*Θεόδωρος Παντούλας
Οσο εμείς υποδεχόμαστε χαριέντως «παράτυπους» μετανάστες στη δημογραφικά ρημαγμένη χώρα μας, περισσότερο από ένα εκατομμύριο (1.000.000) νέοι άνθρωποι –τα παιδιά μας, τα ανίψια μας κι οι φίλοι τους– πήραν των ομματιών τους κι εγκαταστάθηκαν στην αλλοδαπή.
Ορισμένοι, διαφόρων αποχρώσεων, πολιτευτές χαίρονται χαρά μεγάλη που έφυγαν από τη μέση 1.000.000 άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, ετεροαπασχολούμενοι και σε κάθε περίπτωση οχληροί νέοι, κι αυτό τους επιτρέπει –και με το δίκιο τους– να καμαρώνουν για τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας που κατόρθωσαν οι πολιτικές τους! Κάποιοι άλλοι (περισσότερο από φθόνο νομίζω κι όχι από πεποίθηση) επικρίνουν τους φευγάτους σαν ριψάσπιδες, που δεν έμειναν κοντά μας να εργασθούν για την ανόρθωση της υπό επιτρόπευση πατρίδας – αυτό ακούγεται από μόνο του σαν κακόγουστο αστείο, αλλά δεν έχουμε κατ’ ανάγκην όλοι την ίδια αίσθηση του χιούμορ. Τέλος, είμαστε κι όλοι οι επίλοιποι (ανάμεσά τους και η αφεντιά μου) που μακαρίζουμε τους φευγάτους και μας λυπεί σφόδρα, περισσότερο από την αναχώρησή τους, ότι εμείς… μένουμε πίσω.
Σε άλλες ευκαιρίες έχω αναφερθεί, έστω ακροθιγώς, στη φιλαπόδημη φτιαξιά των Ελλήνων και στην απαρόμοιαστη φιλοπατρία των ξενιτεμένων μας που αποδείχθηκαν, σε πολλές περιπτώσεις, δύο και τρεις φορές περισσότερο Ελληνες από τους επιχώριους. Δεν είναι εδώ ο χώρος για περισσότερα. Ούτε και νομίζω ότι χρειάζονται περισσότερα. Αρκεί να θυμηθούμε τους εθελοντές στους πολέμους του προηγούμενου αιώνα ή πως όποιο ντουβάρι εξαιρείται της πλήθουσας νεοελληνικής ασχήμιας είναι δώρημα των αποδήμων ευεργετών που ποτέ δεν απολησμόνησαν ούτε αυτούς που άφησαν στους γενέθλιους τόπους ούτε ότι από αυτούς κρατάει η σκούφια τους.
Βεβαίως, η σημερινή μετανάστευση είναι καταφανώς πολύ διαφορετική από εκείνες των παρελθόντων αιώνων. Οι αποχωρισμοί είναι λιγότερο οριστικοί και η τεχνολογία με τις ευκολίες της μαλακώνει κάπως της απουσίας τον καημό. Επίσης, δεν εκπατρίζονται πλέον οι χειρώνακτες αλλά οι κατά τεκμήριο μορφωμένοι.