Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2024

Αναφορά στον Χρήστο Γιανναρά (1935-2024)


του Λεωνίδα Σταματελόπουλου

τινὰ νοητὴν εἰδωλολατρείαν εἰδωλοποιοῦντες ἐν ἑαυτοῖς,

τὰ μὴ ὄντα ὠς ὄντα ἔχουσι

Μέγας Βασίλειος

…βαραίνει η θεολογική αναπηρία πάνω στη ζωή του τόπου:

αλλοτριώνει την Εκκλησία,

αποπροσανατολίζει τη διανόηση, εγκαταλείπει την πολιτική,

αφήνει δίχως νόημα, μέσα στον παραλογισμό και το άγχος,

την καθημερινότητα των περισσότερων ανθρώπων

Χρήστος Γιανναράς, Καταφύγιο ιδεών, Αθήνα 20016σ. 178.

Δεν μπορούσες να σπουδάζεις θεολογία από τη δεκαετία του ’80 κι εντεύθεν δίχως να έρθεις σε επαφή με το έργο του του Χρήστου Γιανναρά. Υπήρχαν και άλλοι αξιόλογοι καθηγητές θεολογίας, αλλά ήταν ο Χρήστος Γιανναράς που όχι μόνον είχε συγγράψει σημαντικά βιβλία συστηματικής θεολογίας αλλά, έχοντας εξέλθει των τειχών των θεολογικών σπουδαστηρίων, δίδασκε φιλοσοφία και παρενέβαινε στον δημόσιο διάλογο.

 Στον λόγο του συμπλεκόταν θεολογία, φιλοσοφία και κριτική του πολιτισμού, με πολιτικές συνέπειες, με τρόπο θαρραλέο και αποφασιστικό. Έχοντας διαμορφώσει τα θεολογικά και φιλοσοφικά του κριτήρια είχε επεκταθεί, με προσωπικό και πρωτότυπο τρόπο, και στα πεδία της πολιτικής, της τέχνης, των φυσικών επιστημών, όχι μέσα από την εξαντλητική πραγμάτευσή τους, τα πεδία στα οποία είχε εμβαθύνει ήταν άλλα, αλλά κτίζοντας γέφυρες διαλόγου.

Για τον Χρήστο Γιανναρά η φιλοσοφία δύναται να μην είναι απλώς έκφραση ταξικών ή ατομικών συμφερόντων ή απόρροια της βούλησης για ισχύ – εδώ, με άλλα λόγια, δεν έχουν θέση οι λεγόμενες «ερμηνευτικές της υποψίας» – και για τούτο, πίστευε στην αυτονομία της συνείδησης, συνείδηση όχι αποκομμένης από τις υπόλοιπες λειτουργίες της ύπαρξης, και ότι η, εν συνόλω θεωρούμενη ύπαρξη, μπορεί να καθοδηγήσει τις ανθρώπινες πράξεις αντί να ποδηγετείται από τις πρακτικές. Από εδώ απέρρεε και η μέριμνά του να παρέμβει στις συνειδήσεις δίνοντας έμφαση στον πολιτισμό, μετασχηματίζοντας τη φιλοσοφική και θεολογική του σκέψη σε κριτική του πολιτισμού. Η σκέψη του είχε βαθύτατα προσωπικές ρίζες, όχι ως απλό θεωρητικό διαφέρον, αλλά υπό την έννοια ότι αναζητούσε από τη θεολογία και τη φιλοσοφία έναν προσανατολισμό του βίου, ενώ οι ίδιες οι προσωπικές εμπειρίες του έπαιρναν θεωρητικό σχήμα. Για παράδειγμα, η αντιπαράθεσή του προς τον εκδυτικισμό της εγχώριας θεολογίας ρίζωνε στις εμπειρίες του στην εξωεκκλησιαστική οργάνωση της Ζωής, όπως επίσης και στις ακαδημαϊκές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Το θεμέλιο της σκέψης του Χρήστου Γιανναρά είναι γνωσιολογικό και συνοψίζεται στην αποφατική γνωσιολογική στάση, στην οποία εμπεριέχεται η έννοια της εμπειρίας και της σχέσης. Μόνιμα γνωρίσματα της σκέψης του, το αίτημα της εμπειρικής μετοχής στο γινωσκόμενο, η προσπάθεια να μην αυτονομείται το σημαίνον από το σημαινόμενο ούτε οι ιδέες από την πραγματικότητα, και η επαλήθευση να μετατίθεται από την ατομική κρίση στον διυποκειμενικό λόγο. Με αυτή την έννοια, γινόταν η απόπειρα να μην εξαντλείται η αλήθεια στη διατύπωσή της, δίχως τούτο να σημαίνει απόρριψη της λογικής ή καταφυγή στον ατομοκεντρικό μυστικισμό ή ακόμη, στις, όποιες, συναισθηματικές βεβαιότητες. Εν τέλει, κρίσιμο αίτημα της φιλοσοφικής του στάσης είναι να μην απολυτοποιείται η μέθοδος, ώστε να έχουμε έγκυρες γνωστικές διατυπώσεις. Ο γνωσιολογικός αυτός αποφατισμός είναι το θεμέλιο επί του οποίου θα συντεθεί φιλοσοφία και θεολογία στο έργο του. Συγχρόνως, θεώρησε την ηθική ως οντολογική σε αντιδιαστολή με την κατανόησή της ως ένα έξωθεν επιβαλλόμενο σύστημα, δεοντολογικό και άσχετο προς το Είναι, σύνολο αρχών. Συνεπώς, εξέφρασε μία ηθική της αυθεντικότητας του ανθρώπου. Στην προοπτική των ανωτέρω, η μεταφυσική έπαυε να είναι νοησιαρχική και καθίστατο εμπράγματη, κατά την ρήση του Λορεντζάτου, σχήμα σκέψης που ανέπτυξε σε έκταση και βάθος ο Γιανναράς.

Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

Το ρωσοουκρανικό με τη ματιά του Παναγιώτη Κονδύλη


[Κάποια σχόλια γύρω από τα όσα συζητούνται γύρω από το ουκρανικό ζήτημα και οι καίριες παρατηρήσεις του Παναγιώτη Κονδύλη]

1. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι αδικαιολόγητη αλλά δεν είναι ακατανόητη. Ως ακατανόητη την βλέπουν εκείνοι κάνουν λόγο για "τρελό" ή "ψυχικά διαταραγμένο" Πούτιν. Αδικαιολόγητη όμως είναι ἐπί τῇ βάσει μιας ηθικής αρχής, ενός κανόνα. Όταν θέτουμε κι άλλες παραμέτρους στον τρόπο που διαβάζουμε τα πράγματα τότε ο κανόνας μοιάζει να σχετικεύεται. Βαστάμε κατά νού ότι η πράξη της Ρωσίας είναι ανήθικη ή έκνομη αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι η συζήτηση πρέπει να σταματήσει εδώ. Εκτός αν χρησιμοποιούμε την ηθική για να κλείνουμε τα μάτια απέναντι στην πραγματικότητα.

Η Ρωσία δεν αποδέχεται την προώθηση του ΝΑΤΟ στα σύνορά της· θεωρεί ότι κάτι τέτοιο είναι απειλή. Αυτή δεν είναι μία παράλογη αντίληψη ούτε ο φόβος ως αιτία πολέμου εμφανίζεται για πρώτη φορά στις ανθρώπινες υποθέσεις. Ο Θουκυδίδης ως αιτία του πελοποννησιακού πολέμου θεωρεί τον φόβο που ενέπνευσαν στους Λακεδαιμόνιους οι Αθηναίοι: «τὴν μὲν γὰρ ἀληθεστάτην πρόφασιν, ἀφανεστάτην δὲ λόγῳ, τοὺς Ἀθηναίους ἡγοῦμαι μεγάλους γιγνομένους καὶ φόβον παρέχοντας τοῖς Λακεδαιμονίοις ἀναγκάσαι εἰς τὸ πολεμεῖν» (σε μεταφρ. Σκουτερόπουλου: 

«Η σημαντικότερη λοιπόν αιτία, αλλά και η πιο ανομολόγητη, είναι κατά τη γνώμη μου το ότι οι Αθηναίοι, καθώς η δύναμή τους είχε αυξηθεί και ενέπνεαν φόβο στους Λακεδαιμόνιους, έφεραν τους τελευταίους στην ανάγκη να πάρουν τα όπλα».

Το ότι η Ρωσία φοβάται, βάσιμα, την προώθηση του ΝΑΤΟ στα σύνορά της τούτο δεν σημαίνει ότι η Ουκρανία οφείλει να φέρεται ως δορυφόρος της. Δεν βλέπω όμως γιατί η Ουκρανία ενέταξε στο σύνταγμά της την αξίωση να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Υπάρχει η ηθική των προθέσεων, υπάρχει και η ηθική των συνεπειών. Το να σκέφτεσαι τις συνέπειες των πράξεών σου είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να πράττεις πολιτικά. Η ηγεσία της Ουκρανίας μετέτρεψε τη χώρα της σε άθυρμα στα χέρια του αγγλοσαξωνικού κόσμου και των Ρώσων. Δεν κατανοώ γιατί δεν επιδίωξε την ουδετερότητα.

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2019

Ο αγώνας κατά των αφαιρέσεων και η ανάδειξη ενός εθνικού σχεδίου – του Λεωνίδα Σταματελόπουλου

Ο αγώνας κατά των αφαιρέσεων και η ανάδειξη ενός εθνικού σχεδίου. Η προβληματική της νεοελληνικής ιδιομορφίας στο βιβλίο του Αρίστου Δοξιάδη, το Αόρατο Ρήγμα.
Πριν λίγα χρόνια εκδόθηκε ένα πολύ σημαντικό βιβλίο που βρέθηκε για εβδομάδες, στην κορυφαία θέση των πωλήσεων στην κατηγορία του δοκιμίου. Πρόκειται για το έργο του Αρίστου Δοξιάδη, Το Αόρατο Ρήγμα. Θεσμοί και συμπεριφορές στην ελληνική οικονομία, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 2013. Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης αλλά ανακινεί ζητήματα που όφειλαν να ανήκουν στην ημερήσια διάταξη κάθε σοβαρής συζήτησης για τον ελλαδικό κοινωνικό σχηματισμό. Ο λόγος είναι ότι ο Δοξιάδης θέτει ορισμένους καταστατικούς όρους ως προϋπόθεση σύλληψης του τρόπου λειτουργίας της ελλαδικής κοινωνίας που η σημασία τους υπερβαίνει την τρέχουσα κρίση, όσο σοβαρή κι αν είναι αυτή. Υπό αυτή την έννοια, η κρίση δεν είναι παρά μία αφορμή για να ξεδιπλώσει την προβληματική του· το βιβλίο άλλωστε, όπως μας πληροφορεί ο ίδιος στον πρόλογο, ξεκίνησε να συγγράφεται πολύ πριν από την κρίση.
Πέρα από τις καθ’ ύλην, οικονομολογικής υφής, παρατηρήσεις, η σημαντικότερη εισφορά του βιβλίου είναι ο τρόπος με τον οποίο πραγματεύεται τα ζητήματα που θέτει. Στην αρχή του βιβλίου ο ορίζοντας που προσανατολίζει τον συγγραφέα εκφράζεται με γενικούς, οιωνεί γνωσιολογικούς, όρους. Το πρόβλημα που ο συγγραφέας θέτει στο εαυτό του είναι –με τα ίδια του τα λόγια– η ανάγκη του να καταλάβει «πώς ταιριάζουν οι εμπειρικές παρατηρήσεις» του «με τις αναλύσεις των θεωρητικών οικονομολόγων και με τον λόγο των πολιτικών παρατάξεων» (σελ. 11). Η γενικότητα των όρων δεν πρέπει να μας παραπέμψει στο κοινότοπο, αλλά θεμελιώδες ούτως ή άλλως, πρόβλημα της σχέσης μεταξύ θεωρίας και πραγματικότητας ή ιδεολογίας και πρακτικών. Στα όσα έπονται ο συγγραφέας στέκεται στο χάσμα ανάμεσα σε θεωρία και πραγματικότητα που έχει διανοιχθεί ειδικά στον τόπο μας. Τα στοιχεία της γενικής οικονομικής θεωρίας που θα αξιοποιηθούν στην εργασία τους καλούνται να συναρμοστούν με την παρατήρηση του συγκεκριμένου. Το βιβλίο του Δοξιάδη δεν κομίζει μόνον ένα διαφορετικό τρόπο πραγμάτευσης του υλικού του, αρθρώνει συγχρόνως κριτική κατέναντι των κυρίαρχων εξηγήσεων της κρίσης, γεγονός που εξ ανάγκης θα οδηγήσει σε διαφορετική πρόταση για την ανασυγκρότηση της ελλαδικής οικονομίας. Γνώμονας είναι πάντοτε ότι οι όροι θα ταιριάζουν, κατά την έκφραση του συγγραφέα, στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό (σ. 19).
Εκείνο που είναι σημαντικό στην περίπτωση μας είναι ο διαφορετικός διανοητικός προσανατολισμός του συγγραφέα, ο οποίος για να το πούμε σχηματικά έγκειται στην κατ’αρχάς αποκοπή του από κανονιστικές προθέσεις που έρχονται έξωθεν στην ελλαδική κοινωνία και στην προσπάθεια του διαγνώσει την ιδιαίτερη ορθολογικότητα που τη διαπερνά. Με άλλα λόγια, η βασική πρόθεση του έργου του είναι η διατύπωση μιας συνεκτικής πρότασης για την αξιοποίηση των υφιστάμενων κοινωνικών δομών και δυναμικών, ιδεολογιών και νοοτροπιών προς την κατεύθυνση της ανατίμησης της Ελλάδας στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας.