Ενα βραδυ, πριν πολλα χρονια, μπηκα σε εναν θαλαμο ενος καρκινοπαθους νεαρου προκειμενου να του χορηγησω ενα παυσιπονο.
Θα ηταν γυρω στα 28.
Ακουγαμε και την ιδια μουσικη.
Η μανα του ηταν απεναντι στη καρεκλα σκυφτη, σχεδον κουλουριασμενη και μυριοταλαιπωρημενη.
Καλοκαιρι ηταν.
Εξω διασκεδαζε ο κοσμος και χαιροταν τη ζωη.
Μεσα παλευαμε να σωσουμε το νεαρο.
Ο ογκολογος του ηταν σαφης.
''Δεν εξαρταται μονο απο εμας παιδι μου.
Τωρα πια εξαρταται και απο σενα αλλα και απο την πιστη σου.
Θα το παλεψουμε ολοι μαζι, αλλα δεν ξερω τί θα γινει''.
Ο νεαρος πονουσε και μαρτυρουσε καθε βραδυ.
Κι εμεις προσπαθουσαμε να τον ηρεμησουμε ειτε με τα παυσιπονα ειτε με μια κουβεντα παρηγοριας.
Ετσι κι εκεινο το βραδυ που ελαχε να ημουν εγω βαρδια.
Του μιλουσα για μουσικη, για συναυλιες.
Περνουσαμε λιγη ωρα μαζι (ειχαμε κι αλλους ασθενεις και ημασταν μονο δυο στη βαρδια) και αυτο εδειχνε να τον ανακουφιζει λιγο.
Μαλιστα εκεινο το βραδυ ειχαμε και τη πρωτη διαφωνια μας.
Εγω επεμενα πως το δικο μου αγαπημενο συγκροτημα ηταν το καλυτερο, εκεινος ελεγε τα δικα του.