του Αλέξανδρου Ασωνίτη*
Συνέχεια από το πρώτο μέρος
Β΄ μέρος
Ματωμένα Χώματα, το κείμενο
Για να εναρμονισθούμε με το πνεύμα του βιβλίου, πρέπει να θυμηθούμε την παρουσίαση του Μανώλη Αξιώτη από την Διδώ Σωτηρίου: «Κάτω απ’ τον Μανώλη Αξιώτη, τον κεντρικό αφηγητή του βιβλίου, υπάρχει ο Μικρασιάτης αγρότης που έζησε τα αμέλε ταμπούρια ’14-’18 (σημ. δική μου: τάγματα εργασίας / εκτοπισμού / εξόντωσης των Ελλήνων της Μικρασίας, ιδρυθέντα με γερμανική συνενοχή), που φόρεσε τη στολή του Έλληνα φαντάρου, που είδε την Καταστροφή, έζησε την αιχμαλωσία και που πρόσφυγας έφαγε πικρό ψωμί, σαράντα χρόνια λιμενεργάτης συνδικαλιστής, μαχητής της Εθνικής μας Αντίστασης … μου έδωσε ένα τεφτέρι με τις αναμνήσεις του, Συνταξιούχος έγραψε…» (σελ. 7). Απ’ το προλογικό φωτοστέφανο αυτό αντιλαμβάνεται κάθε αναγνώστης ότι θα είναι έκπληξη αν το βιβλίο δεν ακολουθεί μια συγκεκριμένη ιδεολογική γραμμή και τηρεί τους στοιχειώδεις κανόνες μυθοπλασίας και τα απαραίτητα εχέγγυα αντικειμενικότητας. Και βρίσκουμε νωρίς-νωρίς τα πρώτα σοβαρά στοιχεία, που εγείρουν αιτιολογημένες υπόνοιες για τις προθέσεις του:
Κεφ. α: Ειρηνική ζωή
Γράφει η Δ.Σ., σ. 23: «Ο δάσκαλος μου έλεγε ότι την Έφεσο … την “ίδρυσε” ο Άνδροκλος, ο γιος του βασιλιά της Αθήνας Κόδρου. Αλλά δεν είναι και σίγουρο, λέει, γιατί μπορεί να ήρθανε πρώτοι κάπου χίλιοι σκλάβοι απ’ την Σάμο που επαναστατήσανε, το σκάσανε απ’ τους αφεντάδες τους και κοπιάσανε στα μέρη μας. Τούτο το δεύτερο το προτιμούσα…». Στοιχεία γι’ αυτούς τους «κάπου χίλιους σκλάβους» υπάρχουν; Στις εγκυκλοπαίδειες Ελευθερουδάκη, Πάπυρος, Ήλιος, δεν βρήκα κάτι σχετικό. Άλλωστε, κάνει δύο σοβαρά λάθη: α) η Έφεσος πρωτο-ιδρύθηκε από ελλαδίτες της Θεσσαλίας, Λοκρίδας, Αργολίδας, περί το 2000 π.Χ, τουλάχιστον -ο Άνδροκλος ήρθε περί το 1700 π.Χ. β) Σάμιοι «γεωμόροι», κι όχι «σκλάβοι», έγιναν δεκτοί στην ΄Εφεσο μετά τον Άνδροκλο, όταν το πολίτευμα έγινε δημοκρατικό. «Γεωμόρος ή γημόρος ή γαμόρος (Αισχύλος, Ικέτιδες)» σημαίνει γεωργός μεσαίας τάξης, στην αττική διάλεκτο, αλλά μεγαλοκτηματίας, στην σαμιακή και αργολική (βλ. λεξικό Λίντελ -Σκοτ, Σταματάκου και www. academic dictionaries and encyclopedias). Επιπλέον, υπάρχει αντίστοιχο προηγούμενο, ή επόμενο, σκλάβοι, και όχι άποικοι, να χτίζουν ελληνική πόλη /αποικία; Πώς η Δ.Σ. υιοθετεί αυτήν την αμφισβητούμενη, τουλάχιστον, πληροφορία ή θεωρεί ότι την ευθύνη φέρει αποκλειστικά ο Αξιώτης; Ή μήπως οι «σκλάβοι» χρειάζονται για να πει ότι οι αρχαίοι είχαν σκλάβους, άρα, ο παρωθούμενος συλλογισμός, κι αν χάθηκαν με την Καταστροφή οι Μικρασιάτικες αρχαιότητες κι οι αρχαίες πόλεις μας, δεν είναι δα και για στενοχώρια. Δουλοκτήτες ήταν, αυτοί κι ο πολιτισμός τους. Γι’ αυτό, άραγε, ο δάσκαλος δεν τους λέει λέξη για τον Ηράκλειτο, τον Θαλή, τον Ιππόδαμο κ.λπ., κ.λπ., παρά μόνο για τους ανύπαρκτους (;) επαναστάτες σκλάβους; Η αρχαιότητα κι ο πολιτισμός της Μικρασίας, της γεννήτορος της παγκόσμιας φιλοσοφίας, μεταξύ άλλων, απουσιάζουν απ’ το βιβλίο. Δεν υπάρχει αναφορά σε άλλο πρόσωπο της αρχαιότητας, μόνο στον Προμηθέα (σ. 241) τον οποίο συνδέει με γνωστές «επαναστατικές» δοξασίες. Και μία άλλη, από Τούρκο (σ. 123), στην Κίρκη, την οποία παρουσιάζει ως alter ego του πολέμου. Ούτε στο Βυζάντιο υπάρχει παραπάνω από μια αναφορά, αν δεν κάνω λάθος. Διαδραματίζεται, η μαρτυρία Αξιώτη, σε κενό Ιστορίας, μέχρι το 1910 μ.Χ., για λόγους που μας αποκαλύπτονται συνεχώς.
Στην σ. 32 διαβάζουμε την συνομιλία του Αξιώτη με ένα τουρκάκι, φίλο του, τον Σιεφκέτ, όταν του λέει ότι ο πατέρας του τον στέλνει στην Σμύρνη να γίνει έμπορας. Σιεφκέτ: «- Έμπορας, τι πάει να πει έμπορας; μ’ αρώτησε σεκλετισμένος. -Έμπορας θα πει να κλέβεις εσύ, αντί να σε κλέβουν οι άλλοι… -Και πώς την διάλεξε ο κύρης σου τέτοια χαμένη δουλειά;…».