Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΕΜΠΕΤΙΚΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2024

Η περίφημη ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι: Το Ρεμπέτικο, θεμέλιος λίθος της λαϊκής μουσικής



Στις 31 Ιανουαρίου του 1949 ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις δίνει την περίφημη διάλεξή του για το Ρεμπέτικο στο «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν. Με τη διάλεξή του ο Μάνος Χατζιδάκις επαναπροσδιορίζει τη θέση του ρεμπέτικου. Εκείνη την περίοδο, το ρεμπέτικο εξαπλωνόταν στις λαϊκές γειτονιές και σταδιακά σπάει τα όρια τους. Η εξουσία και οι αρχές το κυνηγούσαν. Οι αστοί και οι διανοούμενοι το περιφρονούσαν.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Μάνος Χατζιδάκις, νεαρός τότε συνθέτης, τόλμησε να δώσει μια διάλεξη για την ανάδειξη του ρεμπέτικου ως θεμέλιου λίθου της σύγχρονης ελληνικής λαϊκής μουσικής. Παρουσιάζει τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου, οι οποίοι τραγούδησαν μπροστά στο έκπληκτο κοινό του Θεάτρου Τέχνης. Η διάλεξη προκαλεί αντιδράσεις. Μέχρι που αστυνομία ειδοποιεί τη μητέρα του Χατζιδάκι να προσέχει για λίγο καιρό ο γιος της όταν κυκλοφορεί στη γειτονιά τους, στο Παγκράτι.


Η διάλεξη του Μάνου Χατζιδάκι


EΡΜΗΝEΙΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ (PEΜΠΕΤIKΟ)

«Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πληροφορήσω, πως μ’ όλη μου την καλή διάθεση, δεν είμαι σε θέση να πω, ούτε καινούργια πράγματα, ούτε κι όσα μιλήσω απόψε να τα δώσω με σοφία. Θα προσπαθήσω όμως, κι όσο μπορώ πιο καλά, να σας μεταδώσω αυτό που με κάνει να ζω και να βλέπω την αξία του μέχρι σήμερα περιφερόμενου λαϊκού σκοπού της πόλης.

Τώρα, αν τούτη η πανηγυριώτικη ομιλία για το ρεμπέτικο, γινόταν πριν δυο χρόνια, ίσως να ΄χε κάπως διαφορετικό χαρακτήρα, δηλαδή να ΄ταν, πιο μεροληπτική –μπορούμε να πούμε – και συγχρόνως πιο ενθουσιαστική για το θησαυρό που κλείνουν οι ρυθμοί του ζεϊμπέκικου και του χασάπικου. Δεν θα μπορούσαμε ίσως να ξεφύγουμε από τη γοητεία του γυαλένιου ήχου ενός μπουζουκιού για να κοιτάξουμε το θέμα μας στη ρίζα του κι ακόμη να μείνουμε όσο χρειάζεται ψυχροί κι αντικειμενικοί για μια τέτοια δουλειά. Αυτό -θα πείτε- μπορεί να γίνει σήμερα; Είναι κάτι που δεν μπορώ να προεξοφλήσω με βεβαιότητα. Όσο νά ΄ναι όμως, η μεγάλη διάδοση που πήρε τα δύο τελευταία χρόνια το ρεμπέτικο, μας αφήνει περιθώριο για μια τέτοια, επικίνδυνα πρώιμη, ομολογώ εργασία.

Το ρεμπέτικο, κι αυτό είναι γεγονός αναμφισβήτητο, έχει πια επιβάλλει τη δύναμή του, λίγο – πολύ σ΄ όλους μας, είτε θετικά, είτε αρνητικά, είτε δηλαδή γιατί το παραδεχόμαστε, είτε όχι, ενώ συγχρόνως βλέπουμε να έχει δημιουργηθεί γύρω του μια επιπόλαιη κατάσταση μόδας, που μας κάνει ν’ αντιδρούμε δικαιολογημένα σ’ αυτήν και ν’ αμφιβάλλουμε για τη μελλοντική και ποιοτική εξέλιξη του είδους. (Εδώ πέρα βέβαια παίρνω σαν δεδομένο την ποιοτική του αξία). Και στον τόπο μας καθώς κι έξω, όλα περνούν απ’ αυτήν την περίοδο που ονομάζουμε μόδα. Μήπως απέφυγε κάτι τέτοιο το δημοτικό μας τραγούδι πριν 50 χρόνια, σαν φούντωνε το κίνημα των δημοτικιστών; Κι ακόμη πριν δύο χρόνια, το ίδιο δεν είχε συμβεί με τις λαϊκές εικαστικές τέχνες, όπου ο Θεόφιλος και ο Παναγής Ζωγράφος προβάλλονται στο ίδιο πλάνο με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα;

Ποιος μπορεί να σταματήσει μια τέτοια κατάσταση, κι ακόμη ποιος μπορεί να μην παραδεχτεί ίσως την αναγκαιότητα αυτήν της περιόδου μόδας -ας την πούμε- ωσότου τα πράγματα κατασταλάξουν κι έλθουν στη φυσική τους θέση; Το ίδιο πρέπει -νομίζω- να περιμένουμε και με τα ρεμπέτικα. Γιατί θά ΄ναι κάπως ανόητο αν νομίσουμε, ότι ο χασάπικος μπορεί ή πάει ν΄αντικαταστήσει το ταγκό. Οι λαϊκοί τούτοι ρυθμοί έχουν κάτι πολύ, περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται για να καλυφθούν οι βραδινές μας διασκεδαστικές ώρες – άσχετα αν αυτός ο χαρακτήρας επιβάλλεται κι επικρατεί στις λαϊκές τάξεις. Ύστερα για μας θά ΄ναι μεγάλο ψέμα αν ισχυρισθούμε ότι είναι δυνατόν να εκδηλωθούμε μ’ αυτούς τους τόσο γυμνούς κι απέριττους ρυθμούς. Κάτι τέτοιο μόνο για αυτούς, που με κρασί ή με άλλα μέσα, στέλνουν στο διάβολο – που λεν- κάθε κοινωνικό φραγμό και κάθε σύμβαση, έστω και για μια ώρα.

Παρατηρώντας όμως μια ιδιότητα αυτών των ρυθμών, ήδη δημιουργείται μέσα μας ένας θαυμασμός για τη δύναμη που περιέχουν και που μας κινεί το ενδιαφέρον να γνωρίσουμε από κοντά τούτη τη δύναμη που από ΄δω και πέρα λες και σαν μαγεία μας φέρνει σ΄ άμεση επαφή με το μελωδικό της στοιχείο. Αυτά όμως όλα κουράζουν σαν δεν τα δεις έξω απ’ την καθημερινότητά τους. Κάθε απόπειρα που θα κινήσει να φέρει το ρεμπέτικο τραγούδι σε καθημερινή χρήση, και επιπόλαια και καταδικασμένη είναι.

Αλλά το ίδιο μήπως δεν συμβαίνει και με την άλλη μουσική, αυτήν που ονομάζουμε σοβαρή; Μπορεί κανείς να φανταστεί ποτές, πως μια βραδιά κεφιού του, είναι δυνατόν να την καλύψει με την Σονάτα 110 του Mπετόβεν; (Δικαιολογημένα τώρα ίσως να σας γεννηθεί απορία για τη σχέση που μπορεί να έχει το ρεμπέτικο με τον Μπετόβεν. Παρ΄ όλο που και αργότερα θα επανέλθω σε παρόμοιους παραλληλισμούς σας προειδοποιώ πως δεν υπάρχει απολύτως καμία σχέση).

Λοιπόν δεν νομίζω, πως ο σνομπισμός αυτός γύρω από το ρεμπέτικο τραγούδι είναι δυνατό να μας σταθεί εμπόδιο, για να κοιτάξουμε προσεκτικά την αξία του και ν΄αγαπήσουμε την αλήθεια και τη δύναμη που περιέχει. Αυτά τα τραγούδια είναι τόσο κοντινά σε μας και σε τέτοιο σημείο δικά μας, που δεν έχoμε νομίζω σήμερα τίποτ΄ άλλο για να ισχυριστούμε το ίδιο.

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2023

Η περίφημη ομιλία του Μάνου Χατζιδάκι: Το Ρεμπέτικο, θεμέλιος λίθος της λαϊκής μουσικής





Στις 31 Ιανουαρίου του 1949 ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις δίνει την περίφημη διάλεξή του για το Ρεμπέτικο στο «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν.

Με τη διάλεξή του ο Μάνος Χατζιδάκις επαναπροσδιορίζει τη θέση του ρεμπέτικου. Εκείνη την περίοδο, το ρεμπέτικο εξαπλωνόταν στις λαϊκές γειτονιές και σταδιακά σπάει τα όρια τους. Η εξουσία και οι αρχές το κυνηγούσαν. Οι αστοί και οι διανοούμενοι το περιφρονούσαν.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Μάνος Χατζιδάκις, νεαρός τότε συνθέτης, τόλμησε να δώσει μια διάλεξη για την ανάδειξη του ρεμπέτικου ως θεμέλιου λίθου της σύγχρονης ελληνικής λαϊκής μουσικής. Παρουσιάζει τον Μάρκο Βαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου, οι οποίοι τραγούδησαν μπροστά στο έκπληκτο κοινό του Θεάτρου Τέχνης. Η διάλεξη προκαλεί αντιδράσεις. Μέχρι που αστυνομία ειδοποιεί τη μητέρα του Χατζιδάκι να προσέχει για λίγο καιρό ο γιος της όταν κυκλοφορεί στη γειτονιά τους, στο Παγκράτι.

EΡΜΗΝEΙΑ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ (PEΜΠΕΤIKΟ)


«Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πληροφορήσω, πως μ’ όλη μου την καλή διάθεση, δεν είμαι σε θέση να πω, ούτε καινούργια πράγματα, ούτε κι όσα μιλήσω απόψε να τα δώσω με σοφία. Θα προσπαθήσω όμως, κι όσο μπορώ πιο καλά, να σας μεταδώσω αυτό που με κάνει να ζω και να βλέπω την αξία του μέχρι σήμερα περιφερόμενου λαϊκού σκοπού της πόλης.

Τώρα, αν τούτη η πανηγυριώτικη ομιλία για το ρεμπέτικο, γινόταν πριν δυο χρόνια, ίσως να ΄χε κάπως διαφορετικό χαρακτήρα, δηλαδή να ΄ταν, πιο μεροληπτική –μπορούμε να πούμε – και συγχρόνως πιο ενθουσιαστική για το θησαυρό που κλείνουν οι ρυθμοί του ζεϊμπέκικου και του χασάπικου. Δεν θα μπορούσαμε ίσως να ξεφύγουμε από τη γοητεία του γυαλένιου ήχου ενός μπουζουκιού για να κοιτάξουμε το θέμα μας στη ρίζα του κι ακόμη να μείνουμε όσο χρειάζεται ψυχροί κι αντικειμενικοί για μια τέτοια δουλειά. Αυτό -θα πείτε- μπορεί να γίνει σήμερα; Είναι κάτι που δεν μπορώ να προεξοφλήσω με βεβαιότητα. Όσο νά ΄ναι όμως, η μεγάλη διάδοση που πήρε τα δύο τελευταία χρόνια το ρεμπέτικο, μας αφήνει περιθώριο για μια τέτοια, επικίνδυνα πρώιμη, ομολογώ εργασία.

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

Οι ρεμπέτες μάς δίδαξαν γλώσσα! - Συνέδριο Γλωσσολογίας ΑΠΘ | Αέναη επΑνάσταση

Οι ρεμπέτες μάς δίδαξαν γλώσσα!  «Ζούμε μια υπέροχη θλιβερή περίοδο»   «Γοητευτικός γλωσσοπλάστης», όπως και κάθε λαϊκός δημιουργός, έγινε ο ρεμπέτης Μάρκος Βαμβακάρης.

8 Φεβρουαρίου του 1972 έφυγε ο μεγάλος Ρεμπέτης 
Μάρκος Βαμβακάρης. Θεωρείται ο «Πατριάρχης» του 
ρεμπέτικου, καθώς έκανε γνωστό το είδος λόγω της 
μεγάλης επιτυχίας που είχαν τα δισκογραφημένα 
τραγούδια του. Καθιέρωσε την ορχήστρα με μπουζούκια 
και μπαγλαμάδες. Η περίοδος λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο 
Πόλεμο είναι ίσως η παραγωγικότερή του.

Οι ρεμπέτες μάς δίδαξαν γλώσσα! 
ΣYNEΔPIΟ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓIAΣ 2006

«Γοητευτικός γλωσσοπλάστης», όπως και κάθε λαϊκός δημιουργός, έγινε ο ρεμπέτης Μάρκος Βαμβακάρης. «Εγώ δεν είμαι ποιητής τραγούδια να ταιριάζω / κι αν μου τα φέρνει ο ναργιλές / σας τα παρουσιάζω» απολογούνταν στιχουργικά ο «αγράμματος» - εκδοροσφαγέας το επάγγελμα - ρεμπέτης.

Χρειάστηκε να περάσουν αρκετές δεκαετίες από την εποχή των διώξεων του ρεμπέτικου και λιγότερες από την κοινωνική απαξίωση των εκπροσώπων του για να φτάσουμε στη χθεσινή ανατρεπτική εικόνα ενός πανεπιστημιακού αμφιθεάτρου με εκατοντάδες γλωσσολόγους, φιλολόγους και φοιτητές που διδάσκονται την άλλη γλώσσα του ρεμπέτικου μέσα και από ηχητικά αποσπάσματα - παραδείγματα.

Με τα «Αγγελοκαμωμένη μου» και «γαϊτανόφρυδή μου» και «ζουρλοπαινεμένης γέννα» και «αν δεν τό 'χεις το αρζάν θα σου πούν αλεβουζάν» και «ουζάρω» και «όταν συμβεί στα πέριξ φωτιές να καίνε» δίδαξαν (ερήμην τους...) τα δικά τους ελληνικά μέσα από δίσκους γραμμοφώνου ο Μάρκος Βαμβακάρης και ο Γιάννης Παπαϊωάννου και η Ρόζα Εσκενάζυ και η Μαρίκα Νίνου τους συνέδρους του 9ου Πανελλήνιου Συνέδριου Γλωσσολογίας στη Θεσσαλονίκη.

«Ευχαριστώ το Θεό που ο Μακρυγιάννης δεν έμαθε γράμματα» δήλωνε ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης, και τη ρήση του επικαλέστηκε ο καθηγητής της Νεοελληνικής Γλώσσας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Χρήστος Τσολάκης, για να σχολιάσει την ανατρεπτική εισήγηση του μελετητή του ρεμπέτικου Πάνου Σαββόπουλου, ο οποίος κατέληξε: 
Οι ρεμπέτες χρησιμοποίησαν ή έπλασαν λέξεις απούσες από τα επίσημα λεξικά («κακίστρα», «μαγίστρα», «καπετανεύω» κ.ά.), δανεισμένες από την καθαρεύουσα («όταν συμβεί στα πέριξ»), λέξεις της καθαρεύουσας ή των Γραφών παραποιημένες («Θα τα κάνω γης Μαριάμ» αντί «γης Μαδιάμ»), ξένες παραποιημένες (ο «τζέντελμαν» αντί τζέντλεμαν και ο «ντελμπετέρης» αντί του τουρκο-περσικής προελεύσεως ντερμπεντέρης), ενώ υπέβαλαν σε γοητευτικά πάθη τα φωνήεντα (το «α» γίνεται «ε» και το «ε» γίνεται «η» κι έτσι προκύπτει το «ανεστενάζω» αντί αναστενάζω ή «κατηντήσει» αντί καταντήσει).

Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

Ο πασάς και ο τσολιάς

Του Περικλή Κοροβέση

Τα ρεμπέτικα τραγούδια ή τώρα με τον νέο τους τίτλο «λαϊκά αστικά τραγούδια» (αμφίβολο αν θα επικρατήσει) στην ουσία ήταν ένας λαϊκός πολιτισμός που τελούσε μέχρι πρόσφατα υπό διωγμόν.
Τραγούδια του υπόκοσμου και του λούμπεν προλεταριάτου, που δεν είχαν καμία σχέση με την καθώς πρέπει κοινωνία η οποία άκουγε όπερες και οπερέτες και ελαφρά τραγούδια (άλλος ένα υποτιμητικός όρος για τραγούδια που ήταν ισάξια της διεθνούς παραγωγής – είναι σαν να λέμε πως η Εντίθ Πιαφ και η Νίνα Σιμόν τραγουδούσαν ελαφρά τραγούδια. Πώς τα ζυγίζουν οι ειδικοί, δεν ξέρω. Να έχει επινοηθεί κάποιο «τραγουδόζυγο» και να μην το ξέρω; Κανείς δεν είναι βέβαιος για τις γνώσεις του).
Εκτός από την περιθωριοποίηση αυτών των τραγουδιών από την καλή κοινωνία, υπήρχε και η ποινική δίωξη από τον φασίστα Ι. Μεταξά και παραδόξως και το ΚΚΕ συμμερίστηκε τις απόψεις του δικτάτορα.
Εντούτοις αυτά τα τραγούδια είχαν ευρύτατη απήχηση στα λαϊκά στρώματα. Σε αυτά αναγνώριζαν τη ζωή τους και τον μόχθο τους. Τα ρεμπέτικα βρήκαν την πλήρη απελευθέρωσή τους μετά την πτώση της στυγνής δικτατορίας των συνταγματαρχών. Και άρχισαν τα ρεμπέτικα να ερευνώνται συστηματικά ακόμα και σε επίπεδο ντοκτορά (αν και κάποιοι πρωτοπόροι είχαν αρχίσει την έρευνα και τη μελέτη πριν από τη δικτατορία).

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

Το Ρεμπέτικο-ΤΑΙΝΙΑ


Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ο Κώστας Φέρρης σκηνοθετεί την ταινία "Ρεμπέτικο", το σενάριο της οποίας είναι βασισμένο στη ζωή της Μαρίκας Νίνου. 

Πρωταγωνιστούν: Σωτηρία Λεονάρδου (Μαρίκα), Νίκος Καλογερόπουλος (Μπάμπης), Μιχάλης Μανιάτης (Γιωργάκης), Θέμις Μπαζάκα (Αντριάννα), Νίκος Δημητράτος (Παναγής), Κωνσταντίνος Τζούμας (Γιάννης), Βίκυ Βανίτα (Ρόζα), Σπύρος Μαβίδης (Φώντας) κ.α. Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος.