχή του ανέξοδου φιλειρηνισμού, έχουν πέραση οι δεκάρικοι για ανέφελη συνύπαρξη λύκου, αρνιού και τσέλιγκα. Άλλωστε, η σύγχρονη βία μασκαρεύεται. Γίνεται ανθρωπιστική αποστολή και οικεία τηλεοπτική δυσκολία. Οικεία όμως εκείνα τα χρόνια ήταν η βία του δυνάστη και η απόφαση του εξεγερμένου να ζήσει ως Ελεύθερος ή να γενεί λαμπάδα της Λαμπρής για να λαμπρύνει το σκότος και την σκοτούρα μιας ζωής που δεν σκύβει την κεφαλή της. Κι όλα γύρω σου είναι φως. Μόνο που για να το λουστείς αυτό το φως, χρειάζεται σε πρώτη φάση να βγάλεις τα γυαλιά σου.

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2024

Για πάντα – του Θεόδωρου Ε. Παντούλα




Τον Χρήστο Βακαλόπουλο τον γνώρισα, αν θυμάμαι καλά, τον χειμώνα του 1990.


Συνήθως βρισκόμασταν στο καφενεδάκι της Σόλωνος –έναντι του Χημείου- και ο Χρήστος έπινε διπλό ελληνικό. Εγώ δεν είχα ιδέα ποιος ήταν ο Χρήστος. Με κάποιες βιαστικές αναγνώσεις των βιβλίων του και κάποιων άρθρων του είχα σχηματίσει την επιπόλαιη εντύπωση ότι ήταν ένας ακόμη συγγραφέας που περιγράφει τη χαμένη του νεότητα, τα νεανικά του μεθύσια και τις γκομενοδουλειές του.

Ωστόσο μου ήταν συμπαθής –ίσως γιατί έπαιρνε στα σοβαρά όσα του έλεγα. Με άκουγε με προσοχή χωρίς να διακόπτει τη φλυαρία μου, με συμβούλευε χαμηλότονα και συνεργούσε στα ραδιοφωνικά και εκδοτικά σχέδιά μου.

Την τελευταία φορά που τον είδα ήταν στον «Βρούτο». Καθόμασταν στην μπάρα κι εκείνος έπινε μπακάρντι-κόλα. Εγώ του ανέπτυσσα, με το ζήλο του νεοφώτιστου, τη μετεφηβική μου θεωρία ότι ορισμένα πράγματα –όπως ο έρωτας– συμβαίνουν μια φορά στην ζωή μας. Τα υπόλοιπα είναι «σαν» εκείνη την φορά, είναι «σαν» ευκαιρία αιωνιότητος, αλλά όχι η αιωνιότητα κ.λπ. Είχαμε πιει πολύ. Ο Χρήστος έγραψε ένα τηλέφωνο στο τετράδιό μου και μου είπε ότι είναι καλύτερα να μιλήσουμε με περισσότερη ηρεμία αλλού και αφού σκεφτώ κάποια πράγματα. Ο «Βρούτος» έκλεισε κι εμείς συνεχίσαμε κάπου απέναντι.

Δεν του τηλεφώνησα.

Ξεκαλοκαίριασα στην Ύδρα αναρωτώμενος εάν πρέπει να με θλίβει περισσότερο που το νησί είναι κατειλημμένο από ξανθούς ανθρώπους ή που οι ντόπιοι έγιναν ξανθοί. Άκρη δεν έβγαζα.
Έφυγα για την Ιταλία –εκεί φιλοξενούμενος, εδώ ξένος. Ανάμεσα στα βιβλία μου είχα και την αδιάβαστη Γραμμή του ορίζοντος.

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

«Έφεραν πόρνες στην Ελευσίνα»* – και στην Αθήνα προαγωγούς



από Θεόδωρος Παντούλας

-18 Ιουνίου 2024

Για αιώνες η τοκογλυφία, η πρωτοθυγατέρα της απληστίας, ήταν μια αξιοκατάκριτη δραστηριότητα. 

Πολύ πριν ο Έζρα Πάουντ λογιάσει στα δεινά της τη βεβήλωση της ιερότητας και την αποτιμήσει ως το χειρότερο κακό του σύγχρονου κόσμου, οι Έλληνες κάτεχαν ότι αυτή εξανδραποδίζει κι οι Πατέρες της Εκκλησίας την αξιολογούσαν ως μισάνθρωπο επιτήδευμα. Αλλά από τότε παρήλθαν χρόνια και μαζί τους πήγαν περίπατο οι αναστολές που συγκρατούσαν την πλεονεξία στο περιθώριο και στην ανυποληψία.

Στις μέρες μας εκατομμύρια συμπολίτες χάνουν κοψοχρονιά εκατοντάδες χιλιάδες ακίνητα (υπερδιπλάσια από αυτά του υπέκλεψαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή!) από τους «διαχειριστές δανειακών χαρτοφυλακίων» ‒ περιφραστικός ευφημισμός για ανθρώπους που στην καθομιλουμένη αποκαλούνται κάπως αλλιώς. 


Η υφαρπαγή των περιουσιών τους θα έπρεπε να είναι ζήτημα πρώτης τάξεως στον δημόσιο διάλογο. Δεν είναι. Κληρονομιές αλλάζουν χέρια σε συνθήκες βροντώδους σιωπής (η έντιμος πενία δεν έχει και πολύ πέραση στη μετανεωτερικότητα), την ώρα που η Κυβέρνηση από τη μία διαφημίζει ότι «κρατάμε την ελπίδα, κρατάμε το σπίτι μας» και από την άλλη κρατάει από τον λαιμό τους απελπισμένους οφειλέτες, διευκολύνοντας νομοθετικά, στο κατόπι της πολύφερνης αγοράς ακινήτων, τους πλειστηριασμούς των ακινήτων τους!

Είναι που η αγορά απεχθάνεται το κενό. Κι αν οι συστημικές (και κάργα ανακεφαλαιοποιημένες) τράπεζες αδυνατούν να το καλύψουν, αυτό καλύπτεται από καινοφανείς ιδιωτικές, μη τραπεζικές, επιχειρήσεις χορήγησης στεγαστικών δανείων! Είναι αυτό που λένε οι ατσίδες «η κρίση ως ευκαιρία». Η ευκαιρία του αετονύχη για να ακριβολογούμε! Και των εταιριών διαχείρισης οφειλών που, άμα θέλουν κι όπως θέλουν, συνομιλούν στους οφειλέτες. Και που ακόμη σπανιότερα συναινούν σε «ρυθμίσεις». Σάμπως θα τους τραβήξει κανείς το αυτί; Κράτος εν κράτει είναι. Και τα όποια πρόστιμα τους καταλογίζονται είναι για το θεαθήναι. Οι νομοθετούντες άλλωστε χαίρουν ασυλίας ή, τέλος πάντων, έχουν την ευχέρεια να αλλάζουν ΑΦΜ και να την βγάζουν μπέικα, σε αντίθεση με τους μέχρι εχθές αξιόπιστους δανειολήπτες που σήμερα λοιδωρούνται σαν μπαταχτσήδες από εκείνους ακριβώς που τους προέτρεπαν στον δανεισμό! Η ανακολουθία, η αναλγησία και οι συγκαλυμμένοι εκβιασμοί παραμένουν οι σταθερές των «εισπρακτικών», σταθερές που προσιδιάζουν σε φερσίματα μαφίας και όχι σε συμπεριφορές καλής πίστης και χρηστών συναλλακτικών ηθών.

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2024

Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα



*Θεόδωρος Παντούλας

Καθημερινή 16.06.2024
null
Υπάρχουν στον τόπο και στις μέρες μας πολλές αφορμές και λόγοι δυσφορίας, αλλά έχουμε κι άλλες τόσες ευλογίες και παρηγοριές. Μία από αυτές –η σπουδαιότερη κατά την επισφαλή κρίση μου– είναι η γλώσσα μας. Έχουμε το μοναδικό προνόμιο να έχουμε μια αδιάλειπτη στους αιώνες, «χωρίς διακοπή και μ’ ελάχιστες διαφορές», ποιητική παραγωγή υψηλών επιδόσεων.

Ξέρετε, η ποίηση για χιλιετίες ήταν μια δραστηριότητα που αφορούσε πρωτίστως το κοινωνικό σώμα. Σε αυτό απευθυνόταν κατά κύριο λόγο, σε αυτό λογοδοτούσε και αυτό την καταξίωνε ή την απαξίωνε: η πόλις και οι πολίτες. Ήταν, δηλαδή, η ποίηση μια εξόχως πολιτική δραστηριότητα, μια πλήρους απασχόλησης δραστηριότητα και όχι μια μερικής απασχόλησης συντεχνιακή ιδιοτροπία στην οποία εμπλέκονται αυτάρεσκα κάποιοι «ειδικοί».

Τον Διονύσιο Σολωμό, που σεμνυνόμεθα (όσοι, τέλος πάντων, σεμνυνόμεθα) ότι είναι ο γενάρχης μας, πριν μας τον επανασυστήσει ο Ιάκωβος Πολυλάς (ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, είναι ένας από τους λίγους βουλευτές στους οποίους οφείλουμε χάριτες), τον είχαν δεξιωθεί και τον είχαν τραγουδήσει οι άνθρωποι που βύζαξαν το ίδιο με αυτόν γάλα. Ο Νικόλαος Μάντζαρος, δηλαδή, ήρθε δεύτερος σε αυτή την υπόθεση – για να μη θυμηθούμε την επιφυλακτικότητα των εκδοτών έναντι και του Σολωμού και του έργου του.

Από τότε κύλησε πολύ νερό (και πολλά απόνερα) στο αυλάκι και την αυλακιά της ποίησης για να καταλήξουμε (ή μήπως για να καταντήσουμε) στο ξεκόρμισμα και των ποιητών και της ποίησης από το κοινωνικό σώμα, της ποίησης που έγινε μια επί το πλείστον αυτοαναφορική απασχόληση, σχεδόν περίκλειστη κι αδιάφορη για τα τόσα που την περιβάλλουν. Μετά τη δεκαετία του ’70, μάλιστα, η κατάσταση απόγινε και η ποίηση αυτονομήθηκε ακόμη περισσότερο από τα κοινωνικά συμφραζόμενα. Αφησε κατά μέρος τη γλώσσα και τις σκοτούρες του ήθους της και με την εύκολη πρόφαση του «ελεύθερου στίχου» υιοθέτησε αχρείαστες ευκολίες που για την αποτόλμησή τους αρκούσαν και περίσσευαν η ακηδία και η θρασύτητα. Περιφρονήθηκαν με ασύγγνωστη ελαφρότητα οι παιδεμοί στο ξέφωτο της γλώσσας και οι μαθητείες στους τρόπους της ποιήσεως, οι οποίοι –πώς να το κάνουμε– διέπονται από συγκεκριμένους κανόνες και η παραβίασή τους είναι θεμιτή μόνον όταν τους γνωρίζεις και σε περιορίζουν, όχι όταν τους αγνοείς και σε ζορίζουν.

Και για να μην απομακρυνθούμε από τη Σολωμική επικράτεια, εντέλει, δεν αρκούν η φαντασία και το πάθος. Προαπαιτούμενα όλα αυτά, αλλά χρειάζεται να υποταχθούν «με καιρό και με κόπο εις το νόημα της τέχνης». Αλλιώς μένουν τσαλίμια των κατά φαντασίαν ποιητών.

Το αντιφατικό στην περίπτωσή μας είναι ότι όσο οι προχειρογραφίες εκτόπιζαν τη μαστορική, ο λαός μας στις χαρές και στις λύπες του τραγουδούσε των μεγάλων ποιητών τα λόγια! Και όσοι τουλάχιστον καβατζάραμε τα πενήντα «σε σπίτια με μωσαϊκά τα είχαμε χορέψει». Αυτά ήσαν η δημόσια περιουσία μας. Η «νεοελληνική κοινή». Και, ειλικρινά, δεν ξέρω αν άλλος λαός ξεσεκλετίστηκε, λόγου χάριν, τραγουδώντας:

Tο πέρασμα από την κατάφαση της ζωής στη βλαστήμια της ήταν μια Μεταπο- λίτευση δρόμος κι ένας απύλωτος εσμός ακκιζόμενων ποιηματογράφων, που δεν έχουν έγνοια τη γλώσσα μας.

Τα δυο σου χέρια πήρανε / βεργούλες και με δείρανε / βεργούλες και με δείρανε / και τη χαρά μου πήρανε. […]. Μ’ αυτά τα χέρια σου τα δυό / σκάψε τη γη βαθιά να μπω, / σκάψε τη γη βαθιά να μπω / να μη σε βλέπω και πονώ.

Παρασκευή 31 Μαΐου 2024

Πάρθεν: Η πολιτική θεολογία της Χαρμολύπης



από Δημήτρης Αρκάδας

"Ο Παντούλας εξεγείρεται με τον ξεπεσμό των παραμυθιών της Ρωμιοσύνης σε βολική «γραφικότητα» ή σε βολεμένο «εθνικισμό». Και παθιάζεται να τραγουδήσει μαζί μας τα παραμύθια που ακούγαμε σαν ήμασταν παιδιά, γιατί γνωρίζει ότι αν δεν γίνουμε σαν τα παιδιά, αθώα και γενναία ταυτόχρονα, δεν μας πρέπουν αγαθά όπως η ελευθερία, αλλά μάλλον η δουλεία και η φρίκη, όπως πρέπουν σε όλους όσους οικειοποιούνται τον θάνατο αντί να παίζουν μαζί του."
Ο Δημήτρης Αρκάδας παρουσιάζει το νέο βιβλίο του Θοδωρή Παντούλα Πάρθεν: Λαϊκοί θρύλοι και θρήνοι για την Άλωση της Πόλης, έκδ. Manifesto.

Τετάρτη 22 Μαΐου 2024

Ο συλλογικός εαυτός ως ντεκόρ




*Θεόδωρος Παντούλας

Εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 19.05.2024 

Οι όχι τακτικοί αναγνώστες της πεζογραφίας είναι επιφυλακτικοί με τα ευπώλητα βιβλία και, κατά τη γνώμη μου, καλά κάνουν, διότι η δημοφιλία τους οφείλεται σε εξωκειμενικούς, συνήθως, λόγους.


Στη Μεταπολίτευση γκώσαμε από την πεζογραφία της μεταπολεμικής «αντίστασης». Δεν είναι κακό να επικαλείται κάποιος τα βιώματά του. Κακό είναι να μη λογοδοτεί σε αυτά αλλά στους ψυχαναγκασμούς των προκαταλήψεών του. Eτσι, κατά κύριο λόγο, γράφτηκαν συνεπείς στη στράτευσή τους μπροσούρες αλλά όχι λογοτεχνία – τουλάχιστον καλή.

Μετά την «επαναστατική διαπαιδαγώγηση» ακολούθησε ένα διάστημα που «ξεβλαχέψαμε», όπως αποτίμησε ο μέγας αυτουργός της προοδευτικής ελαφρότητας, και λατρέψαμε με αβαθείς ενδοσκοπήσεις και εγκεφαλισμούς την αυτοαναφορική πλευρά μας. Τα τελευταία χρόνια έχω την εντύπωση ότι πισωκοιτάζουμε έτι περαιτέρω, καθώς πληθαίνουν τα μυθιστορήματα που αναμετρούνται με την προπολεμική περίοδο και την επαρχία.

Η τηλεοπτική μεταφορά μάλιστα κάποιων εξ αυτών τους εξασφαλίζει εμπορική καλοτυχία. Τι μένει, αν μένει κάτι στην πεζογραφία, από τους ευκαιριακούς αναγνώστες μένει να αποδειχθεί. Για την ώρα, η οπτικοποίηση των πεζογραφημάτων παραμένει εξόφθαλμα πρόχειρη, χοντροκομμένη, επιφανειακή και ανερμάτιστη, επιλέγοντας μετ’ επιτάσεως να επικεντρωθεί σε εξωσυζυγικές δραστηριότητες και στους καρπούς αυτών.

Πέραν όμως της τηλεοπτικής κακοτυχίας των μυθιστορημάτων, η αναδρομή στο παρελθόν και στην περιφέρεια περιγράφει ευκρινώς μια νέα, λιγότερο ή περισσότερο, ανεπίγνωστη επιθυμία επανασύνδεσης με τη ρίζα και το ριζικό μας, δηλαδή με τον συλλογικό μας εαυτό.

Σάββατο 4 Μαΐου 2024

Του φτωχού τ’ αρνί – του Θεόδωρου Ε. Παντούλα




Του φτωχού τ’ αρνί


Όσα τραγούδια κι αν σου πω ο πόνος δεν γλυκαίνει
μαράζι έχεις στην ψυχή που όλο κοντανασαίνει

Κι ας σε γελούν οι άνθρωποι μέσα στην αγορά
αγρίμι ζυγωμένο μου στην τόση ερημιά

Εσύ είσαι αρνάκι του Θεού, είσαι σφαχτό του κόσμου
έχεις το Πάσχα μέσα σου κι απ’ εκείνο δωσ’ μου

Να γιοματίσω παιδεμούς που έχεις σοδιασμένους
να κεραστώ και τους καημούς που ‘χεις σιγουρεμένους

Παράδες όσους κι αν βαστούν, όποια τιμή κι αν δώσουν,
αυτοί που δεν επόνεσαν ποτέ δεν θα μερώσουν.

Σ’ εμάς στραγγίξαν τα νερά και χλόισε ο τόπος,
τα ψυχοκέρια γίνηκαν ο πιο δικός μας τρόπος.

Λίγο ψωμί, πολύ κρασί και η ευχή σου σώνει.



* Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή την παραπάνω φωτογραφία του Κώστα Μπαλάφα. 

Όσες φορές κλήθηκε ν’ απαντήσει ποια απ’ τις χιλιάδες φωτογραφίες του είναι η καλύτερη, η απάντησή του είναι κατηγορηματική και πάντα ίδια:

Τρίτη 23 Απριλίου 2024

«Του Απριλιού η λιακάδα»



*Θεόδωρος Παντούλας

Ξεχάστε τα αυτά που ξέρατε. «Περισσότερον από όλους καταστρέφουν την γλώσσαν οι ποιηταί»! Αυτοί «κάμνουν το μεγαλύτερο κακόν, διότι ασκούν επίδρασιν και αποτελούν παράδειγμα προς μίμησιν», εκτιμούσαν οι Απριλιανοί κι όποιοι εγγράμματοι τους συνέδραμαν στη διατύπωση των γλωσσικών τους αντιλήψεων και στις αξιολησμόνητες ελληνικούρες τους.*

Αν ωστόσο είχαμε στοιχειώδη εντιμότητα θα ομολογούσαμε ότι ο πνευματικός μας κόσμος (και ο λαός μας) δεν απάντησε ούτε σε αυτή ούτε σε κάποια άλλη απρέπεια της δικτατορίας με την έκταση που θα θέλαμε ή αυτή που παρουσιάζουμε. Ο Αλέκος Παναγούλης υπήρξε εξαίρεση που επιβεβαίωσε τον κανόνα των πολλών που κοίταζαν τις δουλίτσες τους, αφήνοντας άλλους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Το φίδι, εντέλει, κατάπιε τον Παναγούλη, αλλά αυτό είναι θέμα άλλου σημειώματος.

Σημερινό θέμα είναι η δικτατορία που δεν ήταν, κατά την κρίση μου, η αρχή αλλά η απόληξη μιας πορείας που ξεκίνησε λίγο νωρίτερα. Στον Γράμμο, ευτυχώς, νίκησε ο εθνικός στρατός και δεν γνωρίσαμε την κακοτυχία, λόγου χάρη, της Αλβανίας. Ηταν όμως διάτρητη η νίκη, αφού το μετεμφυλιακό κράτος συνέχισε τον Εμφύλιο με άλλους όρους, χωρίζοντας τους Ελληνες σε εθνικόφρονες και μιάσματα! Πώς να χωρέσουν όλοι στον ίδιο τόπο; Κάποιοι πλευρίτωναν στα ξερονήσια προς σωφρονισμό, κάποιοι συμπλήρωναν δηλώσεις κοινωνικών φρονημάτων προς διορισμό και πολλοί πήραν των ομματιών τους για τις φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές.

Η Επταετία, ως κορύφωση της ψυχροπολεμικής διευθέτησης που μας κατέτασσε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, δηλαδή στον ελεύθερο κόσμο, ήρθε να λερώσει όλα εκείνα που στο όνομά τους οι πραξικοπηματίες αναζητούσαν ερείσματα για να κρύψουν την ένδειά τους σε ιδέες και αισθήματα. «Ελλάς – Ελλήνων – Χριστιανών»! Και εργολάβων επίσης. Επτά χρόνια έκοβαν βόλτες μπετατζήδες και γυψαδόροι ανά την επικράτεια με ένα μυστρί ανά χείρας και όπου βρίσκονταν χόρευαν τσάμικα! Πόση Ελλάδα απέμενε από τόσο καρναβαλικό τσιμέντωμα; Μα, όση άφηναν οι ρεβεράντζες με τον Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ και τον Εμβέρ Χότζα! Και η διοικούσα Εκκλησία, όταν δεν την απορροφούσαν οι σπουδές της, από κοντά ως δεκανίκι του καθεστώτος λιβανίζοντας την εθνοσωτήριο και τα εξαπτέρυγά της!

Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

Η αμηχανία της εθνικής επετείου



Θεόδωρος Παντούλας*23.03.2024 Εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τις επετείους – ειδικά όταν ο εορτασμός τους παρατείνει τη σχόλη του Σαββατοκύριακου. Κατ’ έτος μάλιστα «τιμάμε» διάφορες παλαβωμάρες! Ούτε με τις παρελάσεις έχουμε πλέον πρόβλημα. Πραγματοποιούνται ολοχρονίς, και εκτός επετείων και εκτός Τριωδίου. Το πρόβλημα με την 25η Μαρτίου προκύπτει επειδή είναι επέτειος θρησκευτική και εθνική μαζί. Τη θρησκευτική κάπως την κάνουμε ζάφτι με μπακαλιάρο-σκορδαλιά και χωνευτικά πιοτά. Ο προσδιορισμός «εθνική» όμως μένει αχώνευτος και μας κάθεται στο στομάχι. Επί πολλά χρόνια, με έναν από δεύτερο χέρι διεθνισμό, που δεν προϋποθέτει… το έθνος, απεμπολήσαμε τη διαχρονία μας με διάφορους τρόπους και, χάριν… εκσυγχρονισμού πάντοτε, κατάπιαμε αμάσητες διαφόρων λογιών επιστημονικοφανείς σκαρταδούρες με αποτέλεσμα να μην αγαπάμε ούτε τα άντερά μας, να παραπαχύνουμε και να μας στενεύει η λερή βαλκανική φορεσιά μας. Και ολοένα την μπουγαδιάζουμε στα απόνερα της μειονεξίας και τη μεταποιούμε, μπας και τη φέρουμε περασιά στο χαμηλό μας μπόι.

Αλλά πώς γίνεται –«χαρά που το ‘χουν τα βουνά κι οι κάμποι περηφάνια»– να κρυφτεί ότι ο ξεσηκωμός εκείνος έγινε για να λευτερωθεί ο τόπος κι όχι για να γεμίσουν ανεμογεννήτριες τα βουνά και τζογαδόρους τα πλάγια; Οι άνθρωποι της Επανάστασης ήσαν ακάτεχοι από ρεβεράντζες και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Είχανε άλλους, μπρουτάλ, χαβάδες. Πήρανε «τ’ αλαφριά σπαθιά και τα βαριά τουφέκια», αντί να ξεκινήσουν αμοιβαία επωφελείς διαπραγματεύσεις. Κι είπαν αδιανόητες κουβέντες: «Πρώτα υπέρ πίστεως κι έπειτα υπέρ πατρίδος». Σ’ εμάς και τα δύο είναι ξένα. Αλλού ξεσκολίσαμε και, απ’ ό,τι φαίνεται, αριστεύσαμε. Γίναμε φρόνιμοι στερούμενοι φρονήματος. Ποια πίστη και ποια πατρίδα υπερασπιζόμαστε; Η πατρίδα ενεχυριάσθηκε σε επενδυτές, η πίστη ρημάζει από την εθιμοτυπία κι εμείς μετράμε την αποθηρίωσή μας λογαριάζοντας αφίξεις και διανυκτερεύσεις επισκεπτών.

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

Ακοινώνητοι στα ουσιώδη

Ο πάντα εύστοχος Χρήστος Γιανναράς με αναφορά στον δικό μας Θεόδωρο Παντούλα

Χρήστος Γιανναράς 24.12.23


Δίχως Αρχαία Ελληνικά στο σχολείο, πώς να συνειδητοποιήσει, ο περίπου ελληνόφωνος σημερινός Ελληνας, την καισαρική διαφορά που χωρίζει την ατομική κατανόηση από την κοινωνούμενη εμπειρία; Δεν συν-εννοούμαστε οι άνθρωποι σήμερα, δεν θέλουμε να ομονοούμε, η γνώση γίνεται εργαλείο ή όπλο επιβολής, όχι θησαύρισμα και χαρά κοινωνίας.

Πάντοτε υπήρχαν πόλεμοι – ο ισχυρότερος να υποτάξει (δούλο του) τον ασθενέστερο. Ομως, ποτέ η υποταγή (δουλεία) δεν θεωρήθηκε προσόν και προτέρημα, που μεταμορφώνει την απανθρωπία σε αυτονόητη δικαιωματική κατάκτηση. Οι κατακτητικές φιλοδοξίες των ισχυρών πείθουν τη λογική ή τη φαντασία μας ότι αναχαιτίζονται, όταν τα θύματα συμφωνήσουμε να λέμε τον συμβιβασμό «αυτοάμυνα», την αδικία «πολιτικό ρεαλισμό», τη βάναυση απανθρωπία «στρατηγική ισχύος».

Κάποιοι ηγέτες υπερφίαλων εθνών συνοψίζουν στη φυσιογνωμία τους την παγερή αποφασιστικότητα του αδίστακτου μακελάρη. Με τέτοιους ηγέτες, η σύνολη ανθρωπότητα διολισθαίνει στη σύγχυση της αλογίας, στη φρίκη της διαστροφής, στον σαδισμό της ανωμαλίας. Πατριαρχεία χριστιανικών Εκκλησιών, Ακαδημίες «επιστημονικών» ερευνών, προσωπικότητες χαρισματικές στο πεδίο της μουσικής μεγαλουργίας και των εικαστικών τεχνών, συντηρούν τη βεβαιότητα ότι η ζωή είναι το ιλιγγιώδες προνόμιο (αποκλειστική μοναδικότητα) του ελάχιστου πλανήτη: της γης.

Δυσεξήγητο είναι το πώς και το γιατί: Να είναι νεκρή, άζωη ύλη το απεριόριστο χωρικά και αέναο χρονικά σύμπαν, να πραγματώνεται η ενσυνείδητη ζωή, μόνο και αποκλειστικά, πάνω στον ελάχιστο πλανήτη «γαία=γη» – το θάμβος της υπαρκτικής μοναδικότητας, η ελευθερία της αγαπητικής αυτοπροσφοράς. Η πορεία της ανθρωπότητας πάνω στον πλανήτη γη μοιάζει μια σχεδιασμένη φυγή από το ερώτημα για το «νόημα» (αιτία και σκοπό) της ύπαρξης, του κόσμου, της Ιστορίας.

Πέμπτη 18 Μαΐου 2023

Μην Μας Ψηφίσετε!




γράφει ο Θεόδωρος Ε. Παντούλας*


Αν είστε ικανοποιημένοι με την επιτρόπευση και τον ενεχυριασμό της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, τότε… μην μας ψηφίσετε.

Αν προσδοκία σας είναι η χώρα να γεμίσει καζίνα, ξαπλώστρες κι ανεμογεννήτριες και πάλι… μην μας ψηφίσετε.

Αν όραμά σας είναι να βγούμε στη ζητιανιά των Αγορών και να ζούμε με επιδόματα φτώχειας, τότε σίγουρα… μην μας ψηφίσετε.

Σας έχει ένα σωρό άλλους υποψηφίους ο πολύποδας της κομματοκρατίας. Αλλά, να ξέρετε: δεν μπορούν να μας ξελασπώσουν αυτοί που μας κύλησαν στις λάσπες των Μνημονίων, ούτε μπορεί να είναι ναυαγοσώστες αυτοί που πραγματοποίησαν το ναυάγιο της Μεταπολίτευσης. Είμαστε «με το σουγιά στο κόκαλο, με το λουρί στο σβέρκο», μόνο που το να ψηφίζεις κάποιον για να αποφύγεις κάποιον άλλο, αυτό δεν συνιστά επιλογή αλλά εκβιασμό.

Είναι δύσκολο να μιλήσεις για την Πολιτική σήμερα. Ο παλαιοκομματισμός λέρωσε ακόμη και τις λέξεις που κάποτε έδιναν ελπίδα. Έγιναν πουκάμισα αδειανά να κρύβουν την γύμνια τους: την ένδειά τους σε νοήματα, σε ιδέες, σε αξίες, σε σχεδιασμό. Αυτό που λείπει από την προεκλογική φλυαρία είναι η πραγματική Πολιτική. Οι στημένες τηλεοπτικές αρένες δεν παράγουν πολιτική. Θόρυβο παράγουν. Γι’ αυτό και σιωπούν για τα ουσιώδη: Για την μεταβίβαση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων, για την ερήμωση της υπαίθρου, για την γεωπολιτική ανακατάταξη, για την φυγή εκατοντάδων χιλιάδων νέων από την πατρίδα μας. Τους αρκεί που μας σφαλιαρώνουν από την σωστή πλευρά της ιστορίας! Είναι ευρωπαϊστές αλλά όχι Ευρωπαίοι! Και η ελληνική ιδιοπροσωπία γι’ αυτούς δεν είναι περηφάνια αλλά βαρίδι! Άλλοτε μας θεωρούν «ετερόκλητο όχλο» κι άλλοτε ανόητους «νατιβιστές». Οι υπόλοιποι όμως έχουμε «σώμα και θρησκεία και παππού σε μέρη αυτόνομα μέσα στην Τουρκοκρατία». Συνομιλούμε, δηλαδή, και με την γεωγραφία και με την ιστορία μας.

Στην δική μας πολιτική παράδοση η παραίτηση της αποχής και της ιδιώτευσης δεν είναι κατόρθωμα αλλά κατάντια.

Ο Οδυσσέας Ελύτης έλεγε ότι την Ελλάδα την ξαναφτιάχνεις με μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να την φτιάξουν αυτοί που ξερίζωσαν τις ελιές, αυτοί που ξεπάτωσαν τα αμπέλια κι αυτοί που για μια επιδότηση κόψαν στα δύο τα σκαριά μας.

Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ




ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ - εκ μέρους της Δημοκρατικής Αναγέννησης


Η Πολιτική Πρωτοβουλία την Πέμπτη 6/4 και ώρα 06.30 μ.μ. στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ (3ος όροφος), ανακοινώνει τη συμμετοχή της στις προσεχείς εκλογές. 

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ - εκ μέρους της Δημοκρατικής Αναγέννησης