Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

06 Ιουλίου 2025

Σήμερα Κυριακή. Να μείνουμε σιωπηλοί μπροστά Του.

π. Κώστας Λαγός 

Για τη σημερινή Κυριακή, δεν έχω ετοιμάσει κάτι. Δεν διάβασα την ευαγγελική περικοπή και δεν κοίταξα στο ημερολόγιο να δω ποιος άγιος γιορτάζει. Δεν προετοιμάστηκα καθόλου, απλά ξύπνησα το πρωί και ήρθα στην εκκλησία για τη λειτουργία.

 Ούτε αποσπάσματα από λόγους αγίων διάβασα, ούτε κομμάτια από έργα φιλοσόφων απομνημόνευσα. Δεν κάθισα να σκεφτώ κάτι έξυπνο που θα σας έκανε εντύπωση, δεν προσπάθησα να βρω ένα σύγχρονο κοινωνικό θέμα ώστε να το "χωρέσω" στην ευαγγελική ή την αποστολική περικοπή. Δεν έψαξα κάποια επιστημονική μελέτη για να την εντάξω στο κήρυγμά μου.

Και ίσως αυτή να είναι και η καλύτερη δυνατή προετοιμασία. Δεν υπήρξε τίποτα ανάμεσα σε μένα και τον Χριστό. Η έπαρσή μου δε βρίσκει τροφή για να αναπτυχθεί. Ούτε και μπορώ να επικαλεστώ την εξυπνάδα μου ή το -υπαρκτό ή μη- συγγραφικό ταλέντο που θεωρώ πως έχω. 

Σήμερα, τούτη εδώ την Κυριακή, σε αυτή τη Θεία Λειτουργία (εντελώς τυχαία η επιλογή αυτής της συγκεκριμένης) αποφάσισα να σταθώ μπροστά στον Χριστό και να μην πω τίποτα. Να μην Του ζητήσω τίποτα. Να μην σκεφτώ ή να μη φανταστώ τίποτα. Απλώς να Τον αφήσω να με δει. Να με διαβάσει και να πράξει Αυτός κατά το τι θεωρεί καλύτερο. 

15 Σεπτεμβρίου 2024

Η ιστορία του ανθρώπου που δεν άξιζε µήτε µια πεντάρα



Από τον Δημήτρη Β. Προύσαλη*


Λένε οι ιστορίες των παλιών πως μια φορά ήταν στην ανατολή ένας τόπος μακρινός. Εκεί ζούσε ένας βασιλιάς. Όλοι ήξεραν την παραξενιά που τον ξεχώριζε απ’ τους άλλους που όρισαν τη μοίρα κείνου του βασιλείου. Άλλος είχε μανία με τους παράδες, άλλος μανία με τη δύναμη, άλλος ήθελε να έχει δική του τη γη μέχρι εκεί που ’φτανε η άκρη του ματιού του.

Ε, το λοιπόν τούτος είχε μια πετριά του λόγου του αλλιώτικη: Λένε πως ήθελε να μαθαίνει όλα τα ανάποδα και παράξενα, κι όλο έβαζε σκοτούρα δίχως τελειωμό στη δωδεκάδα των συμβούλων και βασάνιζε τους σοφούς του παλατιού. Μια μέρα φώναξε τους ανθρώπους που κουβαλούσαν γνώση περισσή και λέει: «Θέλω να μου βρείτε τον πιο τιποτένιο άνθρωπο που ζει κι ανασαίνει σε τούτο τον τόπο, αυτόν που ακόμα και μια πεντάρα τον ξεπερνάει σε αξία!» Οι σοφοί του τα χρειάστηκαν!

Μα τι να κάνουν;

Την επομένη κιόλας ημέρα ξεχύθηκαν σ’ όλες τις άκρες του βασιλείου ντελάληδες. Στάθηκαν σ’ όλα τα παζάρια, τις γειτονιές και τις πλατείες κι όπου κόσμος μαζεύονταν. Έβαλαν φωνή μεγάλη:

 «Ακούσατε, ακούσατε! Ο βασιλιάς θέλει να βρεθεί ο πιο τιποτένιος άνθρωπος σ’ όλο τον τόπο, κείνος που μήτε μια πεντάρα δεν αξίζει! Όποιος βρει τούτο το παράξενο και δύσκολο, θα πάρει δώρο που σαν αυτό άλλο δεν έχει ματαδοθεί!»