Ήρθε ξαφνικά στο γραφείο μου μεσημέρι, όπως ένα… καγκουρό!
Με ένα μάρσιπο, μέσα στο οποίο φώλιαζε και προστάτευε το παιδί της.
Αυτή η κοπέλα είχε πελώρια, πανέμορφα μάτια, που σε ρούφαγαν μέσα όπως μία μαύρη τρύπα του Διαστήματος, ένα δηλητηριώδες σαρκαστικό χαμόγελο, την έντονη μυρωδιά της θηλυκής λέαινας που γέννησε και προστατεύει το μωρό της, με τη φουσκωμένη ακόμη κοιλιά της, και σίγουρα έναν δαίμονα που πάλευε με έναν άγγελο μέσα στην ψυχή της.
Ορθά κοφτά μού είπε: «Θέλω να πιάσω δουλειά, θέλω να βγω στο ρεπορτάζ».
Κάπου κλώτσησα. Σκέφτηκα ότι θα ήταν τουλάχιστον παράξενο ή και δύσκολο να εμφανίζεται στην κεντρική αίθουσα συντακτών της «Βραδυνής» και να γράφει έχοντας πάνω στο γραφείο το μωρό της.
Το ξεπέρασα. Μου άρεσε το καγκουρό. Ξεχωριστή εμφάνιση και προσωπικότητα.
Το πρώτο ρεπορτάζ που μου έφερε η Μαλβίνα Κάραλη ήταν για το εμπόριο κλεμμένων ή πλαστών πινάκων στην πρωτεύουσα που κοσμούσαν τους τοίχους επωνύμων.
Ήταν ακριβή τα στοιχεία που κατέγραψε. Σπαρταριστό το κείμενο, με υπονοούμενα και «καρφιά» για κατοίκους της περιοχής του Κολωνακίου και του Λυκαβηττού.
Ψιλοβρήκα τον μπελά μου ως συντονιστής ελεύθερου ρεπορτάζ, γιατί έπεσαν διάφορα τηλεφωνήματα διαμαρτυρίας από εκείνους που κατείχαν τα έργα τέχνης ή διέψευδαν ότι τα είχαν. Ανάμεσά τους, και πασίγνωστος μουσικοσυνθέτης.











