ΑΠΟ ΞΕΝΟΦΩΝ Α. ΜΠΡΟΥΝΤΖΑΚΗΣ
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙτεύχος 1910
31-03-2016

«…Οι σοφοί άνδρες της Ελλάδος κατέφυγαν διά την ασφάλειάν των προς τους ηγεμόνες της Ευρώπης φέρνοντας μαζί τους όλους τους αρχαίους συγγραφείς, χωρίς τους οποίους καμιά πρόοδος δεν είναι δυνατή».
Αυτά έγραφε ο Philippe de Commines (1447-1511), συγγραφέας και διπλωμάτης, ο οποίος δεν ήταν ούτε χρονογράφος ούτε ιστορικός με την ακριβή έννοια του όρου, αλλά ένας εμβριθής αναλυτής της εποχής του, πράγμα που τον έκανε ευρύτερα γνωστό.
«…Οι σοφοί άνδρες της Ελλάδος κατέφυγαν διά την ασφάλειάν των προς τους ηγεμόνες της Ευρώπης φέρνοντας μαζί τους όλους τους αρχαίους συγγραφείς, χωρίς τους οποίους καμιά πρόοδος δεν είναι δυνατή». Αυτά έγραφε ο Philippe de Commines (1447-1511), συγγραφέας και διπλωμάτης, ο οποίος δεν ήταν ούτε χρονογράφος ούτε ιστορικός με την ακριβή έννοια του όρου, αλλά ένας εμβριθής αναλυτής της εποχής του, πράγμα που τον έκανε ευρύτερα γνωστό.
Ο Philippe de Commines υπήρξε ιστορικός των βασιλέων Λουδοβίκου ΙΑ’ και Καρόλου Η’. Σύμφωνα με την άποψη αυτού του Γάλλου ιστορικού, αν δεν είχε συμβεί η πτώση του Βυζαντίου, δεν θα ήταν δυνατόν να συντελεστεί η Αναγέννηση στον χώρο των γραμμάτων και γενικότερα της παιδείας στον δυτικό κόσμο. Πολλές παρόμοιες απόψεις σχετικά με την ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος κυκλοφορούσαν εκείνη την περίοδο, οι οποίες μεταλαμπαδεύτηκαν από γενιά σε γενιά.
Σε γενικές γραμμές, είχε αρχικά υιοθετηθεί ότι οι λόγιοι Έλληνες του Βυζαντίου εγκαταλείποντας την Κωνσταντινούπολη και άλλες ελληνικές περιοχές πριν και μετά την Άλωση από του Οθωμανούς, μετέφεραν στη Δύση μαζί με τα χειρόγραφα των αρχαίων και βυζαντινών συγγραφών και τη γνώση της κλασικής παιδείας και της βυζαντινής γραμματείας. Την άποψη αυτήν υποστήριζαν εξίσου Έλληνες και Δυτικοί συγγραφείς, όπως ο Φραγκίσκος Φίλελφος, ο οποίος γεννήθηκε το 1398 στην Πικεντία της Ιταλίας. Στην Κωνσταντινούπολη σπούδασε κοντά στον Ιωάννη Χρυσολωρά και αργότερα στον Χρυσοκόκκη και διακρίθηκε για την καθαρή και δόκιμη αττική γλώσσα του, για τη γνώση της ελληνικής φιλολογίας ενώ διέπρεψε στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Το 1454 διακηρύσσει σε επιστολές του προς τον Σουλτάνο τις ελπίδες του για τον εκχριστιανισμό του Πορθητή και για την ενδεχόμενη πολιτική συνεργασία της χριστιανικής Δύσης με τη μουσουλμανική Ανατολή. Ανάλογες απόψεις διατυπώθηκαν από τους Guarini, Petrus Crinitus, Marsiglio Ficino κ.ά. Έκτοτε, οι συγγραφείς των νεότερων χρονών, από τον Hodius ώς τον Tirabosci και από τον Γίββωνα και τον Villemain ώς τον Brunet de Presles, τον Voigt και τον Alexander Alexandrovich Vasiliev «εξήραν την ελληνικήν συμβολήν εις την Αναγγένησιν της κλασικής παιδείας και του ανθρωπισμού».
