Του Στρατή Ψάλτου
Με αφορμή την ανάμνηση του θανάτου του
11 Ιουλίου 1998, πριν 27 χρόνια, πέθανε σε ηλικία 55 ετών ο Παναγιώτης Κονδύλης, αφήνοντας πίσω του ένα αξιοσημείωτο συγγραφικό έργο. Μέσα από αυτό είχε γίνει γνωστός, καθώς όχι απλώς απέφευγε τις δημόσιες εμφανίσεις, αλλά μέχρι τον θάνατό του δεν κυκλοφορούσε ούτε καν μία φωτογραφία του.
Το έργο αυτό, αρχικώς γραμμένο στα γερμανικά και μεταφρασμένο από τον ίδιο στα ελληνικά, τον καθιστούσε έναν αδιαμφισβήτητο μάστορα του ελληνικού γραπτού λόγου και ταυτόχρονα έναν σημαντικό, αλλά αμφιλεγόμενο, θεωρητικό.
Όταν ακόμη ζούσε, αλλά κυρίως μετά θάνατον, γράφτηκαν πολλά και σημαντικά για το έργο του. Σε αυτό το μικρό σημείωμα, με αφορμή την ανάμνηση του θανάτου του, δεν έχω να προσθέσω κάτι σε αυτά. Θέλω μόνο να πω κάτι αναστοχαστικό για τη δική μου σχέση με το έργο του.
Ενώ στα χρόνια της εφηβείας μου είχα επηρεαστεί από τα έργα των Νεορθοδόξων, κυρίως του Γιανναρά, κάτι που με οδήγησε τελικώς να σπουδάσω και θεολογία, από το 1992 και ύστερα ήταν τέτοια η επίδρασή του Κονδύλη πάνω μου, ώστε τα περισσότερα από αυτά που έλεγαν οι παντός είδους ηθικολόγοι, θεολόγοι και ιδεολόγοι, θεωρούσα ότι δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μάσκες πίσω από τις οποίες καλυπτόταν κάθε φορά μία συνειδητή ή ασυνείδητη βούληση ισχύος, όπως έλεγε ο Κονδύλης.


