Του Μπάμπη Ανδριανόπουλου
Έκλεισε τους λογαριασμούς του με την ποίηση στα είκοσί του
Συνέχισε τους λογαριασμούς με τη ζωή ως τα τριαντεπτά του
Ως τις 10 Νοεμβρίου του 1891
Πάντα πλάνης και ανέστιος
Μαζί με το σαράκι του, αυτό που (περι)γράφει ο Αλκαίος
Με την παντοτινή βροχή στη μνήμη (του) ...
"Η βροχή που βρέχει τα πάντα"
η βροχή που βρέχει για πάντα
χωμάτινες υγρές καρδιές
μέσα από το τζάμι που θολώνει
και στάλες,
δροσερές στάλες που πίνουν το φθαρτό
Όχι
Δεν ήρθα εδώ να περιμένω
Η ζωή έχει χώμα που μυρίζει άστρα
έχει την
ύλη αδιάφορη
στο ξεχασμένο κοχύλι
πάνω στις σπείρες που διαγράφεται το νέφος
η πόλη
κι ο δρόμος
Όχι
Δεν εξελίσσομαι από τους καθορισμούς τους
Μια δύναμη με ωθεί στο ανείπωτο
στο έγκλημα το ποιητικό
εκεί που θα υπάρχω απλά για να υπάρχω
ακούγοντας
τις μελωδίες που έφτιαξα εγώ για τον κόσμο
μέσα στον κόσμο